30mil

Της Άννας Παχή

O Γιώργος Βογιατζάκης κι ο Κώστας Μαυρουδής, δύο από τα μέλη των 30 milliAmpere, μιλούν στο iART για τη μέχρι τώρα πορεία και τα μελλοντικά τους σχέδια.

Συστηθείτε παρακαλώ.
Γ. Β. Τους 30 milliAmpere αποτελούν οι Κώστας Μαυρουδής φωνητικά, Γιάννης Πίκος στα τύμπανα και στους στίχους, Νίκος Κανδύλας στο μπάσο και εγώ, Γιώργος Βογιατζάκης στην κιθάρα.

Πότε ιδρύθηκε το γκρουπ;
Γ.Β. Περάσαμε από διάφορες φάσεις σύνθεσης. Μεταξύ 2012 – 2013 κάναμε ένα demo τριών κομματιών που με κάποιες αλλαγές συμπεριλαμβάνονται στον καινούριο δίσκο. Κατόπιν προσχώρησε στο γκρουπ ο Κώστας.

Κ.Μ. Συναντηθήκαμε, άκουσα τη δουλειά τους, μου άρεσε. Δεν τους ήξερα από πριν. Οι 30 milliAmpere είναι ουσιαστικά «παιδί» του Γιώργου και του Γιάννη. Από εκείνους άρχισαν όλα.
Πότε ξεκίνησε η δημιουργία του δίσκου;

Κ.Μ. Το 2013 και ολοκληρώθηκε τα δυο επόμενα χρόνια. Οι συνθέσεις είναι εξ’ ολοκλήρου του Γιώργου κι όχι επειδή είναι μπροστά, αλλά πρέπει να πω ότι είναι εξαιρετικός συνθέτης.

Τι είδους μουσική παίζετε;

Κ.Μ. Δε μπορούμε να κατηγοριοποιηθούμε απόλυτα. Μπαίνουμε κάτω από τη γενικότερη ομπρέλα της hard ροκ αλλά θα μπορούσε κάποιος να μας χαρακτηρίσει stoner.

Γ.Β. Stoner είναι ροκ ύφος επηρεασμένο αρκετά από τον Αμερικάνικο Νότο αλλά έχουμε ενσωματώσει κι άλλα στοιχεία στη μουσική μας τα οποία είναι διάχυτα, όπως το blues rock, η ψυχεδέλεια, το funky…

Είναι περισσότερο θέμα έμπνευσης;

Κ.Μ. Κάθε ένας μας ακούει διαφορετικά πράγματα. Προσωπικά ακούω κλασικό ροκ. Ο Γιώργος έχει ακούσματα από soul, jazz. Ο Γιάννης ακούει πολύ αμερικάνικο hard rock. Ο Νίκος πάλι είναι του ελληνικού κι εγγλέζικου ροκ. Μέσα από αυτό το πάντρεμα βγαίνει ένα αποτέλεσμα που εμπεριέχει όλα αυτά τα στοιχεία. Ο ήχος όμως και γενικότερα ο τρόπος που στήνουμε αυτή τη δουλειά, είναι ο new alternative stoner.

Ξέρω ότι κάνετε συχνά live.

