Εν αναμονή του νέου του live, ο Θωμάς Φώτης μιλά στο iart.gr για την μουσική χωρίς ταμπέλες. Απολαύστε τον!

Πως ασχολήθηκες με τη μουσική;  

Η αλήθεια είναι πως ξεκίνησα αργά, παρόλο που μεγάλωσα σε οικογένεια με ηπειρώτικα ακούσματα. Κατάγομαι από την ορεινή Άρτα, από τα Τζουμέρκα. Ο παππούς μου ήταν βιολιστής στα πανηγύρια της περιοχής, η οικογένεια της μητέρας μου ήταν τραγουδιστές και μουσικοί, ηθοποιοί.. Παρά ταύτα, το έβλεπα λίγο ‘πιεστικό’ όλο αυτό, έτσι απείχα. Στα δεκαπέντε μου όμως, έπιασα πρώτη φορά κιθάρα και δεν την άφησα ποτέ. Πήγα στο παράρτημα του Πατραϊκού Ωδείου, με καθηγητή τον Δημήτρη Παπαχρήστο κι έμεινα στη μουσική, παρατώντας όλα τα άλλα. Δεν προχώρησα σε σπουδές μετά το Λύκειο. Εκείνες τις εποχές αν ήξερες κάποιο όργανο έστω και λίγο, είχες θέληση και τσαγανό, μπορούσες να εργαστείς και να βγάλεις καλό μεροκάματο.   

Φαντάζομαι πόσο θα χάρηκε η οικογένεια σου.  

Ναι, αν και η χαρά ήταν μισή καθώς ήθελα να κάνω τα δικά μου πράγματα. Όταν μιλάμε για Ήπειρο και κλαρίνα, μιλάμε για ένα άλλο ύφος μουσικής, για πανηγύρια, τα οποία εγώ τότε τα σνόμπαρα κιόλας. Ξεκίνησα σπουδές κλασικής κιθάρας ακούγοντας παράλληλα ροκ, μπλουζ και τα ελληνικά συγκροτήματα του τότε. Ξύλινα Σπαθιά, Παύλο Σιδηρόπουλο…. Τώρα όμως ασχολούμαι περισσότερο με την παραδοσιακή μουσική.   

Ελληνικός στίχος στα τραγούδια σου.  

Ναι, διότι τα αγγλικά μου είναι άθλια και δεν μπορώ να ‘νιώσω’ μια άλλη γλώσσα. Ακούω όμως πολλή ξένη μουσική, γιατί υπήρξε το πρώτο μου ερέθισμα. Μου αρέσει να ψάχνω ανά χώρα, ειδικά τις καινούριες παραγωγές. Πρώτα όμως με συγκινεί η μουσική γιατί δεν έχω ιδέα τι λέει ο στίχος. Μετά, εμβαθύνω και στα λόγια.    

Στην Ελλάδα το έχουμε παρακάνει λίγο με τον ξένο στίχο..  

