varouxaki1

Της Άννας Παχή

Η Έμμυ Βαρουξάκη, τεχνοκριτικός και Ιστορικός Τέχνης, διοργάνωσε κι επιμελήθηκε την έκθεση Ζωγραφικής – Γλυπτικής “IndepArt2016” που παρουσιάζεται στην Αθήνα μέχρι την Κυριακή, 27 Νοεμβρίου, στη γκαλερί Image Art. Πρόκειται για έργα Ελλήνων καλλιτεχνών, που εκθέτουν τα τελευταία χρόνια στο Παρισινό «Σαλόνι των Ανεξάρτητων». Η κυρία Βαρουξάκη μοιράστηκε με το iART τις εμπειρίες και την αγάπη της για την Τέχνη και αυτούς που τη δημιουργούν.

Πόσο διήρκεσε η προετοιμασία αυτής της έκθεσης;

Ένα χρόνο. Προσκάλεσα ογδόντα καλλιτέχνες που συμμετείχαν τα τελευταία εφτά χρόνια στο σαλόν του Παρισιού. Πρόκειται για ζωγράφους που έχουν εκθέσει στο Παρίσι και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, πολλοί από αυτούς περισσότερες από μια φορές. Ορισμένοι έχουν φτάσει μέχρι την Ασία.

Υπάρχει αποδοχή δηλαδή των καλλιτεχνών μας στο εξωτερικό.

Αρέσουν πολύ, ναι. Έχουμε πάρει αρκετά βραβεία, μια εύφημο μνεία, κάποιοι έχουν πωληθεί… Σε αυτήν την έκθεση έρχονται κάθε χρόνο γύρω στις πενήντα χιλιάδες άτομα. Τώρα, με τα διάφορα τρομοκρατικά χτυπήματα ο αριθμός έχει μειωθεί καθώς φοβούνται να πηγαίνουν σε κλειστούς γενικά χώρους, αλλά και πάλι ο αριθμός των επισκεπτών μας είναι σημαντικός.

Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα σχετικά  σταθερό κοινό. 

Στη Γαλλία ο κόσμος πάει πολύ στις εκθέσεις. Τους αρέσουν τα εικαστικά περισσότερο από τις άλλες τέχνες.  Στα μουσεία πηγαίνουν όλοι, από μικρά παιδιά μέχρι ηλικιωμένοι. Δεν υπολογίζουν τον καιρό, τους ενδιαφέρει να παρακολουθούν τις μεγάλες εκθέσεις.

Εδώ δε συμβαίνει αυτό. Γιατί, νομίζετε;

Επειδή δεν υπάρχει η σχετική παιδεία. Δεν εισάγεται κανείς στην τέχνη από μικρός, δεν ενδιαφέρεται  το παιδί για τη ζωγραφική ή  τη γλυπτική. Εκεί δίνουν πολύ μεγάλη αξία στους καλούς καλλιτέχνες. Πικάσο, Μπρακ,  Ματίς…. όλοι αυτοί είναι θεοί στη Γαλλία. Εμείς δεν έχουμε κάτι αντίστοιχο. Είχαμε τον Παρθένη, τον Μόραλη, τον Τσαρούχη…, αυτά είναι τα ονόματα πάνω – κάτω. Αλλά με το που χάθηκαν δεν πολυμιλάει ο κόσμος για αυτούς. Είμαστε λίγο ευδαίμονες θα έλεγα, μας ενδιαφέρει αυτό που ζούμε τώρα, όχι η Τέχνη, η οποία έχει και ιστορία.

Υπάρχει κόσμος που επειδή δεν έχει αυτή τη γνώση, δε μπαίνει σε μια γκαλερί, ούτε καν για να κοιτάξει. Δεν είναι λάθος αυτό;

Λάθος ή όχι, έτσι είναι. Έχω δημιουργήσει ένα πάρκο γλυπτικής σε ένα χωριό της Θάσου και δεν έρχονται σε αυτό οι κάτοικοι, για τους οποίους το έφτιαξα. Δεν ξέρουν πώς να μπουν μέσα, τι να δουν, πώς να φερθούν. Κι όλα αυτά, σε έναν κήπο. Χρειάστηκε να περάσουν είκοσι χρόνια για να αναγνωρίσουν κάπως το έργο και πάλι όμως, δε μπαίνουν. Ίσως σε πενήντα χρόνια μπουν, δεν ξέρω.

Το θέμα δεν είναι τι ξέρεις από ζωγραφική, αλλά τι νιώθεις κοιτάζοντας έναν πίνακα.