Γ.Β. Πρόσφατα εμφανιστήκαμε στο «Kyttaro», καλεσμένοι των «Kollektiva», συγκρότημα με ιστορία στο χώρο. Εκτός από εμάς, εμφανίστηκαν άλλα δυο συγκροτήματα του ελληνόφωνου ροκ. Η ιδέα των «Kollektiva», πέρα από την παρουσίαση του καινούριου δίσκου τους, ήταν να «σπάσει» κατά κάποιον τρόπο, ο διαχωρισμός μεταξύ ελληνόφωνου και αγγλόφωνου ροκ γκρουπ, στην Ελλάδα. Βλέπεις live με ελληνόφωνα ή αγγλόφωνα συγκροτήματα, αλλά όχι και τα δυο μαζί. Στο «Kyttaro», είχαμε την τιμή και τη χαρά να εμφανιστούμε εκτός από τους «Kollektiva», με τα ελληνόφωνα γκρουπ «9mm» & «Altera Vita». Χαιρόμαστε που συμμετείχαμε σε αυτήν τη διαδικασία, ήταν η σημαντικότερη στιγμή των 30milliAmpere μέχρι σήμερα. Ήταν μια απολαυστική συναυλία από τέσσερις ελληνικές μπάντες με ροκ ήχο, που ελπίζουμε να δώσει την απαραίτητη ώθηση για να συνεχίσει ο χώρος  να βγάζει νέα πράγματα που αξίζουν να στηριχτούν από ακόμα περισσότερο κόσμο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που ανέβηκαν στο Κύτταρο εκείνο το βράδυ, κι εκφράστηκαν μέσα από τη μουσική, το έκαναν με μεγαλύτερη ειλικρίνεια και αξιοπρέπεια από οποιονδήποτε “μεγάλο” ή “μικρό” καλλιτέχνη της εγχώριας σκηνής, ροκ και μη.

Κ.Μ. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που έγινε κάτι τέτοιο. Θεματικά δεν έχουμε μεγάλες διαφορές απλά εκείνοι εκφράζονται στα ελληνικά, εμείς στα αγγλικά. Κυριαρχεί η πεποίθηση πως το κοινό, όπως και τα γκρουπ, δε θα δεχτούν κάτι διαφορετικό και υπάρχει μια δόση αλήθειας σε αυτό. Κάποιοι πιστεύουν πως τα ελληνικά δεν μπορούν να αποδώσουν στη ροκ, όπως π.χ. το oh baby, πώς να το πεις στα ελληνικά; Πιο εύκολα ένα ελληνικό αγγλόφωνο κοινό θα ακούσει ελληνικό στίχο, παρά το αντίθετο. Υπάρχουν αυτά τα στεγανά και οι διαχωρισμοί. Αυτό προσπαθούν να αλλάξουν οι «Kollektiva».

Πείτε μας για τον πρώτο σας δίσκο που κυκλοφόρησε πρόσφατα.

Γ.Β. Λέγεται «Gun in my head», που σημαίνει «όπλο μέσα στο κεφάλι μου», όχι «στο κεφάλι μου» ή «στο κεφάλι κάποιου». Έχει μια άλλου είδους επιθετικότητα, μια άλλου είδους σημασία. Περιέχει δέκα τραγούδια και ηχογραφήθηκε στο στούντιο των «Kollektiva» με τους οποίους υπάρχει και φιλική σχέση. Μάλιστα το μέλος τους, Γιώργος Θεοφάνους συνεργάστηκε στην παραγωγή.

Κ.Μ. Η μουσική είναι του Γιώργου, οι στίχοι του Γιάννη Τίκου. Η θεματική του κυμαίνεται από τον έρωτα μέχρι την πολιτική. Γράψαμε ότι μας εκφράζει. Ο τίτλος ανήκει σε ένα από τα τραγούδια και μας άρεσε η αίσθησή του. Θα μπορούσε να σημαίνει κάτι επαναστατικό, υπάρχουν τέτοια στοιχεία, όπως στο τραγούδι «Spit», για το οποίο υπάρχει βίντεο κλιπ στο youtube, ή το «Social Control». Περιγράφεται η γενικότερη κατάσταση στην Ελλάδα και το μήνυμα που προσπαθούμε να περάσουμε είναι «ξυπνάτε, φτάνει πια».

Το ακούω πολύ συχνά αυτό τελευταία, αλλά δε μας βλέπω ζωηρούς.

Κ.Μ. Είναι η εποχή της τεχνολογίας όπου όλοι είναι επαναστάτες του καναπέ. Δεν ξέρω πως θα διορθωθεί αυτό. Ίσως πρέπει να κατεβάσουμε το γενικό, να γυρίσουμε σε προηγούμενες δεκαετίες, όταν η εμπλοκή ήταν προσωπική. Μας έχουν κοιμίσει, με τη δική μας ανοχή βέβαια, κι εμείς ήμασταν βολεμένοι.

