diki_ton_6

Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Στην οδό Αναστάσεως, τον δρόμο που είναι το όριο μεταξύ των περιοχών Χολαργού και Παπάγου, υπάρχει ένα άλσος με πεύκα και δύο εκκλησίες. Η μία καινούρια, με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. Είναι ο Τίμιος Σταυρός. Η άλλη παλιά, λιθόκτιστη, με εμφανή πλέον τα σημάδια του χρόνου και της εγκατάλειψης, με την υγρασία να έχει κάνει την εμφάνισή της στους τοίχους, μοιάζει κλειστή για πολύ καιρό. Είναι η Ανάσταση. Το άλσος είναι ιδιαίτερα ήσυχο, καθώς πολύ λίγος κόσμος το επισκέπτεται, παρότι βρίσκεται σε κεντρικό σημείο του Δήμου. Ανάμεσα στα πεύκα ο επισκέπτης θα παρατηρήσει έξι κυπαρίσσια στη σειρά. Στις ρίζες των κυπαρισσιών, μία στο καθένα, υπάρχουν έξι μαρμάρινες πλάκες περιφραγμένες με απλά χαμηλά κάγκελα, διακοσμημένα με ένα σιδερένιο σταυρό. Κανένα άλλο στολίδι, κανένας μαρμάρινος σταυρός, μόνο ένα καντηλάκι με ηλιακή μπαταρία σε κάθε πλάκα. Και από ένα όνομα: Χατζανέστης, Πρωτοπαπαδάκης, Στράτος, Γούναρης, Θεοτόκης, Μπαλτατζής. Τίποτε άλλο, μόνο τα επώνυμα. Ποιοι είναι αυτοί οι νεκροί; Θα διερωτηθεί ο επισκέπτης. Και εύλογα, γιατί δεν υπάρχει πουθενά ούτε μια ενημερωτική πινακίδα.

Φθινόπωρο 1922. Ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή, με το γόητρο της Ελλάδας καταρρακωμένο, με τα καραβάνια των προσφύγων να καταφτάνουν, η ελληνική κοινή γνώμη συγκλονισμένη από τα τραγικά αυτά γεγονότα απαιτεί να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι. Έτσι λοιπόν, η «Επαναστατική Επιτροπή» (ή αλλιώς «Τριανδρία»), αποτελούμενη από τους Στυλιανό Γονατά, Δημήτριο Φωκά και Νικόλαο Πλαστήρα και με την υποστήριξη του στρατιωτικού Θεόδωρου Πάγκαλου (πρόκειται για τον μετέπειτα δικτάτορα και παππού του γνωστού μας Θεόδωρου Πάγκαλου του ΠΑΣΟΚ) και άλλων βενιζελικών στρατιωτικών, παίρνει την πολιτική κατάσταση στα χέρια της και στις 17 Σεπτεμβρίου ορίζει «υπηρεσιακή» κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Σωτήριο Κροκιδά. Έπειτα προχωρεί σε συλλήψεις των πολιτικών ανδρών που μετείχαν στις αντιβενιζελικές κυβερνήσεις από το Νοέμβριο του 1920 (τότε που ηττήθηκε στις εκλογές ο Βενιζέλος) μέχρι τα τέλη του Αυγούστου 1922, οπότε και συνέβη η κατάρρευση του μετώπου και η καταστροφή.

Η Επαναστατική Επιτροπή καταφέρνει να περάσει στην κοινή γνώμη την αντίληψη ότι η Ελλάδα δεν νικήθηκε, αλλά ότι η καταστροφή ήταν αποτέλεσμα προδοσίας. Μάλιστα, στις 9 Οκτωβρίου πραγματοποιείται στο Σύνταγμα μεγάλο συλλαλητήριο που απαιτεί την άμεση εκτέλεση των υπευθύνων της καταστροφής. Αυτό επιθυμούν και οι πιο σκληροί και φανατισμένοι πολιτικοί και στρατιωτικοί, καθώς και οι πρόσφυγες, ενώ οι μετριοπαθέστεροι ζητούν να προηγηθεί δίκη, όπως ζητούν και οι μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης. Αποφασίζεται τελικά η σύσταση εκτάκτου στρατοδικείου «προς εκδίκασιν των κατά των υπαιτίων της εθνικής καταστροφής κατηγοριών».

