Η Αλεξία Πετροπούλου μιλά στο iart.gr για την παράσταση ‘Το Κλύσμα‘, το θέατρο και την καλλιέργεια που έχουμε ανάγκη..

Στο υποσυνείδητο μου έχεις καταγραφεί ως ‘Ξανθή’ , σε μια πολύ ωραία και ιδιαίτερη παράσταση.

Όταν δέχτηκα την πρόταση από την σκηνοθέτιδα Άννα Σωτρίνη να παίξω αυτόν τον ρόλο, πήρα το κείμενο στα χέρια μου και μου άρεσε πολύ. Συνήθως είμαι και λίγο ‘στριφνή’ με το κείμενο. Αν δεν είναι καλό, δεν μπορώ να λειτουργήσω ως ηθοποιός. Το κείμενο της Αργυρώς Μαργαρίτη, είναι σπάνιας γραφής για τα σημερινά δεδομένα. Δεν πρόκειται για την κωμωδία της ‘ατάκας’, αλλά για κωμωδία με βαθύτερα νοήματα, με πάρα πολύ ωραία μηνύματα και ιδιαίτερο χιούμορ. Μιλά για τη θέση της γυναίκας από την δεκαετία του ’60 και φτάνει μέχρι σήμερα, θεωρώντας πως δεν έχουν αλλάξει και πολλά, ουσιωδώς. Το ‘κλύσμα’ είναι ένας φιλαράκος για την Ξανθή, που έχει τον άντρα της στο νοσοκομείο. Ο χαρακτήρας της έχει μια παιδικότητα παρά την ηλικία της. Έχει διάφορες στιγμές και εικόνες. Η Άννα πήρε έναν μονόλογο  και τον έκανε πιο διαδραστικό, πιο εναλλακτικό, πιο σύγχρονο. Αυτό ευχαριστεί και τον κόσμο γιατί δεν ακούει και βλέπει μόνον έναν άνθρωπο, όσο καλή κι αν είναι η κάθε ερμηνεία. Το κείμενο έχει επίσης πολλές εναλλαγές, τις οποίες προσπαθήσαμε να αποδώσουμε, έτσι ώστε κάθε εικόνα να ταυτίζεται με την υποκριτική της Ξανθής. Οφείλω να ομολογήσω πως παρά την κωμικότητα του, το κείμενο με συγκίνησε τόσο που έκλαψα, κάτι που μου έκανε εντύπωση όταν έγινε. Μετά από λίγο το ίδιο συνέβη και στην σκηνοθέτη. Η Ξανθή θυμίζει θείες, γιαγιάδες, τις καταστάσεις που περνούσαν οι γυναίκες. Το γεγονός πως πότε έβριζαν τους συζύγους τους, πότε τους αγαπούσαν… Ένα ‘πάνω-κάτω’ όπως είναι και η παράσταση. Το ίδιο λένε και οι θεατές. Κλαίνε, γελάνε, συγκινούνται, χαίρονται, λυπούνται, ταυτίζονται. Δημιουργούνται συναισθήματα, αυτό είναι το ζητούμενο του θεάτρου.

Προσωπικά ένιωσα την Ξανθή πολύ κοντινό μου άνθρωπο και θεώρησα το έργο ‘γλυκόπικρο’.