Γ.Β. Τα τελευταία τριάντα χρόνια ζούμε στην εποχή της ατομικότητας. Το όραμα δεν είναι συλλογικό, όπως ήταν το ’50 ή το ’60 και το ’70. Τότε ήταν όλοι μαζί, για κάτι.

Κ.Μ. Για αυτό τότε τα περισσότερα κινήματα είχαν απήχηση, δεν κρυβόταν κανείς πίσω από μια οθόνη κι ένα πληκτρολόγιο. Έβγαιναν όλοι μπροστά κι αν δε βγεις μπροστά, αν δε φας χαστούκια δε θα μπορέσεις ποτέ κι εσύ να δώσεις με τη σειρά σου. Δε γίνεται αλλιώς.

Γ.Β. Υπάρχει οργή, άσχετα αν δεν εκδηλώνεται. Όταν εκδηλωθεί όμως, θα πρέπει να έχει μια κατεύθυνση, ένα νόημα. Δεν αρκεί να βγούμε στους δρόμους, πρέπει να έχουμε ένα στόχο, ένα σκοπό και να προσηλωθούμε σε αυτόν. Μια απλή διαμαρτυρία θα ξεφουσκώσει ή να «καπελωθεί». Έχει συμβεί αυτό.

Κ.Μ. Σαν γκρουπ, μας βοηθά το γεγονός πως έχουμε και κάποια χρόνια στην πλάτη μας, δεν είμαστε είκοσι χρονών. Η επανάσταση ορίζεται σε δυο κατηγορίες. Στην ιδεολογική και σε αυτήν που γίνεται απλά για να γίνει. Το βλέπεις σε μεγάλο βαθμό στις μικρές ηλικίες. Μπάντες με το μανδύα της επανάστασης, χωρίς να έχουν ζήσει τα πριν, για να εκτιμήσουν τα τώρα, βγαίνουν και κάνουν διάφορα. Θεωρώ ότι όσοι έχουμε ζήσει κάποια πράγματα, έχουμε πιο ολοκληρωμένη εικόνα. Αυτό που λες είναι στοχευμένο και μπορείς να το αξιολογήσεις ανάλογα με τις εμπειρίες σου.

Γ.Β. Αυτές οι ιδέες, οι σκέψεις, προφανώς υπάρχουν διάχυτες σε όλον τον κόσμο. Όλοι βιώνουμε τις ίδιες καταστάσεις. Έχουμε την τύχη να μπορούμε – και να θέλουμε – να το εκφράσουμε αυτό με τη μουσική. Κάποιος άλλος θα βρει διαφορετικό  τρόπο. Δε θεωρώ πως είμαστε μοναδικοί, ή πρωτότυποι.

Πόσο εύκολο είναι για ένα γκρουπ, αυτήν τη στιγμή, με αυτές τις συνθήκες (και όχι μόνο οικονομικά) να δείξει τη δουλειά του, να αναδειχθεί;

