Της Άννας Παχή

Σκηνοθετεί την τρελή, μαύρη κωμωδία του Χρήστου Ναούμ «Ασκήσεις Θανάτου» και μιλά στο iART για το έργο, τη ζωή, την Τέχνη και την Ελλάδα του σήμερα.

Μίλησέ μας για το έργο.

Ο συγγραφέας του, Χρήστος Ναούμ, είναι γιατρός κι έρχεται συχνά σε επαφή με ότι ονομάζουμε «επέκεινα». Τον απασχολεί όχι ο θάνατος καθαυτός, αλλά σε συνδυασμό με τον έρωτα και περισσότερο, την εξαπάτηση του έρωτα. Έρωτας και θάνατος μοιάζουν με φετίχ.  Μας  κλείνουν το μάτι, λένε «είμαστε κι εμείς εδώ, μας χρησιμοποιούν οι άνθρωποι».

Αρκετά ριψοκίνδυνο θέμα, ταμπού. Για τον έρωτα μιλάμε, για το θάνατο όχι.

Ο θάνατος είναι τώρα απαγορευμένος, όπως ήταν ο έρωτας το 19ο αιώνα. Δε μιλάμε για αυτόν, κάνουμε τα πάντα να τον απωθήσουμε. Αυτό σκέφτηκα διαβάζοντας το έργο. Δυο γραφεία τελετών, ανταγωνίζονται. Το ένα αποφασίζει  να μην αφήσει το χώρο και το χρόνο ανεκμετάλλευτο καθώς υπάρχουν τα λουλούδια, οι πολυέλαιοι, η μοιρολογίστρα, οπότε τα Σαββατοκύριακα διοργανώνουν «Ασκήσεις», για όποιον επιθυμεί μια πρόγευση.. Τις καθημερινές  η επιχείρηση λειτουργεί και ως μπουζούκια. Όλα αυτά σχετίζονται άμεσα με το δαιμόνιο του Έλληνα. Η ιδέα προέκυψε από το αντίστοιχο έθιμο της Άπω Ανατολής. Οι άνθρωποι εκεί, κάνοντας μια «πρόβα θανάτου» τιμούν εκείνον που θα πάρει τη θέση του ανάμεσα στους προγόνους. Αυτό προσαρμόστηκε στα ελληνικά πρότυπα, ταιριάζοντας απόλυτα με την «αρπαχτή».

Πως αποφάσισες να το σκηνοθετήσεις;

Η πρόταση έγινε από τον καλό φίλο και άξιο ηθοποιό Στέλιο Καλαθά, που με έφερε σε επαφή με το συγγραφέα. Εξήγησα στον πολύ ευγενικό Χρήστο Ναούμ πως το θέμα με ενδιαφέρει ιδιαίτερα.  Ήταν μια ευκαιρία να δουλέψω ξανά στην Αθήνα, καθώς τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιούμαι στη Θεσσαλονίκη ως συνεργάτης του Κρατικού Θεάτρου ενώ είχα και δικό μου θέατρο. Ασχολήθηκα – και ασχολούμαι  – με την εκπαίδευση, σπούδασα, διδάσκω.. Έκανα έναν κύκλο και τώρα ξαναγυρίζω.

Μίλησέ μου για την ομάδα.

Ξεκινώ με την Ελισάβετ Σταυρίδου, ηθοποιό – θεατρολόγο, με την οποία έχουμε μακρά συνεργασία. Είναι το έμπειρο μάτι της ομάδας. Μαζί μας είναι οι Βασίλης Τριανταφύλλου και Δώρα Πουρσανίδου, νέα παιδιά που ξεκίνησαν από το Θέατρο Τέχνης  και άλλες σημαντικές σχολές. Ακόμα, η Τατιάνα Μελίδου, που διαθέτει εξαιρετική φωνή και κίνηση  και η Ναταλί Τσάβες επίσης εξαιρετική, σε πολύ ενδιαφέροντα, διπλό ρόλο. Στην ομάδα έχουμε κι έναν ερασιτέχνη, ο οποίος όμως λειτουργεί ως επαγγελματίας, ο Δημήτρης Μπούρας στο ρόλο της Πομάκας τραβεστί. Καταθέτει τον αυθορμητισμό, την ψυχή και τη δουλειά του. Προκύπτει πολύ ωραίος συνδυασμός.  Οι νεότεροι μαθαίνουν από τους παλαιότερους και το αντίστροφο.

