Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Σύρμο
Η Μαρία Σταυροπούλου είναι κοινωνική λειτουργός σε έναν κόσμο που κοινωνικά αδυνατεί να λειτουργήσει. Παράλληλα, διαθέτει κι ένα ξεχωριστό ταλέντο στο να εκφράζει την προσωπικότητά της και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο διά μέσου της γραφής. Το βιβλίο της «ψάχνοντας ανθρώπους» το αποδεικνύει περίτρανα. Δεν την ονομάζω συγγραφέα γιατί δεν της αρέσουν οι τίτλοι. Είναι άνθρωπος που δεν μασάει τα λόγια της, δεν φιλτράρει τα γραπτά της και ζει τη ζωή σαν μία ακροβάτισσα, πέφτοντας ισορροπεί κι ισορροπώντας πέφτει. Μου μιλά για το βιβλίο της, που ήδη εδώ και τρία χρόνια κυκλοφορεί με μεγάλη επιτυχία, αλλά και σε αποκλειστικότητα για το iART μας δίνει πληροφορίες από το επόμενο συγγραφικό της βήμα που θα εκδοθεί μέσα στον Φεβρουάριο.
Μαρία στο βιβλίο σου «ψάχνοντας ανθρώπους» αυτό που με εντυπωσίασε ήταν ότι αφήνει στον αναγνώστη ένα θετικό μήνυμα σε μια εποχή που όλοι για κάτι γκρινιάζουν.
Είμαι φύσει αισιόδοξος άνθρωπος, παρά το ότι ζούμε σε μιαν απαισιόδοξη και απαίσια κοινωνία. Το βιβλίο μου αποτελεί μία διέξοδο στο φως που όλοι κρύβουμε μέσα μας, αλλά για κάποιους λόγους το αγνοούμε. Οι άνθρωποι πάντα γκρίνιαζαν και θα συνεχίσουν να το κάνουν, απλά τα τελευταία χρόνια είναι πιο έντονη αυτή η γκρίνια. Σε αυτό έχει συμβάλλει κατά πολύ η επονομαζόμενη κρίση, η οποία αποτέλεσε εφαλτήριο για να «ξεγυμνωθούν» ποικιλοτρόπως οι άνθρωποι και σε κάποιες περιπτώσεις, να βγάλουν παρά έξω τον πραγματικό τους εαυτό χωρίς αναστολές. Σαφώς και η κοινωνία μας δείχνει να καταρρέει, σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά αυτό από μόνο του θα έπρεπε να αποτελεί αφορμή συσπείρωσης και οργάνωσης των ανθρώπων. Η δύναμη μιας κοινωνίας κρύβεται στο ανθρώπινο δυναμικό της. Στο κατά πόσο θα καταφέρει να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα των αξιών της. Σε εποχές κρίσης είναι που έχουμε ανάγκη το φως και την εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, μιας και όλα από εμάς ξεκινούν.
Η εμπειρία σου ως κοινωνική λειτουργός τι σου έχει αφήσει ως αποτύπωμα;
Τον πόνο και την ανάγκη των ανθρώπων για αγάπη και αποδοχή. Οι άνθρωποι νιώθουν μόνοι, ακόμη και όταν βρίσκονται μέσα σε μία σχέση ή σε μία οικογένεια που δείχνει να λειτουργεί σωστά, σε γενικές γραμμές. Βέβαια όπως συνηθίζω να λέω… «Μόνοι γεννιόμαστε, μόνοι πεθαίνουμε και στο ενδιάμεσο συναντάμε ανθρώπους». Δύσκολο να διαχειριστείς μια τέτοια μοναξιά και τις συναντήσεις που απορρέουν απ’ αυτήν, ειδικά όταν αυτές γίνονται για να καλύψουμε τις ανασφάλειες και τα κενά μας. Επίσης, το ανικανοποίητο μα και την αδυναμία των ανθρώπων να πάρουν χαρά από τα μικρά καθημερινά πράγματα. Θαρρώ ότι είμαστε αγνώμονες, με αποτέλεσμα να γινόμαστε έρμαια των άλλων αντί να αντλούμε την ευτυχία από μέσα μας. Είμαστε θεριά οι άνθρωποι και έρχεται το επάγγελμά μου να προσπαθήσει να τα συμφιλιώσει με τον εαυτό τους και με τους άλλους. Επίπονη και δύσκολη διαδικασία με πολλές ματαιώσεις, μα δεν στέκομαι σ’ αυτές. Κρατώ εκείνα που πέτυχα, το βλέμμα των ανθρώπων και την αγάπη που όταν ξεκλειδώσουν μπορούν να δώσουν.