Γ.Β. Συμβαίνουν δυο αντιφατικά πράγματα: το ένα είναι πως η κρίση ξυπνάει συνειδήσεις και κινητοποιεί τους δημιουργούς σε οποιονδήποτε τομέα. Θέατρο, μουσική, ποίηση. Από την άλλη, αυτή η περίοδος  οικονομικής δυσπραγίας, μπλοκάρει, θέλοντας και μη, επειδή δεν έχεις την οικονομική δυνατότητα να κάνεις κινήσεις τέτοιες ώστε το προϊόν σου, να προωθηθεί κατάλληλα. Τελευταία, τα πράγματα έχουν αλλάξει γενικότερα στον τομέα της μουσικής, σε όλον τον κόσμο. Είναι πολύ πιο εύκολο για ένα γκρουπ να φτιάξει μουσική και να τη βγάλει στο youtube, από τη δεκαετία του ’80 ας πούμε, όπου έπρεπε να έχεις πίσω σου μια δισκογραφική εταιρεία. Από την άλλη, ακριβώς επειδή το διαδίκτυο είναι χαοτικό, η φωνή σου δε φτάνει τόσο εύκολα στον κόσμο. Χάνεσαι. Η πληροφορία είναι υπερβολικά πολλή. Για να υποστηρίξει ένα συγκρότημα τη δουλειά του, χρειάζεται  πολλά live, για να αποκτήσει ένα κοινό, μικρό στην αρχή. Χρήματα δε βγαίνουν σε καμία περίπτωση, αλλά θα αποκτήσουν μια φήμη. Θα τους αναγνωρίζει το κοινό που ασχολείται με το συγκεκριμένο είδος μουσικής. Αυτό δίνει μεγάλη ικανοποίηση, δεν είναι οικονομικά τα κίνητρα. Λόγω της κρίσης, υπάρχουν συγκροτήματα μικρών ηλικιών που μπορούν να το κάνουν αυτό. Καθώς δεν έχουν δουλειά, ασχολούνται αποκλειστικά με το όνειρό τους, τη μουσική. Οι μεγαλύτεροι έχουν άλλες υποχρεώσεις κι αυτό τους μπλοκάρει.

Κ.Μ. Τρανό παράδειγμα ο Παντελίδης. Χρησιμοποίησε την τεχνολογία για να φτάσει εκεί που έφτασε. Θεωρούμε πως το μέλλον της μουσικής – αυτή τη στιγμή τουλάχιστον – είναι το streaming. Οι δισκογραφικές εταιρείες πλέον υπάρχουν απλά για να υπάρχουν, το ίδιο και το cd, κανείς δεν ασχολείται. Γιατί να το πληρώσεις όταν μπορείς να το βρεις από το Ίντερνετ. Δεν είναι σωστό, αλλά συμβαίνει.

Γ.Β. Δεν υπάρχει πια η έννοια του άλμπουμ με τα οχτώ ή τα δέκα κομμάτια, βγαίνουν τραγούδια μόνα τους. Έτσι, δεν έχει νόημα να αποκτήσω ένα άλμπουμ, ακούω το τραγούδι, το κατεβάζω, κάνω τη δουλειά μου και πάω στο επόμενο. Νόμιμα ή παράνομα.

Γ.Β.  Ήταν πιο εύκολο να αγοράσεις δίσκους. Η τιμή του cd  έφτασε σε απίστευτα ύψη κι αυτό σίγουρα λειτουργεί απαγορευτικά.

Κ.Μ. Θα γινόταν έτσι κι αλλιώς. Η τεχνολογία τρέχει αυτόνομα. Είναι φυσικά και θέμα ποιότητας, για αυτό επιστρέφουμε σιγά – σιγά στο βινύλιο. Θεωρώ πως αυτό θα απασχολήσει τους μουσικούς στο άμεσο μέλλον. Ίσως το cd καταργηθεί τελείως κάποτε και το αποτύπωμα των μουσικών θα είναι είτε μέσω  streaming είτε σε βινύλιο. Προς το παρόν το κόστος είναι απαγορευτικό για την Ελλάδα, αλλά αυτό θα αλλάξει. Κι εμείς, όταν μπούμε στη διαδικασία του δεύτερου άλμπουμ θα μετακομίσουμε στο βινύλιο.

Γ.Β. Ας μην ξεχνάμε πως έχει αλλάξει και η διαδικασία ακούσματος. Παλαιότερα μαζευόμασταν και ακούγαμε δίσκους. Τώρα όλα γίνονται γρήγορα, σα να μην έχεις την υπομονή να βάλεις το δίσκο και να τον ακούσεις από το πρώτο μέχρι το τελευταίο τραγούδι. Τότε δεν ήταν εύκολο και τεχνικά. Βγάζω το δίσκο, βάζω τη βελόνα.. η διαδικασία ήθελε χρόνο.

