Της Άννας Παχή

Ο αγαπημένος τραγουδοποιός, με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα στη φωνή και τη μουσική του, λίγο πριν εμφανιστεί στη «Σφίγγα», την Παρασκευή 28 Απριλίου, μιλά στο iart.gr για την πορεία και τα σχέδιά του. Και ναι, είναι τόσο γλυκός άνθρωπος όσο φαίνεται.

Τι περιλαμβάνει το πρόγραμμά σου;

Σημαντικό κομμάτι της ημέρας πηγαίνει στη δημιουργία, γράφω τραγούδια. Επίσης, βρίσκομαι στη διαδικασία ολοκλήρωσης της νέας προσωπικής μου δουλειάς. Όταν «πάρω» τη συνολική αίσθηση, θα βρω και τον τίτλο. Είμαι σχεδόν στο τέλος, αλλά η περίοδος είναι δύσκολη τόσο για τους δημιουργούς όσο και για τη δισκογραφία γενικότερα. Η κυκλοφορία ενός άλμπουμ δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Η μόδα «επιβάλλει» την κυκλοφορία single…

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τη MINOS EMI το καινούριο μου τραγούδι με τίτλο «Η λάμπα» σε στίχους Νίκου Μωραΐτη.

Σε τι ύφος κινείται ο δίσκος;

Περιέχει τραγούδια που έχουν γραφτεί παλαιότερα και κάποια πιο σημερινά. Προσπαθώ να εντάξω και singles των τελευταίων ετών, όπως το «Τριανταφυλλιά μου», «Η λάμπα», και το «Έχω παράξενη καρδιά».

Διδάσκεις κιόλας

Παραδίδω μαθήματα λύρας, άλλωστε, το έκανα και πριν ασχοληθώ με τη δισκογραφία. Δίδαξα σε κρητικούς συλλόγους, ωδεία, ήμουν καθηγητής στο Μουσικό Γυμνάσιο και Λύκειο Παλλήνης για δυο χρόνια. Στην πορεία άφησα για λίγο την εκπαίδευση αλλά τώρα επανήλθα.

Έφερες στο προσκήνιο τη βιολόλυρα. Τι διαφορές έχει από την κλασική κρητική λύρα;

Περισσότερο τεχνικές, η βιολόλυρα έχει μεγαλύτερη έκταση. Διαθέτει μια επιπλέον χορδή και κουρδίζεται όπως το βιολί. Με βοηθά πάρα πολύ στα live. Από το 1998 που έπαιζα με ηλεκτρικές μπάντες όπως τα «Κινούμενα Σχέδια», χρειαζόμουν ένα όργανο με υψηλές συχνότητες και – ίσως – πιο ηλεκτρικό ήχο. Αυτό το πέτυχα με τη βιολόλυρα που έγινε βασικό χαρακτηριστικό μου. Το όργανο αυτό παιζόταν παλιότερα στην Κρήτη και τώρα ακούγεται ακόμη περισσότερο.

Ως ήχος ακούγεται ευχάριστα μελαγχολικός…

Ο καθένας τον αντιλαμβάνεται με το δικό του τρόπο. Ηχητικά βρίσκεται ανάμεσα στη λύρα και το βιολί. Βέβαια, συχνά η αντίληψη του κόσμου για έναν ήχο, έχει άμεση σχέση με τον τρόπο που παίζει ο μουσικός. Αυτό ισχύει για όλα τα όργανα. Στις ηχογραφήσεις μου ακούγεται η κρητική λύρα. Τη βιολόλυρα τη χρησιμοποιώ στα live.

Διαφέρουν τα live σε σχέση με τα παλαιότερα χρόνια;

Υπάρχει ύφεση κι αυτό έχει να κάνει με την οικονομική κατάσταση. Όμως, ο κόσμος πάντα θα έχει ανάγκη τα τραγούδια και τη μουσική. Η μουσική ακούγεται παντού, υπάρχει στη ζωή μας κάθε μέρα.

Διασκεδάζει ο κόσμος;

Διασκεδάζει με ότι του αρέσει και μπορεί να τον παρασύρει. Θεωρώ πως την κύρια ευθύνη την έχει η παράσταση. Αν πάω και δεν περάσω καλά, μπορεί να μην είναι καλό αυτό που είδα. Πρέπει να συντονίζεις το κοινό, να το ξεσηκώνεις. Ο καλλιτέχνης οφείλει να βελτιώνει συνέχεια την παράστασή του.

