Συνέντευξη στην Άννα Παχή
Ηθοποιός και τραγουδίστρια η Πολυτίμη μοιράζεται με το iart.gr τη φιλοσοφία της για την Τέχνη και κυρίως, την ενδιαφέρουσα οπτική της για τη ζωή. Εξαιρετική φωνή, γλυκύτατη παρουσία, αξίζει να την ανακαλύψετε μαζί μας..
Πως ασχολήθηκες με το χώρο;
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου η μουσική ήταν μόνιμη. H μητέρα μου γράφει στίχους, ο πατέρας μου μουσική. Εκείνη τραγουδούσε μικρασιάτικα, εκείνος ρεμπέτικα, ο αδερφός μου παίζει πιάνο. Έκανα μπαλέτο, μουσική, τραγούδι, ήμουν μέλος σε χορωδία, σε θεατρικό εργαστήριο, ασχολήθηκα με τη ζωγραφική.. Τελικά με κέρδισε το θέατρο και το τραγούδι.
Που σπούδασες;
Στο θέατρο “Πρόβα” της Μαίρης Ραζή. Μου άρεσε η ενέργεια που είχε, παρακολούθησα καταπληκτικά μαθήματα. Νομίζω πως δε θα μπορούσα να μάθω τα πράγματα πιο σφαιρικά. Σκηνογραφία, μακιγιάζ, θεατρική ξιφασκία, θεωρητικά… Ήταν πολύ ωραία, υπήρχε η ανεμελιά της φοιτητικής ζωής, αν και είμασταν πολύ πειθαρχημένοι, ειδικά μετά το δεύτερο έτος. Τα πράγματα δυσκολεύουν μετά τη Σχολή.
Δηλαδή;
Προσωπικά έχω την τύχη να δουλεύω σταθερά ως ηθοποιός. Φοιτήτρια ακόμη, επιλέχθηκα μαζί με άλλους να εκπροσωπήσουμε την Ελλάδα στο Διεθνές φεστιβάλ Κινηματογράφου και Θεάτρου, στο Βουκουρέστι. Πήραμε το πρώτο βραβείο. Κατόπιν, εργάστηκα στην Παιδική Σκηνή του Θεάτρου «Πρόβα» μέχρι και τη διπλωματική μου. Ξαναπήγα στο εξωτερικό με τις «Βάκχες» σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Λοϊζίδη. Όμως, η μεγαλύτερη δυσκολία είναι ότι από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να βρεθείς στο κενό. Συνέχεια πρέπει να ψάχνεις για δουλειά, δεν έχεις την πολυτέλεια της ανάπαυλας, ακόμα κι όταν εργάζεσαι. Αυτό συμβαίνει και στο τραγούδι και στο θέατρο. Βέβαια, είναι μέρος της δουλειάς. Αν δεν το δεχτείς, δεν μπορείς να παραμείνεις στο χώρο.
Δοκιμάζεσαι συνεχώς.
Στις οντισιόν έχεις πέντε λεπτά να δείξεις το καλύτερο που μπορείς. Δεν πας με παρέα για να πιεις καφέ, πηγαίνεις μόνος, συγκεντρώνεσαι για να αποδώσεις σωστά, στα πέντε λεπτά που σου αναλογούν. Συχνά χρησιμοποιείται η δικαιολογία “ο ρόλος έχει ήδη δοθεί”. Ισχύει σε μερικές περιπτώσεις, το θέμα είναι όμως πως αντιμετωπίζεις ε σ ύ τη δουλειά σου. Δεν έχει σημασία αν το καστ είναι κλεισμένο, πρέπει να δείξεις, στον εαυτό σου πρώτα από όλα, ότι είσαι επαγγελματίας.
Απαιτείται σωματική, πνευματική, ψυχική και συναισθηματική ενέργεια.
