Η ηθοποιός και δασκάλα χορού Άννα Μακρή μιλά στο iart.gr

Μίλησε μας για την παράσταση που εμφανίζεσαι τώρα.  

Παίζουμε κάθε Παρασκευή στο Θέατρο της Ημέρας για πολλοστή φορά – με διάφορες παραλλαγές – το έργο ‘Το Success Story μιας Looser’. Έχει προστεθεί ένα κείμενο της Αντιγόνης Πόμμερ που συμπληρώνει τις δυο ιστορίες που έχει γράψει η Βίλη Σωτηροπούλου. Διάβασα το έργο το 2008 και μου άρεσε πολύ. Είχε παιχτεί το 2000, πάλι στο Θέατρο της Ημέρας. Εμείς ξεκινήσαμε από το Θέατρο Χώρα.  Από τότε η παράσταση πέρασε από πολλά κύματα και φέτος καταλήξαμε να παίξουμε εκεί που άρχισε η πορεία της.  

Ποια η υπόθεση;  

Η πρώτη ιστορία αφορά στην Γεωργία, μια γυναίκα  ταλαιπωρημένη, άτυχη που το όνειρο της ήταν να γίνει ηθοποιός. Δεν τα κατάφερε. Ήθελε πάντα να βιώσει την συντροφικότητα αλλά η σχέση της με τους άντρες ήταν λίγο μπερδεμένη. Την βρίσκουμε να αφηγείται την ζωή της σε μια φίλη, που την υποδύομαι εγώ και – αντίθετα με την Γεωργία – έχει πετύχει να γίνει ηθοποιός και συγγραφέας. Η Γεωργία εξιστορεί τα ‘δεινά’ που βίωσε, τόσο προσωπικά όσο και επαγγελματικά μέχρι τώρα, που βρίσκεται σε ένα νοσοκομείο. Στην ιστορία εμφανίζονται επίσης η Χαρά Κονταξάκη ως γιατρός και η Βιργινία Μιχαήλ ως νοσοκόμα. Υπάρχουν έντονα δραματικά στοιχεία, η Βίλη όμως χρησιμοποιεί πολύ το χιούμορ για να ‘εξισορροπήσει’ την κατάσταση και η ιστορία κλείνει αισιόδοξα, δίνοντας το μήνυμα ‘πάμε μπροστά’. Μπορεί να πέσουμε λίγο, να απογοητευτούμε αλλά προσπαθούμε πάντα να σταθούμε στα πόδια μας και να προσπαθήσουμε ξανά. Μετά συναντάμε την Καλόγρια. Η ηρωίδα έχει μπουχτίσει από τις ερωτικές απογοητεύσεις και περιγράφει τις σχέσεις της, που, στην ηλικία των 40 την έκαναν να αποφασίσει να μπει σε μοναστήρι, να αφήσει τα εγκόσμια. Είναι αρκετά κωμική ιστορία ενώ στο τέλος η ηρωίδα αναρωτιέται μήπως πρέπει να προσπαθήσει ξανά. Εδώ η Χαρά, η Βιργινία κι εγώ αλλάζουμε συνέχεια ρόλους. Υποδυόμαστε τους άνδρες αλλά και τις φίλες της Καλόγριας, οι οποίες την επηρεάζουν σε διάφορα θέματα. Η τελευταία ιστορία είναι της ‘Sweet Sixty’, της Μιμής, κι εγώ είμαι εκείνη που την ‘τσιγκλάω’ να πάρει αποφάσεις και να προχωρήσει την ζωή της, μετά τον θάνατο του συζύγου της. Η Μιμή κάνει σχέση με έναν πολύ νεότερο άντρα, είναι όμως συντηρητική και διστάζει, οπότε δεν το ευχαριστιέται. Εκεί η φίλη της (εγώ δηλαδή) την βοηθά να καταλάβει πως πρέπει να γευτεί όσα μπορεί. Η Χαρά Κονταξάκη υποδύεται όλον τον περίγυρο που εμφανίζεται σαν ‘τοίχος’ μπροστά στην Μιμή, όσους δηλαδή σχολιάζουν και απαξιώνουν αυτόν τον έρωτα. Η Βιργινία Μιχαήλ υποδύεται τον νεαρό εραστή, που η Μιμή έχει εξιδανικεύσει. Είναι η παρέα της, όπως και τα μεξικάνικα σήριαλ που παρακολουθεί.  Το βαθύτερο νόημα της ιστορίας είναι το ερώτημα αν μπορείς να ονειρευτείς, σε όποια ηλικία κι αν είσαι. Σαφώς ναι. Το όνειρο δεν είναι προνόμιο μόνον των νέων.  

