i-anakoxi-ton-moydanion

Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Η ανακωχή (ή συνθήκη) των Μουδανιών είναι μία συμφωνία που υπέγραψαν οι συμμαχικές δυνάμεις της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) με την Τουρκία και την Ελλάδα και η οποία τερμάτιζε τις εχθροπραξίες ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Αποτελεί μεγάλη διπλωματική επιτυχία για την Τουρκία, η οποία κέρδιζε οριστικά την Ανατολική Θράκη, ενώ οι Έλληνες κάτοικοί της έπαιρναν τον δρόμο της προσφυγιάς. Πώς όμως φτάσαμε σε αυτήν την επώδυνη συμφωνία;

Η Μικρασιατική καταστροφή πυροδότησε πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Συγκροτήθηκε η λεγόμενη «επαναστατική τριανδρία» από τους συνταγματάρχες Νικόλαο Πλαστήρα και Στυλιανό Γονατά και τον αντιπλοίαρχο Δημήτριο Φωκά, οι οποίοι στις 11 Σεπτεμβρίου κήρυξαν επανάσταση και με προκήρυξή τους ζητούσαν να παραιτηθεί ο αντιπαθής στην Αντάντ βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ υπέρ του διαδόχου Γεωργίου Β΄, να διαλυθεί η Βουλή, να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση που να εμπνέει εμπιστοσύνη στην Αντάντ, να ενισχυθεί το θρακικό μέτωπο και να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι της καταστροφής. Μάλιστα, ο Πλαστήρας και οι συνεργάτες του είχαν υποβάλει στον Άγγλο πρεσβευτή Λίντλεϊ έναν κατάλογο με ονόματα πολιτικών, για να επιλέξει εκείνος τα πρόσωπα που θα ήταν αρεστά στην Αγγλία! Πράγματι, στις 17 Σεπτεμβρίου ορίστηκε νέα κυβέρνηση («υπηρεσιακή» θα τη λέγαμε σήμερα) με πρωθυπουργό τον Σωτήριο Κροκιδά. Εκπρόσωπος της επαναστατικής επιτροπής (της «τριανδρίας» δηλαδή) στους «συμμάχους» ορίστηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος βρισκόταν στο Παρίσι. (Είναι εντυπωσιακό το πώς ο Βενιζέλος κατάφερνε πάντοτε να είναι μέσα στα πράγματα και να επηρεάζει καταστάσεις, ακόμα και αν είχε καταψηφιστεί από τον λαό.)

Στο μεταξύ, οι Τούρκοι μετά τη νίκη τους στο μικρασιατικό μέτωπο είχαν πάρει πολύ αέρα. Οι στρατιωτικές δυνάμεις των Αγγλογάλλων που, σύμφωνα με τη συνθήκη των Σεβρών, βρίσκονταν κοντά στα Δαρδανέλλια για να προστατεύουν τα Στενά (τα οποία ήταν υπό καθεστώς διεθνούς ελέγχου για την εξασφάλιση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και αεροπλοΐας), άρχισαν να νιώθουν την πίεση του τουρκικού στρατού. Αλλά επειδή οι σύμμαχοι της Αντάντ είχαν ήδη υπογράψει συμφωνίες με τον Κεμάλ και είχαν κερδίσει μεγάλα οικονομικά ανταλλάγματα, δεν ήταν διατεθειμένοι να συγκρουστούν μαζί του. Οι συμμαχικές αυτές δυνάμεις θα μπορούσαν να παράσχουν και προστασία στον ελληνικό στρατό που υπερασπιζόταν την Ανατολική Θράκη, αλλά αρνήθηκαν να το κάνουν. Και όλα αυτά τη στιγμή που η Ελλάδα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ταχθεί με το μέρος της Αντάντ, είχε εξαναγκάσει σε παραίτηση τον Κωνσταντίνο, είχε ορίσει κυβέρνηση αρεστή στην Αντάντ…

Για να τερματίσουν λοιπόν τις εχθροπραξίες, αλλά και να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, οι σύμμαχοι της Αντάντ αποφάσισαν να κάνουν στα Μουδανιά (πόλη κοντά στην