O κόσμος σε βλέπει μόνον την ώρα που εκτίθεσαι κι έτσι πρέπει. Απλά, η κούραση που απαιτεί το να βγεις στη σκηνή, η δουλειά που γίνεται μέχρι να εκτεθείς, είναι ο μεγαλύτερος όγκος. Στο μαγαζί, ελέγχεις τον ήχο. Προϋπάρχουν οι πρόβες, οι ασκήσεις. Ο ηθοποιός ζει με το ρόλο του, ο μουσικός με τα τραγούδια του. Ή τουλάχιστον, έτσι πρέπει να είναι. Χαίρομαι που συναντώ αξιόλογους συναδέλφους, έτσι βελτιωνόμαστε όλοι. Δεν έχει νόημα να είσαι καλός εσύ και οι άλλοι μέτριοι. Το καλύτερο αποτέλεσμα βγαίνει μέσα από τον πειραματισμό. Όταν έχεις γερή “πλάτη”, κι εννοώ τους συνεργάτες σου, μπορείς να το κάνεις. Όσο περισσότερα δοκιμάζεις, τόσο πιθανότερο είναι να προσφέρεις στο θεατή κάτι που δεν έχει ξαναδεί και θα τον συγκινήσει.
Πως βλέπεις τα πράγματα στη σημερινή μουσική σκηνή;
Χαίρομαι που υπάρχουν καλές τραγουδίστριες στο ρεπερτόριο που τραγουδώ. Ανεβαίνει το γενικό επίπεδο, μου δίνει δύναμη. Ύστερα, υπάρχει εξέλιξη. Παίρνεις υλικό από τον κόσμο, τη φύση, από κάποιον τραγουδιστή που τραγουδά κάτι διαφορετικό και βελτιώνεις την απόδοσή σου. Στα δικά μου ρεπερτόρια, το υλικό μέχρι τώρα ερχόταν αποκλειστικά σχεδόν από την Αμερική. Πλέον όμως, υπάρχουν κι εδώ φωτεινά παραδείγματα που δυστυχώς δεν έχουν την αναγνώριση που τους αξίζει, αλλά η αξία τους είναι αδιαμφισβήτητη.
Ο κόσμος ίσως βαρέθηκε τα ίδια και τα ίδια. Ας πούμε, το σκυλάδικο. Σίγουρα υπάρχουν εξαιρετικοί καλλιτέχνες και τραγούδια. Απλά χάνουμε το μέτρο.
Για μένα το σκυλάδικο δεν έχει να κάνει με είδος ή ρεπερτόριο. Σκυλάδικο θεωρώ το γρήγορο, το ευκαιριακό. Ένας άνθρωπος μπορεί να υπηρετεί το λαϊκό τραγούδι και το βαρύ μάλιστα, χωρίς να είναι σκυλάς. Πολλοί καλλιτέχνες το υποστηρίζουν με επιτυχία. Εκείνο που με ενοχλεί, είναι να μην έχεις το μεράκι. Οφείλεις να σέβεσαι αυτό που κάνεις, να το προάγεις, να βάζεις το δικό σου λιθαράκι. Είναι επίσης σημαντικό να επικοινωνείς με τον κόσμο που έρχεται να σε δει, να δίνεις το 100% του εαυτού σου, σε όποια κατάσταση και να είσαι. Με πειράζει που κάποιοι δεν το βλέπουν έτσι.
Κακοί επαγγελματίες υπάρχουν παντού. Και κυκλώματα, αλλά αυτό δε λέει κάτι τελικά.
Όπου θέλεις μπαίνεις, όπου δε θέλεις, δεν μπαίνεις. Στη Σχολή έλεγαν «Δεν είστε υποχρεωμένοι να βρίσκεστε εδώ». Πας με τη θέλησή σου. Το αν θα κουβαλήσεις το σχολικό «πρέπει», είναι δικό σου θέμα. Μπορεί να κερδίσεις γνώση ή / και να περάσεις ξένοιαστα. Εκεί συνειδητοποίησα πόσα κείμενα πέρασαν από τα χέρια μου στο σχολείο και τα άφησα ανεκμετάλλευτα. Στενοχωρήθηκα. Δεν ήμουν ιδιαίτερα καλή μαθήτρια, υπήρξαν όμως δυο εξαιρετικοί καθηγητές που με έκαναν να θέλω να διαβάσω. Έβγαζα βαθμούς, επειδή μάθαινα πράγματα. Αυτή είναι η ουσία του σχολείου, να μάθεις. Πρέπει όμως να έχεις καθηγητή που “γουστάρει”. Νομίζω πως σε αυτό υστερούμε στην Ελλάδα. Μπαίνουμε σε θέσεις που δεν τις “γουστάρουμε”, για λάθος λόγους. Ίσως με την κρίση, αυτό βελτιωθεί, καθώς πλέον, δεν υπάρχει σιγουριά πουθενά. Είναι μια καλή ευκαιρία να ‘σπρώξουμε’ τα νέα παιδιά σε αυτό που πραγματικά θέλουν να κάνουν. Το επάγγελμα είναι τεράστια περίοδος, κρίμα να την περάσεις κάπου όπου βαρυγκομάς. Γινόμαστε δυστυχισμένοι γενικότερα. Πες ότι έρχεται ένα τζίνι να σου δώσει την τέλεια ζωή. Ποιά είναι αυτή; Οι περισσότεροι δε θα ξέραμε να απαντήσουμε. Θα λέγαμε τα κοινότυπα, πολλά λεφτά, ακριβό αμάξι.. αυτά που επιθυμούμε εκείνη τη στιγμή. Δε θα πούμε το νόημα της ζωής.