Περνάς καλά στα live ή είσαι αγχωμένος για το αποτέλεσμα;

Γενικά είμαι λίγο αγχώδης και τελειομανής. Όσο όμως χαλαρώνω, είμαι καλύτερα πάνω στη σκηνή, κι αυτό περνάει στο κοινό. Η σχέση με τον κόσμο είναι αμφίδρομη. Όμως, την πρώτη ευθύνη την έχει ο καλλιτέχνης, αυτός οφείλει να κάνει τον κόσμο να περάσει καλά.

Μιλώντας για live, τι θα ακούσουμε στη «Σφίγγα»;

Τραγούδια από το σύνολο της δισκογραφίας μου. Αυτά που έχουν κυκλοφορήσει πρόσφατα και όσα θα κυκλοφορήσουν, ενώ θα ακουστούν και διασκευές από καλλιτέχνες και συνθέτες που αγαπώ. Επίσης, παραδοσιακά τραγούδια, διασκευασμένα, αρκετά από τα οποία ανήκουν στην παράδοση της Κρήτης. Πιστεύω στις διασκευές, όχι στις επανεκτελέσεις. Αν θες να παίξεις το τραγούδι κάποιου άλλου πρέπει να δώσεις κάτι καινούριο για να έχει νόημα. Όταν κάνεις διασκευή, αναλαμβάνεις το ρίσκο να μην πετύχει. Ο καλλιτέχνης όμως πρέπει να τολμά, να παίρνει αυτό το ρίσκο.

Ειδικά σήμερα, είναι «επικίνδυνο» να είσαι καλλιτέχνης…

Σίγουρα, αλλά και ελπιδοφόρο. Όταν όλοι ασχολούνται με νούμερα, οικονομικά στοιχεία και marketing, είναι ωραίο να είσαι καλλιτέχνης, να ασχολείσαι με το συναίσθημα, όχι με γραφήματα και στατιστικές.

Βλέπουμε μια στροφή προς την παραδοσιακή μουσική.

Θεωρώ πως υπάρχουν τάσεις παγκόσμιες, που τις ακολουθεί και η Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε πως ο όρος «έθνικ» δεν ήταν πολύ της μόδας το 1960 ή το 1970. Αν έλεγες το 1980 ότι ακούς παραδοσιακή μουσική σε θεωρούσαν λίγο “καλτ”. Αυτό άλλαξε όταν καλλιτέχνες του εξωτερικού χρησιμοποίησαν παραδοσιακά όργανα και στοιχεία στη μουσική τους. Η διάρκειά του έχει να κάνει με το αν υπάρχει καλό και αρκετό ρεπερτόριο να το στηρίξει. Όλα τα μουσικά είδη στηρίζονται από το ρεπερτόριο. Αν αυτό σταματήσει, ο κόσμος θα αρχίσει να ακούει κάτι άλλο. Στην Ελλάδα ακούγεται πολύ το swing τα τελευταία χρόνια. Υπάρχει μια τάση επιστροφής στις ρίζες, αλλά στις ρίζες της Αμερικής.


Αυτό είναι φαινόμενο που δεν μπορούμε μάλλον να ξεπεράσουμε.

Όλα είναι στο πως θα το κάνεις. Ακούω swing όταν γίνεται με ωραίο τρόπο και ενυπάρχει το ελληνικό στοιχείο. Όμως, οτιδήποτε γίνεται μανιέρα, κουράζει. Όποιο στυλ μουσικής και να παίξεις. Το ρεπερτόριο είναι αυτό που καταργεί τη μανιέρα, την επανάληψη, τη μίμηση. Ανανεώνει διαρκώς το υπάρχον στυλ.

Όπως το δικό σου. Υπάρχει το χαρακτηριστικό της βιολόλυρας, αλλά έχεις πει χορευτικά, μπαλάντες, ροκ..

Μου αρέσει η εναλλαγή. Μετά το «Στης εκκλησιάς την πόρτα» όλοι περίμεναν άλλο ένα ροκ τραγούδι. Κυκλοφόρησα ένα με λάτιν στοιχεία, δεν ακούστηκε όμως. Δεν ήθελα να επαναληφθώ κι έβγαλα το «Τα παράξενά σου». Υπάρχει τάση, μόλις κάτι γίνει επιτυχία να παίζεται πάρα πολύ, από όλους. Το «Στης Εκκλησιάς» είχε πάνω από 10.000 μεταδόσεις εκείνη τη χρονιά. Αυτό ισχύει με όλα τα τραγούδια, η υπερβολική έκθεση τα διαλύει. Έτσι όμως είναι η μουσική βιομηχανία. Μετά κάνεις κάτι άλλο που φαίνεται διαφορετικό. Το θέμα είναι να έχεις τα αυτιά σου ανοιχτά, να μην έχεις κωλύματα, να βλέπεις τη μουσική όσο πιο συνολικά γίνεται, να δοκιμάζεις.

