Γράφει η Άννα Παχή

Εντός ολίγου, ανοίγουν όλα. Με περιορισμούς (που σιγά – σιγά θα εκλείψουν) αλλά ανοίγουν.

Κι ύστερα; Τι θα μείνει μετά από όλη αυτήν την αναστάτωση;

Ήδη, οι χιλιάδες τζόγκερς και περιπατητές εξαφανίσθηκαν. Χάθηκαν στην μαύρη τρύπα του σύμπαντος που τρώει τους αναπτήρες και τις μονές κάλτσες; Τους απήγαγαν οι εξωγήινοι; Η επιστήμη ερευνά..

Η απελευθέρωση της κυκλοφορίας αυτοκινήτων, οδήγησε τις συμπαθείς μηχανές να ξεχυθούν και να ανακαταλάβουν τον χώρο που είχαν στερηθεί τελευταία. Για να ισοφαρίσουν, επιδίδονται σε αγώνες δρόμου και έκλυσης ρύπων, σαν να μην υπάρχει αύριο. (Οι Terminators τώρα δικαιώνονται).

Από όπου και να περάσεις, ακούς τρυπάνια, οξυγονοκολλήσεις, καρφώματα και λοιπούς ήρεμους ήχους της ανακαίνισης. Καφέ, μπαρ, εστιατόρια και καφενεία, ανταγωνίζονται στο ποιος θα ανοίξει πρώτος. Είθε να κερδίσει ο καλύτερος.

Οι πλατείες επανήλθαν στην πρότερη, μοναχική τους κατάσταση. Τα παγκάκια τους φλερτάρουν με την κατάθλιψη, καθώς ουδείς πισινός φιλοξενείται σε αυτά. Τα περιστέρια μπορούν ξανά, ελεύθερα, να κουτσουλάνε παντού.

Δεν μυρίζεις πια χαμομήλια και μαργαρίτες στους δρόμους. Το καυσαέριο εδραίωσε την παντοδυναμία του για μια ακόμη φορά.

Στον τομέα της εργασίας γίνεται το μάλε – βράσε. Κανείς δεν ξέρει πότε θα δουλέψει, από που θα δουλέψει και πόσα θα πάρει. Η σκλαβοποίηση συνεχίζεται ακάθεκτη.

Οι περισσότεροι εξακολουθούν να φοβούνται την αγκαλιά και το φιλί, ως επικίνδυνες για την υγεία πρακτικές. Ήμασταν που ήμασταν αποξενωμένοι, τώρα το τερματίζουμε. Συχνό επίσης φαινόμενο, είναι η συνέχιση της προσωπικής καραντίνας, καθώς πολλοί βλέπουν τους συνανθρώπους ως “μίασμα”.

Με λίγα λόγια:

Δεν μάθαμε τίποτα. Το μόνο που δεν αλλάζει είναι η γκρίνια χωρίς αντίδραση. Σαν αυτοί οι δυο μήνες να ήταν ένα κακό όνειρο που τελείωσε, μόνον και μόνον για να επιστρέψουμε “χαρούμενοι” στην πρότερη κατάσταση. Είναι λυπηρό…