Το νέο σου βιβλίο τι πραγματεύεται; Τι ομοιότητες έχει με το προηγούμενο και αυτή τη φορά σε ποιο πρόσωπο αφηγείσαι;
Στο νέο μου βιβλίο καταπιάνομαι με τη σχέση θύτη και θύματος και στο κατά πόσο αυτή μπορεί να συνυπάρξει στο ίδιο κορμί. Στο πόσο και μέχρι πότε, μπορεί ένας άνθρωπος να αντέξει αυτούς τους δύο ρόλους. Αναφέρεται στη διαρκή μάχη με τον εαυτό μας μα και με τους άλλους. Στους φόβους μας, στα απωθημένα, στους δαίμονες που μας κατατρέχουν, πραγματικούς και μη. Στο πως λειτουργεί το υποσυνείδητο, στο ρόλο που έχει παίξει η οικογένεια στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας, στο πώς σχετιζόμαστε με τους άλλους και, τι εικόνα εν τέλει επιλέγουμε να παρουσιάζουμε προς τα έξω, ασχέτως της εσωτερικής μας καταιγίδας. Έχει να κάνει με όλα αυτά, αλλά στιγμή δεν ξεχνώ το φως που περιλούζει τον ανώτερο εαυτό μας. Και αυτό, όπως και το πρώτο, είναι εσωτερικό, μόνο που αυτήν τη φορά δεν πρόκειται για μονόλογο. Είναι βιβλίο που έχει τα χαρακτηριστικά του ψυχολογικού θρίλερ με στοιχεία νουάρ. Όσον αφορά το πρόσωπο, ομολογώ ότι δεν κατάφερα να ξεφύγω από το πρώτο μου βιβλίο, οπότε κατά βάση κυριαρχεί το δεύτερο ενικό, συνεχίζοντας να συνδιαλέγομαι με τον ήρωα μου.
Περνώντας πολλά χρόνια της ζωής σου στα Εξάρχεια, την εποχή που τα Εξάρχεια κρατούσαν ακόμη τη φλόγα της αντίδρασης μέσα τους, πώς κρίνεις την ανεκτικότητα του κόσμου στην πολυετή κρίση;
Τα Εξάρχεια είναι χώρος στον οποίο γαλουχήθηκα από μικρή ηλικία. Γνώρισα λογιών λογιών ανθρώπους, που με βοήθησαν να γίνω αυτό που είμαι, μα και να αποφεύγω αυτό που κάποιες φορές γίνομαι. Αυτή η φλόγα που λες έκαιγε και σε έκαιγε κάτι το οποίο δεν ισχύει πλέον σε μεγάλο βαθμό και με λυπεί. Η φλόγα τώρα κατά πολύ περιορίζεται στις φωτιές στους κάδους και όχι στο μέσα μας. Νιώθω ότι χάνεται ένα κομμάτι της ζωής μου, μα έτσι είναι η ζωή, χάνει κάποια στιγμή τη δυναμική της. Αυτό βέβαια το λέω εγώ που έχω μπει στην τέταρτη δεκαετία της ζωής μου και συγκρίνω το τότε με το τώρα. Ίσως μεγάλωσα και έχω περισσότερες απαιτήσεις, μα από την άλλη, οι υγιείς απαιτήσεις μας καθιστούν ζώντα όντα. Όσον αφορά στην απουσία αντίδρασης, θεωρώ ότι δεδομένων των καταστάσεων προσδοκούμε πράγματα τα οποία δεν είναι εφικτά σε κάποιο βαθμό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να αλλάξουν. Οι άνθρωποι έχουν κουραστεί, έχουν χάσει το όραμα και την ελπίδα τους. Είναι λες και τους έχουν κρεμάσει και αιωρούνται ηθελημένα στο κενό. Φοβούνται να κόψουν το σκοινί και να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Έχουν παραιτηθεί και αυτό με θυμώνει, αλλά το κατανοώ μέχρι ένα βαθμό. Πιστεύω ότι θα έρθει η ώρα που οι άνθρωποι θα γίνουν Άνθρωποι και θα αλλάξουν τούτον τον κόσμο.
Πως αντιδράς σε μία ευγενική μεν, αλλά αρνητική δε, άποψη για το βιβλίο σου;
Με ενδιαφέρον. Την ακούω με προσοχή και προσπαθώ να αφουγκραστώ τι ακριβώς κατάλαβε ή τι ενόχλησε τον αναγνώστη. Είναι τέτοια η φύση του βιβλίου, μιας και πρόκειται για έναν εσωτερικό μονόλογο, που αυτά που έχω ακούσει είναι συνυφασμένα με τον χαρακτήρα του ανθρώπου που την εκφράζει. Υπήρξαν απειροελάχιστοι άνθρωποι που τους ενόχλησε το ότι το βιβλίο είναι γραμμένο σε δεύτερο ενικό, ένιωσαν να τους επιτίθεται, κάτι το οποίο κατανοώ. Κάποιοι ελάχιστοι, το θεώρησαν απαισιόδοξο, αυτό δεν το κατάλαβα για να είμαι ειλικρινής, αλλά κάθε άποψη είναι δεκτή. Ακόμη και από τις αρνητικές κριτικές μαθαίνεις πολλά πράγματα για το πόνημα που αποφάσισες να μοιραστείς με τους ανθρώπους, αλλά και για τους ίδιους τους ανθρώπους.
