Της Πέννυς Κροντηρά
Ταλαντούχα, έξυπνη, δυναμική, με ομορφιά μιας άλλης εποχής… Όταν παρακολουθείς τη Γιούλικα Σκαφιδά σε ταξιδεύει, αυτό άλλωστε είναι το ζητούμενο ενός καλού ηθοποιού. Στην κουβέντα μας ήταν χείμαρρος, ακομπλεξάριστη, με χιούμορ! Στο iART μίλησε για το θέατρο, τη τηλεόραση, τη μεγάλη της αγάπη τον κινηματογράφο, αλλά και για την καθημερινότητά της. Το σίγουρο είναι ότι έχει πολλά να προσφέρει στο χώρο του πολιτισμού και της τέχνης.
Πρωταθλήτρια στίβου, απόφοιτος της σχολής Ναυπηγικής των ΤΕΙ Αθήνας, ηθοποιός με θεατρικό βραβείο Μελίνα Μερκούρη: Πως συνδυάζονται όλα αυτά;
Ο αθλητισμός έχει να κάνει με την πειθαρχία και η δουλειά του ηθοποιού θέλει πειθαρχία. Αν κάτι με βοήθησε πολύ στη δουλειά μου από τα προγενέστερα εφόδια είναι σίγουρα η πρακτική σκέψη από τις σπουδές μου και η πειθαρχία από τον αθλητισμό. Συνήθως ακούμε ηθοποιούς που εστιάζουν σε θεωρητικές συζητήσεις και κουβέντες, οπότε νομίζω εμένα με βοήθησε πολύ ένας διαφορετικός τρόπος σκέψης λίγο πιο πρακτικός και πιο αναλυτικός.
Ποια στιγμή στην καριέρα σου ξεχωρίζεις;
Όλοι οι σταθμοί της καριέρας μου από τον πιο μικρό ως τον πιο μεγάλο για μένα είναι σημαντικοί, γιατί ο ένας έφερε τον επόμενο. Οπότε δεν μπορώ να ξεχωρίσω. Μια πολύ σημαντική στιγμή ήταν φυσικά η παρουσία μου στο Εθνικό Θέατρο τα προηγούμενα τρία – τέσσερα χρόνια και το βραβείο Μελίνα Μερκούρη το 2015. Επίσης, η εμφάνισή μου στο «Νησί» ήταν σταθμός για την καριέρα μου όπως και η συνεργασία με τη Ρούλα Πατεράκη. Είναι πολλοί σταθμοί σημαντικοί, δεν θέλω να αδικήσω κάποια δουλειά.
Θεωρείς ότι ο χώρος είναι σκληρός;
Είναι και αυτή μία δουλειά όπως όλες οι άλλες και είμαι της άποψης ότι όλες οι δουλειές απαιτούν από εμάς το 100%, τη συγκέντρωσή μας, την αφοσίωσή μας, τη θυσία προσωπικών στιγμών ή πραγμάτων που μας δίνουν ευχαρίστηση αλλά έχω την αίσθηση ότι δεν είναι μια δουλειά που είναι πιο δύσκολη από τις άλλες. Μία κριτική ή ένα «όχι» είναι ίσως πιο στενάχωρο γιατί δεν είναι μια απόρριψη για κάτι που έφτιαξα και απορρίπτεται, αλλά πιο προσωπική. Οπότε με αυτή την έννοια είναι σκληρό, όπως και ότι δύο φορές το χρόνο πρέπει να ψάξεις να βρεις δουλειά. Δεν αναφέρομαι στη σταθερότητα γιατί τώρα πια πουθενά δεν υπάρχει σταθερότητα. Αλλά ανασφάλεια υπάρχει σε αυτή τη δουλειά και πρέπει πάντα να είσαι υπ’ ατμόν, γιατί ότι και να είσαι, ότι και αν έχεις κάνει μπορεί να ξεχαστεί αν κάνεις κάτι που δεν είναι καλό.
