Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Σύρμο

Ο Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος, είναι ένας ευαίσθητος μα και τολμηρός ποιητής. Η πρώτη του ποιητική συλλογή: «Βαβέλ», (εκδόσεις Anima, 2017), έρχεται να μας αποκαλύψει τις ανησυχίες, τις σκέψεις και τον εσωτερικό του κόσμο. Ο Κωνσταντίνος, ανήκει σε μια νέα, ξεχωριστή γενιά ποιητών, που αξίζουν την προσοχή μας. Γεννήθηκε στο Καρπενήσι, το 1989. Ασχολείται επίσης, με την κριτική λογοτεχνίας και ποίησης καθώς και με τη δημοσιογραφία. Μέσα από τις ειλικρινείς και αφιλτράριστες απαντήσεις του, στη συνέντευξή μας για το iART, τον γνωρίζουμε εις βάθος.

Κωνσταντίνε, πως επηρεάζει η ποίηση που γεννάς, την ιδιότητά του κριτικού λογοτεχνίας και ποίησης, που κατέχεις; Και πως η κριτική ματιά σου, επιδρά στην ποιητική έκφρασή σου;

 Είναι, πραγματικά, πολύ δύσκολη η συνύπαρξή τους. Όσο κι αν προσπαθώ να αφήνω τον εαυτό μου ελεύθερο να εκφραστεί και να πειραματιστεί… υπάρχει πάντα μια φωνή η οποία με επηρεάζει. Τις περισσότερες φορές με αποθαρρύνει. Γι’ αυτό τον λόγο δεν γράφω συχνά. Υπήρξαν περιπτώσεις όπου κατέστρεψα ολοκληρωμένες συλλογές.

Η πρώτη σου ποιητική συλλογή ονομάζεται «Βαβέλ», μία Βαβέλ εσωτερικών φωνών, όπως ένιωσα καθώς σε διάβαζα. Πιστεύεις πως φτάνουν ποτέ σε συνεννόηση οι εσωτερικές μας φωνές; Και αν ναι, πως θεωρείς μπορεί να επιτευχθεί;

 Έχεις δίκιο. Δεν νομίζω πως μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο όσο κι αν καταφέρεις να ισορροπήσεις ως άτομο. Θεωρώ πως, εκ φύσεως, είμαστε άκρως αντιφατικά όντα. Συνυπάρχουν μέσα μας διάφορες δυνάμεις οι οποίες πότε εναρμονίζονται μεταξύ τους και πότε συγκρούονται. Για μένα το σημαντικότερο είναι να το δεχθείς ως γεγονός κι από εκεί και πέρα να δουλέψεις επάνω σ’ αυτή την βάση, ώστε ακόμα και η σύγκρουση να αποτελεί ευκαιρία για βελτίωση κι εξέλιξη.

Βέβαια, δεν θα πρέπει να αγνοούμε και τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Κάτι που, και πάλι, θα πρέπει κι εσύ ο ίδιος να προσπαθείς να αλλάξεις. Κυρίως, σ’ αυτό το τελευταίο αναφέρεται η Βαβέλ. Στην προσπάθεια για αλλαγή.

Γράφεις σε ένα από τα ποιήματα της «Βαβέλ»: «απ’ όλα τα γράμματα / της αλφαβήτου / κοίτα / που βρέθηκα / σ’ αυτό το δίδυμο / κάπα / να ναυαγήσω.» Είναι πιστεύεις ο κάθε άνθρωπος ένας ναυαγός μέσα σε έναν άλλον άνθρωπο; Μέσα σε μια καταναγκαστική ταυτότητα;

Εν δυνάμει και στα δύο. Μπορείς να εγκλωβιστείς μέσα σε μια σχέση με έναν σύντροφο. Εκεί αντιπαλεύονται ο φόβος της μοναξιάς, η αγάπη και πιθανόν το πάθος. Πλάθεις για τον άλλο μιαν ιδανική εικόνα κι έπειτα κάνεις τα αδύνατα δυνατά για να αποτύχει εκείνος να ανταποκριθεί στις “απαιτήσεις” σου. Μόλις συμβεί αυτό, στρέφεις το μένος σου σ’ ό, τι θεωρούσες προτέρημά του και τα βάζεις με την κακιά σου μοίρα. Εσύ, το πληγωμένο θύμα που έπεσες στις δαγκάνες του. Λησμονείς ό, τι προηγήθηκε και πλέον ζεις τρέφοντας την ήδη υπερτροφική αυτό-ταπείνωσή σου.

