Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη
Διακαής πόθος των Ελλήνων, για όσα χρόνια ζούσαν υπό τον τουρκικό ζυγό, ήταν η δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους. Όμως ο στόχος αυτός δεν υλοποιήθηκε το 1821 με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά στις 22 Ιανουαρίου/3 Φεβρουαρίου 1830 (με το παλαιό και το νέο ημερολόγιο αντίστοιχα), όταν οι τρεις μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, υπέγραψαν το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, το οποίο είναι γνωστό και ως Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας.
Ωστόσο, το πρώτο επίσημο διπλωματικό έγγραφο που αναγνώριζε πολιτική υπόσταση στην Ελλάδα ήταν το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης (23 Μαρτίου/4 Απριλίου 1826), που το υπέγραψαν οι τρεις Δυνάμεις. Την αναγνώριζε ως αυτόνομο τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, φόρου υποτελές στον Σουλτάνο και με γηγενείς αιρετούς άρχοντες. Με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου οι τρεις Δυνάμεις διαχώριζαν εντελώς τη στάση τους από την Αυστρία και την ανθελληνική πολιτική του καγκελάριου Μέττερνιχ. Μειονέκτημα του Πρωτοκόλλου ήταν ότι περιείχε πολλές ασάφειες, ειδικά ως προς το θέμα των συνόρων. Λόγο περί αυτόνομου ελληνικού κράτους έκανε και η Ιουλιανή Συνθήκη του Λονδίνου (24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1827).
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε επιπλέον ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που γινόταν επίσημα λόγος για ενιαίο κράτος με το όνομα «Ελλάδα». Και αυτό γιατί στην αρχαιότητα κάθε ελληνική πόλη ήταν ξεχωριστό κράτος, ενώ κατά τη ρωμαϊκή και μετέπειτα βυζαντινή εποχή η Ελλάδα ήταν ρωμαϊκή και βυζαντινή επαρχία. Μάλιστα το πραγματικό όνομα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ήταν Ρωμαϊκή (υπάρχει και η ονομασία Ρωμανία) και οι πολίτες της ονομάζονταν Ρωμαίοι, παρ’ όλο που από τον 7ο αιώνα επίσημη γλώσσα του κράτους ήταν η Ελληνική. Εξ ου και οι όροι «Ρωμιός», «Ρωμιοσύνη» και «ρωμαίικα», που δηλώνουν τον Νεοέλληνα, τον Νέο Ελληνισμό και τη Νέα Ελληνική (Δημοτική) γλώσσα. Ο όρος «Έλλην», που στη βυζαντινή εποχή είχε σχεδόν εγκαταλειφθεί και δήλωνε μειωτικά τον ειδωλολάτρη, άρχισε να ξαναχρησιμοποιείται από τον 12ο αιώνα και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204) γενικεύτηκε η χρήση του. Αυτό φανερώνει ότι η νεοελληνική συνείδηση είχε πλέον αποκρυσταλλωθεί.
Και ερχόμαστε τώρα στο έτος 1828. Την ημέρα των Θεοφανείων καταφθάνει ο Ιωάννης Καποδίστριας στο Ναύπλιο ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, με εξουσιοδότηση από τη Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας να διοικήσει για επτά χρόνια. Ο Καποδίστριας αναλαμβάνει να στήσει το κράτος κυριολεκτικά από το μηδέν, καθώς δεν υπάρχει ούτε οργάνωση ούτε θεσμοί. Βασικό του μέλημα είναι ο βαθμός ανεξαρτησίας και το θέμα των συνόρων.
