Γράφει ο Νίκος Κόκκινος

Είμαι ακόμα εκεί. Δύο εβδομάδες αφού διάβασα το νέο μυθιστόρημα της Αγνής Σιούλα, είμαι ακόμα στα Μαύρα Λιβάδια. Το άφησα να «κατακαθίσει» και μετά από τόσες ημέρες εξακολουθεί να με μαγεύει με τη δύναμη της αφήγησης, την αρτιότητα του λόγου, τις εικόνες, τους διαλόγους, την πλοκή, τα μηνύματα, τις ανατροπές, το απρόσμενο και τις εκπλήξεις.

Δύσκολα κατατάσσεται σε συγκεκριμένη λογοτεχνική κατηγορία το βιβλίο της Αγνής Σιούλα «Μαύρα Λιβάδια» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λυκόφως. Βασικά, είναι μυθιστόρημα φαντασίας, πιο κοντά στο είδος της ηρωικής φαντασίας. Αλλά στην ουσία, είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα που απευθύνεται στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, σε αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με τη λογοτεχνία του φανταστικού. Τα Μαύρα Λιβάδια είναι μία καλή αφορμή και ευκαιρία να γνωρίσουν οι αναγνώστες αυτό το λογοτεχνικό είδος.

Το βασικότερο είναι ότι πρόκειται για κανονικό μυθιστόρημα. Γνωρίζουμε την Αλεξάνδρα, την ηρωίδα του βιβλίου, από το Α ως το Ω, χωρίς κενά, χωρίς ασάφειες. Μαθαίνουμε γιατί είναι αυτή που είναι και πώς γίνεται αυτή που γίνεται στην εξέλιξη της μυθοπλασίας. Το ίδιο ισχύει για όλους τους ήρωες. Η Αγνή Σιούλα δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, και η παραμικρή αντίδραση οποιουδήποτε από τα πρόσωπα της ιστορίας έχει βάση στον χαρακτήρα του, στις συνθήκες που αντιμετωπίζει, στην εξέλιξη. Αυτό ισχύει και για τον Μετέ, για την Άρια και τον Άρη, για τους γονείς της Αλεξάνδρας, για κάθε πρόσωπο που μας μεταφέρει στην περιπέτεια.

Η Σιούλα μάς συστήνει και μορφές που δεν θα συναντήσουμε στην πραγματικότητα: τους σκεπτομορφίτες, τους ψυχοφάγους, τους απιέν. Μάλλον δεν θα τους συναντήσουμε με τη μορφή που μας τους περιγράφει, αλλά θα βρούμε πολλούς ανθρώπους τριγύρω μας, στην πραγματικότητα που βιώνουμε, με τα χαρακτηριστικά των τεράτων, ειδικά των ψυχοφάγων. Είναι όλοι εκείνοι που θέλουν να τραφούν από την ψυχή μας.

Αυτές είναι οι επιφανειακές διαπιστώσεις. Διαβάζοντας το μυθιστόρημα, αναδεικνύονται σημαντικές έννοιες: θυσία, ανθρωπιά, αξιοπρέπεια. Θα γνωρίσουμε ιερατεία που θησαυρίζουν σε βάρος αθώων και ανυποψίαστων, τους οποίους έχουν πείσει ότι υπηρετούν ένα υψηλό ιδανικό. Θα γνωρίσουμε αυταρχικούς εξουσιομανείς που προσπαθούν να εδραιώσουν την ισχύ τους στα ψέματα. Και θα στοχαστούμε γιατί το Άτομο, γιατί ο Ένας μπορεί να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων. Και αυτό το Άτομο μπορεί να αφυπνιστεί σε έναν τόπο όπως τα Μαύρα Λιβάδια, εκεί που ελλοχεύει ο θάνατος.

Υπό το πρίσμα αυτό, το βιβλίο της Σιούλα έχει άρωμα από το έργο του Θουκυδίδη: μας δείχνει πώς είναι ο άνθρωπος στην ακμή του και πώς στην παρακμή του. Πώς ο άνθρωπος σε συνθήκες πολέμου μεταμορφώνεται σε αδίστακτο ον, κυριαρχούμενο από το ένστικτο της επιβίωσης και πώς σε συνθήκες ειρήνης και πολιτισμού μπορεί να μεγαλουργήσει, μπορεί να δημιουργήσει. Στην κυριολεξία, διασχίζοντας τα Μαύρα Λιβάδια, ξαναδιάβασα τον μεγάλο ιστορικό-φιλόσοφο.

Στο ζοφερό περιβάλλον των Μαύρων Λιβαδιών υπάρχει χώρος να γεννηθεί ο έρωτας. Ένας δύσκολος έρωτας, γιατί σε δύσκολες συνθήκες και ειδικά σε κλειστές, πολύ περισσότερο σε αυταρχικές και στρατοκρατικές κοινωνίες, οι εντάσεις και η καχυποψία παραμονεύουν σε κάθε γωνιά. Η Σιούλα αφήνει εντέχνως να αποκαλυφθεί ότι ο έρωτας μπορεί να γεννηθεί και στην έρημο. Και για να τον περιγράψει στους αναγνώστες, δεν επιτρέπει στους ήρωές της να σαλιαρίσουν για να ντροπιαστούν. Οι ήρωές της είναι αξιοπρεπείς σε κάθε τους λέξη, σε κάθε τους κίνηση.

Το μυθιστόρημα είναι ένας ύμνος κατά του μηδενισμού και της ματαιότητας. Η Σιούλα δίνει θάρρος σε κάθε αναγνώστη, ότι οι εξεγέρσεις δεν είναι μάταιες όταν θέλει ή καλείται να διορθώσει τα κακώς κείμενα. Κάθε αντίδραση είναι ένα βήμα μπροστά, ανεξάρτητα από το αν θα έχει αίσιο αποτέλεσμα. Κάθε αναγνώστης έχει ανάγκη αυτήν την ένεση αισιοδοξίας, γιατί καθημερινά βιώνουμε καταστάσεις και συνθήκες που μας ταλαιπωρούν ή και μας πνίγουν.

Τελευταία παρατήρηση: Το λεξιλόγιο και η σύνταξη αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση: γραφή απλή, κατανοητή, ανεπιτήδευτη, παντελής η απουσία επαναλήψεων και βερμπαλισμών.

Εν κατακλείδι, τα Μαύρα Λιβάδια είναι η επιτομή του μυθιστορήματος, είναι από τα βιβλία που δίνουν στη λογοτεχνία το πραγματικό της νόημα. Η Αγνή Σιούλα, παραφράζοντας τον Φάουστ, θαρραλέα σπρώχνει κλειστές θύρες που άλλοι δεν τολμούν να ανοίξουν.