Έχεις βιώσει άσχημες καταστάσεις ανταγωνισμού στο χώρο;
Πολύ! (γέλια) Όχι δεν μου έχει συμβεί κάτι φοβερό. Φυσικά άνθρωποι είμαστε και σε όλες τις δουλειές οι εντάσεις θα ανέβουν, δεν ταιριάζεις με όλους τους ανθρώπους να είσαι φίλος και άλλωστε δεν είναι αυτός ο σκοπός του θεάτρου το να γίνουμε όλοι φίλοι και να περνάμε καλά πάνω στη σκηνή. Στόχος του θεάτρου, μίας τηλεοπτικής ή κινηματογραφικής δουλειάς είναι να αρέσει η χημεία των ανθρώπων επαγγελματικά και αυτό να έχει ένα καλό αποτέλεσμα προς τα έξω. Αυτή είναι η δουλειά μας. Τώρα αν τύχει και περάσουμε καλά και κρατήσουμε μερικούς φίλους αυτό θα είναι φανταστικό. Είχα και πολλές δύσκολες στιγμές σκηνοθέτες περίεργους και αυστηρούς , έχω βάλει τα κλάματα την ώρα της πρόβας και έχω νιώσει την απόρριψη. Είμαι όμως πεισματάρα και όταν νιώθω ότι κάποιος δεν είναι ευχαριστημένος από εμένα πεισμώνω και θέλω να το κάνω καλά. Έχω πάντα στο μυαλό μου ότι θέλω να ανταπεξέρχομαι στις προσδοκίες των ανθρώπων που με έχουν επιλέξει για μία δουλειά. Αν κάποια στιγμή συνειδητοποιώ από δική μου ανασφάλεια ή επειδή μου το λένε ότι δεν είμαι επαρκής, ότι θέλουν κάτι άλλο προσπαθώ πιο πολύ γιατί θέλω στο τέλος μιας δουλειάς οι άνθρωποι να πουν ότι «καλά κάναμε και πήραμε τη Σκαφιδά ήταν μια σωστή κίνηση» και όχι να πει ότι ήμουν λάθος επιλογή τελικά και δεν τα κατάφερα.
Θέατρο, τηλεόραση, σινεμά τι σημαίνουν για σένα; Τα διαχωρίζεις;
Ο σκοπός και των τριών μέσων είναι η αλήθεια. Να πω μια ιστορία και ο κόσμος να καταφέρει να ταυτιστεί μαζί μου ή μια πλευρά της προσωπικότητάς του με έναν από τους ήρωες που υποδυόμαστε, όποιος και αν είναι ο ρόλος μου είτε κάνω μια λεπρή Κρητικοπούλα το 1950 ή ακόμα και αν είναι μία κοπέλα επαναστάτρια το 1920 στην Αστροφεγγιά. Είναι βέβαια διαφορετικά τα μέσα και το καθένα έχει τις δικές του δυσκολίες. Το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός που παίρνει πνοή από το κοινό κάθε βράδυ. Η τηλεόραση και ο κινηματογράφος έχουν σαν δυσκολία τον κατακερματισμό του ρόλου όπου την πρώτη μέρα μπορεί να ξεκινήσεις με τη τελευταία σκηνή της ταινίας και μετά να συνεχίσεις με τη πρώτη. Χρειάζεται μία συνεχή ετοιμότητα ο κινηματογράφος και μία πάρα πολύ καλή προετοιμασία. Τώρα αν με ρωτάτε ποιο ξεχωρίζω, χωρίς να υποτιμώ τα άλλα δύο μέσα, έχω λίγη παραπάνω αγάπη στον κινηματογράφο. Ιδανικά, αν θα μπορούσα να ζήσω από τον κινηματογράφο θα έκανα μόνο αυτό.
Ποια τα επαγγελματικά σου σχέδια;
Ξεκινάμε τέλος Οκτωβρίου με την «Αστροφεγγιά» του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου στο θέατρο Χώρα σε σκηνοθεσία και διασκευή του Πέτρου Ζούλια. Είμαστε μία ωραία παρέα νέων ανθρώπων, ο Αντίνοος Αλμπάνης, ο Σταύρος Σβήγκος, η Ευδοκία Ρουμελιώτη, ο Χάρης Τζωρτζάκης, ο Ιωάννης Παπαζήσης, ο Δάνης Κατρανίδης, η Ρένια Λουιζίδου και άλλοι καλοί συνάδελφοι και η παράσταση θα πάει μέχρι το τέλος της χρονιάς. Επίσης, θα έχω μία κινηματογραφική συμμετοχή στην ταινία «Νίκος Καζαντζάκης» του Γιάννη Σμαραγδή θα υποδυθώ την Ίτκα, μία Εβραιοπούλα που γνωρίζει ο Καζαντζάκης στο Βερολίνο και τον μυεί στον Στάλιν και τον Κομμουνισμό που είναι κάτι καινούργιο για την εποχή. Δείχνει ότι τον επηρεάζει παρόλο που η σχέση τους δεν κρατάει πολύ. Επιστρέφει στην Ελλάδα έχοντας κρατήσει μια αλληλογραφία και αποδεικνύεται πως ήταν μία από τις γυναίκες της ζωής του που τον ενέπνευσαν.
