Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη
Η εκστρατεία του Ρωμανού Δ’ Διογένη στην Αρμενία ξεκίνησε με κακούς οιωνούς. Για παράδειγμα, την ώρα που ο στρατός αναχωρούσε από την Κωνσταντινούπολη, ένα μαύρο περιστέρι κάθισε στο χέρι του Ρωμανού, πράγμα που οι δεισιδαίμονες υπήκοοί του το θεώρησαν κακό σημάδι. Σε έναν από τους σταθμούς, η βασιλική σκηνή έπιασε φωτιά από άγνωστη αιτία και πολλές από τις αποσκευές του καταστράφηκαν. Ο Ρωμανός άρχισε να υποπτεύεται δολιοφθορά και να βλέπει παντού προδότες. Όλα αυτά δημιούργησαν αρνητικό κλίμα και έπληξαν το ηθικό του στρατεύματος.
Η αποφασιστική μάχη δόθηκε στις 26 Αυγούστου 1071 στην τοποθεσία Ματζικέρτ, κοντά στη λίμνη Βαν της Αρμενίας. Όμως αποδείχτηκε ότι ο αυτοκράτορας δεν είχε επαρκή πληροφόρηση ούτε για τις θέσεις του εχθρού, ούτε για τη δύναμή του, ούτε για τη γεωγραφία της περιοχής. Σημειώθηκαν επίσης περιστατικά απειθαρχίας, με αποτέλεσμα ορισμένα μεγάλα τμήματα του στρατού να μην πολεμήσουν καν, όπως συνέβη με τον στρατηγό Ιωσήφ Ταρχανειώτη, τον οποίο ο Ρωμανός έστειλε να καταλάβει με 20.000 άνδρες την κοντινή πόλη Χλιάτ, αλλά για αδιευκρίνιστους λόγους εκείνος παρεξέκκλινε από την πορεία του και όχι μόνο δεν εκτέλεσε την εντολή του αυτοκράτορα, αλλά ούτε και επέστρεψε στο πεδίο της μάχης. Ένας από τους στρατηγούς του, ο Ανδρόνικος Δούκας, ήταν γιος του μεγαλύτερου πολιτικού του αντιπάλου. Ίσως τελικά οι μεγαλύτεροι εχθροί του Ρωμανού να ήταν οι δικοί του άνθρωποι…
Προηγήθηκαν μερικές αψιμαχίες, στις οποίες οι Βυζαντινοί πέτυχαν νίκες, αλλά έχασαν δύο από τους καλύτερους πολεμάρχους τους, τον Βασιλάκιο και τον Βρυέννιο (ο ένας αιχμαλωτίστηκε σε ενέδρα και ο άλλος τραυματίστηκε). Οι Τούρκοι, που ήταν ελαφρύτερα οπλισμένοι από τους Βυζαντινούς, έκαναν αιφνιδιαστικές επιθέσεις και απέφευγαν τις μάχες σώμα με σώμα. Συν τοις άλλοις, ένα μέρος του στρατού που αποτελούνταν από Ούζους (τουρκικό φύλο και αυτό) αυτομόλησε. Οι Τούρκοι κατάφεραν να σπάσουν τις παρατάξεις των Βυζαντινών και να τους περικυκλώσουν…
Την ώρα της μάχης, ένα σύνθημα του Ρωμανού για τακτική αναστροφή ερμηνεύτηκε ως σύνθημα ήττας. Επικράτησε πανικός, καθώς οι Βυζαντινοί τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Η οπισθοφυλακή, την οποία διοικούσε ο Ανδρόνικος Δούκας, δεν έτρεξε σε ενίσχυση, αλλά αντιθέτως αυτός φώναζε ότι ο αυτοκράτορας ήταν νεκρός και απέσυρε τους άνδρες του από τη μάχη! Σαν να ήθελε να αποτελειώσει τον αυτοκράτορά του… Ακολούθησε μεγάλη σφαγή. Ο Ρωμανός πολεμούσε καβάλα στο άλογό του κυκλωμένος από τους εχθρούς, μέχρι που αυτό έπεσε νεκρό και ο ίδιος συνέχισε τη μάχη πεζός. Οι άνδρες της προσωπικής του φρουράς σκοτώθηκαν όλοι, αφού πολέμησαν με αυτοθυσία, και ο ίδιος ο Ρωμανός κάποια στιγμή έπεσε αναίσθητος από τα χτυπήματα… Θα ήταν καλύτερα τελικά γι’ αυτόν αν είχε πεθάνει στο πεδίο της μάχης…
