Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Ύστερα από τη φυγή του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ΄ και την «εγκατάσταση» των Φράγκων Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη, στο θρόνο ανέβηκε ξανά ο Ισαάκιος Β΄ Άγγελος με τον γιο του Αλέξιο Δ΄ ως συναυτοκράτορα. Τότε λοιπόν οι Φράγκοι απαίτησαν την αμοιβή που ο Αλέξιος τους είχε υποσχεθεί. Μόνο που δεν υπήρχε πλέον χρήμα στα ταμεία. Από την άλλη η οργή του λαού ξεχείλιζε λόγω της εισβολής των ξένων, για την οποία ο Αλέξιος ήταν υπεύθυνος. Εκείνος πανικόβλητος επέβαλε βαριά φορολογία και συγκέντρωσε χρυσάφι και ασήμι από τα ιερά εκκλησιαστικά σκεύη και τα εικονίσματα, πράγμα που βάρυνε περισσότερο το κλίμα εναντίον του. Τον Ιανουάριο του 1204 ξέσπασε επανάσταση, με αποτέλεσμα να εκθρονιστούν ο Ισαάκιος και ο Αλέξιος και να γίνει νέος αυτοκράτορας ο Αλέξιος Ε΄ Δούκας (επονομαζόμενος και Μούρτζουφλος), ο οποίος αρνήθηκε να δώσει χρήματα στους Φράγκους. (Ο Ισαάκιος πέθανε από φυσικά αίτια και ο γιος του δολοφονήθηκε.)

Έτσι, οι Φράγκοι, αφού πρώτα έκαναν μεταξύ τους μυστική συμφωνία για τον διαμελισμό της Βυζαντινής (αλλιώς Ρωμαϊκής) Αυτοκρατορίας, πραγματοποίησαν νέα επίθεση στην Κωνσταντινούπολη, για να καταλύσουν οριστικά την Αυτοκρατορία. Η αντίσταση ήταν πολύ μικρή, ο δε αυτοκράτορας εγκατέλειψε την πόλη μαζί με τους ευγενείς. Στις 13 Απριλίου 1204, ημέρα Τρίτη, η Πόλη, που είχε αντέξει σε επιθέσεις πολύ ισχυρότερων εχθρών, έπεσε στα χέρια των Σταυροφόρων. (Γι’αυτό η Τρίτη και 13 θεωρείται γρουσούζικη μέρα.) Οι περιγραφές του ιστορικού Νικήτα Χωνιάτη, αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων, είναι ανατριχιστικές. Σε όλη την πόλη ακούγονταν κραυγές και θρήνοι, καθώς επί τρεις ημέρες οι Φράγκοι λεηλατούσαν, κατέστρεφαν, βίαζαν, σκότωναν… Δεν άφησαν τίποτε όρθιο και δεν σεβάστηκαν κανένα μνημείο. Δεν έδειξαν κανένα έλεος στον άμαχο πληθυσμό και δεν υπήρξε πράξη απάνθρωπη, ανίερη και βάρβαρη που να μην την έκαναν. Κακοποιούσαν ιερείς και μοναχούς, έσερναν στις εκκλησίες ιερόδουλες, τις έβαζαν να χορεύουν γυμνές και επιδίδονταν μαζί τους σε κάθε είδους ακολασίες. Έσπαζαν τα εικονίσματα για να κλέψουν το χρυσάφι και το ασήμι, έκλεβαν τα πολύτιμα υφάσματα, άρπαζαν τα ιερά σκεύη και αφαιρούσαν από αυτά τους πολύτιμους λίθους με τους οποίους ήταν διακοσμημένα. Λαφυραγώγησαν έργα τέχνης, κειμήλια, βιβλία, λείψανα αγίων.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα τέσσερα πανέμορφα ορειχάλκινα άλογα που αποτελούσαν στολίδια του Ιπποδρόμου και που τα μετέφερε ο Δόγης Δάνδολος στη Βενετία, όπου μέχρι σήμερα κοσμούν το προαύλιο του ναού του Αγίου Μάρκου. Γενικά οι θησαυροί της Κωνσταντινούπολης διασκορπίστηκαν σε όλη την Ευρώπη. Ήταν μια καταστροφή χωρίς προηγούμενο. Στην πραγματικότητα, η Πόλη ποτέ ξανά δεν κατάφερε να ανακάμψει. Οι μέρες του μεγαλείου ήταν οριστικά παρελθόν…

Είναι επίσης πολύ πιθανό η πρωτοφανής σφαγή και η λεηλασία να ήταν η εκδίκηση των Σταυροφόρων για τη σφαγή των Φράγκων κατοίκων της Πόλης, που συνέβη το 1182.

Ο Χωνιάτης δίνει και μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή της τραγωδίας, που φανερώνει το χάσμα ανάμεσα στους ευγενείς και τον λαό και τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες της εποχής. Όταν οι ευγενείς έφτασαν ως πρόσφυγες στη Θράκη, οι χωρικοί τους υποδέχτηκαν με χαιρεκακία και μίσος, εκφράζοντας την ικανοποίησή τους για τη δυστυχία που βίωναν τώρα οι άλλοτε περήφανοι και χρυσοντυμένοι εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης, τη στιγμή που ο απλός λαός ζούσε μέσα στη φτώχεια.

Με λίγα λόγια, η άλωση της Πόλης από τους Φράγκους ήταν ένα γεγονός με ολέθριες συνέπειες, πολιτικές, ανθρωπιστικές και πολιτιστικές. Γι’ αυτό και η Δ΄ Σταυροφορία έχει χαρακτηριστεί ως «παρέκκλιση». Το δε χάσμα Βυζαντίου-Δύσης, που είχε επισημοποιηθεί με το Σχίσμα των δύο Εκκλησιών το 1054, κατέστη οριστικά αγεφύρωτο.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, όταν ήταν πλέον ορατός ο κίνδυνος της τουρκικής εισβολής, πολλοί Βυζαντινοί προτιμούσαν συνεργασία με τους Τούρκους παρά συμμαχία με τους Δυτικούς.

Στη θέση της άλλοτε κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ιδρύθηκαν νέα μικρότερα κράτη, άλλα υπό φραγκική διοίκηση, όπως η Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης και το βασίλειο της Θεσσαλονίκης, και άλλα υπό ελληνική, όπως η Αυτοκρατορία της Νίκαιας, το Δεσποτάτο της Ηπείρου και η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Οι Βενετοί κράτησαν στην κατοχή τους τα Επτάνησα, την Εύβοια, πολλά νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη και την Κύπρο. Απομεινάρια της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα είναι τα μεσαιωνικά κάστρα που σώζονται μέχρι σήμερα. Η μόνη ίσως θετική συνέπεια ήταν ότι τότε αποκρυσταλλώθηκε η συνείδηση του Νέου Ελληνισμού.

Τα φραγκικά κρατίδια που δημιουργήθηκαν αποδείχτηκαν αδύναμα, αφ’ ενός λόγω της μικρής τους έκτασης και αφ’ ετέρου επειδή η διοίκησή τους δεν είχε λαϊκά ερείσματα. Γρήγορα επήλθε η παρακμή. Απόδειξη είναι το γεγονός ότι το 1261 ο ισχυρός αριστοκράτης Μιχαήλ Παλαιολόγος κατάφερε να ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη και να στεφθεί αυτοκράτορας, πιάνοντας το Φράγκο αυτοκράτορα κυριολεκτικά στον ύπνο. Έτσι έγινε η ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και ξεκίνησε η περίοδος των Παλαιολόγων. Το Βυζάντιο κέρδισε άλλα 200 χρόνια ζωής…