Μου φαίνεται πως η παραγωγή είναι γυναικεία υπόθεση.  

Εκτός από την πρωτότυπη μουσική που έχει γράψει ο Χρήστος Θηβαίος, ναι. Η Χαρά έχει κάνει τα σκηνικά και τα κοστούμια, η Βίλη έχει γράψει και σκηνοθετήσει το έργο, ενώ παίζει επίσης, η Αντιγόνη Πόμμερ έχει γράψει την τρίτη ιστορία και εμείς οι τρεις, η Χαρά, η Βιργινία κι εγώ παίζουμε όλους τους άλλους ρόλους.  

Τι σας λένε οι άντρες που βλέπουν την παράσταση;  

Οι νεότεροι συνήθως αντιδρούν, υποστηρίζουν πως δεν είναι τα πράγματα έτσι όπως παρουσιάζονται στο έργο. Άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας λένε ‘καλά τα λέτε, θα μπορούσατε να πείτε κι άλλα’. Τους αρέσει και κατανοούν τις συμπεριφορές, τις αντιδράσεις. Βλέπουν τι περνούν οι γυναίκες μέσα από άλλη οπτική, κυρίως στις ερωτικές σχέσεις. Το κοινό μας δεν είναι μόνον γυναικείο. Στην περίοδο της κρίσης πηγαίναμε εμείς στους θεατές και παίζαμε σε χώρους μη θεατρικούς. Σε μια παραλία, στον δρόμο, σε μια ταράτσα.. Παίζαμε σε μπαρ, σε αίθουσες, σε σπίτια. Μετά ‘γυρίσαμε’ στο θέατρο. Όταν πρωτοδιάβασα το έργο, βρήκα πολλές ομοιότητες με μένα και είπα πως δεν θα το κάνω. Σιγά σιγά το αγάπησα, μου άρεσαν οι καταστάσεις, γέλασα πολύ, ταυτίστηκα με τις ηρωίδες, με τον πόνο, τη χαρά, την απογοήτευση τους. Κάθε φορά που παίζουμε, είναι πολύ ωραία εμπειρία. Εξελίσομαι μαζί του κι εξελίσσεται και το ίδιο το έργο καθώς θίγει τα προβλήματα τόσο των νέων όσο και των μεγαλύτερων γυναικών.  

Άννα, πως έγινες ηθοποιός;   

Το θέατρο μου άρεσε από μικρή, η σκηνή, τα φώτα, τα παρασκήνια, τα κοστούμια. Είχα μαγευτεί από αυτά που έβλεπα σε παιδικές παραστάσεις. Μου άρεσε το γεγονός πως θα μπορούσε κάποιος να παίξει άλλους ανθρώπους, να ‘ζήσει’ άλλες καταστάσεις που αλλιώς δεν θα βίωνε ποτέ. Θέλησα να τα ζήσω όλα αυτά. Ξεκίνησα από ερασιτεχνικές ομάδες και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα πως δεν μου έφτανε. Ήθελα να διαβάσω έργα, να μάθω πως μπορεί κανείς να προσεγγίσει έναν ρόλο. Έτσι γράφτηκα στο Εργαστήρι του Άκη Δαβή. Είχα, εκτός από τον ίδιο, πολύ καλούς δασκάλους όπως η Ρούλα Πατεράκη. Μάλιστα, με την Χαρά Κονταξάκη είμασταν συμμαθήτριες. Έμεινα τέσσερα χρόνια στο Εργαστήρι και πάλευα με τους ρόλους. Δεν ήταν εύκολο. Καμιά φορά απογοητεύεσαι, άλλες παίρνεις τα πάνω σου. Έμαθα πάρα πολλά πράγματα. Κατόπιν άρχισα να παίζω σε διάφορες παραστάσεις όπως ‘Η κυρία Μαργαρίτα’, σε περιοδείες, σε αρχαίες τραγωδίες. Συνεργάστηκα ως performer με την Εθνική Λυρική Σκηνή σε διάφορες όπερες. Πολύ ωραία εμπειρία κι αυτή. Μετά συνάντησα την ‘Γυναίκα Looser’ και την Βίλη Σωτηροπούλου. Κάναμε πάρα πολλές παραστάσεις με το έργο στην αρχική του μορφή. Συνεργαστήκαμε και σε παιδικές, όπως ‘Η Τρικυμία’ και συνεχίσαμε την ‘Looser’. Έχω κάνει επίσης κάποια επεισόδια στις ‘Άγριες Μέλισσες’ και μερικές εμφανίσεις στον κινηματογράφο. Κυρίως όμως, θέατρο.  

