Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη
Η πίστη των Ρώσων στην Ορθοδοξία είναι σε όλους μας γνωστή, το ίδιο και οι δεσμοί φιλίας που έχουν με τον ελληνικό λαό. Πολλοί επίσης θα έχουν παρατηρήσει ότι η ρωσική τέχνη έχει υιοθετήσει πολλά στοιχεία από την ελληνοβυζαντινή. Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι όλα αυτά οφείλονται… στο γάμο ενός Ρώσου ηγεμόνα με μια Βυζαντινή (Ρωμαία είναι το ορθότερο) πριγκίπισσα;
Βρισκόμαστε στο έτος 988. Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (Πιστός εν Χριστώ Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων) ήταν ο Βασίλειος Β΄ της Δυναστείας των Μακεδόνων, ο οποίος ονομάστηκε Βουλγαροκτόνος και σήμερα θεωρείται ένας από τους καλύτερους αυτοκράτορες στην Ιστορία, γιατί κατέστησε το κράτος του πραγματική υπερδύναμη. Δεν είναι τυχαίο ότι βασίλευσε σχεδόν πενήντα χρόνια και αγαπήθηκε από το λαό του όσο λίγοι αυτοκράτορες.
Ο Βασίλειος ήταν ο πρωτότοκος γιος του Ρωμανού Β΄ και της Θεοφανώς και είχε ακόμα δύο αδέρφια, τον Κωνσταντίνο Η΄ και την Άννα. Επειδή και τα τρία παιδιά γεννήθηκαν στον καιρό της βασιλείας του πατέρα τους, ονομάζονταν πορφυρογέννητα, τίτλος που τους χάριζε ιδιαίτερη αίγλη. Ο όρος επινοήθηκε επειδή στο Βυζάντιο η κληρονομική βασιλεία δεν ήταν θεσμοθετημένη, όπως νομίζουν πολλοί. Πολλοί αυτοκράτορες δεν είχαν βασιλικό αίμα, όπως για παράδειγμα ο Νικηφόρος Φωκάς, ο Ιωάννης Τσιμισκής και ο Ρωμανός Δ΄ ο Διογένης.
Το 988 ο Βασίλειος αντιμετώπιζε σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, διότι δύο πανίσχυροι αριστοκράτες, ο Βάρδας Φωκάς και ο Βάρδας Σκληρός, είχαν ξεσηκωθεί εναντίον του με στρατό και διεκδικούσαν (ο καθένας για τον εαυτό του φυσικά) το θρόνο. Ο Βασίλειος λοιπόν ζήτησε στρατιωτικές ενισχύσεις από τον ηγεμόνα των Ρώσων, τον Μεγάλο Δούκα (Πρίγκιπα) του Κιέβου, Βλαδίμηρο Α΄. Ο Βλαδίμηρος συμφώνησε, ζητώντας ως αντάλλαγμα το χέρι της εικοσιπεντάχρονης πορφυρογέννητης Άννας. Έτσι δεν θα ήταν απλός σύμμαχος, αλλά και συγγενής με τον Ρωμαίο αυτοκράτορα. Καταλαβαίνετε πόσο θα ανέβαινε το κύρος του. Υπήρχαν ωστόσο και οικονομικά συμφέροντα πίσω από την απαίτηση αυτή, επειδή οι Ρώσοι διατηρούσαν εμπορικές σχέσεις με το Βυζάντιο.
