Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Αξίζει τώρα να θυμηθούμε και ένα άλλο κομμάτι της ιστορίας του βασιλιά Αλέξανδρου, πολύ τρυφερό και ανθρώπινο. Είναι ο έρωτάς του με την Ασπασία Μάνου. Η Ασπασία παρότι δεν είχε βασιλικό αίμα, δεν ήταν και καμιά τυχαία κοπέλα. Ο πατέρας της ήταν παρασημοφορημένος αξιωματικός του ιππικού και αυλικός με φαναριώτικη καταγωγή. Η δε μητέρα της είχε αριστοκρατικές ρίζες από τη Μολδοβλαχία. Η Ασπασία γνώριζε τον Αλέξανδρο από μικρό παιδί, γιατί έπαιζε με την αδερφή του, πριγκίπισσα Ελένη. Για ένα διάστημα έλειψε στην Ευρώπη, ίσως για να φοιτήσει σε κάποιο κολέγιο, όπως συνηθιζόταν για τα παιδιά της αριστοκρατίας. Επέστρεψε στα δεκαοχτώ της, έχοντας εξελιχθεί σε μια πολύ όμορφη, φινετσάτη και καλλιεργημένη δεσποινίδα.

Οι δύο νέοι συναντήθηκαν τον Ιανουάριο του 1915 σε κάποια επίσημη κοινωνική εκδήλωση. Ο Αλέξανδρος, ο καρδιοκατακτητής bon viveur, την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και άρχισε να την πολιορκεί. Μάλιστα, το καλοκαίρι του 1915 πήγε μαζί με τον καλό του φίλο Χρήστο Ζαλοκώστα στις Σπέτσες, όπου εκείνη περνούσε τις διακοπές της. Η Ασπασία όμως δίσταζε να ανταποκριθεί στον έρωτα του πρίγκιπα και του συμπεριφερόταν με μεγάλη τυπικότητα, αποκαλώντας τον «Υψηλότατο». Ίσως να μην τολμούσε και η ίδια να παραδεχθεί τα συναισθήματά της, καθώς, σύμφωνα με το πρωτόκολλο, οι γαλαζοαίματοι παντρεύονταν μόνο με γαλαζοαίματους και η ίδια, αν και αριστοκράτισσα, ήταν στην πραγματικότητα μια κοινή θνητή και γνώριζε ότι ένας κοινός θνητός μπορεί να είναι πολύ κοντά στη βασιλική οικογένεια, δεν μπορεί όμως να μπει μέσα σε αυτή.

Ο Αλέξανδρος, τρελά ερωτευμένος, δεν έπαψε ούτε στιγμή να την διεκδικεί. Επιστράτευσε ακόμα και την αδερφή του, έναν από τους ελάχιστους ανθρώπους που έδειξαν από την αρχή κατανόηση για τον έρωτα αυτόν. Έτσι λοιπόν, τον Σεπτέμβριο του 1916, οι δύο νέοι έγιναν ζευγάρι. Γιατί στην πραγματικότητα και η Ασπασία αγαπούσε αληθινά τον Αλέξανδρο και δεν μπορούσε πλέον να αρνείται τα συναισθήματά της. Οι δύο νέοι ζούσαν πλέον τον έρωτά τους, έναν έρωτα που όμως δεν ανακοινώθηκε επίσημα. Στην πραγματικότητα βέβαια, η σχέση αυτή ήταν κοινό μυστικό.