Από την άλλη, μπορείς να εγκλωβιστείς σε μια ταυτότητα. Κι αυτό ξεκινάει από την εφηβεία. Η ανάγκη σου να δεις τον εαυτό σου μέλος μιας ομάδας έρχεται να συναντήσει το σκοτεινό τέρας που λέγεται «Φόβος θανάτου». Αυτά τα δυο συγχωνεύονται σ’ ένα κράμα που είναι –τις περισσότερες φορές- δύσκολο να το αναγνωρίσεις. Κι από εκεί και πέρα μπλέκεις σ’ έναν λαβύρινθο αυτό-περιορισμών και αυτό-εξαναγκασμών. Σ’ αυτό, έχεις και τους κοινωνικούς ρόλους να σε επιβραβεύουν και τέλος να σε οδηγούν ευθεία στην αφάνιση κάθε υποκειμενικού σου στοιχείου.

Και στην μια περίπτωση και στην άλλη, θα καταλήξεις ένα ναυαγισμένο πλοίο. Εγώ προτιμώ την πρώτη περίπτωση. Θεωρώ ότι ο έρωτας απαιτεί την άνευ όρων παράδοσή σου. Κάτι που αναπόφευκτα θα έχει αυτή την κατάληξη.

Αν ένα παιδί δέκα ετών σε ρωτούσε: «Τι είναι ποιητής;» Τι θα του απαντούσες;

 Ωχ, δύσκολη ερώτηση, που ένα παιδί έχει πάντα την ανάγκη να την θέτει, ώστε την επόμενη στιγμή να αμφισβητήσει την απάντησή σου… αρχίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο τις προσωπικές του εξερευνήσεις στα μυστικά του κόσμου.

Αλλά μάλλον πάω να υπεκφύγω… επομένως απαντώ: «Ποιητής είναι εκείνος που δεν φοβάται να κολυμπήσει στο αδύνατο. Τρέφεται με το όνειρο και καταλήγει στην ουτοπία. Φοράει το προσωπείο του μοναχικού, του αδιάφορου, ίσως και του παρακμιακού, για να κρύψει την φλόγα της προσωπικής του υπέρβασης, που δεν χωρά στα μέτρα της εποχής του». Αυτούς αναγνωρίζω ως ποιητές. Οι υπόλοιποι στιχοπλόκοι με αφήνουν απλά αδιάφορο.

Στο παιδί, λοιπόν, θα έλεγα πως ποιητής, είναι εκείνος που μπορεί να κάνει ένα τριαντάφυλλο μαργαριτάρι, δίχως να χάσει τίποτα από την αρχική του ευαισθησία, το άρωμα και την απαλότητά του. Δύο φύσεις διαφορετικές σε μια αρμονική μορφή.

Ασχολείσαι και με τις μεταφράσεις, τι σε έσπρωξε σε αυτό και γιατί επέλεξες να αποδόσεις στην ελληνική γλώσσα, τους Ρεμπώ και Πίντερ;

 Η επιλογή αυτή δεν είναι καθόλου τυχαία. Είναι μια προσπάθεια που την ξεκίνησα στα δεκατέσσερά μου χρόνια και συνεχίζει μέχρι τώρα. Δεν είμαι επαγγελματίας μεταφραστής. Τυχαίνει να μαθαίνω εύκολα τις ξένες γλώσσες κι έτσι βρήκα έναν τρόπο να έρχομαι σε συνομιλία με τους δημιουργούς που θαυμάζω και να μελετάω πιο προσεκτικά τα έργα τους.

Από την άλλη, στον Πίντερ, χρωστάω πολλά. Πρώτον, μέσω της ανάγνωσης τόσο των έργων του όσο και των πολιτικών του άρθρων, μπόρεσα να διαχειριστώ μια όχι και τόσο εύκολη εφηβεία. Κι έπειτα, υπήρξε καταλύτης για τον δρόμο που ακολούθησα. Μου έδωσε το θάρρος να ακολουθήσω τα όνειρά μου… τα οποία θα με οδηγούσαν σε αβέβαια μονοπάτια.

