servou1

Της Άννας Παχή

H Λυδία Σέρβου, με αφορμή το νέο της δίσκο, μιλά στο iART εφ’ όλης της ύλης. Με αυτοκριτική διάθεση και ειλικρίνεια μας παίρνει μαζί της σε ένα ταξίδι στη μουσική και τη δημιουργία.

Μίλησέ μας για την καινούρια σου δουλειά.

Περιέχει εννέα καινούρια τραγούδια, τη μουσική των οποίων έχουν γράψει οι Σταμάτης Χατζηευσταθίου, Νεοκλής Νεοφυτίδης και Γιώργος Δημητριάδης. Οι στίχοι είναι διαφόρων δημιουργών με βασικό στιχουργό τον Ανδρέα Καραγιαννίδη, που με τρόπο μαγικό ένωσε τους συνθέτες. Είμαστε πολλά χρόνια φίλοι με τον Ανδρέα. Συνεργάστηκε με το Σταμάτη σε ένα τραγούδι που μου άρεσε πολύ, αν και προοριζόταν για άλλη τραγουδίστρια. Όταν εκείνη δεν το είπε, το ζήτησα. Ο Σταμάτης συμφώνησε και ξεκίνησε η συνεργασία. Το «Όση μου’λειψε αγκαλιά» είναι το πρώτο δικό του τραγούδι που ερμηνεύω, μάλιστα έχει γράψει και τους στίχους. Ο Γιώργος Δημητριάδης άκουσε τη δουλειά μας, του άρεσε, κι έγραψε ένα τραγούδι. Όλες οι συνεργασίες του δίσκου προέκυψαν κάπως έτσι. Είναι ωραίο να γινόμαστε παρέα, φίλοι. Είναι πολύ δημιουργική διαδικασία.  Η ενορχήστρωση είναι επίσης του Νεοκλή, με αυτόν το δίσκο επισφραγίζεται ας πούμε η μακρόχρονη σχέση μας. Είναι εξαιρετικά  ταλαντούχος, κάθε κομμάτι, στα χέρια του πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Πέρα από τα καινούρια, ο δίσκος περιέχει «Το παιδί με το Ταμπούρλο» των Γιώργου Χατζηνάσιου και Νίκου Γκάτσου, τραγούδι ιδιαίτερα σημαντικό για μένα, καθώς με αυτό «αποχαιρέτησα» την καλύτερή μου παιδική φίλη και με συντροφεύει πάντα. Ο δίσκος θα ολοκληρωθεί με την καινούρια χρονιά και θα κυκλοφορήσει σε cd, από την εταιρεία “Όγδοον”.

H πρώτη, προσωπική σου δισκογραφική εμφάνιση ήταν το «Κάμε τον ύπνο σύννεφο». Πως προέκυψε ένας δίσκος με νανουρίσματα;