Σωστά. Είναι όμως και θέμα παιδείας. Προσωπικά άρχισα από μικρό παιδί να βλέπω βιβλία με έργα γνωστών ευρωπαίων ζωγράφων. Μορφώθηκα μόνη μου σε αυτόν τον τομέα, είχα τη διάθεση και άρχισε να συνηθίζει το μάτι. Κατόπιν σπούδασα Αρχαιολογία που έχει στενή σχέση με την Τέχνη. Δεν έγινα η ίδια καλλιτέχνης παρόλο που ζωγράφιζα αρκετά καλά, όμως μου άρεσε περισσότερο η θεωρία. Να μαθαίνω τα κινήματα, πως προέκυψε αυτό, γιατί έγινε το άλλο… με ενδιέφερε περισσότερο. Να βλέπω τις εικόνες μπροστά μου. Έχω δει πάρα πολλά έργα κι αποτέλεσμα είναι ότι τώρα, επειδή δεν αντέχω να στέκομαι όρθια για πολύ, όταν πηγαίνω σε μεγάλες εκθέσεις τις βλέπω τρέχοντας. Τις βλέπω όμως. Όταν  αντιληφθώ κάτι καινούριο κι ενδιαφέρον, σταματώ να το δω καλύτερα.

Κάποιοι καλλιτέχνες βγάζουν υπερβολική απαισιοδοξία και κάποιοι, υπερβολική αισιοδοξία.

Υπάρχουν αυτά στους καλλιτέχνες. Μπορεί να συναντήσεις μια νέα, χαρούμενη ζωγράφο, και να σου δείξει ένα ζοφερό έργο.  Δεν ξέρεις τι βγάζει ο κάθε καλλιτέχνης από μέσα του και με ποιόν τρόπο θα το βγάλει. Πάντως , ότι κάνουν τους αντιπροσωπεύει, είναι ο κόσμος τους. Τώρα πια δεν υπάρχει το «ακολουθώ το ρεύμα», δεν υπάρχουν Σχολές. Ο καθένας κάνει αυτό που θέλει, δε μιμείται. Παλιότερα είχαμε μίμηση των Γαλλικών Σχολών, του γερμανικού εξπρεσιονισμού, τάσεων που αλλοίωναν τα πρόσωπα, του λεγόμενου μιζεραμπιλισμού. Οι νέοι όμως δεν ακολουθούν τέτοιες τάσεις. Οι Έλληνες καλλιτέχνες εκφράζουν όλες τις τάσεις. Διαθέτουν κι ένα περιβάλλον που τους βοηθάει να ζουν, από την άποψη της επιβίωσης. Το κλίμα μας είναι καλό, έχουν  οικογένειες που τους στηρίζουν. Αρκετοί βρίσκουν δουλειές στην εκπαίδευση. Κάποιοι καταξιωμένοι, έχουν τους συλλέκτες τους. Βέβαια τώρα, μερικοί αρχίζουν και ξενιτεύονται σε άλλες χώρες. Πλέον δεν είναι δυνατόν να ζουν μόνον από τα έργα τους, πρέπει να κάνουν και κάτι άλλο ταυτόχρονα. Επίσης, ούτε το κράτος μπορεί να στηρίξει πια τους καλλιτέχνες. Πριν την κρίση το έκανε, έδινε χορηγίες για εκθέσεις, βοηθούσε. Τώρα δε συμβαίνει αυτό.

Τι θα απαντούσατε σε κάποιον που θα έλεγε πως αφού δε γνωρίζει από ζωγραφική, τι θα μπορούσε να κάνει σε μια έκθεση.

Μέχρι στιγμής δεν έχω ακούσει ποτέ κάτι τέτοιο. Ακόμη και άνθρωποι που βρίσκονται τελείως εκτός χώρου της Τέχνης, μερικοί  όχι και τόσο υψηλής μόρφωσης, ενθουσιάζονται όταν τους καλώ σε μια έκθεση. Μπορεί λόγω συνθηκών να μην έρθουν, χαίρονται όμως με την πρόσκληση. Οι πιο, ας πούμε μορφωμένοι, όταν έχουν την ευκαιρία, παρακολουθούν. Όλοι αυτοί ήταν και καλοί συλλέκτες, τώρα όμως έχουν «μαζευτεί».

Η αγορά έργων τέχνης είναι εξαιρετικά δύσκολη πια..