Θα ήθελα κι εγώ να πειραματιστώ κάποια στιγμή, αλλά είναι και μέχρι που ‘φτάνει το χέρι σου’. Συχνά δανείζομαι από άλλους δημιουργούς. Όταν γράφω δικά μου, τα τραγούδια είναι στην πλειοψηφία τους εντελώς βιωματικά. Θα σκεφτώ συγκεκριμένα πράγματα,  περιόδους της ζωής μου, πρόσωπα, μυρωδιές, αναμνήσεις….. Μουσική όμως, γράφω συνέχεια. Θεωρώ ότι έχω μια άνεση, μπορώ να γράψω μουσική για οτιδήποτε, πάνω σε στίχους και ποιήματα άλλων. Μου αρέσει η πίεση του χρόνου και στη μουσική τα καταφέρνω. Ο στίχος είναι άλλη υπόθεση, εκεί θα πάρει άλλον χρόνο. Βέβαια πρέπει να γνωρίζω τον στόχο εκείνου που μου δίνει στίχους ή το κοινό μας ‘θέλω’. Ο πολύ καλός συνάδερφος, καθηγητής,  Νικόλας Τσαφταρίδης (τον οποίον ευχαριστώ πάρα πολύ για την βοήθεια που μου προσέφερε), με έφερε σε επαφή με ανθρώπους του λόγου και των γραμμάτων. Ζούσα ακόμα στην Άρτα όταν μου έδωσε δυο ποιητικές συλλογές του Θάνου Ζελίτη και μου εξήγησε ποιος είναι ο Θάνος. Μελοποίησα τρία από αυτά τα ποιήματα  χωρίς να το ξέρει ο ποιητής. Ο Νίκος με κάλεσε στην επίσημη παρουσίαση της καινούριας ποιητικής συλλογής του Θάνου. Κατέβηκα στην Αθήνα και πήγα στο Καφέ Όστρια που γινόταν η παρουσίαση, κάνοντας έκπληξη στον Θάνο, κι έπαιξα τα μελοποιημένα του ποιήματα. Κάπως έτσι ήρθαμε σε επαφή και μετά δισκογραφήσαμε κι άλλα κομμάτια, όπως το ‘Είναι βραδιές για έρωτα’. Είναι άλλο αυτό, κι άλλο να ‘ντύσω’ με μουσική μια θεατρική παράσταση. Θεωρώ πως σε αυτά είμαι λίγο ‘πασπαρτού’ και μου αρέσει, ακριβώς επειδή μου αρέσει να παίζω, να γρατζουνάω. Προσπαθώ να μάθω κι άλλα όργανα, γιατί και αυτό παίζει ρόλο. Τώρα μαθαίνω μαντολίνο, το οποίο μου φαίνεται δύσκολο. Ξέρω κάμποσα, χωρίς να έχω τελειοποιηθεί σε κανένα. Πήρα ένα – δύο πτυχία αλλά δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση πως είμαι – και δεν θα γίνω ποτέ – βιρτουόζος. Παρόλα αυτά παίζω μπάσο, κιθάρα, πιάνο, τα φτάνω σε ένα επίπεδο και αποδέχομαι ότι εφόσον δεν υπάρχει τελειότητα, δεν θα την ψάξω κιόλας. Μου αρέσει αυτή η ελευθερία. Κάπως έτσι λειτουργώ και στη μουσική. Λειτουργώ με το ένστικτο, στην καθημερινότητα, στο ‘τώρα’.  

 

Στην Αθήνα δεν ήρθα νωρίς. Δεν έγινε τίποτα νωρίς. Μακάρι να είναι καλά αυτά που φτιάχνω. Η αίσθηση μου μέχρι τώρα είναι ότι απευθύνονται σε ένα κοινό που σιγά – σιγά τα ανακαλύπτει και τα στηρίζει. Στην Αθήνα ήρθα στα τριάντα μου. Μέχρι τότε, είχα μια κιθάρα στον ώμο και γυρνούσα στο εξωτερικό, ή όταν ήμουν εδώ, με τα ΚΤΕΛ.. Ο πρώτος μου δίσκος ήρθε το 2003 στην Άρτα με τίτλο ‘Σ’ αυτές τις γραμμές’. Έπαιξαν οι δάσκαλοι μου σε ένα υπόγειο στούντιο όπου οι συνθήκες δεν ήταν οι καλύτερες, τεχνικά. Μόνοι μας κάναμε τη μίξη, όλα, πριν γίνει must το να έχεις home studio.  Κάναμε μια παραγωγή η οποία τώρα διαπιστώνω πόσες ατέλειες είχε.  Παρόλα αυτά, σε αυτόν τον δίσκο έπαιξαν ‘παιχτούρες’ κατά την άποψη μου. Οι δάσκαλοι μου καταρχάς. Υπάρχει κι ένα δικό μου πεζό στο οποίο με συνοδεύει ο δάσκαλος μου. Ήταν τα πρωτόλεια τραγούδια μου. Από τότε έπαιρνα στίχους από άλλους, θυμάμαι μια στιχουργό από τα Γιάννενα, άλλον από την Άρτα.. Φτιάξαμε έναν δίσκο που κυκλοφόρησε από την εταιρεία ‘Φοίνιξ’ η οποία έβγαζε δημοτική και λαϊκή μουσική. Ήμουν ο πρώτος με αυτό που λέμε ροκ, όσο κι αν δεν μου αρέσει η ταμπέλα. Τότε θεωρούσαμε πως κάνουμε σκληρή μουσική κι είμαστε οι επόμενοι Rolling Stones. Κι έτσι έπρεπε να είναι. Τώρα βλέπω με συμπόνια και πολλή αγάπη το ότι νιώθαμε πως κάναμε ροκ. Ξέρω πως δεν κάνω ροκ μουσική, τουλάχιστον έτσι όπως την έχω στο μυαλό μου και πλέον δεν θέλω να με δεσμεύει τίποτα.  

