Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Ο Αλέξανδρος Α΄ ήταν ένας βασιλιάς που ακολούθησε τον δρόμο της καρδιάς του και τα έβαλε με την ίδια του την οικογένεια και με το συντηρητικό κατεστημένο της εποχής του, για να παντρευτεί τη γυναίκα που αγαπούσε, την κοινή θνητή Ασπασία Μάνου. Και όσο έζησαν μαζί, έζησαν πολύ ευτυχισμένοι και αγαπημένοι, παρά τις αντιξοότητες. Ως ηγεμόνας, αποδείχτηκε ότι τίμησε τη θέση του και συνεργάστηκε με τον Βενιζέλο, παραμερίζοντας παλιές κόντρες, προκαταλήψεις και αντιπάθειες, γιατί αυτό απαιτούσε το συμφέρον της Πατρίδας. Όμως κανείς, ούτε απλός άνθρωπος ούτε βασιλιάς, δεν μπορεί να ξεφύγει από τη Μοίρα, η οποία δεν είχε πει την τελευταία της λέξη.

Ήταν Σεπτέμβριος του 1920 και οι εορτασμοί για τη Συνθήκη των Σεβρών ήταν νωποί. Ένα πρωινό, ο Αλέξανδρος έκανε περίπατο στο βασιλικό κτήμα στο Τατόι με το αγαπημένο του λυκόσκυλο. Κάποια στιγμή ο σκύλος αρπάχτηκε με ένα ζευγάρι μαϊμούδων. Όπως ο Αλέξανδρος προσπάθησε να χωρίσει τα αγριεμένα ζώα, η αρσενική μαϊμού τον δάγκωσε στο πόδι και στο χέρι. Δέχτηκε τις περιποιήσεις του γιατρού του, αλλά ύστερα από λίγες μέρες ανέβασε υψηλό πυρετό, το τραύμα άρχισε να πρήζεται και η κατάστασή του άρχισε να επιδεινώνεται, καθώς εμφανίζονταν πληγές σε όλο του το σώμα. Η αφρόκρεμα του ιατρικού κόσμου συγκεντρώθηκε στο Τατόι και έκανε ό,τι μπορούσε για να τον σώσει (και μάλιστα εφάρμοσαν και πρωτοποριακές μεθόδους), όμως ο Αλέξανδρος είχε προσβληθεί από στρεπτόκοκκο, με αποτέλεσμα να υποστεί σήψη (κοινώς γάγγραινα), που εξαπλωνόταν σε όλο του το σώμα πλήττοντας τα ζωτικά του όργανα και του προκαλούσε αβάσταχτους πόνους.

Φανταστείτε την εικόνα του νεαρού βασιλιά να λιώνει ζωντανός, ένας άνθρωπος που μέχρι πρότινος βρισκόταν στην ακμή της νιότης του, γεμάτος ενέργεια και ζωή. Είχε αρχίσει να έχει και ψευδαισθήσεις και έπεφτε σε παραλήρημα, γιατί δεν αιματωνόταν καλά ο εγκέφαλος. Άλλοτε νόμιζε πως έβλεπε τον παππού του τον βασιλιά Γεώργιο Α΄, άλλοτε τον ελληνικό στρατό, άλλοτε ζητούσε να του ετοιμάσουν το αυτοκίνητο για να φύγει για ταξίδι. Η μόνη λύση θα μπορούσε να ήταν ο ακρωτηριασμός, αλλά αφ’ ενός ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ληφθεί τέτοια απόφαση για έναν βασιλιά, αφ’ ετέρου δεν ήταν σίγουρο αν ο καταπονημένος του οργανισμός θα άντεχε τη νάρκωση. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα δηλαδή. Δυστυχώς τότε δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα τα αντιβιοτικά, ειδάλλως ο Αλέξανδρος θα σωζόταν…