Ο Καποδίστριας ήταν άνθρωπος αποφασιστικός, επίμονος, πιεστικός και διεκδικητικός. Ποτέ δεν έμενε ικανοποιημένος με αυτά που του έδιναν και διαρκώς ζητούσε κι άλλα. Εμπειρότατος σε θέματα διπλωματίας, κατορθώνει να φέρει το ελληνικό ζήτημα πολύ ψηλά στην ατζέντα των ευρωπαϊκών διπλωματικών κύκλων. Φροντίζει με αλλεπάλληλα υπομνήματα να εξασφαλίζει κέρδη και να προχωρά σε νέες διεκδικήσεις όταν είναι σίγουρος ότι πατά σε στέρεο έδαφος. Γι’ αυτό και θα επιδιώξει πρώτα τη διεύρυνση των συνόρων και θα αφήσει για αργότερα τη διεκδίκηση της ανεξαρτησίας. Θα εκμεταλλευτεί επίσης τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-29 (και τη νίκη της Ρωσίας) και τις έριδες της Αγγλίας και της Γαλλίας για τα συμφέροντά τους στη ΝΑ Μεσόγειο.
Τον Νοέμβριο του 1828 με το σχετικό πρωτόκολλο του Λονδίνου καθορίζονται τα σύνορα της Ελλάδας, που θα περιλαμβάνει μόνο… την Πελοπόννησο, τα παρακείμενα νησιά και τις Κυκλάδες! Εννοείται ότι ο Καποδίστριας δεν μένει με σταυρωμένα τα χέρια. Απαιτεί διεύρυνση των συνόρων, επειδή ένα κράτος με τόσο στενά σύνορα δεν είναι βιώσιμο. Με τις θέσεις του συμφωνούν και οι πρεσβευτές των τριών Δυνάμεων. Πράγματι, με νέο Πρωτόκολλο του Λονδίνου το Μάρτιο του 1929 ορίζεται νέο σύνορο η γραμμή Παγασητικού-Αμβρακικού, ενώ περιλαμβάνονται η Εύβοια και οι Κυκλάδες. Δεν γίνεται όμως ακόμη λόγος για ανεξαρτησία, ενώ παραμένει το καθεστώς υποτέλειας.
Η νίκη της Ρωσίας στον ρωσοτουρκικό πόλεμο και οι νίκες των Ελλήνων εις βάρος των Τούρκων το 1829 στη Στερεά Ελλάδα αναγκάζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία να συνθηκολογήσει και να δεχτεί και το τελευταίο Πρωτόκολλο του Λονδίνου και την Ιουλιανή Συνθήκη. Η Αγγλία, βλέποντας το γόητρο της Ρωσίας στην Ελλάδα να αυξάνεται, κάνει τη θεαματική κίνηση να προτείνει ανεξαρτησία της Ελλάδας. Με τη θέση της συντάσσεται και η Γαλλία, για να διατηρήσει την επιρροή της στην Ελλάδα. Πράγματι, στις 22 Ιανουαρίου/3 Φεβρουαρίου οι τρεις Δυνάμεις θα υπογράψουν το νέο Πρωτόκολλο του Λονδίνου, που προβλέπει τα εξής: «Η Ελλάς θέλει σχηματίσει εν κράτος ανεξάρτητον και θέλει χαίρει όλα τα δίκαια πολιτικά, διοικητικά και εμπορικά τα προσπεφυκότα εις εντελή ανεξαρτησίαν.» Μόνο που τα σύνορα φτάνουν μέχρι τη γραμμή Αχελώου-Σπερχειού, ως αντάλλαγμα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, για να μη συνορεύει η Ελλάδα με τα Επτάνησα, που ήταν υπό αγγλική κατοχή. Έτσι όμως μεγάλο τμήμα της Δυτικής Στερεάς μένει εκτός. Στην Ελλάδα θα ανήκουν η Εύβοια, οι Κυκλάδες και οι Σποράδες. Βελτίωση των συνόρων θα πετύχει ο Καποδίστριας τον επόμενο χρόνο. Δυστυχώς όμως οι αντίπαλοί του είχαν διαφορετική άποψη για το έργο του και τον δολοφόνησαν. Έτσι, για το «ευχαριστώ»…
Με το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας τερματιζόταν η Ελληνική Επανάσταση και ξεκινούσε ουσιαστικά ο ελεύθερος πολιτικός βίος του έθνους μας. Η Ελλάδα αποκτούσε επιτέλους κρατική υπόσταση μέσα στη διεθνή κοινότητα.