«Μια Κουβεντούλα για τον Θάνατο» του Κυριάκου Μορταράκου είναι η πρώτη ενότητα της τριλογίας: Η Ανατομία του Φόβου, που θα εγκαινιαστεί την Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018 και ώρα 20:00 στο Αγγέλων Βήμα (Σατωβριάνδου 36, Ομόνοια, Αθήνα).
Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι το τέλος Μαρτίου και στη συνέχεια θα ακολουθήσουν οι εκθέσεις του Γιώργου Σκυλογίαννη – «η Αλέα των Νεκρών Ιδεών» τον Απρίλιο του 2018 και του Ξενή Σαχίνη – «η Ατέρμονη Ιστορία» τον Μάιο του 2018.
«Τι φοβόμαστε σήμερα;» αναρωτήθηκαν οι επιμελήτριες Ρεγγίνα Αργυράκη και Τζίνη Γεννηματά και όπως επισημαίνουν:
«Τρεις σημαντικοί Έλληνες εικαστικοί και δάσκαλοι-μεταξύ άλλων της γενιάς του ΄80 – διαπραγματεύτηκαν σε ανύποπτο χρόνο το ζήτημα των φόβων μας με έναν τρόπο εντελώς προφητικό. Λίγα χρόνια μετά η πραγματικότητα έρχεται να τους καταστήσει εντελώς επίκαιρους με τον πιο αδυσώπητο τρόπο. Προ πάντων επειδή δεν διαχειρίστηκαν μια επιφανειακή και πρόδηλη θεματολογία, αλλά γιατί επιστρατεύουν ισχυρές φορμαλιστικές λύσεις που μας φέρουν αντιμέτωπους με τους τωρινούς μας φόβους.
Η τριλογία που μας ξεδιπλώνουν δεν είναι οι τρεις εκθέσεις, αλλά μια τριμερής οπτική αφήγηση της οποίας τα μέρη εκβάλλουν το καθένα στο επόμενο και έτσι πρέπει να ιδωθή. Επιλέξαμε να εκτεθούν τα έργα μέσα σε ένα εξαιρετικά αναπαλαιωμένο αρχοντικό του 19ου αιώνα στο κέντρο του αστικού ιστού για δύο λόγους. Αφ’ενός για την ειρωνία της τοποθέτησης τέτοιας τάξης σχηματοποιημένων φόβων σε ένα κτήριο δημιουργημένο ακριβώς από τον ρομαντισμό που το καθιστά αρχιτεκτονικό ασύμβατο προς αυτούς. Αφ’ ετέρου για την υφέρπουσα αφυξία που προκαλούν τα έργα εκγλωβισμένα επαναληπτικά και αλλεπάλληλα σε μια Ημέρα της Μαρμότας σε αστικά καλαίσθητο και καθώς πρέπει υπόβαθρο περιβάλλοντος.»
Ο Κυριάκος Μορταράκος για την ενότητα «μια Κουβεντούλα για τον Θάνατο» μας εξηγεί ότι: «Τα ερεθίσματα που με ωθούν στην αναζήτηση και δημιουργία, δεν προκαλούνται μόνο από άυλα ή φανταστικά στοιχεία που ανιχνεύω μέσα μου. Τα υλικά στοιχεία που με περιβάλλουν, δίνουν τα εξωτερικά ερεθίσματα και αποτελούν από μόνα τους αυθύπαρκτες εικαστικές παρουσίες, τις οποίες, ανάλογα με την ευαισθησία μου, προσπαθώ να μετατρέψω μέσα από την προσωπική μου φόρμα, σε καλλιτεχνικό γεγονός. Η πρόθεσή μου λοιπόν είναι να υπερβώ τη γοητεία της ζωγραφικής, έστω και αν απεικονίζει αναπαράσταση με υποβλητική ατμόσφαιρα. Η σιγουριά όμως και η αυτοπεποίθηση που με πότιζαν με ασφάλεια τα άυλα ή απτά αντικείμενα της πραγματικότητας, οδηγούνται σε αδιέξοδο, αποπνέοντας έτσι τραγικότητα και μηδενισμό, παίρνοντας τη θέση τους ο Φόβος.»