Σε μια βόλτα, αγόρασα μια συλλογή με νανουρίσματα. Την άκουσα και μου φάνηκε αταίριαστο που υπήρχε ολόκληρη ορχήστρα από πίσω. Πρόκειται για δημιουργίες των μεγαλύτερων Ελλήνων συνθετών και σκέφτηκα να τα προσεγγίσω αλλιώς. Να δημιουργήσω την εικόνα ενός δωματίου όπου ο γονιός νανουρίζει το παιδί με παρέα ένα έως δυο όργανα. Μοιράστηκα την ιδέα με μερικούς φίλους/ συναδέλφους, τους άρεσε και  γεννήθηκε ο δίσκος. Γράφτηκαν μάλιστα και μερικά καινούρια τραγούδια. Η παραγωγή κράτησε τρία χρόνια, αλλά με χαροποίησε το γεγονός ότι όλοι οι συνθέτες που προσέγγισα για την άδεια των τραγουδιών, ανταποκρίθηκαν θετικά. Αυτό με βοήθησε να προχωρήσω, να μην το βάλω κάτω καθώς  απογοητεύτηκα πολλές φορές, ειδικά στα οικονομικά. Σκεφτόμουν πως  δε θα έβρισκα δισκογραφική εταιρεία, πως αυτό που έκανα δεν αφορά κανέναν… Πάντα όμως κάποιος έλεγε «προχώρα». Όλοι οι συντελεστές, οφείλω να το πω, με στήριξαν πολύ και τους ευχαριστώ.  Μου έδειξαν πως υπάρχει λόγος να δημιουργούμε, να μην κάνουμε πίσω στα όνειρά μας. Υπάρχει ένα τραγούδι του Ηλία Λιούγκου τον οποίον δεν ήξερα πώς να προσεγγίσω. Τελείως τυχαία, μου έστειλε αίτημα φιλίας στο facebook και καταλήξαμε να συνεργαστούμε. Η Αγάπη Δημητρούκα, πνευματική κληρονόμος του Νίκου Γκάτσου, μου επέτρεψε να χρησιμοποιήσω το στίχο του «Κάμε τον ύπνο σύννεφο», που είναι ο τίτλος αυτής της δουλειάς. Για το τραγούδι της Ισιδώρας Σιδέρη με βοήθησε πολύ ο Γιάννης Ζουγανέλης.  Φτιάχνοντας ένα demo για το Στέφανο Κορκολή, τον συνάντησα στο στούντιο, το άκουσε κι έδωσε αμέσως την άδειά του. Στο δίσκο περιλαμβάνονται τραγούδια του Κώστα Βίρβου και του Βασίλη Δημητρίου, είναι οι τελευταίες άδειες που έδωσαν. Ο δίσκος έκλεισε με ένα τραγούδι της Χάρις Αλεξίου, αυτό που ακούστηκε ίσως περισσότερο. Η δουλειά αυτή έγινε πραγματικότητα με ένα μαγικό τρόπο. Δε θεώρησα ποτέ αυτό το δίσκο κατάλληλο μόνο για παιδιά. Νομίζω πως απευθύνεται και σε ενήλικες, για να τους βοηθήσουν να χαλαρώσουν το παιδί. Για αυτό ίσως πήγε πάρα πολύ καλά.

«Όση μου΄λειψε αγκαλιά». Ένα νέο, «εσωτερικό» κομμάτι.

Το έγραψε ο Σταμάτης, κι όταν μου έστειλε το demo αναρωτήθηκα μήπως με παρακολουθεί. Ταίριαξε πολύ με την ιδιοσυγκρασία μου.  Ήταν ένα στοίχημα, καθώς είναι τελείως διαφορετικό από ότι έχω κάνει μέχρι τώρα. Όμως και από την εταιρεία με συμβούλεψαν να κάνω κάτι διαφορετικό. Είναι γεγονός πως «κέρδισα» κάποιους που δε με ήξεραν, αν και κάποιοι άλλοι δεν δέχτηκαν αυτήν την αλλαγή. Παρόλα αυτά, το τραγούδι αρέσει πολύ.

Υπάρχει κόσμος που εργάζεται και δημιουργεί εκτός συστήματος.   