Το ψάχνει κανείς;
Είναι δύσκολο, πονάει. Σε φέρνει όμως σε πολύ ωραίο επίπεδο, εσωτερικά. Προσωπικά, αυτό μου το έδωσε η υποκριτική. Αναγκάζεσαι να προσεγγίσεις “ανθρώπους” – κάθε ρόλος είναι ένας άνθρωπος. Τον άνθρωπο δεν μπορείς να τον αντιμετωπίσεις ως ‘κακό’. Έναν δολοφόνο ας πούμε, πρέπει να τον πλησιάσεις, να αντιληφθείς τη δική του οπτική. Και πρέπει να το κάνεις με δικά σου μέσα. Να βρεις εντός σου τη δόση κακίας, ζήλιας, που όλοι διαθέτουμε. Κάποτε ο εξαιρετικός σκηνοθέτης και δάσκαλος Σωτήρης Τσόγκας, μου ανέθεσε ένα ρόλο στην «Παρεξήγηση» του Καμύ. Ζήτησα να μην τον αναλάβω. Τρόμαξα, δεν ήθελα να με δω έτσι. Αρνήθηκε. Δούλεψα κι έβγαλα τρομερά πράγματα από μέσα μου. Πράγματα που υπήρχαν. Όλα έχουν να κάνουν με το πόσο έχουμε ψάξει τον εαυτό μας, κι οι περισσότεροι δέν το κάνουμε. Θεωρούμε ότι αυτά που θα μας κάνουν ευτυχισμένους κι αυτά που θέλουμε, είναι αυτά που επιλέγουμε να απορροφήσουμε. Υπάρχει έλλειψη ουσίας. Στις σχέσεις, στις φιλίες. Ένα βήμα χρειάζεται για να τα στηρίξεις, επώδυνο πολύ. Είναι όμως ωραίο να γνωρίζεις πραγματικά τον εαυτό σου.
Πέρσι κυκλοφόρησε η πρώτη σου δισκογραφική δουλειά.
Έχει τίτλο «Κάθε τέλος μια αρχή» κι έγινε λόγω της ανάγκης να πω κάποια πράγματα. Τα τελευταία χρόνια, συνεργάζομαι με τη Ζωή Τηγανούρια, οπότε έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να βγάλουμε ένα cd μαζί. Η Ζωή έγραψε τη μουσική για το τραγούδι «Όνειρα κομμάτια», οι στίχοι είναι της Μαρκέλας Σελιανίτου, την οποία επίσης αγαπώ πολύ. Είναι λίγο σοκαριστική η αίσθηση να τραγουδάς για πρώτη φορά κάποια τραγούδια, ταυτόχρονα όμως, πολύ ωραία διαδικασία. Επίσης υπάρχει το τραγούδι «Κάτι έχει αλλάξει» σε μουσική Στέλιου Γενεράλη και στίχους πάλι της Μαρκέλας. Το τρίτο είναι special track, λέγεται «My sister mirror» σε μουσική και στίχους του Στέλιου, η αγγλόφωνη εκδοχή του «Κάτι έχει αλλάξει». Νομίζω πως διαφοροποιείται πλήρως, παρόλη την κοινή μουσική. Η Ζωή και ο Στέλιος έχουν κάνει και την παραγωγή. Το «ευχαριστώ» είναι πολύ μικρή λέξη για να μπορέσω εκφράσω αυτά που αισθάνομαι – και για τη Μαρκέλα φυσικά – για τη στήριξή τους. Είναι πολύ μεγάλη μου χαρά που συνεργαζόμαστε.
Το τραγούδι προσαρμόζεται σε σένα κι εσύ σε αυτό.