Η περίοδος της ανεμελιάς έληξε για τον Αλέξανδρο τον Ιούνιο του 1917, όταν έγινε βασιλιάς στη θέση του πατέρα του. Φανταστείτε τη θέση του: ανέλαβε ένα βαρύ καθήκον για το οποίο δεν ήταν προετοιμασμένος, είδε την οικογένειά του να εξορίζεται και έπρεπε να συνεργαστεί με τον Βενιζέλο, τον άνθρωπο που μισούσε τον Κωνσταντίνο και τον οποίο η βασιλική οικογένεια αποκαλούσε «σατανά». Η Ασπασία ήταν από τους ελάχιστους πραγματικά δικούς του ανθρώπους. Εκείνος ήθελε διακαώς να την παντρευτεί, όμως η επιθυμία του σκόνταφτε από τη μια στα συντηρητικά ήθη της εποχής και από την άλλη στα εθνικά συμφέροντα. Διότι, ένας τέτοιος γάμος θα μείωνε το κύρος του Αλέξανδρου και της Ελλάδας στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αλλά και αν εξ αιτίας ενός τέτοιου γάμου ο Αλέξανδρος παραιτούνταν από τον θρόνο, θα έπρεπε να επιστρέψει ο (αντιπαθής στους συμμάχους) Κωνσταντίνος και η ρήξη με την Αντάντ θα ήταν αναπότρεπτη. Ούτε να το σκέφτεται δεν ήθελε ο Βενιζέλος.

Όταν επιτέλους έληξε ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ο Αλέξανδρος αποφάσισε ότι ήταν καιρός να αποκαταστήσει την αγαπημένη του, αλλά ούτε ο Βενιζέλος ούτε η εξόριστη βασιλική οικογένεια του έδωσαν την άδεια. Το Νοέμβριο του 1919, ενώ ο Βενιζέλος απουσίαζε στο Παρίσι για διαπραγματεύσεις, ο Αλέξανδρος παίρνει την Ασπασία και πηγαίνουν στην Κηφισιά, στο σπίτι του Ζαλοκώστα, που ήταν σύζυγος της αδερφής της. Παρόντες είναι ελάχιστοι πολύ δικοί τους άνθρωποι. Ειδοποιεί τον αρχιμανδρίτη των Ανακτόρων Ζαχαρία να έρθει δήθεν για να τελέσει βάπτιση. Φανταστείτε την έκπληξη του αρχιμανδρίτη τη στιγμή που διαπίστωσε ότι ετοιμαζόταν γάμος (και τι γάμος)! Ο Ζαχαρίας αρνείται, με τη δικαιολογία ότι δεν έχει ούτε άδεια από τον Αρχιεπίσκοπο, ούτε άμφια, άρα θα είναι άκυρος ο γάμος. Του απαντούν ότι αρκεί η άδεια του Βασιλιά και ότι θα του φέρουν εκείνοι άμφια. Ο Αλέξανδρος, φορώντας στολή ναυάρχου, μαζί με τον Ζαλοκώστα τρέχουν στο εκκλησάκι του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» και ζητούν τα άμφια, με το πρόσχημα ότι πρέπει να μεταλάβει ένας ετοιμοθάνατος. Ύστερα από πολλή πίεση ο Ζαχαρίας τελεί το μυστήριο του γάμου μέσα σε μια τεταμένη ατμόσφαιρα που σε τίποτα δεν θύμιζε βασιλικό γάμο.

Την επομένη, ο Αλέξανδρος ενημέρωσε τον Βενιζέλο για το ευτυχές γεγονός. Εκείνος δέχτηκε τον γάμο, αλλά επέβαλε όρους στον Αλέξανδρο, όπως να μην δημοσιοποιηθεί ο γάμος και να μη δοθεί στην Ασπασία ο τίτλος της βασίλισσας. Έτσι, το νιόπαντρο ζευγάρι έμενε σε χωριστές στέγες. Επειδή όμως το μυστικό διέρρευσε και προκλήθηκε σκάνδαλο, η Ασπασία αναγκάστηκε τον Μάρτιο του 1920 να φύγει για το Παρίσι. Αργότερα και ο ίδιος ο Αλέξανδρος πήγε να βρει τη γυναίκα του, έχοντας πάρει από τον Βενιζέλο την υπόσχεση ότι ο γάμος θα αναγνωριζόταν επίσημα. Εξάλλου και ο ίδιος είχε παραδεχθεί δημόσια το γεγονός. Αυτό το ιδιότυπο ταξίδι του μέλιτος ήταν μια ευτυχισμένη περίοδος για το ζευγάρι. Η Μοίρα όμως δεν είχε πει την τελευταία της λέξη…

(Συνεχίζεται)