Κι ύστερα;  

Έμεινα για ένα διάστημα στα Γιάννενα ενώ παράλληλα γυρνούσα σε όλη την Ελλάδα. Η ‘φωλιά’ μου όμως ήταν η Ήπειρος. Εκεί συνεργάστηκα με τον Λευτέρη Μιχαήλ Πανταζή, ο οποίος είναι εξαιρετικός δημιουργός και μπασίστας. Με βρήκε σε ένα πανηγύρι – γιατί παράλληλα παίζαμε στα πανηγύρια για τα προς το ζην – μου πρότεινε να κάνουμε έναν δίσκο παρέα και βγάλαμε το ‘Ξεχασμένο τάμα’ στα Γρεβενά με την Fora Music και να σημειώσω ότι η μίξη έγινε στο ‘Αγροτικόν’ του Νίκου Παπάζογλου. Εδώ να πω ότι έπαιζα τα τραγούδια μου και στα πανηγύρια, πριν ανέβει η δημοτική ορχήστρα, όπως και στο τέλος, ‘για τη νεολαία’. Ωραίες στιγμές, σημαντικά live. Έχω παίξει επίσης με μπουζούκια, τα αγαπώ πάρα πολύ. Έμαθα πολλά πράγματα και πήρα πολλή αγάπη από όλους τους. Θυμάμαι έναν ρομά μουσικό που του άρεσαν τα τραγούδια μου και μου έλεγε ‘να βάλουμε λίγο κλαρίνο μέσα’. Παντρέματα τέτοιου είδους έκανα και με ρεμπέτες. Αργότερα, σε φεστιβάλ της Άρτας γνώρισα τον Χρήστο Θηβαίο, που μου πρότεινε να κατέβω στην Αθήνα. Στις αντιρρήσεις μου απάντησε ‘εγώ θα σε βοηθήσω’. Τόσο απλά, τόσο όμορφα. Με σύστησε στον σπουδαίο παραγωγό Άγγελο Σφακιανάκη. Με έστειλε στο μπαρ του Βασίλη Τσιμπίδη, πλέον ‘Μπαράκι της Διδότου’. Κατόπιν γνώρισα τον Γιάννη Γιοκαρίνη ο οποίος με βοήθησε να κάνω τον πρώτο μου δίσκο εδώ στην Αθήνα, με τον Αντώνη Γούναρη και τίτλο ‘Αλήθεια, τι θα’ κανες;’. Στη συνέχεια έπαιξα με σπουδαίους κιθαρίστες, όπως ο Χρήστος Τόλιος (έχει γράψει το ‘Κρύψου’ του Βασίλη Παπακωνσταντίνου) και είχαμε μια ακουστική μπάντα. Άνοιγα το πρόγραμμα για τον Χριστόφορο Κροκίδη αλλά πάντα έκανα και δικά μου project. Δεν είχα ποτέ σταθερή μπάντα κι ακόμα και τώρα, χαίρομαι για αυτό. Θέλω να παίζω με μουσικούς που θεωρώ σπουδαίους και με νέους ανθρώπους γιατί μεγαλώνω. Καταπιάστηκα και με άλλα είδη, σε παραγωγή Νίκου Ασημάκη, δουλειές με τη Γεωργία Δρακάκη, την Αφεντούλα Ραζέλη, τον Πάνο Μέγγολη. Για αυτό και δεν βάζω ταμπέλα στη μουσική μου, θέλω να κάνω πολλά και διαφορετικά πράγματα.  

Πες μου λίγα λόγια για τα ‘Κανονακιθάρια’. 