Ασχολείσαι και με τον χορό.  

Ναι, έχουμε σχέση πολλών ετών. Ξεκίνησα με μπαλέτο και μετά το σχολείο συνέχισα με κοινωνικούς χορούς, λάτιν και παραδοσιακούς βέβαια. Παλαιότερα ο κόσμος δεν χόρευε πολύ παραδοσιακούς, προτιμούσε τα λάτιν. Ίσως επειδή είχαν βγει ταινίες όπως το Dirty Dancing, το ‘Άρωμα Γυναίκας’. Τελευταία, όλοι οι πολιτιστικοί σύλλογοι με τους οποίους συνεργάζομαι, θέλουν παραδοσιακούς. Μάλιστα σε έναν από αυτούς, είναι σύλλογος Κρητών, τουλάχιστον μια φορά το μήνα βάζουμε τις στολές μας και χορεύουμε, κάνουμε παρελάσεις, επετειακές εμφανίσεις. Είμαι πραγματικά περήφανη και ενθουσιασμένη με την δυνατότητα που μου δίνει ο χορός να ασχοληθώ με το κοινωνικό, το φιλανθρωπικό του μέρος. Έχω κάνει εκδηλώσεις για άτομα με Αλτσχάιμερ, για παιδιά που λαμβάνουν μέρος στους Παραολυμπιακούς Αγώνες, για ανθρώπους που χρειάζονται μια ανάσα, ένα χορευτικό, κάτι με μουσική, χαρά. Όταν πρωτοξεκίνησα δεν είχα φανταστεί κάτι τέτοιο και μου δίνει μεγάλη χαρά. Το ίδιο χαίρονται και οι μαθητές μου, είναι ενθουσιασμένοι, τους αρέσει. Δεν είχα σκεφτεί πως ο χορός θα με πήγαινε κάπου που θα μπορούσα να προσφέρω. Αυτό μας το στέρησε ο κορονοϊός, όλες αυτές οι εκδηλώσεις πάγωσαν. Όσο ήμασταν κλεισμένοι σκεφτόμουν πως μπορώ να είμαι παραγωγική και δημιουργική. Η αλήθεια είναι πως αρνήθηκα να κάνω διαδικτυακά μαθήματα. Σκεφτόμουν πως θα έρθουμε ξανά κοντά ο ένας στον άλλον. Ευτυχώς, γίνονται ξανά πράγματα. Ο κόσμος χορεύει με περισσότερη χαρά από ότι πριν και δεν αφήνει πλέον τις ευκαιρίες να πάνε χαμένες. Συμμετέχει σε ότι γίνεται. Έχουμε γυρίσει με περισσότερη ορμή και μεγαλύτερη λαχτάρα. Ακούμε συχνά το ΄δε χορεύω, δεν ξέρω να χορέψω’ και νομίζω πως οφείλεται σε συστολή. Προσπαθώ να κάνω σεμινάρια, να μπαίνω στη θέση του μαθητή για να τον καταλάβω καλύτερα. Ο κοινωνικός χορός είναι για όλους και δεν χρειάζονται χρόνια, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα είσαι έτοιμος να χορέψεις παντού. Άλλωστε, εμείς οι Έλληνες έχουμε τον χορό μέσα στη ζωή μας. Όπως και το θέατρο.   

Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.