Έχεις κάνει πολλές συνεργασίες
Πάρα πολλές, είμαι πολύ ευχαριστημένος και θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά τυχερό που τις έκανα.

Είσαι ευχαριστημένος από τη μέχρι τώρα πορεία σου;

Ξεκίνησα κάνοντας ένα πολύ ειδικό στυλ μουσικής, οπότε ναι, είμαι ευχαριστημένος. Όταν με τα demo ανά χείρας τρέχαμε στις εταιρείες, καθώς δεν υπήρχαν εκπομπές για να πας και να ακουστείς, φαινόταν πολύ περίεργο το ποπ – ροκ με λύρα. Τώρα ακούγεται οικείο αλλά το 1996 που ξεκίνησα, δεν ήταν. Έβγαλα το πρώτο άλμπουμ το 1998. Όταν εμφανιζόμασταν στα τότε κλαμπ των Αθηνών, μια ηλεκτρική μπάντα και εμένα να παίζω λύρα, οι ροκάδες με κοιτούσαν σαν εξωγήινο. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.

Το κατάφερες εσύ αυτό

Με αυτή τη φόρμα και την ποπ – ροκ διάθεση ναι. Είχαμε όμως και δικό μας ρεπερτόριο που το συνόδευε. Ήμασταν τραγουδοποιοί, δε διασκευάζαμε.

Θα ξαναέκανες συγκρότημα;

Ίσως, εάν ήθελα να κάνω κάτι στο εξωτερικό. Προσπαθώ όμως, και σε ένα βαθμό το πετυχαίνω, να έχω πάντα την αίσθηση του «γκρουπίστικου» ήχου. Τον προτιμώ, από το να υπάρχει ένας τραγουδιστής που συνοδεύεται απλά από πέντε επαγγελματίες μουσικούς. Άλλωστε με συγκροτήματα μεγάλωσα, έχοντας στα αυτιά μου πολλούς τραγουδοποιούς που έστηναν γκρουπ κι έπαιζαν. Μου είναι πολύ οικείος ήχος και τον αναζητώ.

Υπάρχει κάτι που δεν έχεις κάνει ακόμη στη μουσική;

Είναι πολλά, αλλά γενικά, αυτά που θέλω, προσπαθώ και να τα κάνω, όσο βέβαια το επιτρέπουν οι συνθήκες. Ο καλλιτέχνης μπορεί να κάνει σχέδια αλλά αν δεν υπάρχει δισκογραφία για να βγάλεις ένα άλμπουμ που να παντρεύει ας πούμε τη τζαζ με τη λύρα, είναι δύσκολο να συμβεί. Υπάρχουν πολλά που μπορώ να κάνω με τη βιολόλυρα, είναι ιδιαίτερη. Πριν από τρία χρόνια, έστησα μια παράσταση με δυο κλασικές πιανίστριες στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Συνδυάσαμε την παραδοσιακή με την κλασική μουσική. Παίξαμε έργα του Σκαλκώτα, του Κωνσταντινίδη, και δοκίμασα να παίξω ένα κοντσέρτο του Μπαχ. Κάποια στιγμή έφτιαξα και το «Τι μας ενώνει» με κλασικό πιάνο.

Υπήρξε καμιά στιγμή που είπες «θα τα παρατήσω όλα»;

Υπάρχουν φάσεις που αγανακτείς και το λες. Είμαι όμως πολύ πεισματάρης, δεν το βάζω κάτω, παλεύω για να κάνω αυτό που επέλεξα, τη μουσική. Πέρασα Ναυπηγός στο Πολυτεχνείο και το άφησα, παρόλη τη γκρίνια από το σπίτι. Η επιλογή μου μέχρι στιγμής, πήγε καλά. Υπάρχει πολύς κόσμος που ασχολείται με τη μουσική και δεν καταφέρνει να κάνει κάτι. Οπότε αισθάνομαι τυχερός που τα κατάφερα σε ένα βαθμό και με ένα, μάλλον ιδιαίτερο στυλ μουσικής.