Ζεις μαζί του. Πορεύεσαι και το θέμα είναι να μείνετε δίπλα – δίπλα μέχρι το τέλος. Κάθε τραγούδι – δεν ξέρω αν το ότι είμαι και ηθοποιός με κάνει να το βλέπω έτσι – είναι μια παράσταση. Έχει αρχή, μέση και τέλος. Ξεκινάς σε μια συναισθηματική φόρτιση και στο τέλος πρέπει να υπάρξει η λύση, να επέλθει η λύτρωση. Έτσι το βιώνω.
Αγαπάς αυτό που κάνεις.
Πραγματικά. Απολαμβάνω την κούραση, τη διαδικασία, ακόμη και το κουβάλημα μου αρέσει, κάθε φορά που στήνουμε για live. Είμαστε ομάδα, δουλεύουμε μαζί.
Μίλησέ μου για τους Qualified Reloaded.
Γνωριστήκαμε μέσω του ντράμερ, Μιχάλη Σκουτέλη. Στην αρχή συμμετείχα σε κάποιες εμφανίσεις τους, περάσαμε πολύ ωραία κι αποφασίσαμε να συνεργαστούμε. Εμπλουτίσαμε το πρόγραμμα με ευφάνταστες διασκευές και συνεχίζουμε. Στο μπάσο είναι ο Περικλής Χατζής, ο Θωμάς Ζήσης στα πλήκτρα, και ο Σταμάτης Καπάτος στις ηλεκτρικές κιθάρες. Πρόκειται για εξαιρετική συνεργασία κι ελπίζω να την «κλειδώσουμε» με κάποια τραγούδια δικά μας.
Είσαι και δασκάλα.
Διδάσκω Μοντέρνο Τραγούδι, στο Βυζαντινό Ωδείο του Νέου Κόσμου, σε όποιον θέλει να ανακαλύψει τη φωνή του. Υπάρχουν πολλοί που έχουν το μεράκι και ή τη φοβούνται ή την κακομεταχειρίζονται. Τους δείχνω ότι το τραγούδι πρέπει να σε ξαλαφρώνει. Να νιώθεις τη λύτρωση και να κάνεις και τον άλλον να τη νιώθει. Δεν είναι σωστό να ανεβαίνεις στη σκηνή και να κατεβαίνεις άρρωστος. Πρέπει να νιώθεις ψυχική ανάταση, ταυτόχρονα να είσαι και σωματικά καλά. Η φωνή είναι όργανο που βρίσκεται μέσα σου, πρέπει να το νιώσεις.
Η ζωή του καλλιτέχνη μοιάζει με αυτήν του αθλητή. Απαιτεί καλή διατροφή, καλή φυσική κατάσταση…
Ο κόσμος δεν σκέφτεται πως αν δεν ξεκουραστείς, την επόμενη μέρα δε θα αποδώσεις στη δουλειά σου. Είναι επάγγελμα που δεν το αφήνεις ποτέ. Θέλει όντως προσοχή. Βέβαια, δεν είμαστε τέλειοι.. Καμιά φορά, ξεφεύγουμε.
Πως διασκεδάζεις;
Περνάω χρόνο με την οικογένεια και τους φίλους μου. Παρακολουθώ κινηματογράφο, θέατρο, live συναδέλφων. Όταν μπορώ, έρχομαι σε επαφή με τη φύση.
Ετοιμάζεις κάτι στο προσεχές διάστημα;
Συνεργάζομαι με το θεατρικό οργανισμό του Θωμά Κινδύνη σε δυο παραγωγές. Η μια είναι παιδική παράσταση με τίτλο “Το γαϊτανάκι” σε σκηνοθεσία Άννας – Σεβαστής Τζίμα. Η δεύτερη έχει θέμα τα παραδοσιακά αποκριάτικα δρώμενα της πατρίδας μας, σε καλλιτεχνική διεύθυνση του κ. Κινδύνη. Η παράσταση θα παρουσιαστεί σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, όπως το Κερατσίνι, στις 10 Φεβρουαρίου, στις 10:30 και στις 14:30 την ίδια μέρα, στο Χαλάνδρι. Το άλλο Σάββατο, 17 του μήνα, θα είμαστε στο Μοναστηράκι στις 19:00 ενώ την Κυριακή, 18 Φεβρουαρίου, στις 12:00 το μεσημέρι, θα βρεθούμε στην Πλάκα.