Γιατί να δει κάποιος το έργο;

Βρισκόμαστε σε εποχή που αλλάζει. Οι Έλληνες έχουμε μπερδευτεί και ξαναγυρνάμε στα βασικά. Στην επιβίωση, στην εξεύρεση τρόπων να  ανταπεξέλθουμε, πάση θυσία. Είναι το ένστικτο του λαού μας, που μπορεί όμως να γίνει αδηφάγο, καταστροφικό. Το έργο μιλάει για αυτά τα πράγματα με κωμικό τρόπο. Ο  Έλληνας έχει δεχτεί πολλές αλήθειες που πονάνε, δεν αντέχει άλλες. Επειδή όμως πρέπει να τις λέμε, το κάνουμε μέσω της κωμωδίας και του παράδοξου.  Άλλωστε, ζούμε παράδοξα πράγματα. Ούτε κατά διάνοια δεν  φανταζόμασταν έτσι τη ζωή, όταν μεγαλώναμε. Το να χάσει κανείς τα πάντα και να πρέπει να δημιουργήσει  κάτι καινούριο από το τίποτα, από μια τρελή ιδέα, είναι κάτι που όλοι  έχουμε σκεφτεί.  Οι ήρωες του έργου  δείχνουν έλλειψη ηθικών αρχών και συναισθημάτων. Ταυτόχρονα είναι σαν παιδιά, αυθόρμητοι, μικροί θεοί, που βγάζουν τη γλώσσα σε ο,τιδήποτε μπορεί να μας πιέσει. Οι  Έλληνες  έχουμε το ίδιο στοιχείο, είμαστε σαν παιδιά. Το έργο υπενθυμίζει πως όπως αυτά, έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε τον κόσμο. Πιστεύω πως είναι πολύ θετικό μήνυμα. Παίζουμε στον υπέροχο πολυχώρο «+ Αίσθημα» όπου βλέπεις την Ακρόπολη από το παράθυρο. Υπάρχει χορός, τραγούδι και η αίσθηση ότι είμαστε σπαράγματα μιας επιθεώρησης, ενός κόσμου που φαίνεται χαμένος αλλά προσωπικά, πιστεύω πως κάπου μέσα στις στάχτες σιγοκαίει ακόμη.

Φαίνεσαι ενθουσιασμένη.

Αγαπώ το θέατρο, τους ηθοποιούς. Χαίρομαι όταν κάνουν ένα βήμα μπροστά για τον εαυτό και την τέχνη τους. Είναι γενναιόδωρα πλάσματα και το εργαλείο τους είναι η αλήθεια. Κάνοντας αυτό το βήμα, συμπαρασύρουν και το θεατή. Τον καλούν στη ζωή και κανείς δεν αρνείται τη ζωή. Για αυτό είμαστε εδώ, να ζήσουμε. Όταν κάποιος ανοίξει ένα παράθυρο, μας δώσει ένα χέρι, δε θα πούμε όχι. Αυτές οι «Ασκήσεις θανάτου» είναι ένα ναι στη ζωή.  Υπάρχει ερωτισμός, παρόρμηση, οι ήρωες επιθυμούν έρωτα, χρήμα, να περάσουν καλά. Όλα αυτά μέσα από κωμικά γκαγκς και το σκηνικό μας  φτιαγμένο έτσι που να κινείται διαρκώς. Στη σκηνή βρίσκονται διάφορα μπαγκάζια που πάνε πότε από δω, πότε από κει. Το θέμα είναι «να μην κλείσει το μαγαζί». Δίνουμε ένα χέρι βοηθείας – και καμιά κλωτσιά καμιά φορά – αλλά κλωτσιά και χέρι πάνε μαζί και λέμε: «πάμε παρακάτω κι ότι βγει». Αυτό είναι εν κατακλείδι το μήνυμα.