Είναι όντως. Έχει εικόνες δραματικές αλλά και κωμικά στοιχεία, τα οποία προσπαθώ να αποδώσω πιο αιχμηρά. Το έργο έχει βραβευτεί από το Ίδρυμα ΄Μιχάλης Κακογιάννης’ και την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών. Είναι ιδιαίτερα ανθρώπινο, κι αυτό προσπαθώ να υπηρετήσω με μια υποκριτικά ρυθμισμένη εξωστρέφεια και πάντα αληθινά. Η Ξανθή έχει Αλήθεια, είναι η ελληνίδα του τότε, του σήμερα, του πάντα, με όσες διαφοροποιήσεις μπορεί να υπήρξαν μέσα στις εποχές. Με συγκινεί εκτός από το κείμενο και το κέντρο του ρόλου, το έχω συναντήσει και σε δικούς μου ανθρώπους, όπως προείπαμε. Σε γυναίκες που είχαν ταλέντα, μια τάση για μόρφωση και δεν τους δόθηκε ποτέ η Ευκαιρία. Αυτή η άτιμη ευκαιρία… Είναι πραγματικά τραγικό για εμάς τους Έλληνες να έχουμε καλλιτέχνες – και όχι μόνον – πάρα πολύ καλούς, που ποτέ δεν αναδεικνύονται. Με στενοχωρεί γιατί είχα δασκάλους τέτοιους ανθρώπους, που με έχουν συγκινήσει με τη γνώση τους, την αγάπη τους και την διάθεση να μεταδώσουν τη γνώση, χωρίς να κρατάνε ‘κρυφά’ χαρτιά, και δεν έχουν ακουστεί τόσο πολύ όσο άλλοι. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η Ξανθή. Σε πολλά σημεία ταυτίζομαι μαζί της. Είχα θεωρητική κατεύθυνση, αγαπούσα και αγαπώ τις λέξεις, όπως κι εκείνη. Αναζητώ τη ρίζα, την ετυμολογία τους. Αυτό κάνει κι η Ξανθή, το λέει κιόλας στο έργο. Παρά το γεγονός πως πήγε μόνο στις τρεις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, αναζητά την έννοια των λέξεων που ακούει κι ας μην ξέρει τι σημαίνουν. Δεν μπορεί να τις αποδώσει σωστά, φαίνεται όμως καθαρά η τάση της προς τα Γράμματα. Αν δεν την αφορούσαν θα ασχολιόταν μόνο με το όνειρο της να γίνει κομμώτρια. Πρόκειται για πολύ ωραίο εύρημα της συγγραφέως και δείχνει την ματαίωση των ονείρων. Κάποιες γυναίκες άξιζαν πολύ περισσότερα και δυστυχώς δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να αξιοποιήσουν όσα όμορφα είχαν μέσα τους.

Έχουν αλλάξει πιστεύεις τα πράγματα;

Όχι ουσιαστικά. Όχι σε βάθος. Ναι μεν υπάρχει εξέλιξη, σαν ανθρώπινο είδος και κοινωνία. Όμως τι είδους εξέλιξη είναι αυτή, όταν ακόμη σε κοντινά περιβάλλοντα βλέπουμε πως οι σχέσεις δεν είναι ακόμη ισορροπημένες, εναρμονισμένες.. Ο άντρας εξακολουθεί να είναι ‘το αφεντικό’. Στον επαγγελματικό χώρο, ένας άντρας έχει περισσότερες πιθανότητες να βρεθεί ψηλά. Βέβαια είναι μεγάλος και ο ανταγωνισμός, στον χώρο μας ας πούμε, οι γυναίκες είναι περισσότερες. Αυτό σημαίνει πως οι άντρες συνάδελφοι έχουν περισσότερες πιθανότητες για εργασία. Επί της ουσίας, έχει μείνει αυτό το κατάλοιπο της πατριαρχίας. Βλέπω ακόμη σεξισμό, να υποτιμάται η γυναίκα.. Και καμιά φορά το εισπράττω κιόλας. Υπάρχουν οι άνδρες που σε αποδέχονται και τα πας καλά, υπάρχουν κι εκείνοι που φαίνεται ξεκάθαρα πως σε υποτιμούν. Την όποια γυναίκα που ενδέχεται να είναι πιο αξιόλογη από αυτούς πνευματικά και ψυχικά.

Το έργο το δείχνει πολύ αυτό. Η Ξανθή κράτησε ένα σπίτι κι έναν άντρα τον οποίον στήριξε, βοήθησε και θυσίασε πράγματα πολύ σημαντικά για χάρη του.