Θα σας πω κάτι που συζητούσαμε και στην προηγούμενη κρίση, το 1989. Σε κάποιες βόρειες χώρες, υπήρξαν καλλιτέχνες που πέθαναν από το κρύο. Κυρίως γλύπτες, γιατί η γλυπτική δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα εμπορική. Οι ζωγράφοι κάπως τα καταφέρνουν.  Σε εκείνη την κρίση, έκλεισαν πολλές γκαλερί στο Παρίσι. Η συζήτηση με κάποιους συλλέκτες κατέληξε στο ότι δεν πρέπει να σταματήσουμε να αγοράζουμε έργα. Αν επενδύσουμε τα λεφτά μας σε μετοχές και σε ομόλογα, θα έχουμε ένα μάτσο χαρτιά στο συρτάρι, τα οποία δεν είναι τίποτα.  Ενώ ένα έργο τέχνης, το βλέπουμε, το καμαρώνουμε εμείς και το περιβάλλον μας, έχει μια αξία. Αντί να έχω ένα κομμάτι χαρτί, θα έχω έναν όμορφο πίνακα… Θα ήθελα να το σκεφτούν αυτό οι σημερινοί συλλέκτες, που δε θέλουν να ξοδεύουν χρήματα για τέχνη. Θα ήταν καλό να συνεχίζουν να αγοράζουν, διότι πλέον τα έργα είναι πολύ πιο οικονομικά, οι τιμές τους έχουν πέσει στο ένα τέταρτο σχεδόν, και κάποτε θα ανέβουν πάλι. Μπορεί αυτό να συμβεί σε δέκα χρόνια, και τι έγινε; Τι είναι δέκα χρόνια μέσα σε μια αιωνιότητα, ειδικά όταν έχεις απογόνους που θα τα κληρονομήσουν. Τα έργα τέχνης είναι μια επένδυση. Αποκτάς κάτι που σου άρεσε, το έχεις απέναντί σου. Πέραν αυτού, οι κλέφτες δεν  προτιμούν τους πίνακες, αφενός δεν αναγνωρίζουν την αξία τους κι αφετέρου είναι δύσκολοι στη μεταφορά. Εξάλλου, το έργο τέχνης δε χάνει την αξία του, όπως τα ομόλογα. Μπορεί να μην ανέβει, αλλά δε θα πέσει ποτέ πολύ. Και κάποια στιγμή θα ανέβει πάλι. Η αξία ενός έργου δε χάνεται.

Ασχολούνται οι νέοι άνθρωποι με την τέχνη;

Βέβαια. Η Σχολή Καλών Τεχνών γεμίζει κάθε χρόνο με καινούριους δημιουργούς. Γενικά υπάρχουν πολλοί που ζωγραφίζουν. Είναι κάτι που έχεις μέσα σου. Οι ζωγράφοι δε σταματούν να δημιουργούν. Δε φοβούνται τίποτα κι αυτό είναι πολύ ωραίο. Κάθε μέρα συναναστρέφομαι καλλιτέχνες και μου κάνει πάντα εντύπωση ότι μόλις τους καλέσω σε έκθεση, ξεκινούν να φτιάχνουν έργα. Πριν λίγες μέρες, λόγω της πορείας του Πολυτεχνείου, μια ζωγράφος έφερε τον πίνακά της στα χέρια, περπατώντας. Το βρήκα πολύ όμορφο αυτό. Έφερε το «παιδί» της. Οι καλλιτέχνες χαίρονται τόσο όταν λαμβάνουν μέρος σε έκθεση, άλλωστε και οι εκθεσιακοί χώροι δίνουν αξία σε ένα έργο. Γίνεται δυο φορές καλύτερο από όταν βρίσκεται στο ατελιέ. Ο πίνακας είναι όπως το κρασί. Όταν πίνουμε κρασί σε ένα όμορφο μέρος, μας φαίνεται νέκταρ.

Σκέφτεστε να σταματήσετε κάποια στιγμή;

Ένας λόγος που διάλεξα αυτήν τη δουλειά είναι επειδή μπορείς να την κάνεις μέχρι τα βαθιά γεράματα, ακόμη κι από μια καρέκλα. Το μυαλό αναλαμβάνει το οργανωτικό μέρος , η τεχνολογία βοηθά να επικοινωνήσεις. Ακόμη κι αν δεν έχεις πολλές σωματικές δυνάμεις, μπορείς να κάνεις μια έκθεση. Άλλωστε, σε αυτήν τη δουλειά, όσο μεγαλώνεις, τόσο πιο πολύ κύρος αποκτάς, έχεις πίσω σου παρελθόν.  Ζω στην Ελλάδα, εδώ μεγάλωσα, πήγα στο Πανεπιστήμιο. Κατόπιν, επειδή ο άνδρας μου είναι διπλωμάτης βρεθήκαμε σε πολλά μέρη. Αυτό με βοήθησε να έρθω σε επαφή με τη σύγχρονη τέχνη. Ξεκίνησα να διοργανώνω εκθέσεις όταν ήμουν τριάντα ετών αλλά τη μεγαλύτερη δραστηριότητα ήρθε δέκα χρόνια αργότερα. Δεν το μετάνιωσα ποτέ. Έμαθα τη δουλειά, γνώρισα πολλούς καλλιτέχνες, και τον κόσμο της τέχνης γενικότερα, είναι ιδιαίτερος κόσμος. Μου αρέσει εξαιρετικά να πηγαίνω στα ατελιέ των καλλιτεχνών, να βλέπω τη δουλειά τους την ώρα που δημιουργείται.