Πες μας λίγα λόγια για το ρόλο σου στην «Αστροφεγγιά»;
Η «Αστροφεγγιά» είναι ένα έργο που ασχολείται με μία ιστορία εφηβείας. Είναι ένα έργο που δείχνει την πολιτική και οικονομική αστάθεια της εποχής μέσα από μία παρέα παιδιών που ερωτεύονται, αγαπιούνται, είναι ανέμελα μέχρι τη στιγμή που πάνε στον πόλεμο και συμβαίνουν διάφορα πράγματα. Ο ρόλος που υποδύομαι είναι η Έρση είναι μία κοπέλα που σπουδάζει νομικά αλλά της αρέσει πολύ η ποίηση και το θέατρο. Για την εποχή της είναι μία κοπέλα που συχνάζει, όπως θα λέγαμε σήμερα σε underground στέκια, είναι λίγο στο περιθώριο. Συχνάζει στο «Μαύρο Γάτο» που είναι ένα καλλιτεχνικό στέκι της εποχής και κατά κάποιον τρόπο αριστερίζον όπου εκεί μέσα γεννιούνται μεγάλοι ποιητές και σοφοί, άνθρωποι που διαβάζουν ρώσικη λογοτεχνία που είναι απαγορευμένη. Εκεί μυεί και τον πρωταγωνιστή μας σε αυτή την παρέα. Είναι διαφορετική κοπέλα από αυτές της γενιάς και όπως λέει η ίδια έχει δει την άβυσσο και όποιος την έχει δει μετά δεν μπορεί να δει τίποτα άλλο, πάει χάθηκε, καταστράφηκε. Είναι μία κοπέλα που ψάχνεται παραπάνω σε αντίθεση με την άλλη παρέα του Άγγελου, του πρωταγωνιστή, που είναι πιο πλούσιοι και ασχολούνται πιο πολύ με τα πάρτι τους και τους έρωτες. Όπως λέει η ίδια είναι παιδί της εποχής της και παίρνει μέρος σε αυτή.
Ποιο το μήνυμα που λαμβάνει ο θεατής;
Το μήνυμα είναι εντελώς διαχρονικό αν και το έργο γράφτηκε το 1945. Μιλά για την πολιτική αστάθεια και την οικονομική δυσπραγία και είναι σαφές ότι τα ηθικά και τα ψυχολογικά προβλήματα που ανακύπτουν σε περιόδους κρίσης είναι τα ίδια σε οποιαδήποτε εποχή είτε κρίση είναι αυτή που βιώνουμε εμείς, είτε ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είτε η Μικρασιατική Καταστροφή. Μιλά για ανεκπλήρωτα όνειρα και χαμένες ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς που βγαίνουν από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο πανηγυρίζουν, έχουν ελπίδες για το μέλλον και ξαφνικά έρχεται ο Μικρασιατικός Πόλεμος, έρχεται η φυματίωση και γκρεμίζονται όλα. Διαψεύδονται οι ελπίδες και αποπροσανατολίζεται αυτή η γενιά.
Η τηλεόραση σου έχει λείψει;
Ναι, είμαι παιδί της τηλεόρασης γιατί από εκεί ξεκίνησα, μετά έκανα σινεμά και μετά θέατρο. Μου λείπει αρκετά η μυθοπλασία και σαν θεατής και σαν ηθοποιός, νομίζω ότι είχαμε μία καλή τηλεόραση. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα έκανα ότι να ‘ναι, έχω καταφέρει να αντισταθώ μέχρι στιγμής.
Όταν παίρνεις ένα κείμενο στα χέρια σου πως αισθάνεσαι;
Έχω περιέργεια να δω τι είναι αυτό που θα παίξω. Αυτό που με ιντριγκάρει είναι στην πρώτη ανάγνωση τι φαντάζομαι, οι εικόνες που μου έρχονται και πως το σκηνοθετώ στο μυαλό μου.