Κ.Μ. Αυτή η διαδικασία, παρόλο το χρόνο που απαιτούσε, προκαλούσε μια ηδονή. Δε σε ενοχλούσε ο χρόνος μετάβασης από το ένα τραγούδι στο άλλο.

Γ.Β. Κάτι αντίστοιχο γινόταν και με τη φωτογραφία. Το φιλμ είχε 36 πόζες. Στην εκδρομή ή στη βόλτα σου είχες τρία φιλμάκια. Αυτό ήταν, πρόσεχες που θα κάνεις το κλικ. Έπρεπε να το πας για εμφάνιση, τύπωμα. Τώρα άλλαξε κι αυτό. Θέλω να πω ότι η αλλαγή είναι παντού και ίσως φανούμε λίγο αστείοι σε όσους δεν έχουν ζήσει αυτές τις καταστάσεις.  Ίσως εξωραΐζουμε κάποια πράγματα που ζήσαμε. Γινόντουσαν όμως πιο στοχευμένα, πιο προσεκτικά. Έχουν αλλάξει, δε γυρίζουν πίσω. Πρέπει ο καθένας να προσαρμοστεί.

Το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Άλλωστε δε φταίει το μέσο. Όταν άκουγες το βινύλιο, έδινες το χρόνο στη μουσική να μπει μέσα σου. Τώρα ακούς μόνο τα χιτ, δεν αφήνεις τον καλλιτέχνη να σε πλησιάσει.

ΚΜ : Αν μπεις στη διαδικασία να πληρώσεις κάτι, θα το ακούσεις ολόκληρο, δεν πρόκειται να το  απομονώσεις. Αυτό που σου αρέσει είναι υποκειμενικό. Σε άλλον θα αρέσει το πρώτο και το τρίτο τραγούδι, σε κάποιον το πέμπτο και το έκτο.

ΓΒ. Πρέπει να επιλέγεις. Το ίδιο συμβαίνει και με τις συναυλίες. Οι δωρεάν συναυλίες έχουν ένα θετικό και ένα αρνητικό. Το καλό είναι πως μπορεί να πάει ο καθένας, αλλά το αρνητικό τους είναι επίσης πως μπορεί να πάει ο καθένας.  Άρα το κοινό αυτό, δεν έχει επιλέξει τον καλλιτέχνη που θα ακούσει. Δε δίνει προσοχή, συχνά δεν ξέρει καν ποιόν ακούει και μετά από κάποια ώρα γίνεται μπάχαλο. Βάλε ένα συμβολικό εισιτήριο, έστω ένα ευρώ. Αυτό ισχύει και στο θέατρο, στα βιβλία, παντού.

ΚΜ. Το να έχω κάτω εκατό ανθρώπους από τους οποίους οι ογδόντα είναι άσχετοι με το είδος, ήρθαν απλά επειδή μπορούσαν, δεν προσφέρει κάτι. Με το οποιοδήποτε εισιτήριο, ελαχιστοποιείς το ποσοστό των ανθρώπων που δε θα έρθουν για σένα αλλά για το τσάμπα και δε σου δίνουν καμία σημασία, ενώ εσύ τα δίνεις όλα πάνω στη σκηνή. Ο εαυτός σου είναι εκεί, πρέπει κάπως, ηθικά και ψυχολογικά να νιώσεις  πως έχεις μια απήχηση.

Τι αίσθηση αποκομίζετε από τα live; 

ΓΒ. Είμαστε τυχεροί, έχουμε κοινό που μας ακολουθεί. Δόξα τω Θεώ, όπου παίζουμε, γεμίζουμε. Είναι μεγάλη χαρά για μας, αισθανόμαστε δικαίωση. Επίσης επιθυμούμε να διευρύνουμε αυτό το κοινό, να το κερδίσουμε με τη δουλειά μας. Αυτό για να γίνει θέλει πάρα πολλή δουλειά και το προσπαθούμε. Από την άλλη, η μουσική που παίζουμε δεν είναι τόσο χορευτική.

