london

Tης Χριστίνας Σεμερτζάκη

Ήρθαμε οικογενειακώς στο Λονδίνο πριν από 8 μήνες, πριν το Brexit, πριν η κατάσταση γίνει αβέβαιη, πριν την επικείμενη καταστροφή, όπως προμηνύουν όλα σχεδόν τα τηλεοπτικά δίκτυα και έντυπα στην Ελλάδα. Μερικές εβδομάδες μετά το πολυσυζητημένο δημοψήφισμα που υποτίθεται ότι έθεσε εκτός της ΕΕ τη Βρετανία, οι συνθήκες ζωής είναι οι ίδιες όπως και όλο το περασμένο διάστημα. Ίσως είμαστε και από τους τυχερούς Ευρωπαίους διότι ζούμε στην πρωτεύουσα της Βρετανίας, όπου τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος ήταν σαφώς υπέρ της παραμονής (60% υπέρ 40% κατά).

Στο Λονδίνο δεν μπορείς να νιώσεις ξένος, διότι όλοι είναι ξένοι. Μπορείς να ζήσεις τη ζωή σου σχεδόν χωρίς να συναναστραφείς με Άγγλους. Η Βρετανία άλλωστε ήταν και είναι παραδοσιακά φιλική και προσιτή σε άλλες φυλές, κουλτούρες και συνήθειες εκτός της αγγλικής. Οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι στο Λονδίνο στη συντριπτική τους πλειοψηφία έρχονται από όλες τις μεριές της γης. Όσο πιθανό είναι να συνεργαστείς με Άγγλους άλλο τόσο πιθανό είναι να συνεργαστείς με Αυστραλούς, Βραζιλιάνους, Ισραηλινούς, Ιάπωνες και τόσες άλλες εθνικότητες. Και παρά το γεγονός ότι νιώθεις μία νοσταλγία διότι άφησες τη χώρα σου, τους φίλους σου, τους συγγενείς σου και τη γειτονιά σου, στο Λονδίνο συνειδητοποιείς ότι μένεις πια σε μια ευρύτερη γειτονιά του πλανήτη.

Υπάρχει μεγάλη κινητικότητα στην εργασία. Είναι σχετικά εύκολη η μετακίνηση των εργαζομένων από τον έναν εργασιακό κλάδο στον άλλο. Όμως η ζωή είναι σχετικά ακριβή. Ειδικά τα ενοίκια εντός του κέντρου της πόλης είναι απλησίαστα. Παρόλα αυτά, σε αυτή την πόλη όσο περισσότερο δουλεύεις τόσο περισσότερο πληρώνεσαι και επί της ουσίας επιλέγεις τον τρόπο που θες να ζεις. Δεν είναι εύκολο να φεύγεις από τη χώρα σου και ειδικά όταν έχεις οικογένεια και μάλιστα ένα μωρό παιδί. Δεν έχεις πια την πολυτέλεια της γιαγιάς ή της θείας που θα σου κρατήσουν το παιδί για να βγεις να κάνεις τα ψώνια σου ή να πας μια βόλτα. Πρέπει οπωσδήποτε να έχεις μία νταντά σπίτι, η οποία παίρνει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για μερικές ώρες την ημέρα.

Παρά το γεγονός ότι είμαστε μόλις λίγους μήνες εδώ εξακολουθώ να πιστεύω ότι κάναμε την καλύτερη επιλογή. Ανεξάρτητα του τι ψήφισαν οι Βρετανοί στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου εξακολουθούμε να νιώθουμε φιλόξενα στην πόλη τους. Δεν περιμέναμε βέβαια ότι θα ακούγαμε ποτέ το “να φύγετε να πάτε στη χώρα σας”, αλλά αυτά όλα είναι λογικά αν αναλογιστεί κανείς την τεράστια προπαγάνδα που έχει γίνει για το μεταναστευτικό, κυρίως από τις ακραίες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, όπως γίνεται παντού στον κόσμο.

Εμείς εξακολουθούμε να προσπαθούμε. Ζούμε σ’ αυτή τη χώρα όπως μπορούμε καλύτερα και θέλουμε να πιστεύουμε ότι τα σενάρια για “ομαδικές απελάσεις” βρίσκονται απλώς στη σφαίρα της φαντασίας ορισμένων στενόμυαλων συμπολιτών μας. Προς το παρόν, και χωρίς να θέλω να κάνω πολιτική ανάλυση, εμείς εδώ νιώθουμε ότι τίποτα δεν θα αλλάξει από τη στιγμή που το περιβόητο άρθρο 50, που προβλέπει την έξοδο μίας χώρας μέλους από την ΕΕ, δεν έχει ακόμα ενεργοποιηθεί.

Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το μέλλον προβλέπεται αβέβαιο χωρίς όμως αυτό να σημαίνει δυσοίωνο. Η αλήθεια είναι ότι μας δυσκολεύει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος όπως πιστεύω ότι δυσκολεύει και τη βρετανική κυβέρνηση. Η πλειονότητα του βρετανικού κοινοβουλίου τίθεται κατά της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι πιθανόν να αναζητηθεί μία άλλη πιο συμφέρουσα λύση από την ενεργοποίηση του άρθρου 50. Μέχρι τον Οκτώβρη τα πράγματα παραμένουν ως έχουν και εμείς περιμένουμε την επόμενη κίνηση προσπαθώντας να σιγουρέψουμε όσο μπορούμε την παραμονή μας εδώ.