Με αφορμή την παράσταση ‘Η Αγέλαστη Πολιτεία και οι Καλικάντζαροι’ οι Ρουμπαγιάτ μιλούν στο iart.gr

-Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε στο συγκεκριμένο παραμύθι κι αποφασίσατε να το ‘ανεβάσετε’ στη σκηνή; Τι πιστεύετε πως έχει να δώσει στους μικρούς και τους μεγάλους που θα το παρακολουθήσουν;

Η «Αγέλαστη Πολιτεία και οι καλικάντζαροι» των Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα, είναι ένα παραμύθι που λατρεύουμε από πολύ μικρή ηλικία και έχει ταυτιστεί με τα παιδικά (και τα ενήλικα) μας Χριστούγεννα. Το ακούγαμε στο ραδιόφωνο, στα Χριστουγεννιάτικα τραπέζια, ακόμη και για νανούρισμα. ‘’Προσπαθήσαμε (μάταια)  να ρίξουμε το δέντρο που στηρίζει τον απάνω κόσμο με τα πριόνια μας’’ και ΄βράσαμε τη μαντζούνια της παπαρούνας για δεκαοχτώ μερόνυχτα΄ σε σχολικές γιορτές. Πέρα από το συναισθηματικό μας δέσιμο, το κείμενο παραμένει διαχρονικό αν και διανύει την πέμπτη δεκαετία του. Τα πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, οι δεξιοτεχνικά δομημένοι παραλληλισμοί με τη δική μας σύγχρονη και καθολική «Αγέλαστη Πολιτεία» πλαισιωμένοι από παραμυθένιες μελωδίες, ΔΕΝ μπορούν να σε αφήσουν αδιάφορο.

-Πόσο δύσκολη ήταν – εάν ήταν –  η υλοποίηση της παράστασης; Μιλήστε μας για τους συντελεστές της.

Η αλήθεια είναι πως ήταν μία ιδέα που γυροφέρναμε αρκετό καιρό. Προσπαθούσαμε λοιπόν μέσα στα χρόνια να βρούμε μία ‘’φόρμα’’ που θα μπορούσε να δουλέψει, όντας μουσικοί. Το κομμάτι που μας έλειπε στο παζλ το συμπλήρωσε με τον ομορφότερο δυνατό τρόπο ο Ζαχαρίας Σπανός, που με την αστείρευτη φαντασία  και την υπέροχη ενέργειά του έβαλε τα θεμέλια (μπορεί και κάνα δυο ορόφους) στην παράστασή μας.

Στην παράσταση λοιπόν, παρακολουθείτε τρεις μουσικούς καλικάντζαρους, τους Ρουμπαγιάτ και έναν ξεχασιάρη αφηγητή που μπαινοβγαίνει σε μαγικά και ανθρώπινα ρούχα τον Ζαχαρία Σπανό.

Οι Ρουμπαγιάτ είναι ένα μουσικό σχήμα που δημιουργήθηκε το 2013 με έδρα τη Θεσσαλονίκη και έκτοτε έχει πραγματοποιήσει πολλές εμφανίσεις ανά την Ελλάδα. Βασισμένοι στην πολυφωνία επιχειρούν μια σύγχρονη ερμηνευτική προσέγγιση σε τραγούδια του έντεχνου και του παραδοσιακού χώρου.

Ο Ζαχαρίας Σπανός φέρνει εκτός από τη σκηνική του παρουσία, την εμπειρία θεατρικών και κινηματογραφικών παραγωγών και κυρίως την επαγγελματική του ενασχόληση με την εκπαίδευση και την ψυχαγωγία παιδιών για περισσότερα από 20 χρόνια.

-Οι καλικάντζαροι του έργου χαρίζουν χαρά σε όλους. Πόσο πιστεύετε πως χρειαζόμαστε τέτοιους καλικάντζαρους σήμερα;  Που θα μπορούσαμε να τους βρούμε;

  Οι καλικάντζαροι χαρίζουν χαρά σε όσους μπορούν να χαρούνε. Μεγαλώνοντας έχουμε ξεχάσει το ‘’μαντζούνι της ευτυχίας’’ και για αυτό καταλήγουμε οι ενήλικες να χαμογελάμε κατά μέσο όρο 15 φορές τη μέρα ενώ ένα παιδί προσχολικής ηλικίας 400. Ο καθένας μας κρύβει μέσα του έναν καλικάντζαρο που θέλει να φέρει τα πάνω κάτω, ασυμβίβαστο, δημιουργικό, έναν καλικάντζαρο που ίσως κάποτε καταφέρει να κόψει το δέντρο που στηρίζει τον απάνω κόσμο και να σπάσει όλα αυτά που νομίζουμε πως έχουν σημασία ενώ πραγματικά δεν έχουν.