Από το πλευρό του δεν έλειψε ούτε στιγμή η Ασπασία, η οποία ήταν έγκυος και από την αγωνία της είχε γίνει κυριολεκτικά σκιά του εαυτού της. Ακόμα και ο Βενιζέλος τον επισκεπτόταν. Στις τελευταίες του στιγμές ο Αλέξανδρος ζητούσε απεγνωσμένα να δει τη μητέρα του… Δυστυχώς η κυβέρνηση δεν επέτρεψε στα μέλη της βασιλικής οικογένειας να έρθουν να του συμπαρασταθούν, παρά μόνο στη γιαγιά του, τη βασίλισσα Όλγα, η οποία δεν τον πρόλαβε ζωντανό… Η καρδιά του Αλέξανδρου σταμάτησε να χτυπά στις 12/25 Οκτωβρίου 1920, στα εικοσιεπτά του χρόνια.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, τη στιγμή που η Ασπασία υποκλίθηκε μπροστά στη βασίλισσα, εκείνη την αγκάλιασε στοργικά και από εκείνη τη στιγμή κάθονταν η μία δίπλα στην άλλη, θρηνώντας τον αγαπημένο νεκρό… Η Ασπασία μέσα στην ανείπωτη θλίψη της, στις 25 Μαρτίου 1921 έφερε στον κόσμο την κόρη τους, που ονομάστηκε Αλεξάνδρα (μετέπειτα σύζυγος του βασιλιά Πέτρου Β΄της Γιουγκοσλαβίας). Ο γάμος τους αναγνωρίστηκε το 1922. Η ίδια δεν θέλησε ποτέ να ξαναπαντρευτεί, καθώς δεν υπήρχε χώρος στην καρδιά της για άλλον άνδρα. Οι τάφοι τους βρίσκονται στο βασιλικό κοιμητήριο του Τατοΐου. Ο Αλέξανδρος αναφέρεται ως «βασιλόπαις» και όχι «βασιλεύς» της Ελλάδος («εβασίλευσεν αντί του πατρός αυτού» αναγράφεται στον τάφο του, που σημαίνει ότι η οικογένειά του δεν τον αναγνώρισε ως βασιλιά, επειδή ανέβηκε στον θρόνο ύστερα από παρέμβαση των Συμμάχων), ενώ η Ασπασία ως «πριγκίπισσα της Ελλάδος», όπως και η Αλεξάνδρα.

Ο θάνατος του βασιλιά Αλέξανδρου είχε και πολιτικές συνέπειες. Αποτέλεσε μεγάλο πλήγμα για τoυς βενιζελικούς, γιατί πυροδότησε θεωρίες συνωμοσίας που βρήκαν απήχηση σε μεγάλη μερίδα του λαού και ενίσχυσαν το φιλοβασιλικό στρατόπεδο. Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 (που ακόμα και σήμερα για πολλούς ιστορικούς αποτελεί μυστήριο γιατί τις έκανε), οι αντίπαλοί του επανέφεραν στον θρόνο τον Κωνσταντίνο. Ήταν η αφορμή που βρήκαν οι «σύμμαχοί» μας της Αντάντ για να αρχίσουν να υποστηρίζουν τον Κεμάλ. Είχε ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τη Μικρασιατική εκστρατεία…

Η ιστορία του βασιλιά Αλέξανδρου με κάνει να σκέφτομαι πόσο οι ιστορικές εξελίξεις καθορίζονται από αυτό που ονομάζουμε τύχη ή από τον αστάθμητο παράγοντα, όπως έλεγε και ο μέγας ιστορικός Θουκυδίδης. Γιατί αν ζούσε ο Αλέξανδρος, ΙΣΩΣ η έκβαση της Μικρασιατικής εκστρατείας να ήταν διαφορετική και να μην συνέβαινε η Μικρασιατική καταστροφή. Από την άλλη, ο Βενιζέλος υπήρξε τυχερός την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, επειδή επέλεξε την Αντάντ, η οποία τελικά νίκησε. Εάν όμως νικούσαν οι Κεντρικές Δυνάμεις, η Ελλάδα σήμερα θα ήταν εδαφικά μικρότερη και ο Βενιζέλος ενδεχομένως θα ήταν ένας αποτυχημένος πολιτικός.