ΚΜ. Υπάρχει διαφορά όσον αφορά στις προτιμήσεις  και αντικατοπτρίζεται στη διασκέδαση. Εκείνος που ακούει λαϊκά διασκεδάζει στα μπουζούκια, χορεύει πάνω στην πίστα. Εκείνος που ακούει ροκ ενδιαφέρεται να πάει κάπου, να πιει το ποτό του, να ακούσει τη μουσική που θέλει. Αν τον κάνεις να σιγοψιθυρίζει το τραγούδι, έχεις πετύχει. Δεν υπάρχουν κανόνες. Δεν περνάει καλά μόνον εκείνος που χορεύει. Το ροκ είναι λίγο ιδιόρρυθμο στο πως αντιλαμβάνεται ο ακροατής αυτό που ακούει και πως το διασκεδάζει. Ο ένας μπορεί να κάνει headbanging, ο άλλος απλά να ακούει και να διασκεδάζουν το ίδιο.  Συμβαίνουν και τα δυο. Εκείνο που βλέπουμε και μας ικανοποιεί, είναι ότι κάθε φορά έρχονται και περισσότεροι. Το καλό είναι πως υπάρχουν πολλά ελληνικά ροκ συγκροτήματα κι ο κόσμος αρχίζει να τα ανακαλύπτει.

ΓΒ. Οι τωρινές παραγωγές δεν έχουν καμία σχέση με τις παλαιότερες. Οι μουσικοί είναι σε πολύ καλύτερο επίπεδο, πιο καταρτισμένοι, πιο ανοιχτόμυαλοι, οι παραγωγοί είναι  καλύτεροι, σε όλα τα είδη. Το ακούς και σε ερασιτεχνικά συγκροτήματα.

ΚΜ. Τις δεκαετίες του 80, του 90, τουλάχιστον οι μισοί δε μιλούσαν αγγλικά. Σήμερα δε συμβαίνει αυτό. Αυτό βοηθά και τη μουσική σκηνή γιατί πλέον ο κόσμος καταλαβαίνει τι του λες.

ΓΒ. Το θέμα είναι πως δεν υπάρχει βήμα στο σύνολο των ραδιοφώνων. Τα ευρείας απήχησης παίζουν μόνο τα χιτ. Είτε περιμένουν να δουν την επιτυχία για να την παίξουν, είτε θα παίξουν κάτι για να γίνει επιτυχία. Οι υπόλοιποι έχουν αποκλειστεί από αυτά. Δεν υπάρχει περίπτωση, όσο καλός και να είσαι, να ακουστείς. Εκείνο που ακούς είναι μια συνεχής play list. Αυτή τη στιγμή, φρέσκια μουσική παρουσιάζουν μόνον ο Γιάννης Πετρίδης κι ο Μάκης Μηλάτος. Δε λέω πως δεν υπάρχουν νέοι άνθρωποι, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να «επιβάλλουν» την άποψή τους όπως θα έπρεπε.  Αυτό γίνεται μόνον σε κάποια ιντερνετικά ραδιόφωνα.

Τα μελλοντικά σας σχέδια;

ΒΓ: Να στρωθούμε στη δουλειά, να ολοκληρώσουμε το δεύτερο άλμπουμ και να οργανώσουμε τα επόμενα live.

Σε ποιους θα θέλατε να κάνετε support και ποιοι θα θέλατε να σας κάνουν support;

ΓΒ: Οι Black keys.

Κ.Μ.:  Υπάρχουν αξιόλογες αγγλόφωνες ελληνικές μπάντες καταπληκτικές, με κοινό που έχουν χτίσει με τον καιρό και μπορούν να γεμίσουν μουσικές σκηνές. Μας ενδιαφέρει πρωτίστως η προσέγγιση σε αυτές, να συνεργαζόμαστε και να συνυπάρχουμε. Χαίρομαι που υπάρχει αυτό μέχρι στιγμής και υπάρχει επειδή δεν μπαίνει στη μέση το οικονομικό όφελος. Το επίπεδο είναι φιλικό και συνεργατικό.