Τι σημαίνει για σένα το γράψιμο;
Το να γράφω είναι το οξυγόνο μου. Ο μόνος τρόπος για να εκφράσω σκέψεις που δεν μπορώ ή δεν θέλω να μοιραστώ με τους άλλους. Γράφω από το Δημοτικό. Αρχικά έγραφα ποιήματα και κάπου στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου ξεκίνησαν τα πεζά, μην αφήνοντας ποτέ μέχρι και σήμερα τα ποιήματα. Μάλιστα στην τελευταία τάξη του Δημοτικού είχα φτιάξει μία ποιητική συλλογή, την οποία είχα μοιράσει σε πολύ λίγους ανθρώπους.
Γράφω παντού και πάντα, ακόμη και στο μυαλό μου. Φαντάσου ότι έχω βρει μέχρι και εισιτήρια και χαρτοπετσέτες από παλιά, πάνω στα οποία έχω γράψει σκέψεις. Με εμπνέουν πολύ οι φωτογραφίες, οι εικόνες, μου αρέσει να κάνω ιστορίες βασιζόμενη σε αυτές. Οι λέξεις – σκέψεις με κυνηγάνε και το μυαλό μου είναι συνεχώς σε εγρήγορση, κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά επίπονο μα και όμορφο συνάμα. Ενίοτε, είναι λες και μου υπαγορεύει κάποιος αυτά που γράφω. Μην ρωτήσεις ποιος, δεν το γνωρίζω αυτό.
Διάβαζα και διαβάζω πολύ και αυτό με βοήθησε να εμπλουτίσω την σκέψη και την φαντασία μου. Θυμάμαι, όταν διάβασα για πρώτη φορά Καζαντζάκη, με είχε εντυπωσιάσει ο όρος «σταφιδιασμένη γριά». Είχα εκστασιαστεί και έψαχνα τριγύρω μου για τέτοιους ανθρώπους σε μια προσπάθεια να τον κατανοήσω. Καταλύτης για εμένα βέβαια υπήρξε ο Ντοστογιέφσι που μπήκε στη ζωή μου στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου. Θεωρώ ότι δεν θα υπάρξει άλλος συγγραφέας σαν αυτόν. Με εντυπωσιάζει το πώς μπορεί να κάνει ψυχογραφήματα με τόσο άμεσο και «εύκολο» τρόπο. Υποσυνείδητα θαρρώ ότι με έχει επηρεάσει πολύ. Αγαπώ επίσης πολύ τον Έσσε, τον Καμύ, τον Κάφκα, τον Σαραμάγκου, τον Μίσσιο, τον Πόε, τον Ρίλκε μα και τους καταραμένους ποιητές.
Γιατί προτιμάς να μην σε αποκαλούν συγγραφέα;
Είναι βαρύς σαν τίτλος καταρχάς και κατά δεύτερον δεν μου αρέσουν οι ταμπέλες, οι τίτλοι. Όπως λέω, είμαι άνθρωπος που γράφει όποτε θέλει και αν θέλει. Δυσκολεύομαι να γράψω κατά παραγγελία ή να βάλω πρόγραμμα στη γραφή μου. Με ενοχλούν οι αυτοπροσδιορισμοί και δεν τα πάω καλά με το να μιλάω για εμένα. Προτιμώ να μιλούν τα γραπτά μου.
Έχεις αρχίσει να γράφεις και κάτι καινούριο;
Όλο και κάτι γράφω αλλά δεν ξέρω ακόμη πού και πώς θα καταλήξει. Δεν αποτελεί άγχος για εμένα το να εκδώσω ένα ακόμη βιβλίο. Η ποιότητα μετράει, έτσι όπως την αντιλαμβάνεται καθείς από εμάς, όχι η ποσότητα εξάλλου. Θέλω να νιώθω έτοιμη μέσα μου, να ωριμάσει η σκέψη αυτού. Πιστεύω ότι όπως για όλα έρχεται η κατάλληλη στιγμή έτσι θα έρθει και για ένα ακόμη βιβλίο.
Τι άλλο μας επιφυλάσσει το «ψάχνοντας ανθρώπους»; Και πότε θα εκδοθεί το νέο σου βιβλίο;
Την Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου, στις 19:00, θα πραγματοποιηθεί στο «Κακοφωνίξ μπαρ» στους Αγίους Αναργύρους η τελευταία παρουσίαση του «ψάχνοντας ανθρώπους». Εκεί θα πούμε κάποια πράγματα και για το καινούργιο βιβλίο που θα έρθει λίγες ημέρες μετά. Μαζί μου στην παρουσίαση θα είναι ο Γιώργος Λαγγουρέτος (μέλος των Magic De Spell), η Θέκλα Τσελεπή (ραδιοφωνική παραγωγός) και ο Αβέρκιος Λουδάρος (εκδότης).
Εφόσον όλα πάνε καλά, το νέο μου βιβλίο θα κυκλοφορήσει μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου. Έχουμε οργανώσει με τον εκδότη μου κάποιες παρουσιάσεις για τις οποίες θα ενημερώσουμε τους αναγνώστες και φίλους εν καιρώ.