Πάλι όμως «ότι βγει»;

Είναι η μοίρα μας. Όπως προείπα, είμαστε λίγο παιδιά. Έχουμε την παρόρμηση να κάνουμε κάτι κι ας έχει δυσκολίες. Το κάνουμε. Αυτό μας σώζει και μας καταστρέφει. Ισορροπούμε μεταξύ τους. Υπάρχει το φιλότιμο. Το έργο λέει πως όσες απάτες, προδοσίες, πονηριές κι αν κάνεις, έχεις ανάγκη το χέρι βοηθείας. Να το δώσεις και να το πάρεις. Δε μπορείς χωρίς αυτό. Το χρειάζεσαι για να σε κρατήσει.

Δείχνεις πολύ ευχαριστημένη.  

Η πορεία που έκανα αυτούς τους μήνες ήταν δύσκολη και αποκαλυπτική. Έδωσα την ψυχή μου, τις γνώσεις μου, την αγάπη μου και όποιο πιθανό ταλέντο διαθέτω. Οι ηθοποιοί τα εισέπραξαν αυτά και είναι ομάδα πια. Αυτό σημαίνει ανθρώπινη δημιουργικότητα, αυτό θεωρώ πως είναι και η Τέχνη. Να μεταφέρει τα συναισθήματα, όλα τα συναισθήματα, σε μια δημιουργική διαδικασία που για να γίνει, πρέπει να συμπορευτώ με τον άλλον. Όπως λένε «μόνος, ούτε στον παράδεισο». Το ίδιο κάνουν και οι ήρωες του έργου, συμπορεύονται. Δε γίνεται αλλιώς κι αυτό προτείνω. Πρέπει να συμφιλιωθούμε ότι και να μας χωρίζει, να πάμε λίγο παρακάτω. Εκεί θέλω να συμβάλλω, έστω και ελάχιστα, μέσα από το γέλιο και τη χαρά.

Είναι ευχάριστη παράσταση, πρωτότυπη, με χιούμορ και ουσία.

Το θεατρικό επίπεδο είναι υψηλό, η Αθήνα συγκαταλέγεται μέσα στις τρεις – τέσσερις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όπου το θέατρο έχει πολύ καλή θέση. Το πρόβλημα, αν μπορώ να το πω έτσι, είναι ότι οι καλλιτέχνες κουράζονται, καθώς οι καταστάσεις είναι δύσκολες. Προσωπικά αντέχω γιατί ανήκω στην παλιά γενιά.

Ήταν πάντα δύσκολη η δουλειά του καλλιτέχνη.

Η συμβουλή μου στους ηθοποιούς είναι, μην περιμένετε να έρθει το Εθνικό. Φτιάξτε ομάδες. Εφόσον αυτός είναι ο τρόπος να εκφράζεσαι, θα το κάνεις όσο καλύτερα μπορείς, για να ξεχωρίσεις. Ακόμη κι αν δεν τα καταφέρεις, τουλάχιστον προσπάθησες. Να το χαρείς. Είμαστε λαός που θέλει να χαίρεται. Είναι κρίμα που έβγαλαν το Θέατρο από τα σχολεία ενώ υπάρχει τέτοια παράδοση. Θα μπορούσαν να γίνονται μικροί και μεγάλοι θεατρικοί αγώνες . Αγαπώ τη διδασκαλία, τον πολιτισμό. Θεωρώ πως το Θέατρο είναι παιδαγωγικό κι αυτό μας δονεί. Το ίδιο και η Μουσική, ο Χορός, η Ζωγραφική, όλες οι Τέχνες. Μας βάζουν μέσα στην ανθρώπινη διάστασή μας. Το πρώτο που λέω στους μαθητές μου είναι «να είστε Άνθρωποι». Η Τέχνη είναι ανθρωποκεντρική, ο Άνθρωπος μας ενδιαφέρει. Ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας, μιλούν για τον Άνθρωπο και την Ηθική που γίνεται Αισθητική, Τέχνη. Το κυριότερο είναι να φέρουμε ο καθένας ένα Ήθος. Η ενότητα είναι σημαντική, όπως και η σύγκρουση. Αλλά πρέπει να την ξεπερνά κανείς και να συμπορεύεται. Όλα χρειάζονται και νομίζω πως είναι χρόνος και καιρός να συμβαδίσουμε.