Είμαστε πολλοί. Ο καθένας έχει την ομάδα του, αλλά συνεργαζόμαστε κιόλας. Υπάρχει χώρος για όλους. Το σύστημα χρειάζεται άλλαπράγματα. Έχει να κάνει με το πόσο καλός είσαι στις δημόσιες σχέσεις, στην επικοινωνία κι εκεί, κάποιοι υστερούμε. Ξεκίνησα με τη Μαρίζα Κωχ, πολύ μικρή. Έμεινα μαζί της δεκατρία χρόνια και δεν πάλεψα για μένα την εποχή που έπρεπε. Επαναπαύθηκα σε μια συγκεκριμένη δουλειά. Τραγουδούσα, αλλά κάτω από τις φτερούγες κάποιου άλλου. Όταν έκλεισε ο κύκλος της συνεργασίας ήμουν ήδη τριάντα χρονών. Τα χρόνια που θα μπορούσα να έχω «συστηθεί» στο κοινό κάπως διαφορετικά, είχαν περάσει.  Από την άλλη, κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Κέρδισα εμπειρία, τόσο στο τραγούδι όσο και στη διδασκαλία, καθώς ξεκινήσαμε μαζί το «Εργαστήρι Βιωματικής Μουσικής Παιδείας».  Τώρα βγήκε μπροστά η νεότερη γενιά, καλά έκανε. Έχουμε πολύ αξιόλογα παραδείγματα, η Νατάσα Μποφίλιου, η Ελεονώρα Ζουγανέλη..  σπουδαία γενιά. Παιδιά με αυτοπεποίθηση, αποφασισμένοι να κερδίσουν. Τους χαίρομαι και «ζηλεύω». Δεν έβαλαν μπροστά τον εγωισμό τους, δουλεύουν με ομάδες, κάτι που εμείς χρειάστηκε να φάμε τα μούτρα μας για να το ξεκινήσουμε. Αυτή η δουλειά έχει ματαιοδοξία, πρέπει να περάσεις δύσκολες καταστάσεις για να ισορροπήσεις.  Η νεότερη γενιά είναι πολύ εργατική. Έχουν γνώση κι ενδιαφέρονται να μάθουν, φωνητική, μουσική.. δε βγαίνουν στη σκηνή χωρίς να ξέρουν που πατάνε. Κάνουν κινησιολογία, θέατρο, θέλουν όλο το πακέτο, ανεξάρτητα από το είδος τραγουδιού που υπηρετούν. Είναι πολύ σημαντικό.

Κι εσύ, μια ζωή μουσική, δεν έχεις ασχοληθεί με κάτι άλλο. Όπερα, βυζαντινή..

Αυτό ήθελα, πάντα. Ξεκίνησα μεγάλη, στην Τρίτη Γυμνασίου, μουσική. Όταν ήρθαμε στην Αθήνα μπήκα σε ωδείο. Μελετούσα τα καλοκαίρια, έδινα εξετάσεις τρεις φορές το χρόνο για να περνάω τάξεις. Όταν τελείωσα το σχολείο, θέλησα να ασχοληθώ με το μοντέρνο τραγούδι. Μου άρεσε – και λατρεύω – το Μάνο Χατζηδάκη, το Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο αλλά και πιο λαϊκά ακούσματα. Όμως, το ρεπερτόριο που έκαναν εκείνη την εποχή στο ωδείο παραήταν ποπ για μένα. Ο Χατζηδάκης ανήκε στο κλασικό τραγούδι.  Η προτροπή ήταν να πάρω τις βάσεις από εκεί. Σπούδασα όπερα, στην πορεία την αγάπησα, δε θα μπορούσα όμως να το υποστηρίξω σαν καριέρα. Δε μου αρέσει να τραγουδάω σε άλλες γλώσσες για πολύ, άλλο να πω δυο τρία τραγούδια. Θέλω να καταλαβαίνει ο κόσμος που με ακούει τι λέω, να κλάψουμε μαζί, να διασκεδάσουμε. Οπότε, παράλληλα με τις σπουδές, έχτισα το ρεπερτόριό που αγαπάω, δουλεύοντας. Λόγω της Μαρίζας που ασχολείται πολύ με το παραδοσιακό, είδα πως η φωνή μου ήταν πολύ «ευρωπαϊκή»,  ίσια. Ξεκίνησα βυζαντινή μουσική για να τραγουδήσω καλύτερα τα παραδοσιακά, τα λαϊκά. Με βοήθησε πολύ. Εξαιτίας της διδάσκω σε μουσικό σχολείο και παρόλο που πανικοβλήθηκα λίγο γιατί δεν το είχα ξανακάνει, ήταν ωραία εμπειρία.

Πολλές δουλειές, πολλές συνεργασίες σε πολλούς χώρους.