Είχα ακούσει κάποτε στην εκπομπή ‘Αρχαίο Δράμα’ της ΕΡΤ μια διάλεξη του Κώστα Γεωργουσόπουλου στο Πανεπιστήμιο, όπου έκανε μια εξαιρετική ανάλυση. Έλεγε πως πάντα οι γυναίκες, από την εποχή της μητριαρχίας ακόμη, ήταν πιο δοτικές. Ίσως από τη φύση τους, ίσως λόγω του μητρικού φίλτρου. Η τάση τους ήταν πάντα να προστατεύουν το αδύναμο μέλος. Στο  έργο, ο Μίστος έχει αδυναμίες. Κάνει διάφορα όπως όλοι οι ‘κύριοι παλιάς κοπής’, εξωσυζυγικές  σχέσεις, πίνει λίγο παραπάνω.. Το  ‘γλεντούσε’. Αντίθετα οι γυναίκες όπως η Ξανθή, ήταν κλεισμένες στο σπίτι. Ο Μίστος του έργου μας τουλάχιστον δεν είναι βίαιος.. Παρόλα αυτά η γυναίκα είναι μέρος της ‘οικοσκευής’, όπως το πλυντήριο ή το ψυγείο. Η Ξανθή το σατυρίζει αυτό, αλλά όταν το σκεφτεί κανείς σε βάθος καταλαβαίνει πως είναι αρκετά ‘ψαγμένο’. Οι γυναίκες συγχωρούν πιο εύκολα, δίνουν ότι έχουν. Κι αυτά δεν είναι σημάδια υποταγής, μας τιμούν, είναι στοιχεία της ανωτερότητας μας. Δυστυχώς όμως, είναι και στοιχεία που γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης.  Όταν χαθούν, τότε εκτιμώνται. Ίσως.

Συντελεστές της παράστασης;

Πρόκειται για πολύ ωραία ομάδα συν-εργασίας. Η Άννα Σωτρίνη σκηνοθετεί, η Αργυρώ Μαργαρίτη έχει γράψει το κείμενο. Ο Ευάγγελος Κάλοου, ένα παιδί με εξαιρετικό ταλέντο που έχει σπουδάσει σκηνοθεσία στο Λονδίνο έχει κάνει το animation κι έγραψε μια εξαιρετική πρωτότυπη μουσική που με βοηθά ιδιαίτερα στην ερμηνεία, στο να εμπνευστώ που θα πάει ο χαρακτήρας και τι εναλλαγές θα έχει. Η Κατερίνα  Μπιμπή  είναι βοηθός σκηνοθέτη και ηθοποιός η ίδια. Μέχρι πρότινος είχαμε τον Μπάμπη Καλατζή ως διευθυντή σκηνής και τώρα είναι ο Γρηγόρης Παναγής και φυσικά, ο Νίκος Γιαλελής που δίνει τη φωνή του στο ‘κλύσμα’. Την ομάδα συμπληρώνει ο αγαπητός μου φίλος και εξαιρετικός εικαστικός Αλέξανδρος Λόγγος που έχει φτιάξει το πολύ ωραίο κλύσμα που μοιράζεται την σκηνή με την Ξανθή.

Είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο να συνομιλεί η ηρωίδα με ένα τέτοιου είδους αντικείμενο.

Μου άρεσε αυτή η σκέψη της Άννας, είναι κάτι που χρησιμοποιούν οι σκηνοθέτες του κινηματογράφου, στο εξωτερικό, να υπάρχει ένα στοιχείο πάντα επί σκηνής. Οπότε έχει και μια θεατρική αξία πέρα από την πρωτοτυπία του.

Πως αντιδρά το κοινό;

Καταρχάς έχουμε πολύ κόσμο και μέχρι στιγμής ακούμε μόνον καλά πράγματα, βλέπουμε το κοινό να χαμογελά και φυσικά απολαμβάνουμε το χειροκρότημα που είναι ασταμάτητο και κυρίως, αυθόρμητο. Αυτό τα λέει όλα.

Η ερμηνεία σου είναι εξαιρετικά γήινη και πολυεπίπεδη, πρέπει να πω, ειδικά στο δύσκολο είδος του μονόλογου.  