Εδώ και αρκετό καιρό παρουσιάζουμε τα ‘Κανονακιθάρια’, μαζί με την Αθηνά Κούκη που παίζει κανονάκι, την αφεντιά μου στην κιθάρα και την ηθοποιό Μιχαέλα Δάβιου με την οποία συνεργαστήκαμε και παλαιότερα. Κάνουμε ένα concept στο οποίο  παίζουμε ηπειρώτικα – λόγω καταγωγής – κάποια μακεδονίτικα και νησιώτικα, του Αιγαίου κυρίως. Στα ηπειρώτικα περιλαμβάνονται κάποια τραγούδια που ανακάλυψα μέσα από έρευνα. Δεν έχουν δισκογραφηθεί, αλλά από πληροφορίες που έχω, λεγόντουσαν στα πανηγύρια, τα λεγόμενα ‘γαμοτράγουδα’ με τις όμορφες λεξούλες που σήμερα τις θεωρούμε σόκιν ή τις λέμε μόνον τις Απόκριες. Υπάρχει ένα βιβλίο που τα έχει συγκεντρωμένα, γραμμένο από έναν ιερέα κάπου στο 1870. Ο ίδιος αναφέρει ‘θα ήταν ατόπημα να μην έχω σε αυτήν τη συλλογή τα τραγούδια αυτά, γιατί δείχνουν την κουλτούρα της καθημερινότητας του Ηπειρώτη, του Έλληνα. Τι τραγουδάει στη χαρά, τι τραγουδάει στο γλέντι’. Συνειδητοποίησα πως τελικά τότε, δεν ήταν τόσο συντηρητικοί όσο νομίζουμε. Το κοινό αντιδρά με απορία στην αρχή, αν και κάποια τα γνωρίζει – όπως όλοι μας – από τη Δόμνα Σαμίου. Παρουσιάζουμε πολλά άγνωστα κομμάτια τα οποία τελικά κερδίζουν τον κόσμο.   Έχουμε κάνει μερικές  συναυλίες ενώ δυο από αυτά τα κομμάτια μπαίνουν στο στούντιο για να δισκογραφηθούν. Την παράσταση διανθίζουν κείμενα που διαβάζει η Μιχαέλα. Θέλω να γίνεται γλέντι στα live μου, είναι σκοπός αυτό. Με ενδιαφέρει να φύγει το κοινό προβληματισμένο, αλλά και χαρούμενο, και συγκινημένο. Να φύγει με ‘κάτι’. Μέχρι στιγμής εισπράττουμε το ‘μπράβο’ και χαίρομαι γιατί αυτό ήθελα, να επικοινωνήσω τραγούδια που δεν γνωρίζει ο κόσμος, να τα αγαπήσει και να τα τραγουδά. Φτάνει κάπου με τα γνωστά τραγούδια, υπάρχουν και άλλα. Το λέω και στον εαυτό μου, κι εγώ επαναλαμβάνομαι και δεν θέλω. Διαπιστώνω πως ενώ κάποτε ‘σνόμπαρα’ κάπως την παράδοση, τώρα την αντιμετωπίζω διαφορετικά. Πόσο λάθος ήμουν! Πόση εφηβική αφέλεια είχε το ‘εγώ παίζω ροκ κι ακούω Σιδηρόπουλο’. Αυτήν την στιγμή με αφορά το ‘κρυμμένο’ υλικό που υπάρχει, κυρίως στην Ήπειρο. Ύστερα θα ασχοληθώ με τα Δωδεκάνησα, με αφορμή κάποιες καταπληκτικές παρτιτούρες που μου έδωσε η καλή μου φίλη ακορντεονίστρια Γεωργία, από τη Σύμη, τα οποία δεν τα βρίσκω πουθενά. Δεν έχω τις γνώσεις και τον χρόνο να τα ‘βγάλω’ εγώ, θα τα δώσω σε φίλους και συναδέρφους. Είναι φοβερός πάντως ο πλούτος που υπάρχει κρυμμένος κι αν θέλουμε να βάλουμε ταμπέλα, τότε έγραφαν φοβερές ροκιές!  

 Δεν είσαι ο μόνος που κάνει αυτόν τον κύκλο. Στην εφηβεία μας είμαστε αντιδραστικοί, και αργότερα ανακαλύπτουμε την παράδοση μόνοι μας.  

Αντίδραση…. Δεν μπορώ καθόλου το στερεότυπο ‘sex, drugs and rock n roll‘. Το ροκ ήταν αντίδραση. Αντίδραση απέναντι στη συντηρητικότητα και την ηθικοπλασία ήταν να γράφονται τραγούδια για την αιμομιξία (αναφέρομαι στον γάμο μεταξύ δεύτερων ξαδέρφων που συνηθιζόταν παλαιότερα για πολλούς λόγους) η για τον “παράνομο” έρωτα και να τα τραγουδάμε εμείς σήμερα Ακριβώς όπως τα ‘φτιαχνε ο λαός Μια απτή καταγραφή της εκάστοτε πραγματικότητας δηλαδή. Ο λαός το τραγουδούσε αυτό. Είναι επαναστατικό να τραγουδάς για τον έρωτα, να είσαι κοριτσάκι 17 χρονών και να το κάνεις γαμοτράγουδο. Δεν είναι μόνον το ροκ επανάσταση και αντίδραση. Αυτό όμως μας πέρασαν υποσυνείδητα, ότι η παραδοσιακή μουσική έχει να κάνει μόνο με την βαθιά συντήρηση. Φταίει αρκετά το γεγονός πως είχαμε μια Χούντα που καπηλεύτηκε την παράδοση μας. Τον τσολιά, το πανέμορφο τσάμικο… Έκανε πολλή ζημιά η Επταετία στο παραδοσιακό τραγούδι, στο καθάριο παραδοσιακό, τραγούδι του λαού που κοινωνεί τον πόνο, την αγάπη, την κα@λα.. Αλλά και μετά, υπήρξε μια συντηρικοποίηση και από συναδέλφους μουσικούς, παρόλη την αγάπη που τους έχω. Καταλήξαμε να λέμε πως το κλαρίνο και η παράδοση ανήκε στην πολιτιστική κουλτούρα της δεξιάς και μόνο, στην συντήρηση… Όχι. Ευτυχώς που βγήκανε καλλιτέχνες όπως ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, οι Χαΐνηδες, οι Villagers και τόσοι άλλοι που μας θύμισαν τι σημαίνει παράδοση, με καινούριο ήχο και ματιά. Λέω ‘όχι’ στις ταμπέλες. Οι ταμπέλες χρειάζονται μόνον για να συνεννοούμαστε στα τεχνικά θέματα. Μιλάω για την ταυτότητα που μπορεί να θέλει κάποιος να βγάλει και να μην ‘χωράει’ ούτε στο blues, ούτε στο ροκ. Σε καμία. Και στην τελική, να μη χρειάζεται καμία ταμπέλα.  