Δεν απέρριψα ποτέ πρόταση. Αν μου προτείνουν κάτι στο οποίο μπορώ να ανταπεξέλθω στο επίπεδο που επιθυμώ, θα το κάνω. Έχω ερμηνεύσει κλασικά έργα, παραδοσιακά, και η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία δύο χρόνια αρχίζω και «εκτίθεμαι» περισσότερο σε αυτό το ρεπερτόριο, επειδή νιώθω πιο σίγουρη. Φέτος συμμετείχα σε δυο παραστάσεις όπου είπα πράγματα καινούρια για μένα. Η μια ήταν στο Ηρώδειο, για τη Μικρά Ασία τον περασμένο Σεπτέμβρη. Ήταν παραγωγή της Μητρόπολης Νέας Ιωνίας με τίτλο «Μικρασία φεύγαμε και για σένα λέγαμε» σε καλλιτεχνική επιμέλεια του Ζαχαρία Καρούνη. Συμμετείχαν εξαιρετικοί μουσικοί, είχε απίστευτα χορευτικά και τη σκηνική επιμέλεια της Σοφίας Σπυράτου. Ήταν μαγική εμπειρία να λες αυτά τα τραγούδια, με αυτές τις συνθήκες, στο Ηρώδειο. Η άλλη, ήταν η έκτακτη συμμετοχή μου στα φετινά «Τσιτσάνεια» που είχαν αφιέρωμα στους Τρικαλινούς δημιουργούς, Τσιτσάνη, Καλδάρα,  Βίρβο, Σαμολαδά , Κολοκοτρώνη, Μητροπάνο κι ερμήνευσα ένα τραγούδι του καθενός. Μου δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμαστώ σε άλλο χώρο, σε άλλο κοινό. Νιώθω πολύ καλά που έκανα αυτό το βήμα, μάλιστα σκέφτομαι ένα αφιέρωμα στον Απόστολο Καλδάρα, τον οποίο αγαπώ πάρα πολύ. Αυτές οι δυο εξαιρετικές εμπειρίες, με βοήθησαν να ανοίξω τους ορίζοντές μου. Νιώθω πιο ώριμη , πιο σίγουρη ότι μπορώ να υποστηρίξω κάποια πράγματα. Στα είκοσι, όταν πειραματιζόμουν ακόμη, μου έλεγαν ότι «δεν έχεις πονέσει αρκετά για να πεις κάποια τραγούδια». Τότε θύμωνα, δεν καταλάβαινα τι έλεγαν. Τώρα ξέρω τι εννοούσαν. Είναι διαφορετικές οι εμπειρίες που κουβαλάς από τα είκοσι στα σαράντα. Είναι εικοσαετία πολύ δημιουργική αλλά και πολύ ζόρικη για κάθε άνθρωπο.

Η «αγκαλιά» είναι τραγούδι που ταιριάζει σε πολύ κόσμο.

Έχει πολλές εικόνες. Γενικά τα τραγούδια του Σταμάτη, καθρεφτίζουν ακριβώς τη φάση που περνούσα. Πόσο μάλλον που δε με ήξερε καθόλου. Είναι ωραίο να λες τραγούδια που σε εκφράζουν απόλυτα. Για να με εμπνεύσει ένα τραγούδι πρέπει να με κερδίσει ο στίχος. Σαφέστατα παίζει ρόλο και η μουσική αλλά όσο καταπληκτική και να είναι, αν ο στίχος δε μου «λέει»,  δύσκολα θα το πω. Στα live σκέφτομαι περισσότερο σα θεατής, πως πρέπει να ακουστούν χαρούμενα κομμάτια, τραγούδια που αρέσουν στον κόσμο, της εποχής. Στο δίσκο είναι αλλιώς. Επιθυμώ ο στίχος που θα πω, να είναι «εγώ», είναι πάρα πολύ σημαντικό.

Εκτός από όλα αυτά, διδάσκεις κιόλας.