Πόσο δύσκολη είναι η επιλογή των έργων;

Πολύ, επειδή το ύφος κάθε έκθεσης σχηματίζεται και διαμορφώνεται βλέποντας τι έχουν κάνει οι καλλιτέχνες. Βλέπεις χρόνο με το χρόνο να καταγράφονται οι τάσεις τους. Παίρνουν νέους δρόμους κι έτσι ορίζεται το πνεύμα των καιρών κατά κάποιον τρόπο, που αλλάζει κάθε πέντε με έξι χρόνια. Είναι πολύ ενδιαφέρον.

Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν χρώματα και παραστατικότητα.

Προσωπικά θεωρώ ότι οι Έλληνες καλλιτέχνες είναι εντελώς παραστατικοί, λίγοι είναι οι «αφηρημένοι». Τα περισσότερα παιδιά που εκθέτουν εδώ είναι από 25 έως 40, νέοι και παραστατικοί. Ακόμη κι αυτοί που είναι λίγο «αφηρημένοι» μένουν κοντά στην παραστατικότητα. Η ελληνική τέχνη είναι έτσι, σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή, που είναι πιο αφηρημένη, αφαιρετική. Αυτό συμβαίνει ίσως, επειδή γίνονται περισσότερες θεωρητικές διεργασίες στην Ευρώπη. Εδώ, τα πράγματα είναι αυτό που βλέπουμε. Ο  περιβάλλον κόσμος είναι πολύ λαμπερός, πολύ «πραγματικός», είναι δύσκολο να κάνουν κάτι αφαιρετικό.

Θα ξαναγίνει παρόμοια έκθεση; 

Θα ήθελα να εκθέσω και τους καλλιτέχνες που για διάφορους λόγους δε συμμετείχαν αυτήν τη χρονιά, σε έναν πιο μεγάλο χώρο ίσως. Εκεί θα επιθυμούσα να έρθουν κι άλλοι που θέλουν να εκθέσουν, έτσι ώστε να δημιουργηθεί και στην Αθήνα ένα salon όπως στο Παρίσι, ένα μέρος που θα το επισκέπτεται πολύς κόσμος , θα βλέπει τα έργα και θα έρχεται σε άμεση επαφή με τους καλλιτέχνες. Σε ένα χώρο που δε θα είναι γκαλερί, να μπορεί να εκθέτει όποιος θέλει το έργο του. Να έρχονται όλοι στα εγκαίνια, να μιλάνε μεταξύ τους. Οι  ζωγράφοι είναι παρόντες, ελπίζουν, είναι αισιόδοξοι και δημιουργούν. Έχουν την  ικανότητα να επικοινωνούν με τους ανθρώπους, είναι συμπαθείς,  κάνουν φίλους. Ο κόσμος  τους, τους περιβάλλει με αγάπη. Οι πραγματικοί καλλιτέχνες είναι σεμνοί και έχουν χάρη. Σε κάνουν να τους αγαπάς, να αγαπάς τη δουλειά τους, θες να τους βοηθήσεις. Υπάρχουν και κάποιοι που νομίζουν ότι είναι σπουδαίοι καλλιτέχνες και δεν είναι τίποτα. Αυτοί είναι οι χειρότεροι γιατί έχουν πολλές απαιτήσεις χωρίς να διαθέτουν τη χάρη. Η χάρη είναι σπουδαίο πράγμα στη ζωή, ή το έχεις ή δεν το έχεις. Οι καλλιτέχνες την έχουν,  είναι αυθόρμητοι, λένε τα πράγματα με το όνομά τους,  έχουν γύρω τους «κάτι» που σε κερδίζει. Μια αύρα.

Περισσότερες πληροφορίες για την Έκθεση, εδώ

Χορηγός Επικοινωνίας: iart.gr