canned heat

Γράφει ο Κώστας Αναγνωστόπουλος

Η αγάπη για το μπλούζ, το μεγάλο ταλέντο, αλλά και η αυτοκαταστροφική στάση ζωής των μελών του, χαρακτήρισε ένα από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα της ροκ και μπλουζ σκηνής. Οι Canned Heat, έφτασαν στην κορυφή την εποχή των χίπις και δύο από τα τραγούδια τους, έγιναν το σήμα κατατεθέν για το θρυλικό φεστιβάλ του Woodstock. Το «Going Up the Country» και το «On the Road Again».

Ιδρυτές του συγκροτήματος και δημιουργοί του δυνατού ήχου του, ήταν δύο λάτρεις του μπλουζ, ο Alan Wilson και ο Bob Hite. Πήραν το όνομα Canned Heat, από το τραγούδι του Τόμι Τζόνσον «Canned Heat Blues», που είχε συνθέσει το 1928 και αναφερόταν σε έναν αλκοολικό που έψαχνε απεγνωσμένα για ποτό και αφού δεν εύρισκε, ήπιε ενα υγρό καύσιμο για θέρμανση, που ονομαζόταν Canned Heat.

Το γκρουπ γεννήθηκε το 1965 και απογειώθηκε μετά τις εμφανίσεις του στα φεστιβάλ του Monterey, το 1967, και του Woodstock, το 1969. Η σύνθεση του την εποχή της μεγάλης επιτυχίας του ήταν: ο Bob Hite, φωνητικά, ο Alan Wilson, κιθάρα, φυσαρμόνικα και φωνητικά, ο Henry Vestine (και αργότερα, ο Harvey Mandel) στην κιθάρα, ο Larry Taylor στο μπάσο και ο Adolfo de la Parra στα τύμπανα.

Η μουσική και η στάση ζωής των Canned Heat τους έκανε ιδιαίτερα δημοφιλείς και καθιέρωσε τη μπάντα ως μία από τις μεγαλύτερες της εποχή της ψυχεδέλειας. Ο ήχος τους μεστός και δυνατός, στηριγμενος πάνω στους δρόμους του μπλουζ, με ιδιαίτερη γνώση των πρωτοπόρων και με εκπληκτικές διασκευές παλιών τραγουδιών.

Χαρακτηριστικό είναι πως οι δύο μεγαλύτερες επιτυχίες τους, το «Going Up the Country» και το «On the Road Again», είναι παλιά τραγούδια. Το πρώτο ήταν μια νέα έκδοση του τραγουδιού του Henry Thomas «Delta Doze Blues», που ηχογραφήθηκε στο Λούισβιλ του Κεντάκι, το 1927 και το δεύτερο μια διασκευή του ομότιτλου τραγουδιού του Floyd Jones, του 1953.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, στο συγκρότημα έγιναν πολλές αλλαγές, καθώς βασικά μέλη του πέθαναν από χρήση ναρκωτικών. Πρώτος ήταν ο Alan «Blind Owl» Wilson, στον οποίο ο John Lee Hooker, είχε πει ότι κανένας άλλος δεν έπαιζε φυσαρμόνικα όπως αυτός. Ο Wilson, συμμετείχε στο ιστορικό άλμπουμ των Heat με τον Hooker, αλλά πέθανε πριν κυκλοφορήσει. Βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του Hite στο Λος Άντζελες από υπερβολική χρήση βαρβιτουρικών, στις 3 Σεπτεμβρίου του 1970 σε ηλικία 27 ετών, λίγο καιρό μετά την ηχογράφηση του δίσκου και μόλις λίγες εβδομάδες πριν από το θάνατο της Janis Joplin και του Jimi Hendrix. Ο Wilson έπασχε από κατάθλιψη και πολλοί είπαν πως ο θάνατος του οφείλεται σε αυτοκτονία.

Παρότι ο Allan Wilson, ήταν η ψυχή του συγκροτήματος, οι Canned Heat, συνέχισαν την πορεία τους, μέσα από περιπέτειες, ναρκωτικά και κακοδιαχείριση των χρημάτων που έβγαζαν. Μάλιστα όπως έλεγε ο De la Parra, που ήταν αναντικατάστατο μέλος τους, έφτασαν στο σημείο κάποτε να μεταφέρουν ναρκωτικά από το Μεξικό για να ξοφλήσουν χρέος 30.000 δολαρίων προς τη δισκογραφική εταιρεία τους.

Εκτός από τον De la Parra, το άλλο μέλος που παρέμεινε είναι ο σπουδαίος μπασίστας Larry Taylor, που σήμερα συνεργάζεται σταθερά με τον Τom Waits. Αυτoί οι δύο διατήρησαν το συγκρότημα μέχρι τη δεκαετία του 2000, χωρίς βέβαια την επιτυχία των πρώτων χρόνων και ιδιαίτερα μετά το σοκ από τον θάνατο του Bob Hite, που πολλοί θεώρησαν πως το γκρουπ διαλύθηκε. Ο Hite, που ήταν ο αρχηγός και η φωνή του συγκροτήματος, αφού κατέρρευσε από υπερβολική χρήση ναρκωτικών κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας στο Palomino στο Λος Άντζελες, στις 5 Απριλίου 1981, μεταφέρθηκε στο σπίτι του De la Parra, όπου άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 38, ετών.