aisxylos

Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

 Το δράμα (από το ρήμα δράω-δρῶ), με άλλα λόγια το θέατρο, ως ποιητικό είδος γεννήθηκε και άνθισε στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ.. Η ιδιαιτερότητά του ήταν ότι συνδύαζε την επική και τη λυρική ποίηση με την υποκριτική τέχνη, τον χορό και τη μουσική, τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία. Αυτός ο δημιουργικός συνδυασμός όλων αυτών των υψηλών τεχνών κατέστησε το δράμα ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού. Γι’αυτό και γνώρισε τεράστια απήχηση. Ένα από τα είδη του αρχαίου δράματος είναι η τραγωδία, δράμα με σοβαρό και μεγαλόπρεπο περιεχόμενο. Ένας από τους επιφανέστερους και μεγαλοφυέστερους ποιητές της τραγωδίας είναι ο Αισχύλος.

Γεννήθηκε στην Ελευσίνα το 525/524 π.Χ. και πατέρας του ήταν ο Ευφορίων, πλούσιος κτηματίας. Πιθανολογείται ότι ήταν μυημένος στα Ελευσίνια Μυστήρια. Πολέμησε στη μάχη του Μαραθώνα, στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Μάλιστα στη μάχη του Μαραθώνα σκοτώθηκε ο αδερφός του Κυναίγειρος.

Εμφανίστηκε πρώτη φορά σε δραματικό αγώνα κατά την 70ή Ολυμπιάδα, δηλαδή μεταξύ 499-496 π.Χ., με αντιπάλους τους τραγικούς ποιητές Χοιρίλο και Πρατίνα. Σημειώνουμε εδώ ότι στην Αθήνα του 5ου αιώνα η παρουσίαση δραμάτων είχε χαρακτήρα διαγωνιστικό και ήταν αναπόσπαστο κομμάτι των Διονυσιακών εορτών. Ο Αισχύλος πέτυχε την πρώτη του νίκη σε δραματικό αγώνα το 484, άγνωστο με ποιες τραγωδίες. Δεύτερη επισήμανση: οι τραγικοί ποιητές έπαιρναν μέρος στον αγώνα παρουσιάζοντας ο καθένας τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα. (Το σατυρικό δράμα παρουσίαζε ένα μύθο από την αστεία του πλευρά.) Ο Αισχύλος νίκησε άλλες δώδεκα ή δεκατρείς φορές. Συνολικά έγραψε γύρω στα ενενήντα δράματα.

Ο Αισχύλος επέφερε σημαντικές καινοτομίες, διαμορφώνοντας το θέατρο έτσι ώστε να λάβει τη μορφή με την οποία το ξέρουμε εμείς σήμερα. Συγκεκριμένα, πρόσθεσε τον δεύτερο υποκριτή (δηλαδή ηθοποιό), βάζοντας δύο πρόσωπα να συνομιλούν επί σκηνής, μαζί με τον Χορό. Μέχρι τότε στην τραγωδία έπαιζε μόνο ένας ηθοποιός, ο οποίος απαντούσε (ὑπεκρίνετο) στο τραγούδι του Χορού. (Ο Χορός είναι ομάδα προσώπων που χορεύει και τραγουδά και είναι απαραίτητος τόσο στην διονυσιακή λατρεία όσο και στο αρχαίο δράμα.) Με την προσθήκη του δεύτερου υποκριτή η τραγωδία εμπλουτίστηκε με περισσότερα πρόσωπα (οι δύο ηθοποιοί έπαιζαν περισσότερους ρόλους), οι υποθέσεις της έγιναν πιο σύνθετες και απέκτησε περισσότερη κίνηση και δράση. Επίσης, ο Αισχύλος μείωσε την έκταση των ασμάτων του Χορού και αύξησε τα διαλογικά μέρη, ενώ μείωσε τα μέλη του Χορού από πενήντα σε δώδεκα. Μια άλλη σημαντική καινοτομία του ήταν ότι παρουσίαζε τρεις τραγωδίες (τριλογία) με ενιαία υπόθεση.