Θα δανειστώ τα λόγια της δασκάλας μου, της θρυλικής Μαρίας Μουτσίου, της Λυρικής Σκηνής. Μας έλεγε ‘παιδιά, δεν υπάρχει πιο απαίσιο και άχαρο πράγμα από τον μονόλογο’. Κάτι θα ήξερε. Όντως ο μονόλογος είναι πολύ δύσκολος, πόσω μάλλον ένας διαδραστικός μονόλογος όπως αυτός. Πρέπει να αλλάζεις εικόνες, χωροχρόνους, χωρίς να κάνει κοιλιά το έργο. Αυτή είναι η δυσκολία και ταυτόχρονα, η ομορφιά του. Ομολογώ πως στην πρεμιέρα είχα ανασφάλεια, παρόλο που ήξερα τα λόγια μου απέξω κι ανακατωτά. Το τρακ είναι τρακ, όσο κι αν έχεις φροντίσει τα εργαλεία και τις τεχνικές σου. Αυτή είναι η τέχνη του θεάτρου. Ανησυχούσα, αν κολλήσω κάπου, ποιος θα με σώσει; Δεν υπάρχει ο συνάδελφος που θα σε βοηθήσει, θα σε ξεμπλοκάρει αν χρειαστεί. Φοβόμουν μήπως συμβεί κάτι τέτοιο. Όλα όμως ξεπεράστηκαν.  Πάντως, σίγουρα ο μονόλογος ταλαιπωρεί τον ηθοποιό. Ο θεατής – εάν η ερμηνεία και η σκηνοθεσία είναι καλές – θα τον απολαύσει.

Είναι στοίχημα που το κέρδισες.

Μέχρι στιγμής ναι, και συνεχίζω την προσπάθεια. Δεν επαναπαύεσαι με έναν τέτοιον ρόλο. Είσαι σε μόνιμη ‘προπόνηση’ και αυστηρή μάλιστα. Μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να χαθεί για ένα κόμμα, για μια άρση. Το συγκεκριμένο είναι κείμενο που αν χάσεις μια πρόταση, μπορεί να το ‘χάσεις’ ολόκληρο. Είναι ‘ασύνδετο’ και ταυτόχρονα απόλυτα συνδεδεμένο. Πρέπει να τα προσμετράς όλα.

Τι θα κρατήσεις από την Ξανθή;

Την έχω αγαπήσει πάρα πολύ, έχω γίνει ένα μαζί της. Την ώρα που βρίσκομαι στη σκηνή, είμαι η Ξανθή χωρίς να το προσπαθώ, χωρίς να το επιδιώκω. Έχει περάσει μέσα μου. Αγαπώ τον χαρακτήρα και οι μεταπτώσεις της μου αρέσουν, μοιάζουμε λίγο σε αυτό. Μου αρέσει ο δυναμισμός αλλά και η ευαισθησία της κάτι στο οποίο επίσης μοιάζουμε. Διαθέτει επίσης σαρκασμό κι αυτό την βοήθησε στη ζωή της. Κατάφερε, παρόλη την έλλειψη μόρφωσης, με το κέφι της, να παραμείνει χαρούμενη και όχι δυστυχισμένη. Η εξωστρέφεια βοηθά πάντα και την συστήνω. Πρέπει να είμαστε εξωστρεφείς, ιδιαίτερα σε αυτήν την εποχή που μας ‘κλείνουν’  για διάφορους λόγους. Είναι θεραπεία η εξωστρέφεια. Οι παλαιότεροι το έλεγαν πολύ ωραία ‘πήγαινε σε ένα βουνό και φώναξε’. Είναι πολύ ωραίο κάτι τέτοιο και βοηθά καλύτερα από ψυχολόγο νομίζω. Στην περίπτωση της Ξανθής κρατώ την ελαφρύτητα της, χρειάζεται. Στην καριέρα μου μέχρι τώρα έπαιζα πάντα Κλυταιμνήστρα, Αγαύη, πιο ‘βαριά’ πράγματα. Από την άλλη επιδίωκα πάντα να κάνω ‘κόντρα’ ρόλους για να βρίσκω τις ισορροπίες μου. Είναι μια άσκηση. Αυτό λοιπόν θέλω να κρατήσω από την Ξανθή: Ναι μεν προβληματισμός, αλλά όχι μόνον. Οι γυναίκες το έκαναν αυτό παλαιότερα κι είχαν δίκιο. Άντεχαν καταστάσεις,  μεγάλωναν τα παιδιά τους, γίνονταν γιαγιάδες και γλεντούσαν με τις φίλες τους. Σε αντίθεση με τους άντρες που από μια ηλικία κι έπειτα δεν κουνάνε από τον καναπέ. Νομίζω πως αυτή είναι και η ανθρώπινη φύση τελικά. Εκείνος που δηλώνει ‘μάγκας’ μάλλον δεν είναι και τόσο. Καλό λοιπόν είναι να μην δηλώνουμε πολλά πράγματα αλλά να είμαστε αγαπημένοι και εναρμονισμένοι όσο γίνεται, ο ένας με τον άλλον.