Οι στρατιώτες του Αλπ Αρσλάν οδήγησαν αλυσοδεμένο τον Ρωμανό μπροστά στο σουλτάνο τους. Εκείνος δυσκολευόταν να πιστέψει ότι ο καταματωμένος άνδρας που είχε μπροστά του ήταν ο αυτοκράτορας των Ρωμαίων (το κανονικό όνομα της αυτοκρατορίας ήταν Ρωμαϊκή) και ζήτησε από τους αιχμαλώτους του να τον αναγνωρίσουν. Εκείνοι έπεσαν στα γόνατα και προσκύνησαν τον αυτοκράτορά τους δακρυσμένοι. Τότε, ο σουλτάνος, θαυμάζοντας την ανδρεία του Ρωμανού, είπε: «Μη φοβάσαι, βασιλιά, δεν πρόκειται να διατρέξεις κανέναν κίνδυνο σωματικό, αλλά θα τιμηθείς όπως αρμόζει στο αξίωμά σου. Γιατί είναι ανόητος εκείνος που δε φοβάται τα απρόοπτα αναποδογυρίσματα της τύχης.» Και πραγματικά, παραχώρησε ιδιαίτερη σκηνή και ακολουθία στον βασιλικό αιχμάλωτό του και γευμάτιζε μαζί του στο βασιλικό τραπέζι. Ιστορικός έχει μείνει και ο ακόλουθος διάλογος:
«Τι θα μου έκανες αν ήμουν εγώ αιχμάλωτός σου;» ρώτησε ο σουλτάνος. «Θα σε σκότωνα ή θα σε εξέθετα στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης», απάντησε ο Ρωμανός. «Η δική μου τιμωρία θα είναι χειρότερη. Θα σε αφήσω ελεύθερο.»
Προφανώς, ο Αλπ Αρσλάν ήξερε τι είδους ανθρώπους θα αντιμετώπιζε ο Ρωμανός με την επιστροφή του στη Βασιλεύουσα. Έκλεισε μαζί του ειρήνη με όρους σχετικά επιεικείς για το Βυζάντιο και άφησε ελεύθερο τον αυτοκράτορα και τους υπόλοιπους αιχμαλώτους, αφού πρώτα έλαβε λύτρα.
Η τελευταία πράξη του δράματος παίχτηκε όταν επέστρεψε ο Ρωμανός στην Κωνσταντινούπολη. Οι εχθροί του, άνθρωποι ανήθικοι, εκδικητικοί και κακόψυχοι, όταν έμαθαν την τραγική είδηση της ήττας, τον κήρυξαν έκπτωτο και στη θέση του όρισαν αυτοκράτορα τον Μιχαήλ Δούκα, γιο της αυτοκράτειρας Ευδοκίας από τον πρώτο της γάμο και αυτήν την έκλεισαν διά της βίας σε μοναστήρι. Και παρά το γεγονός ότι ο νεαρός αυτοκράτορας είχε υπογράψει γραπτή εγγύηση για τη σωματική ακεραιότητα του Ρωμανού υπό τον όρο να γίνει μοναχός, οι εχθροί του (πρώτος και καλύτερος ο Ανδρόνικος Δούκας) δεν τη σεβάστηκαν και τον τύφλωσαν. Στην κυριολεξία του έβγαλαν τα μάτια… Λίγους μήνες αργότερα, ο Ρωμανός πέθανε εξαθλιωμένος από μόλυνση των πληγών του, μέσα σε φρικτούς πόνους. Η έκπτωτη αυτοκράτειρα Ευδοκία συντετριμμένη έθαψε τη σωρό του στη νήσο Πρώτη.
Οι συνέπειες της καταστροφής στο Ματζικέρτ ήταν πολύ οδυνηρές για το Βυζάντιο. Δεν ήταν μόνο ότι επλήγη το γόητρο της αυτοκρατορίας, ήταν ότι με αυτόν τον τρόπο άνοιξε ο δρόμος για την εδραίωση των Τούρκων στη Μικρά Ασία, με τις συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για το Βυζάντιο. Ο Ρωμανός Δ΄ Διογένης, θεωρείται μία από τις τραγικότερες μορφές του Νέου Ελληνισμού, γιατί ήταν πατριώτης και οραματιστής, αλλά προδόθηκε με τον πιο επαίσχυντο τρόπο…