Παρακολουθώντας σε, παρατήρησα με χαρά, πως εκφέρεις με θάρρος την άποψή σου για τα πολιτικά και τα κοινωνικά ζητήματα, κάτι που η πλειοψηφία των ανθρώπων του λόγου, το αποφεύγει. Γιατί θεωρείς πως κρατούν τούτη την στάση;

 Από τα δεκαεφτά μου χρόνια είχα την ευλογία να μπω στον χώρο του έντυπου τύπου και μάλιστα με δικούς μου όρους. Κάτι που κάτω από κανονικές συνθήκες θα ήταν τρελό. Έτσι ξεκίνησα το ταξίδι μου στην δημοσιογραφία το οποίο συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ήδη επηρεασμένος τόσο από τον Πίντερ όσο και από τα γεγονότα που ακολούθησαν την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, άρχισαν να δημιουργούνται μέσα μου διάφοροι προβληματισμοί και μια τρομερή απέχθεια γι’ αυτό που ονομάζεται εξουσία.

Έτσι, άρχισα να ερευνώ αυτά τα θέματα και να προσπαθώ να δείξω εκείνη την όψη των γεγονότων που, τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και τα κυρίαρχα ΜΜΕ, προσπαθούσαν να αποκρύψουν.

Για τους άλλους δεν μπορώ να μιλήσω. Πάντως, νομίζω πως σύντομα τα πράγματα θα αλλάξουν για έναν απλό λόγο: Η εικόνα του διανοούμενου και του ουδέτερου δεν πουλάει πλέον…

Σε μια ανάρτησή σου σε κοινωνικό δίκτυο, έγραψες, αναφερόμενος στις αντιδράσεις του κόσμου και στην δημοσιογραφική κάλυψη του θέματος των πυρκαγιών στην Αθήνα, πως μας καυλώνει η φρίκη. Συμφωνώντας απόλυτα μαζί σου, σε ρωτώ, τι μας καυλώνει στην φρίκη;

 Καταρχήν, αυτό που πρώτος ο Φρόυντ ανέφερε… το ότι, δεν είμαστε εμείς τα θύματα της εκάστοτε φρίκης αλλά κάποιοι άλλοι. Έπειτα, από την δεκαετία του ’90, διαποτιστήκαμε τόσο με τέτοιες εικόνες, που πλέον αγγίζουμε τα όρια της ανοσίας. Γι’ αυτό τον λόγο οι διαφημιστές έχουν την ανάγκη να αυξάνουν όλο και περισσότερο όχι μόνο την δόση αλλά και την έντασή τους.

Άλλωστε, μην παραβλέπουμε το γεγονός ότι η μετά-νεωτερική εποχή έχει τον χαρακτήρα μιας παρατεταμένης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης και η φρίκη είναι -φυσικά- η τροφή της…

Στα ποιήματά σου κυριαρχεί το αίσθημα του πόθου, της καθημερινής μας απάθειας, της λαγνείας, της ματαιότητας, ενώ παράλληλα “εκθέτεις” και την σεξουαλική σου προτίμηση. Ως κριτικός ποίησης, πως θα χαρακτήριζες τον δημιουργό και τις λέξεις της «Βαβέλ»;

 Γενικά, με ενδιαφέρουν οι ακραίες καταστάσεις του ψυχισμού. Αυτό, πιθανόν, προέκυψε από το αστυνομικό ρεπορτάζ που αποτελεί την ειδικότητά μου και από κάποια θέματα που ασχολήθηκα. Από τότε μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να εξηγήσω τι ωθεί κάποιον σ’ ένα τέτοιο θολό τοπίο.

Από την άλλη, ως κοινωνία, έχουμε την ανάγκη να φανερώνουμε μονάχα το αγγελικό μας πρόσωπο και να κρατάμε στην αφάνεια το υπάρχον και πολύ δραστήριο (κατά τα άλλα….) δαιμονικό μας. Η Βαβέλ υπήρξε μεγάλο στοίχημα για μένα… πίστεψα πως δεν θα κατάφερνα να το ολοκληρώσω, αλλά τελικά νίκησα. Στην Βαβέλ εκθέτω τον εαυτό μου… άρα αναπόφευκτα θα μιλούσα και για την σεξουαλικότητά μου… αλλιώς, θα κατέληγε σ’ ένα ανούσιο και βαρετό κρυφτούλι…

Η Ελλάδα του 2018 έχει αποδεχτεί την ομοφυλοφιλία; Πως το αντιλαμβάνεσαι στην καθημερινότητά σου;

 Φυσικά και όχι. Παριστάνει την προοδευτική μ’ ένα είδος “μοχθηρής” ανοχής. Άλλωστε, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, τα εγκλήματα μίσους αυξάνονται κάθε χρόνο και μέσα σ’ αυτά περιλαμβάνονται και εγκλήματα κατά ομοφυλόφιλων.