Πότε ξεκίνησες το θέατρο;

Το 2005. Τελείωσα μια μικρή δραματική σχολή, χωρίς όμως να συνεχίσω γιατί έμπλεξα με άλλες εργασίες, θεωρώντας ότι θα είμαι καλύτερα οικονομικά. Πάντα όμως υπήρχε το απωθημένο. Μπήκα σε μια ομάδα θεάτρου μέσω της Τίνας Ρίτσου, εξαιρετική δασκάλα και ηθοποιός. Είχε ένα μικρό θέατρο στην Άνω Κυψέλη όπου κάναμε τραγωδίες, κι έπαιξα σε πολλές. Κάναμε επίσης περιοδείες. Εκεί ξαναμπήκε το μικρόβιο μέσα μου. Μετά πήγα στο ‘Θεμέλιο΄του Νίκου Βασταρδή για να σπουδάσω ξανά. Ήμουν πολύ τυχερή, είχα εξαιρετικούς δασκάλους, όπως ο Κώστας Κουτσομύτης, η Ζωζώ Ζάρπα, ο Βασίλης Νικολαΐδης, ο Χάρης Ρώμας, που ήρθε την τελευταία χρονιά και κάναμε την ‘Βεγγέρα’ του Καπετανάκη, έργο που σκηνοθέτησε ο ίδιος και το πήγαμε περιοδεία. Ήταν πολύ ωραία και η ομάδα μας, παιδιά με υψηλό πνευματικό επίπεδο. Με αυτό το έργο – και το οφείλω στον Χάρη Ρώμα – πήρα τη βάση της καλής κωμωδίας. Μέχρι τότε με θεωρούσαν δραματική ηθοποιό. Εκείνος διαφωνούσε. Στη Σχολή, ως αριστούχος έλαβα και μια υποτροφία. Ύστερα έκανα δικές μου παραγωγές. Κατάγομαι από τις Μυκήνες και το 2010 πρότεινα στον Δήμο, για να αναδείξουμε την περιοχή, να γίνουν παραστάσεις του Ατρειδικού Κύκλου στον αρχαιολογικό χώρο, στον φυσικό τους χώρο. Η προσπάθεια ξεκίνησε και σημείωσε μεγάλη επιτυχία για τρία συνεχή χρόνια. Τώρα είμαστε ξανά σε συζητήσεις.

Στο θέατρο λειτούργησα περισσότερο ως καλλιτέχνης και όχι ως ηθοποιός με την έννοια του να  πηγαίνω σε ακροάσεις. Χρειάζομαι πιο δημιουργικά πράγματα, θέλω αυτό που θα μου κάνει ‘κλικ’, αλλιώς δεν έχει νόημα – για μένα-. Θέλω να είμαι και άλλα πράγματα. Αγαπώ όλα τα δημιουργήματα μου, τα παιδιά μου. Το θέατρο βέβαια, είναι κάτι άλλο. Είναι και θέμα χαρακτήρα, δεν μπορώ να υποτάσσομαι ή να δεχτώ κάτι χαμηλότερης αξίας από αυτό που μπορώ να κάνω. Τον κακό ανταγωνισμό δεν τον αποδέχομαι σαν άνθρωπος  και μάλιστα μάχομαι εναντίον του. Ακόμη κι όταν σκηνοθετώ η ίδια, ή διδάσκω θέλω να είμαι απόλυτα δίκαιη. Δεν υπάρχει περίπτωση να ‘ρίξω’ το παιδί που έχει περισσότερα προσόντα σε σχέση με εκείνο που ακόμη δεν έχει καλλιεργηθεί επαρκώς. Το ταλέντο από μόνο του δεν αρκεί, το ζητούμενο είναι η καλλιέργεια και δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε καταλάβει την αξία της καλλιέργειας και της παιδείας. Στην αρχαία Ελλάδα οι άνθρωποι μάθαιναν Μουσική, Σωματική Αγωγή. Που είναι αυτά σήμερα; Είναι δυνατόν να μην μαθαίνουν τα παιδιά μουσική και θέατρο στην Ελλάδα; Ανεπίτρεπτο. Για όλους αυτούς τους λόγους έχω μείνει στα πράγματα που αγαπάω περισσότερο και προσπαθώ να καλλιεργώ τον εαυτό μου με τα δικά μου μέσα. Εξελίσσοντας την προσωπικότητα μου, να είμαι και να αισθάνομαι ‘μέσα στα ρούχα μου’ και να μη μου φορούν τα ‘κοστούμια’ που θέλουν οι άλλοι. Δεν τα θέλω, ευχαριστώ. Κι ας γινόταν πιο γνωστό το όνομα μου και μεγαλύτερη η καριέρα μου.