Για τον Βασίλειο και τον Κωνσταντίνο ήταν πολύ δύσκολο να αποχωριστούν τη μονάκριβη αδερφή τους και εκτός αυτού η βυζαντινή παράδοση δεν επέτρεπε να παντρεύονται οι πορφυρογέννητες με «βαρβάρους». Οι Ρώσοι ήταν ειδωλολάτρες και σαφώς κατώτεροι πολιτισμικά από τους Βυζαντινούς. Από την άλλη πλευρά όμως ο Βλαδίμηρος είχε ήδη στείλει τις ενισχύσεις του και χάρη σε αυτές ο Βασίλειος είχε καταστείλει την εξέγερση. Έπρεπε λοιπόν να τηρηθεί η συμφωνία. Βλέποντας ο Βλαδίμηρος ότι ο Βασίλειος καθυστερεί να του στείλει τη νύφη, πεισματάρης και αποφασιστικός καθώς ήταν, πολιόρκησε τη Χερσώνα, βυζαντινό λιμάνι στη χερσόνησο της Κριμαίας, και απείλησε να φτάσει μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Τότε λοιπόν ο Βασίλειος του διαμήνυσε ότι ο γάμος θα γίνει, υπό τον όρο να βαπτιστεί Χριστιανός ο ίδιος και όλος ο λαός του. Κι εκείνος δέχτηκε αμέσως.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ούτε η Άννα ήταν ευχαριστημένη με την προοπτική αυτού του γάμου και μάλιστα ικέτευσε τον αδερφό της να ακυρώσει τη συμφωνία. Εκείνος όμως ήταν ανένδοτος, προσηλωμένος στο συμφέρον της αυτοκρατορίας. Έτσι λοιπόν η Άννα υποτάχτηκε στη μοίρα της, ετοίμασε τα πλούσια προικιά της και αναχώρησε με το βασιλικό πλοίο για τη Χερσώνα. Τη συνόδευε μια ακολουθία από ευγενείς, υπηρέτες, ιερωμένους, και ανθρώπους της επιστήμης, των γραμμάτων και των τεχνών. Λέγεται μάλιστα ότι την ημέρα που αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη, ο λαός την κατευόδωσε με δάκρυα και θρήνους. Σαν να μην επρόκειτο για γάμο, αλλά για κηδεία.
Ας φανταστούμε τώρα τη στιγμή που η Άννα φτάνει στη Χερσώνα. Προσπαθεί να πνίξει την αβάσταχτη νοσταλγία που νιώθει για την Κωνσταντινούπολη, την πατρίδα που έχει αφήσει πίσω της για πάντα. Σημαίες κυματίζουν παντού, σάλπιγγες και τύμπανα ηχούν. Κατεβαίνει αργά-αργά από το πλοίο μαζί με την λαμπροντυμένη ακολουθία της, μεγαλόπρεπη μέσα στα μετάξια και τα χρυσαφικά της, ενώ οι άρχοντες και ο λαός που την περιμένουν ξεσπούν σε αυθόρμητες ζητωκραυγές. Αντικρίζοντας την, ο Βλαδίμηρος μαγεύεται από τη χάρη και τη δροσιά της νιότης της. Η Άννα τον κοιτά έκπληκτη. Περίμενε να βρει έναν άξεστο αγριάνθρωπο. Αλλά αντί γι’ αυτό βλέπει έναν άντρα ψηλό, ξανθό και γεροδεμένο, να υποκλίνεται μπροστά της και να την καλωσορίζει στη νέα της πατρίδα…
Πιστός στο λόγο του, ο Βλαδίμηρος βαπτίστηκε Χριστιανός, όπως και οι άρχοντες, και ακολούθησαν οι βασιλικοί γάμοι στη Χερσώνα. Σιγά-σιγά και ο υπόλοιπος ρωσικός λαός ασπάστηκε τη χριστιανική πίστη, καθώς ο Χριστιανισμός ήταν πλέον η επίσημη θρησκεία του κράτους.
Η Άννα κυβέρνησε στο πλευρό του Βλαδίμηρου και μαζί του απέκτησε τρία παιδιά. Ίδρυσε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια, έκανε γνωστό στους Ρώσους τον ελληνικό πολιτισμό μέσα από βιβλία μεταφρασμένα στη σλαβική γλώσσα και γραμμένα στο κυριλλικό αλφάβητο και έτσι συνέβαλε στη γέννηση του ρωσικού πολιτισμού. Ο Βλαδίμηρος όχι μόνο έμεινε αφοσιωμένος στην Άννα ως το θάνατό της (1011), αλλά και ζήτησε να τον θάψουν δίπλα της, αν και πριν την νυμφευθεί δεν φημιζόταν για την εγκράτειά του, καθώς είχε πλουσιότατο ερωτικό παρελθόν και αμέτρητες γυναίκες είχαν περάσει από το κρεβάτι του.
Η χριστιανική πίστη κυριολεκτικά μεταμόρφωσε τον Βλαδίμηρο, κάνοντάς τον πονετικό, φιλάνθρωπο και προστάτη των φτωχών και των αδύναμων. Στα συν της βασιλείας του είναι η κατάργηση της θανατικής ποινής. Η Εκκλησία τον ανακήρυξε Άγιο και η μνήμη του τιμάται στις 15 Ιουλίου.