Η διδασκαλία με κρατάει σε ισορροπία. Είναι σίγουρα κουραστική. Τελευταία ασχολούμαι με βρέφη, που απαιτούν ακόμα μεγαλύτερη αντοχή. Το παιδί έχει άλλη ένταση, άλλη ενέργεια. Μου αρέσει να διδάσκω μικρά παιδιά. Σου επιστρέφουν την ενέργεια που παίρνουν. Βλέπεις πως εξελίσσεται ένα μωρό, το βοηθάς να αναπτύξει τις αισθήσεις του. Οι μεγάλοι, παίρνουν ενέργεια που δεν επιστρέφεται επειδή κάποιοι κάνουν μουσική γιατί το θέλουν οι γονείς, κι άλλοι έρχονται χωρίς να ξέρουν τι θα πει «σπουδάζω τραγούδι». Νομίζουν πως θα αρχίσουν να τραγουδάνε και την επόμενη μέρα θα κατακτήσουν διασημότητα και χρήματα. Όταν τους ζορίσεις λίγο και τους εξηγήσεις πως δεν είναι έτσι τα πράγματα, μπορεί και να τους χάσεις. Τα μικρά σου χαμογελάνε, σε αγκαλιάζουν, σου φέρνουν ζωγραφιές, σου δίνουν ένα φιλί.. Λειτουργεί πολύ έντονα η φαντασία τους, συχνά λένε πράγματα που μπορεί να σου φτιάξουν την εβδομάδα. Οι νέοι που μαθαίνουν τραγούδι – φταίει φυσικά η τηλεόραση, τα πρότυπα – δε θέλουν να δουλέψουν. Μαθημένοι στο έτοιμο, το γρήγορο, δεν έχουν υπομονή. Προσωπικά, ποτέ δεν έλειψα από μάθημα επειδή βαρέθηκα ή ήμουν κουρασμένη. Υπάρχει βέβαια και η άποψη να παίρνεις τα λεφτά σου και να μη σε νοιάζει, αλλά δεν είναι έτσι. Ειδικά όταν υπάρχει ταλέντο στενοχωριέμαι περισσότερο. Τα παιδιά, νομίζουν ότι εφόσον το θέλουν, θα γίνουν τραγουδιστές,  γρήγορα. Αυτό έχει τις αιτίες του στα τηλεπαιχνίδια. Υπήρξα δασκάλα σε X Factor. Όταν το βλέπεις σα θεατής σου αρέσει πολύ. Όμως χρειάζεται πάρα πολύ δουλειά για να βγει στον αέρα. Θεωρώ ότι για τα παιδιά που συμμετέχουν είναι δίκοπο μαχαίρι. Πρέπει να είναι πολύ προσγειωμένα, να έχουν μεγάλη στήριξη από το σπίτι για να μπορέσουν να το διαχειριστούν. Από τη μια μέρα στην άλλη γίνεσαι «ήρωας». Στο πρώτο επεισόδιο δε σε ξέρει κανείς, στο δεύτερο τσιρίζουν για σένα. Αυτό δεν είναι εύκολο για κανέναν, μπορεί να τρελαθείς. Είσαι διαφημιστικό προϊόν. Φέρνεις λεφτά, σταματάς να τα φέρνεις και δίνεις τη θέση σου στον επόμενο. Αυτό δεν είναι τέχνη. Πρέπει να συνειδητοποιήσει ο άλλος, πριν μπει, ότι μόλις το παιχνίδι τελειώσει θα εξαφανιστεί, ακόμη κι αν νικήσει. Τα φώτα φεύγουν. Είναι στενάχωρο για τους παίκτες, θα πρέπει να το πάρουν λίγο χαλαρά.  Είναι βέβαια κι ο τρόπος που σε βλέπει ο κόσμος. Πρόσφατα, μου  συνέβη το εξής: Με το facebook ξαναβρέθηκα με κάποιους φίλους που μεγαλώσαμε μαζί στην Καβάλα και χάρηκα πάρα πολύ. Ο ένας όμως, νόμιζε πως δε θα τον θυμάμαι, επειδή όπως είπε «έχω γίνει γνωστή». Μια φίλη που συνάντησα μετά από πολλά χρόνια, εντυπωσιάστηκε που δεν έχω αλλάξει. Να αλλάξω σε τι; Επέλεξα μια δουλειά όπως κι εκείνη. Έγινα τραγουδίστρια όπως εκείνη διδάσκει Γερμανικά. Εκτίθεμαι στον κόσμο αλλά αυτό δε σημαίνει ότι ξέχασα ποια είμαι, ποιοι είναι οι φίλοι μου, που μεγάλωσα. Ο κόσμος νομίζει πως αν σε δείξει η τηλεόραση ή κάνεις δέκα συναυλίες, ξεχνάς. Όχι, δεν ξεχνάς. Εκεί πρέπει να συνειδητοποιήσεις εσύ ο ίδιος ποιος είσαι. Λέω στα παιδιά να καθίσουν να σκεφτούν γιατί θέλουν να ασχοληθούν με το τραγούδι. Πέρασα κι εγώ από αυτή τη φάση. Στο σχολείο Θηλέων όπου πήγαινα, ήμουν η «φίρμα» της χορωδίας. Την πρώτη μέρα στο Ωδείο, άκουσα να τραγουδάει μια κοπέλα που ήταν σε επίπεδο διπλώματος. Σκέφτηκα να φύγω. Ντρεπόμουν που νόμιζα ότι είχα καλή φωνή. Τρελή προσγείωση, ήμουν  δεκαοχτώ χρονών. Λίγα χρόνια αργότερα, είπα στον εαυτό μου «Τι θες να κάνεις; Να τραγουδάς. Γιατί; Επειδή δε θες να ζήσεις χωρίς να τραγουδάς, άρα το θέμα δεν είναι η δόξα, τα λεφτά. Είναι γιατί έτσι μπορείς να υπάρχεις, να εκφράζεσαι , να είσαι καλά. Το τραγούδι σου δίνει ζωή. Συνέχισε και σταμάτα να σκέφτεσαι πως “θα γίνεις”». Είναι όλα γραμμένα. Να ονειρεύεσαι, να προσπαθείς, να δουλεύεις. Δε θα αρέσεις σε όλους, απλά κάθε φορά προσπαθείς να κερδίσεις λίγους παραπάνω, χωρίς να είναι αυτοσκοπός.  Ο κόσμος καταλαβαίνει κάτι που δεν είναι αληθινό. Γενικά, προχωράνε  εκείνοι που κάνουν πιο αργά βήματα, πιο προσεκτικά.