Η μόνη τριλογία που μας έχει σωθεί ακέραιη είναι η Ορέστεια (458 π.Χ.), που αποτελείται από τις τραγωδίες Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες και με την οποία ο Αισχύλος τιμήθηκε με πρώτο βραβείο. Σε αυτήν παρουσιάζεται η επιστροφή του Αγαμέμνονα ως νικητή από την Τροία, η δολοφονία του από την σύζυγό του Κλυταιμ(ν)ήστρα και τον εραστή της Αίγισθο, η επιστροφή του Ορέστη στο παλάτι και η δολοφονία της μητέρας του ως εκδίκηση για το φόνο του πατέρα του, η καταδίωξη του Ορέστη από τις Ερινύες, η καταφυγή του στην Αθήνα και η τελική του αθώωση από τον Άρειο Πάγο με την ψήφο της Αθηνάς. Η Ορέστεια πραγματεύεται το ζήτημα της ανθρώπινης και της θεϊκής δικαιοσύνης, της ύβρεως και της ενοχής, του φόνου και της ευθύνης, και θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα ποιητικά αριστουργήματα όλων των εποχών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Τα υπόλοιπα σωζόμενα έργα του Αισχύλου είναι:

Πέρσαι (472 π.Χ.): Πρόκειται για το αρχαιότερο δράμα που έχει σωθεί και το μοναδικό με ιστορικό περιεχόμενο. Παρουσιάζει τον αντίκτυπο της ναυμαχίας της Σαλαμίνας στην αυλή του Πέρση βασιλιά Ξέρξη. Είχε χορηγό τον Περικλή και κέρδισε πρώτο βραβείο.

Ἑπτά ἐπί Θήβας (467 π.Χ.): Θέμα του είναι η εκστρατεία των Αργείων στρατηγών εναντίον της Θἠβας με αρχηγό τον Πολυνείκη, λόγω της διαμάχης του με τον αδερφό του τον Ετεοκλή για το θρόνο. Τα δύο αδέρφια αλληλοσκοτώνονται. Κέρδισε πρώτο βραβείο.

Ἱκέτιδες (463 π.Χ.): Πραγματεύεται την ιερότητα του ασύλου και των ικετών, μέσα από την ιστορία των Δαναΐδων, οι οποίες ζήτησαν άσυλο από τον Πελασγό, βασιλιά του Άργους. Εδώ ο Χορός παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και το λυρικό στοιχείο υπερτερεί του διαλογικού.

Προμηθεύς Δεσμώτης (463-456 π.Χ.): Το μαρτύριο του Προμηθέα, που καταδικάστηκε να είναι καθηλωμένος με πασσάλους στον Καύκασο, επειδή έκλεψε τη φωτιά από τους θεούς για να την προσφέρει στους ανθρώπους.

Τα θέματα που απασχόλησαν τον Αισχύλο είναι η έννοια του Δικαίου, η θεϊκή εξουσία, η ύβρις, η ευθύνη του ανθρώπου για τις πράξεις του, η γνώση που έρχεται από τα παθήματα, η δύναμη της Μοίρας. Οι ήρωές του χαρακτηρίζονται από μεγαλείο και στην ακμή και στην πτώση τους. Στα έργα του υπάρχει έντονο το στοιχείο της θρησκευτικότητας και της φιλοπατρίας.

Ο Αισχύλος θαυμάστηκε για το μεγαλόπρεπο ύφος του, για τα υψηλά νοήματα και τις επιβλητικές λέξεις με τις οποίες τα έντυνε, για τον πλούτο των εικόνων και για τον έντονο λυρισμό του. Ο ίδιος πάντως θεωρούσε ότι η ποίησή του ήταν «ψίχουλα από το τραπέζι του Ομήρου».

Ο Αριστοφάνης, σε μια σκηνή των Βατράχων, παρουσιάζει μια φανταστική λεκτική διαμάχη ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη, στην οποία νικητής αναδεικνύεται ο

Αισχύλος. (Ο Αριστοφάνης τους γνώριζε και τους δύο απ’έξω. Άλλο αν διακωμωδούσε ανελέητα τον Ευριπίδη.)

Ο Αισχύλος ταξίδεψε δύο φορές στη Σικελία, για να παρουσιάσει τα έργα του στην αυλή του φιλότεχνου τυράννου Ιέρωνα. Πέθανε στη Γέλα της Σικελίας το 456-455 π.Χ.. Στον τάφο του χαράχτηκε το ακόλουθο επίγραμμα, όπως το ζήτησε εκείνος:

Τον Αισχύλο, το γιο του Ευφορίωνα, τον Αθηναίο, αυτό το μνήμα καλύπτει στη γη της Γέλας που είναι πλούσια σε σιτάρι την αποτελεσματική δύναμή του μπορεί να τη μαρτυρήσει το άλσος του Μαραθώνα και ο μακρυμάλλης Μήδος που τη γνωρίζει καλά.