Προύσα της Μικρασίας) συνδιάσκεψη μαζί με τους Έλληνες και τους Τούρκους. Η συνδιάσκεψη ξεκίνησε στις 20 Σεπτεμβρίου/3 Οκτωβρίου 1922 (με το παλαιό και το νέο ημερολόγιο). Η τουρκική αντιπροσωπεία έφτασε πρώτη στα Μουδανιά και πέτυχε ώστε να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις χωρίς την παρουσία των Ελλήνων και προφανώς με όρους δυσμενείς για την Ελλάδα. Σκοπός των Τούρκων ήταν να φέρουν τους Έλληνες προ τετελεσμένων γεγονότων. Σύμφωνα με τον πολιτικό και ιστορικό Σπύρο Μαρκεζίνη, ο Ισμέτ Ινονού έλεγε στους εκπροσώπους της Αντάντ: «Ας φτάσουμε σε ένα αποτέλεσμα και οι Έλληνες θα υποχρεωθούν να το δεχθούν».

Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η ελληνική πλευρά διέθετε σπουδαία πλεονεκτήματα: Στην Ανατολική Θράκη υπήρχαν ισχυρές δυνάμεις του ελληνικού στρατού (το Δ΄ Σώμα Στρατού συν μία μεραρχία που είχε σταλεί ως ενίσχυση) και θα μπορούσαν να την κρατήσουν, ενώ και το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό θα μπορούσε να συνδράμει αποκλείοντας τον Κεμάλ, ο οποίος βρισκόταν στην ασιατική πλευρά και δεν διέθετε πλοία.

Η συνθήκη προέβλεπε να εκκενωθεί η Ανατολική Θράκη όχι μόνο από τον ελληνικό στρατό, αλλά και από τους Έλληνες κατοίκους της και να παραδοθεί στην Τουρκία. Η εκκένωση έπρεπε να ολοκληρωθεί εντός δεκαπέντε ημερών (!) χωρίς δυνατότητα παράτασης. Σύνορο της Ελλάδας με την Τουρκία οριζόταν ο Έβρος ποταμός. Όταν έφτασαν οι Έλλληνες εκπρόσωποι (ο στρατηγός Αλέξανδρος Μαζαράκης και ο αντισυνταγματάρχης Πτολεμαίος Σαρηγιάννης) αρνήθηκαν να αποδεχθούν το προκατασκευασμένο κείμενο με τους όρους αυτούς και αποχώρησαν. Τότε επενέβη ο Βενιζέλος από το Παρίσι και τηλεγράφησε στην ελληνική κυβέρνηση το εξής: «Ανατολική Θράκη απωλέσθη ατυχώς δι’ Ελλάδα» και: «Ανάγκη Θράκες να εγκαταλείψωσι την γην, ην από τόσων αιώνων κατοικούσιν, αυτοί και πρόγονοί των». Έτσι, η Ελλάδα αναγκάστηκε να υπογράψει τη συνθήκη την 1/14 Οκτωβρίου 1922 (οι σύμμαχοι και οι Τούρκοι την είχαν υπογράψει τρεις ημέρες νωρίτερα).

Αν η Ελλάδα ήταν αντίπαλος της Αντάντ, αν δεν είχε υποχωρήσει στις αξιώσεις της, αν τα πρόσωπα που κατείχαν καίριες θέσεις ήταν αντιπαθή στην Αντάντ, πόσο χειρότερη θα ήταν η στάση των συμμάχων προς την Ελλάδα; Η πικρή αλήθεια είναι ότι η διπλωματία δεν λογαριάζει ούτε αισθήματα, ούτε φιλίες, ούτε αντιπάθειες. Μόνο συμφέροντα…

Περίπου 250000 Έλληνες κάτοικοι και 150000 στρατιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρογονική τους γη υπό πολύ δραματικές συνθήκες. Στις 12/25 Νοεμβρίου 1922 η διοίκηση της Ανατολικής Θράκης πέρασε στην Τουρκία. Ύστερα από μακραίωνη παρουσία, ο Ελληνισμός της Ανατολικής Θράκης, θεματοφύλακας της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού, έπαψε να υπάρχει…