Παράλληλα έχω σπουδάσει 3D Animation & Computer Graphics στην Acto, κι ασχολήθηκα επί χρόνια κυρίως με τις εκδόσεις και την γραφιστική. Τα τέσσερα τελευταία χρόνια έχω τον εκδοτικό  οίκο ‘Ατρειδών Κύκλος’ . Ασχολείται με θεατρική παραγωγή και εκδόσεις βιβλίων.

Συνεργασίες και ρόλοι που σε έχουν διαμορφώσει;

Ότι έχω υπηρετήσει στην τραγωδία. Εξαιρετικός ρόλος σε σκηνοθεσία Ζωζώς Ζάρπα ήταν η Αγαύη στις ‘Βάκχες’ του Ευριπίδη, που παρουσιάστηκε σε δέκα παραστάσεις στο θέατρο ‘Θεμέλιο’ ενώ παίχτηκε και στις Μυκήνες, όπου δρέψαμε πολλές δάφνες όλοι μας. Άκουσα εξαιρετικά σχόλια για την ερμηνεία μου και το λέω με τιμή. Μάλιστα ο Κουτσομύτης είπε ‘από όλες τις Αγαύες που έχω δει στην Επίδαυρο, ήσουν η καλύτερη’. Ο δάσκαλος μου Βασίλης Νικολαΐδης  όταν μου έδωσε την Ώζε στο έργο ‘Πέερ Γκυντ’ του Ίψεν, την οποία κάναμε και επαγγελματική παράσταση μίλησε εξίσου κολακευτικά. Όλα αυτά όπως καταλαβαίνεις, με έχουν καλύψει απόλυτα. Ήταν και οι άνθρωποι, τους οποίους μπορούσες να εμπιστευθείς, δεν είχες κανέναν λόγο να τους αμφισβητήσεις γιατί μάθαινες, αισθανόσουν οργανικά πως σε εξελίσσουν. Είναι και στο χέρι σου βέβαια, κατά πόσον θα το προσπαθήσεις, για να πας ένα βήμα παρά πέρα, να ψηλώσεις σαν καλλιτέχνης. Ήμουν πολύ τυχερή στο θέμα της εκπαίδευσης, άλλωστε, θεωρώ το θέατρο συνεχή εκπαίδευση και παιδεία για να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι, να ψηλώνουμε, να φεύγουμε από τα χαμηλά και να ανεβαίνουμε ψυχικά και πνευματικά. Αν δεν γίνει ο καθένας μας καλύτερος άνθρωπος δεν θα βελτιωθεί καμία κοινωνία και κανένας κόσμος. Αυτός είναι ο στόχος, για αυτό είμαστε εδώ και όλοι μαζί. Διαφορετικά ο καθένας μας θα ήταν ένας θεός  μόνος του.