Θα εγκατέλειπες το χώρο λόγω της ανασφάλειας που έχει;
Αφού δεν το έχω κάνει μέχρι τώρα νομίζω πως όχι. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που λένε σώνει και ντε ότι εγώ θα πεθάνω στο σανίδι. Είμαι πολύ ανοιχτή και αν ποτέ εγκαταλείψω τη δουλειά, θα είναι γιατί θα νιώσω ότι δεν έχω κάτι να δώσω και μπορώ να κάνω στην άκρη ή να δώσω ένα μεγάλο διάλειμμα ή να διακόψω αυτό που κάνω. Αλλά όχι λόγω οικονομικής ανασφάλειας μόνο αν νιώσω ότι δεν είμαι δημιουργική, ή γιατί έχω την αίσθηση ότι εμείς οι ηθοποιοί περνάμε από τη μια στιγμή στην άλλη χωρίς να έχουμε ζήσει ή έχουμε απομακρυνθεί από την κοινωνία, οπότε με τι ερεθίσματα θα παίξουμε, τι όπλα έχουμε στο οπλοστάσιό μας για να μιλήσουμε και να απευθυνθούμε στον κόσμο;
Τελικά θεωρείς ότι για την κρίση ευθύνεται η προηγούμενη γενιά;
Κάπου διάβασα και μου άρεσε πολύ ότι «κάθε γενιά είναι καθρέφτης της προηγούμενης». Δεν ξέρω αν πρέπει να το γενικεύσω ότι κάθε κατάσταση αυτής της γενιάς είναι καθρέφτης της προηγούμενης. Σίγουρα έχει τις ευθύνες της αλλά δεν μου αρέσει να ρίχνω τις ευθύνες και να επαναπαυόμαστε. Δεν το θεωρώ ηθικά σωστό. Ότι και αν μας παραδόθηκε ακόμα και αν αυτό είναι απογοητευτικό ή καταστροφικό όπως στις μέρες μας, οφείλουμε εμείς για την επόμενη γενιά να το φτιάξουμε, δηλαδή αν το πήραμε στο μηδέν να το πάμε στο τρία. Είμαστε υπόλογοι εμείς για τη γενιά που έρχεται.
Τι είναι αυτό που θα σου φτιάξει τη μέρα και θα σε κάνει να χαμογελάσεις;
Μου αρέσει πολύ το τρέξιμο και με κάθε ευκαιρία πηγαίνω. Αν ξεκλέψω μια ώρα μέσα στη μέρα και τρέξω πέντε – δέκα χιλιόμετρα θα μου δώσει πολύ μεγάλη χαρά και σωματική ενέργεια. Επίσης, ένα τραγούδι που άκουσα το πρωί ή ένα πολύ ωραίο μήνυμα που είδα στο κινητό μου όταν ξύπνησα.
Ποιες οι μικρές απολαύσεις που προσφέρεις ως επιβράβευση σε σένα;
Το τρέξιμο που όταν πιέζομαι πολύ είναι τρόπος διαφυγής μου, το φαγητό με τους φίλους μου σε κάθε ευκαιρία και το σινεμά. Είναι μικρή καθημερινή απόλαυση για μένα να βλέπω μία ταινία.
Ποια τα όνειρά σου;
Να είμαι δημιουργική, είναι κάτι που με απασχολεί πολύ στην καθημερινότητά μου. Αν με ρωτούσες πως θα ήθελα να είμαι μετά από δέκα χρόνια θα ήθελα να βρίσκομαι ακόμα σε αυτή τη δουλειά και να καταφέρνω να ανταπεξέρχομαι στις προσδοκίες των ανθρώπων που με εμπιστεύονται είτε αυτοί είναι οι άνθρωποι που με επιλέγουν, είτε αυτοί που συνεργάζομαι, είτε το κοινό.
Πως σε εξέλιξε ο χώρος ως προσωπικότητα;
Νομίζω ότι πάντα στην αρχή της καριέρας μας τα ερεθίσματα που παίρνουμε είναι πολύ σημαντικά και εγώ είχα τη τύχη να έχω ερεθίσματα από σπουδαίους ανθρώπους που συνεργάστηκα. Οι άνθρωποι και οι συνεργασίες για μένα είναι πολύ σημαντικές. Οι συναντήσεις με κάποιους ανθρώπους που μου με ενέπνευσαν να διαβάσω λογοτεχνία, θέατρο, να πάω μια ώρα πιο νωρίς στην πρόβα και με εξέλιξαν.
Τι σου έχει διδάξει μέχρι σήμερα η ζωή; Πως χαράζεις την πορεία σου;
Νιώθω ακόμα ότι είμαι πάρα πολύ μικρή για μεγάλα λόγια. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι ο δρόμος ποτέ δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα και αυτό που έχω εγώ σαν κανόνα είναι ότι με οτιδήποτε καταπιαστείς δεν θα γίνει τυχαία από μόνο του αλλά χρειάζεται την αφοσίωσή μας και απαιτεί από εμάς προτεραιότητα. Έχω μάθει ότι πρέπει να βάζεις προτεραιότητες στη ζωή σου.