Αυτό που με πληγώνει είναι η κατάσταση με τους εφήβους. Ζουν μέσα στον τρόμο και πολλοί απ’ αυτούς δεν έχουν ένα στήριγμα. Λαμβάνω πολλά μηνύματα από εφήβους οι οποίοι αισθάνονται απόγνωση. Ας τους βοηθήσουμε επιτέλους! Και το πρώτο βήμα γι’ αυτό, είναι να μάθουμε να αγαπάμε άνευ όρων…

Έχεις ασχοληθεί και με το θεατρικό κείμενο, πως είναι το πέρασμα από το ένα λογοτεχνικό είδος στο άλλο; Θα δοκίμαζες την πένα σου και στην συγγραφή μυθιστορήματος;

 Λατρεύω το θέατρο. Από μικρός παρακολουθώ παραστάσεις. Ως γραφή με απελευθέρωσε. Η ποίηση σε περιορίζει μορφικά. Στο θεατρικό κείμενο κατάφερα να περάσω το πολυδιάστατο των πραγμάτων, των συναισθημάτων, των γεγονότων και φυσικά την αντιφατικότητα του ανθρώπου… για την οποία μίλησα προηγουμένως.

Δεν νομίζω πως θα αποτολμούσα να ασχοληθώ με το μυθιστόρημα. Αν και διαβάζω υπερβολικά πολλά μυθιστορήματα διαφόρων ειδών… Είναι ένα τρομερά απαιτητικό είδος γραφής κι εγώ είμαι ένας αδιόρθωτος τεμπέλης.

Σε ένα χαρακτηριστικό, της γραφής  σου, ποίημα, με τίτλο: «Τυχαία συνάντηση με τον Χριστό». Εκτός από τα μάτια εκείνου του αγοριού, που αλλού “υπάρχει” ο Χριστός; Τι είναι για ‘σένα “Χριστός”;

 Χμ, δεν το έχω σκεφτεί… Είμαι και άθεος και άθρησκος αλλά θαυμάζω τόσο τον Χριστό όσο και τον Βούδα σαν ιστορικά πρόσωπα. Ως πρόσωπα, δηλαδή, που πόρρω απέχουν απ’ το πρότυπο που παρουσιάζουν οι οργανωμένες θρησκείες.

Υπήρξαν επαναστάτες, ασυμβίβαστοι κι εμπνευσμένοι. Όσο κι αν δεν μου ταιριάζει η φιλοσοφία τους, δεν γίνεται να μην αισθανθώ δέος για την παρουσία τους στην εξέλιξη του πνεύματος και των κινημάτων και να μην εξοργιστώ για τον ρόλο της εκκλησίας στην ιστοριογραφία- άρα και στην παραχάραξη της ιστορίας.

Τι σχέδια έχεις για το μέλλον και που μπορεί κάποιος να διαβάσει κείμενα σου;

Αρχικά, να αντέξω. Ζούμε όλοι κάτω από συνθήκες δύσκολες που μας στερούν το δικαίωμα να ελπίζουμε. Πιστεύω, πως η εποχή μας είναι η αφετηρία ενός δυσοίωνου μέλλοντος. Από εκεί και πέρα, να συνεχίσω να κάνω αυτά που κάνω. Θα ήθελα να δώσω μεγαλύτερο χώρο στην δημοσιογραφία που την είχα παραμελήσει κάπως.

Συνεργάζομαι με πολλά έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, όπως: fractalart.gr, staxtes.com, monocleread.gr, iporta.gr, tokoskino.me, tovivlio.net, poiein.gr, logografis.gr, bibliotheque.gr, grafomichani.com, chalice.edu.gr, homouniversalisgr.blogspot.com, thraca.gr κ.ά.

Στην σελίδα μου τόσο στο facebook όσο και στο twitter και το linkendin μπορεί κάποιος πιο εύκολα να βρει την τρέχουσα δραστηριότητά μου και να επικοινωνήσει μαζί μου. Επίσης, διαχειρίζομαι το ηλεκτρονικό περιοδικό για τις τέχνες και τον πολιτισμό: https://alliosmagazine.wordpress.com