Πιστεύεις πως ο κόσμος έχει καταλάβει την αξία του θεάτρου; Ζούμε μετά την πανδημία σε μια παρατεταμένη κρίση. Αναζητεί το κοινό το θέατρο;

Η τέχνη είναι παρηγοριά και υπάρχει μια τάση. Προσωπικά όμως δεν είμαι ικανοποιημένη. Οι καλλιτέχνες δεν θα έπρεπε να έχουμε καμία ανησυχία για το αν θα έχουμε κόσμο στις παραστάσεις μας. Που είναι η Πολιτεία, η κρατική μέριμνα για αυτό το επάγγελμα; Στην αρχαιότητα ο πρωταγωνιστής πληρωνόταν πολύ καλά για να παίξει, από την πολιτεία. Σήμερα οι καλλιτέχνες δεν προστατεύονται. Ευτυχώς, υπάρχει η Άννα Φόνσου που έφτιαξε το ‘Σπίτι του Ηθοποιού’ το οποίο επιτελεί σημαντικό έργο. Είναι όμως η μόνη. Που είναι οι άλλοι; Οι παραγωγές θα έπρεπε να πληρώνονται από Δήμους, από το Υπουργείο Πολιτισμού και υπάρχουν πολύ καλές παραγωγές, τόσοι καλοί συνάδελφοι. Επίσης, γιατί δεν δίνεται η δυνατότητα να παίξουν περισσότεροι στην τηλεόραση; Γιατί όλα πρέπει να γίνονται μέσα από κυκλώματα και δημόσιες σχέσεις; Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν υπάρχει έστω η μίνιμουμ αξιοκρατία. Στο εξωτερικό οι διάσημοι πηγαίνουν σε ακροάσεις και περιμένουν μαζί με τους άσημους. Δεν υπάρχει το ‘παρεάκι’, το πηγαδάκι που συμβαίνει εδώ σε όλους τους χώρους. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της έλλειψης παιδείας και προσωπικότητας. Τι κάνει το Υπουργείο Πολιτισμού; Όχι το τωρινό, το ανέκαθεν. Με μόνη εξαίρεση την Μελίνα Μερκούρη γιατί, εκεί έχουμε μείνει. Από εκεί και πέρα, το χάος, τα ίδια και τα ίδια. Έτσι φαρμακώνεται η Τέχνη και στο τέλος δεν θα την έχουμε ούτε για παρηγοριά. Πάντως, παραμένω αισιόδοξη. Το θέατρο αρχίζει και γίνεται πιο αποδεκτό, αλλά ο Έλληνας θέλει δουλειά. Δεν είναι καλλιεργημένος ο λαός μας, δεν διαβάζει. Πρόβλημα αυτό. Πως θα εξελιχθεί ο εγκέφαλος, πως θα αγαπήσεις το θέατρο χωρίς διάβασμα; Καθόμαστε όλοι μπροστά σε μια οθόνη. Τώρα είναι το ίντερνετ, πριν ήταν η τηλεόραση. Κι εκεί μπορεί να δεις ενδιαφέροντα πράγματα, φτάνει να τα επιλέξεις. Το θέμα είναι να γίνονται φροντισμένες παραγωγές, σε όλα τα επίπεδα. Το low budget δεν δικαιολογεί την κακή αισθητική, την κακή τεχνική. ‘Θα το καλύψουμε με την φαντασία μας’ είναι κάτι που έχω πει πολλές φορές. Αρκεί να υπάρχει. Η φαντασία ‘ανοίγει’, το μυαλό ‘ανοίγει. Διαβάζουμε, βλέπουμε πίνακες,  παρακολουθούμε ένα μπαλέτο.. Δεν είμαι χορεύτρια αλλά μια κίνηση που θα δω μπορεί να μου  ‘περάσει’ οργανικά. Θα την αντιγράψω, κάπου θα μου χρειαστεί. Οι ηθοποιοί, πέρα από την απόλαυση του ωραίου παίρνουμε στοιχεία από παντού, ‘ρουφάμε’ τα πάντα. Κι αυτό είναι ζωή. Χρειάζεται φυσικά και η δουλειά και άσκηση. Αυτό είναι το θέατρο. Ασκείσαι συνεχώς για να γίνεις καλός, να καλλιεργηθείς. Το ταλέντο υπάρχει στον καθένα μας αλλά πρέπει να το αναπτύξουμε.

Πληροφορίες για την παράσταση ‘Το Κλύσμα’ εδώ.