servou2

Που θα εμφανιστείς το χειμώνα;

Σε μικρές μουσικές σκηνές, παρουσιάζοντας τα καινούρια τραγούδια και όχι μόνο, παρέα με συναδέλφους – φίλους. Είναι σημαντικό να συνεργαζόμαστε, να πιστεύουμε στα όνειρά μας, να προχωράμε. Στην πορεία βρίσκουμε κι άλλους, αξιόλογους και δημιουργικούς ανθρώπους. Ετοιμάζω επίσης μια παράσταση «Το κορίτσι των μύθων». Στη σκηνή θα βρίσκονται δυο ή τρία όργανα, ίσως εντάξουμε και αφηγητή. Τα κείμενα είναι της Βίκυς Δερμάνη, με θέμα ένα κορίτσι που αφηγείται τη ζωή της μέσα από τραγούδια. Το οργανώνω αυτό το διάστημα.

Είναι ωραίο που γίνονται πράγματα. Νομίζω πως η κρίση έχει «πεισμώσει» τους καλλιτέχνες.

Δε σου κρύβω ότι – και πιστεύω πως το περνάνε κι άλλοι συνάδελφοι αυτό – καμιά φορά σκέφτομαι, ποιόν αφορά το ότι θα βγάλω δίσκο. Σε μια εποχή όπως η τωρινή με τόσα προβλήματα, που δεν ξέρουμε αν θα έχουμε δουλειά αύριο, ονειρεύομαι πότε θα βγει το cd. Όμως, δε γίνεται να κάτσω στο σπίτι και να περιμένω το μοιραίο. Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς την Τέχνη. Όλοι χρειαζόμαστε μια διέξοδο. Θα τα βολέψουμε!

* Η Λυδία Σέρβου με συντροφιά στο πιάνο τον Χρίστο Θεοδώρου, θα εμφανιστεί στις 25 Νοεμβρίου στη μουσική σκηνή “Ίχνος” στον Πειραιά, Κολοκοτρώνη 30