Γράφει η Άννα Παχή

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε στην Κρήτη η πολύ όμορφη Βριτομάρτυς. Για κακή της τύχη, την είδε ο βασιλιάς Μίνωας και θέλησε να την κάνει δική του. Η Βριτομάρτυς όμως, δεν είχε καμιά τέτοια όρεξη, κι όταν ο Μίνωας το παράκανε με το κυνηγητό, εκείνη σηκώθηκε κι έφυγε με ένα πλοίο. Λίγο έξω από την Αίγινα, ναύτες και πλοίαρχος επιτέθηκαν για να τη βιάσουν. Απελπισμένη, η Βριτομάρτυς έπεσε στη θάλασσα και κατάφερε να φτάσει στην Αίγινα κολυμπώντας. Βρήκε μια σπηλιά κι αποκαμωμένη κρύφτηκε εκεί. Από όλους. Δεν εμφανίστηκε ποτέ, δεν την ξαναείδε ποτέ κανείς. Ζήτησε και έλαβε την προστασία της Αρτέμιδος και της Αθηνάς. Οι κάτοικοι του νησιού γνώριζαν την ύπαρξή της, όχι όμως και τη μορφή της. Το μόνο που βρήκαν όταν την έψαξαν, ήταν ένα άγαλμα.  Έτσι, άρχισαν να τη λατρεύουν σαν θεά και να την φωνάζουν Άφα, Αφαία, δηλαδή, εξαφανισμένη. Ήταν περίπου στα 1300 χρόνια πριν γεννηθεί ο Χριστός.

Το που θα έφτιαχναν το ιερό της ήταν ένα θέμα. Στον λόφο του Κόκκινου Βράχου ή στον λόφο του Κοταρίνου; Το δίλημμα αντιμετωπίστηκε εύκολα. Οι Αιγινήτες έσφαξαν δυο αρνιά και απέθεσαν το κάθε ένα στους εν λόγω λόφους. Το πρώτο που “μύρισε” ήταν στον Βράχο. Έτσι, έφτιαξαν τον ναό της Άφας στον Κοταρίνο.

Δίπλα στον ναό κατοικούσαν οι ιερείς, κοντά στα λουτρά και τις λεκάνες που μάζευαν το βρόχινο νερό, έτσι ώστε να είναι πάντα καθαροί για να τελούν τις θυσίες.

Ο ναός χτίστηκε με πώρινη πέτρα, τραχιά τώρα, χτυπημένη από αέρα και βροχή. Αντέχει  όμως, έστω κι αν οι κίονες δεν είναι πλέον πενήντα, αλλά λιγότεροι. Στο κέντρο του, βρίσκονταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς. Άλλοι λένε της Αφαίας, άλλοι της Αθηνάς, άλλοι της Αρτέμιδος. Μου αρέσει να πιστεύω πως ήταν η ίδια θεά. Τις μέρες που ο καιρός είναι καθαρός, από τον ναό της Αφαίας μπορείς να διακρίνεις τους ναούς του Ποσειδώνα στο Σούνιο και της Αθηνάς στην Ακρόπολη. Η Αφαία αποτελεί την μια πλευρά του ισοσκελούς τριγώνου ανάμεσα στους ναούς αυτούς. Τον ίδιο ρόλο έχει ανάμεσα στον Παρθενώνα και τον ναό του Απόλλωνα, στους Δελφούς.

Στα 510 π.Χ. ο ναός κάηκε και ξαναφτιάχτηκε λίγα χρόνια αργότερα. Είναι δωρικού ρυθμού, στην Αφαία δεν αρέσουν τα στολίδια, ούτε η ελαφράδα των ιωνικών κιόνων. Το μόνο του στόλισμα ήταν τα αετώματα στις δυο πλευρές του. Πολύχρωμα, φτιαγμένα από παριανό μάρμαρο απεικόνιζαν, το ένα θέματα από τον Τρωικό πόλεμο όπου συμμετείχαν οι Αιγινήτες Αίας ο Τελαμώνιος, Τεύκρος και Αχιλλέας. Το άλλο αφηγούνταν την εκστρατεία του Ηρακλή εναντίον του Λαομέδοντα της Τροίας, με τη συμμετοχή του Τελαμώνα, γιού του βασιλιά της Αίγινας, Αιακού, ενός από τους τρεις κριτές του Άδη.

Την ιστορία της Αφαίας μπορείτε να την ψάξετε και να τη διαβάσετε. Όπως επίσης και την αρχιτεκτονική του ναού της. Εκείνο όμως που δεν θα βρείτε στα βιβλία, είναι η αίσθηση που έχει κανείς, όταν φτάνει στον πευκόφυτο  λόφο της. Φιλική αλλά και απόμακρη, σε αφήνει να πλησιάσεις μέχρι ένα σημείο. Λουσμένη στο φως του ήλιου, με θέα που φτάνει άνετα μέχρι τον Πειραιά, στέκεται κρυμμένη στο ιερό της, καταλαβαίνεις όμως αμέσως την παρουσία της.  Όπως πολλοί από τους ναούς μας – περισσότεροι ίσως από ότι μπορούμε να αντέξουμε – διαθέτει τη δική της μυστικιστική ατμόσφαιρα. Νιώθεις πως δεν είσαι εκεί για βόλτα ή απλή παρατήρηση, αλλά για προσκύνημα.

Η Αφαία δεν χάθηκε από τα μάτια των ανθρώπων από φόβο, ούτε από ανάγκη. Εξαφανίστηκε από επιλογή. Την δική της. Βρήκε τον τρόπο να βρίσκεται τόσο εντός του κόσμου, όσο και εκτός από αυτόν. Είναι κατόρθωμα.