 

-Ας περάσουμε στους Ρουμπαγιάτ. Πως προέκυψε το σχήμα; Ποιοι το αποτελούν; Ποια η φιλοσοφία και οι επιρροές του;

Πρωτοβρεθήκαμε, μουσικά, το μακρινό πλέον 2013 για μία σχολική παράσταση, συγκεκριμένα τη γιορτή αποφοίτησης λυκείου των δύο εκ των τριών μελών της μπάντας. Από την πρώτη κιόλας πρόβα συνειδητοποιήσαμε πως έχουμε πολλά κοινά ακούσματα, κυρίως στον χώρο του λεγόμενου έντεχνου τραγουδιού, και αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε ένα μουσικό τρίο με τους Θανάση Τσολάκη (κρουστά-τραγούδι), Γιάννη Τσιάτσο (κιθάρα-λαούτο-τραγούδι) και Σταύρο Τσολάκη (φλάουτο-φλογέρες-τραγούδι). Το όνομα Ρουμπαγιάτ ήρθε μετά από κάποια χρόνια, καθώς έπρεπε κάπως να συστηνόμαστε στο κοινό που ήδη μας ακολουθούσε στις διάφορες ζωντανές μας εμφανίσεις. Αφορμή αυτού του ονόματος υπήρξε το τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου ‘’Τρία Ρουμπαγιάτ’’, που υποδηλώνει και τον αριθμό των μελών του σχήματός μας. Το ύφος της μπάντας άρχισε να πλάθεται με τα χρόνια, να ακροβατεί ανάμεσα στο έντεχνο και το παραδοσιακό, με ερμηνείες άλλοτε ανατρεπτικές (πχ. Ηπειρώτικα με φλάουτο, κρητικές μαντινάδες με ηλεκτρικό λαούτο) και άλλοτε δωρικές, ακαπέλα, δηλαδή χωρίς τη συνοδεία οργάνων.

-Τι είδους δυσκολίες αντιμετωπίζετε ως μουσικοί που δραστηριοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα; Τι θα θέλατε να αλλάξει;

Στην Ελλάδα οι επαγγελματίες μουσικοί και γενικότερα οι άνθρωποι που καταπιάνονται με τον καλλιτεχνικό χώρο θεωρούνται ακόμα ‘’χομπίστες’’. Δεν υπάρχει καμία ουσιαστική στήριξη σε κρατικό επίπεδο, μία συνθήκη που αναδείχτηκε εμφατικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η σκηνή της Θεσσαλονίκης, ειδικότερα με το πέρας της υγειονομικής κρίσης, έχει ατονήσει αισθητά με πολλά μαγαζιά να κατεβάζουν ρολά, κάτι που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την ανάδειξη νέων καλλιτεχνών και συγκροτημάτων.

 

-Πως σας αντιμετωπίζει το κοινό; Τι ακούτε μετά από τις παραστάσεις και τα live σας; 

Με πολλή δουλειά και πολύ ψάξιμο, έχουμε βρει αρκετούς χώρους ,πλέον, ανά την Ελλάδα οι οποίοι φιλοξενούν το εγχείρημά μας και ως σύγχρονοι τροβαδούροι διαγράφουμε χιλιόμετρα καθημερινά. Τα live μας μετατρέπονται συχνά σε γλέντι είτε αυτά πραγματοποιούνται σε εσωτερικούς χώρους, είτε σε ανοιχτές πλατείες και χαρακτηρίζονται από πολλή ενέργεια, διάθεση και χορό. Ένα από τα μεγαλύτερα ‘’δώρα’’ που μπορεί να πάρει κάποιος που ασχολείται με τη μουσική, ειδικότερα με το ύφος που εκπροσωπούμε, είναι το σμίξιμο των ανθρώπων. Η αλληλεπίδραση, η ανταλλαγή ενέργειας, είναι κάτι που αναζητούμε σε όλα τα πρότζεκτ με τα οποία καταπιανόμαστε και δημιουργεί τις μαγικές στιγμές, που κάνει την κάθε παράσταση μοναδική!

-Που θα θέλατε να φτάσετε με τη μουσική σας;

Το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό μας όνειρο είναι να βρεθούμε επί σκηνής με καλλιτέχνες που θαυμάζουμε και μας έχουν διαμορφώσει καλλιτεχνικά και όχι μόνο. Επίσης,θέλουμε να συνεχίσουμε να ταξιδεύουμε και να γνωρίζουμε όμορφους τόπους και προπαντός όμορφους ανθρώπους.

-Παρακαλώ, δώστε στους αναγνώστες μας μια ευχή για τα Χριστούγεννα.

Ευχόμαστε σε αυτές τις γιορτές να έρθουνε τα πάνω κάτω και καμία πολιτεία να μην παραμείνει αγέλαστη.

 

Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.