Ναυπηγός;

Δεν έχω πάρει πτυχίο αλλά σκέφτομαι, αν βρω το χρόνο, να δώσω τα μαθήματα που χρωστάω και να το τελειώσω. Υπάρχει ένας πολύ ενδιαφέρων κλάδος που λέγεται Math and Music, Μαθηματικά και Μουσική. Με συγκινεί ιδιαίτερα και θα ήθελα να ασχοληθώ. Βέβαια, είναι πολλά τα πράγματα που έχεις κατά νου, τι να πρωτοκάνεις;

Διακοπές στην Κρήτη;

Ελπίζω να μην κάνω διακοπές, αλλά συναυλίες. Συμμετέχω επίσης σε μια παράσταση που θα πραγματοποιηθεί στις 9 Ιουλίου στο Ηρώδειο, μαζί με τους Ελένη Βιτάλη, Θοδωρή Κοτωνιά, Σοφία Παπάζογλου, Ναταλία Ρασούλη, Μπάμπη Στόκα, Αγγελική Τουμπανάκη, ενώ συμμετέχει ο συνθέτης Πέτρος Βαγιόπουλος και τα κείμενα θα διαβάσει ο Πασχάλης Τσαρούχας. Πρόκειται για αφιέρωμα στον πολύ σπουδαίο δημιουργό Μανώλη Ρασούλη. Είναι μέρος της ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού, και όπως και πολλούς άλλους, δε μπορείς να τον αφήσεις πίσω.

Θα πήγαινες κριτής σε talent show;

Όπως βλέπω τα πράγματα, μάλλον όχι. Τα σόου αυτά κινούνται σύμφωνα με τις επιταγές της τηλεόρασης και καλώς, εφόσον στην τηλεόραση παίζονται. Δεν κινούνται με καλλιτεχνικούς όρους, έτσι ώστε να βοηθηθούν αυτά τα παιδιά να κάνουν καριέρα. Τόσα παιδιά, τόσες καλές φωνές και μετά βγαίνει το επόμενο σόου, ο κόσμος ξεχνάει τους παλιούς, γνωρίζει τους καινούριους. Νομίζω πως αν έπρεπε να δοθεί μια συμβουλή στα παιδιά αυτά, θα ήταν, τη στιγμή που βρίσκονται στο επίκεντρο της δημοσιότητας, να βγάλουν οπωσδήποτε ένα τραγούδι δικό τους επειδή, όσο καλή φωνή κι αν έχει κάποιος, χωρίς δισκογραφία δε γίνεται τίποτα. Αυτό θα τα βοηθήσει να προχωρήσουν. Είναι δύσκολο όμως, και λίγο αδιέξοδο.

Είναι και πολλοί.

Αυτό ίσχυε πάντα. Όταν τρέχαμε στις εταιρείες με τα demo στο χέρι δεν ήμασταν μόνοι. Πολλά παιδιά προσπαθούσαν να υπογράψουν ένα συμβόλαιο. Υπήρχε και υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός. Προσωπικά θα προτιμούσα και πιο πολλούς τραγουδοποιούς, όχι μόνο ερμηνευτές. Σίγουρα υπάρχουν αλλά είπαμε, από τη στιγμή που δεν υπάρχει δισκογραφία να εκδώσει τα τραγούδια σου, πως θα γίνεις γνωστός; Εμείς ήμασταν και λίγο τυχεροί, είχαμε μια εταιρεία, ανθρώπους που μας βοηθούσαν, υπήρχε προώθηση. Μπορούσαμε να ασχοληθούμε μόνο με τη μουσική, που είναι και το υγιές. Τώρα είναι πιο άγρια τα πράγματα.

Πρέπει να τα κάνεις όλα. Να είσαι μανατζερ, παραγωγός, διαφημιστής…

Πέρα από τις εταιρείες, λείπουν και οι εκπομπές που παρουσιάζουν καινούρια τραγούδια. Δεν υπάρχουν γιατί δεν υπάρχει δισκογραφία. Η δισκογραφία πλήρωσε και δικά της λάθη το γνωρίζει και η ίδια αυτό. Η λύση νομίζω θα είναι να ακολουθήσουμε το δρόμο που χαράζουν στο εξωτερικό. Στην Αμερική κατάφεραν και βγήκαν από αυτό το αδιέξοδο. Μετά το napster κι όλα τα μέσα που διακινούσαν τη μουσική ελεύθερα, μπόρεσαν κάπως να το ελέγξουν. Νομίζω πως το ίδιο θα πρέπει να γίνει και εδώ για να διαφυλάξουν τα τραγούδια, τους ερμηνευτές και τους δημιουργούς, που βάλλονται από παντού.

Τελειώνουμε με μια εξαιρετικά σοβαρή ερώτηση: Ποιο είναι το αγαπημένο σου φαγητό;

Όλα της Κρήτης!

Περισσότερες πληροφορίες για την εμφάνιση του Μάνου Πυροβολάκη στη «Σφίγγα» θα βρείτε εδώ