Κατηγορούμενοι είναι οι εξής: Δημήτριος Γούναρης (πρώην πρωθυπουργός και αρχηγός της αντιβενιζελικής παράταξης), Νικόλαος Στράτος (πρώην πρωθυπουργός), Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης (πρώην πρωθυπουργός), Νικόλαος Θεοτόκης (υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη), Γεώργιος Μπαλτατζής (υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη), Γεώργιος Χατζανέστης, αντιστράτηγος (αρχιστράτηγος Μικράς Ασίας και Θράκης), Ξενοφών Στρατηγός, υποστράτηγος ε.α. (υπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Γούναρη), Μιχαήλ Γούδας, υποναύαρχος ε.α. (υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Γούναρη). Η βασική κατηγορία: εσχάτη προδοσία! (Η πλήρης διατύπωση των κατηγοριών υπάρχει στο Διαδίκτυο.)

Εδώ ένας προσεκτικός και ενημερωμένος μελετητής θα διαπιστώσει μια τεράστια δικονομική παράβαση. Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1911, το οποίο ίσχυε τότε, οριζόταν ξεκάθαρα ότι: «Άρθρο 8. – Ουδείς αφαιρείται άκων του παρά του νόμου ωρισμένου εις αυτόν δικαστού» και «Άρθρο 91. – Δικαστικαί επιτροπαί και έκτακτα δικαστήρια υφ’ οιονδήποτε όνομα δεν επιτρέπεται να συστηθώσιν […]». Σε αυτή τη δίκη όμως πέντε από τους συνολικά οκτώ κατηγορουμένους ήταν πολιτικά και όχι στρατιωτικά πρόσωπα και επομένως δεν επιτρεπόταν να δικαστούν από Στρατοδικείο. Επιπλέον, η σύσταση έκτακτου στρατοδικείου ήταν εντελώς παράνομη. Αλλά την εποχή της μισαλλοδοξίας, του πολιτικού φανατισμού και του εθνικού διχασμού αυτά ήταν περιττές λεπτομέρειες…

Όσο για την κατηγορία, και αυτή μπορεί να θεωρηθεί αβάσιμη. Η περιοχή της Σμύρνης ουδέποτε υπήρξε επίσημα ελληνικό έδαφος, επειδή σύμφωνα με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920) είχε ανατεθεί στην Ελλάδα η προσωρινή διοίκηση της περιοχής και… ύστερα από πέντε χρόνια ο λαός της Σμύρνης με δημοψήφισμα θα αποφάσιζε αν θα εντασσόταν στην Ελλάδα ή θα παρέμενε στην Τουρκία. (Σε πέντε χρόνια ποιος ζει ποιος πεθαίνει δηλαδή). Επιπρόσθετα, η εσχάτη προδοσία εμπεριέχει δόλο. Ουδέποτε όμως αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι ενέργησαν με δόλο. Λάθη και παραλείψεις όντως έκαναν, σύμφωνοι. Δεν είχαν όμως δόλο.

Στις 31 Οκτωβρίου/13 Νοεμβρίου 1922 (με το παλαιό και το νέο ημερολόγιο αντίστοιχα) ξεκινά η πολύκροτη δίκη στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής. Πρόεδρος του στρατοδικείου έχει οριστεί ο υποστράτηγος Αλέξανδρος Οθωναίος. Στους κατηγορουμένους δεν επιτρέπεται να ασκήσουν ένσταση κατά της απόφασης, ούτε να χρησιμοποιήσουν δημόσια έγγραφα για την υπεράσπιση των θέσεών τους. Ωραία και προπαντός δημοκρατικά. Η δίκη θα κρατήσει δεκαπέντε ημέρες…

(Συνεχίζεται)