Πριν λίγους μήνες ολοκλήρωσες μια παράσταση. 

Ο Δημήτρης Σιγάλας μου πρότεινε να συμμετέχω ως μουσικός σε μια μουσική επιθεώρηση – βαριετέ με ανθρώπους ΑΜΕΑ, με τίτλο ‘Την κάναμε ταράτσα’. Σκηνοθετεί ο Χρήστος Μουστάκας πάνω σε δικά του κείμενα. Θεωρώ τον Χρήστο σπουδαίο performer. Ήταν δεκαοχτώ χρόνια στους Σπείρα-Σπείρα στο πλευρό του Σταμάτη Κραουνάκη, ενώ έχει εμφανιστεί και σε πολλές τηλεοπτικές σειρές. Η επιθεώρηση παίχτηκε τις Παρασκευές του Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου στο Θέατρο Ημέρας. Πήγε πολύ καλά.  

Είσαι επίσης εκπαιδευτικός.  

Προσπαθώ, με την βοήθεια των συμ-μαθητών μου, να μεταφέρω ότι έμαθα σε αυτά τα εικοσιπέντε χρόνια στη μουσική. Είμαι στην ‘Κλεψύδρα’, τον χώρο τέχνης στο Γκάζι που ίδρυσε η Κατερίνα Μπουζάνη, – σπουδαίος άνθρωπος, σπουδαία ηθοποιός και σκηνοθέτης. Ήταν λίγο πριν σκάσει ο κόβιντ και ζοριστήκαμε όπως όλοι. Τώρα όμως έχει ‘ανοίξει’ πολύ. Υπάρχουν τμήματα υποκριτικής, γίνονται πολλά σεμινάρια κι εγώ διδάσκω φωνητική, ορθοφωνία και υποκριτική τραγουδιού. Έχω βέβαια και μαθήματα σε Ωδεία, ενώ ήμουν στον σύλλογο του Βασίλη Κλουβάτου στο Γαλάτσι, όπου κάναμε παραδοσιακό τραγούδι. Με ενδιαφέρει πολύ να μεταφέρω όση γνώση έχω σε αυτόν που θέλει να την δεχτεί και να την εξελίξει. Αυτό είναι το ζητούμενο. Πολλοί από τους μαθητές μου εργάζονται ήδη, ένας θέλει να βγάλει το δικό του τραγούδι… Είναι ένα όμορφο πάρε-δώσε, όπου ανταλλάσσουμε απόψεις και οπτικές. Κάνουμε επίσης παραστάσεις με την Κλεψύδρα, πάμε σε μουσικές σκηνές και κάθε φορά τα παιδιά με εκπλήσσουν ευχάριστα. Είναι πολύ καλοί τεχνικά και όχι μόνο. Πρέπει να στεκόμαστε με αγάπη πάνω στα τραγούδια και να τους δίνουμε τον δικό μας χαρακτήρα.  

Ετοιμάζεις και νέα εμφάνιση. 

Τα Κανονακιθάρια σας περιμένουν την Πέμπτη 7 Μαρτίου στο Life by Astarti, Μαρίνου Γερουλάνου 98, στην Αργυρούπολη. Θα ακούσετε την Αθηνά Κούκη να παίζει κανονάκι, την Μιχαέλα Δάβιου στο μπεντίρ και τα φωνητικά και τον υποφαινόμενο στην κιθάρα και το τραγούδι.

Βρείτε τον Θωμά Φώτη εδώ.