Δεν ξέρω αν έχουμε πάρει το μάθημα που πρέπει.

Είναι δύσκολο. Που να το μάθει κανείς αυτό; Είμαστε μικρός λαός, γνωριζόμαστε. Στο δρόμο άγνωστοι άνθρωποι μιλούν ο ένας στον άλλον σα να είναι συγγενείς. Το γεγονός αυτό ή θα μας κάνει να αλληλοφαγωθούμε ή θα μας πάει παρακάτω. Είναι δύσκολο να το καταφέρουμε γιατί ο κακός μας εαυτός δίνει μια βεβαιότητα. Μπορεί να είναι χάλια, αλλά τα ξέρουμε αυτά τα χάλια. Η αβεβαιότητα είναι που μας δημιουργεί φόβο. Ακόμα και στον έρωτα. Είσαι ερωτευμένος  και δεν ξέρεις αν είναι κι ο άλλος, όπως και ο άλλος δεν ξέρει αν είσαι εσύ. Και χάνεις τη χαρά, καθώς στη ζωή δεν υπάρχει βεβαιότητα αλλά το ρίσκο και το να προχωράς. Πρέπει να περάσουμε τη γέφυρα της αμφισβήτησης, του επαναπροσδιορισμού. Και , όσο κι αν ακούγεται πολυφορεμένο, της κριτικής. Να συνομιλήσουμε με τον εαυτό μας. Είναι πολύ δύσκολο και για μένα που το λέω. Οφείλουμε να αντέχουμε αν θέλουμε να ζήσουμε κάτι καινούριο. Αν το κάνουμε αυτό, στο επόμενο βήμα θα έχουμε βγει δυνατότεροι.

Το δύσκολο είναι να αντιμετωπίσεις τον εαυτό σου, να παραδεχτείς τα λάθη σου.

Έτσι είναι. Και η άλλη πλευρά προφανώς έχει κάνει λάθη. Μένοντας όμως στα λάθη, δε γίνεται προκοπή. Τι κέρδος έχουμε; Άλλωστε, κανείς δε φταίει 100 %. Το θέατρο βοηθά σε αυτό, ανοιγόμαστε ο ένας στον άλλον, βρίσκουμε κοινή γλώσσα, είμαστε ειλικρινείς. Δε λέμε να είμαστε χωρίς άμυνες , πρέπει όμως να ανοιγόμαστε, είναι ελευθερία. Δεν κάνουμε απλώς μια δουλειά, βοηθάμε τους ανθρώπους να κρατηθούν στα πόδια τους. Άλλοι θέλουν να τα παρατήσουν, άλλοι φοβούνται. Χρειάζεται να μας πει κάποιος «κρατήσου». Δε θα το πει η τηλεόραση, αλλά το θέατρο. Θα πει «κουράγιο,  μπορείς, προσπάθησε λίγο περισσότερο». Έτσι σε βοηθά να κάνεις καλύτερη παρέα με τον εαυτό σου, που είναι ωραία παρέα. Στο έργο μας υπάρχει εντιμότητα. Δεν στοχεύει σε κάτι μεγαλεπήβολο, ούτε περιέχει υψηλές έννοιες, αλλά προτρέπει: «αφήστε το μίσος κι ερωτευτείτε». Είναι ζωογόνο.

Δείτε την κριτική της παράστασης εδώ

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