movies29

Της Άννας Παχή

Ο κινηματογράφος πάντοτε ασχολείται με τα ήθη της κάθε εποχής και συχνά τα διαμορφώνει κιόλας. Ο ελληνικός κινηματογράφος, ήταν μανούλα στο να παρουσιάζει διάφορα λαμόγια ως συμπαθητικούς ήρωες, που όλοι ήθελαν να τους δουν να κερδίζουν στο τέλος, επειδή «έλα μωρέ, είναι καλός κατά βάθος». Παρακάτω αναφέρουμε μερικά χτυπητά παραδείγματα απατεώνων που έπιασαν την καλή, ή απλά δεν πιάστηκαν ποτέ.

«Ο Ηλίας του 16ου» – 1959
Ένα ζευγάρι αστών, εθισμένων στη χαρτοπαιξία, για να αποποιηθεί τις ευθύνες του που έφαγε τα λεφτά μιας συμπαίκτριας, κατηγορεί αδίκως την υπηρέτρια του σπιτιού για κλοπή. Όταν μαθαίνεται η αλήθεια, αντί ο Αστυνόμος να τους μπουζουριάσει, τους αφήνει ελεύθερους με μια απλή σύσταση. Το φουκαριάρη που πιάστηκε να κλέβει λόγω φανερής ανέχειας, τον στέλνει στην ψειρού. Χώρια τα χαστούκια που έφαγε ο καημένος ο Βέγγος…

«Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» – 1960
Όταν ο Γρηγόρης ανακαλύπτει ότι ο Γενικός της εταιρείας που δουλεύει έχει κατακλέψει τον Οργανισμό, η μόνη αντίδρασή του είναι να του πει να μην το ξανακάνει. Κι όλα αυτά, για τα ωραία μάτια της κόρης του Γενικού.

«Η Λίζα και η άλλη» – 1961
Στην ταινία, ο πλούσιος Μικές Γαβριήλογλου έχει χάσει την κόρη του, Μίτση και δίνει αμοιβή σε όποιον τη βρει. Κάποια στιγμή, μέσα στα άγρια μεσάνυχτα, εμφανίζονται τρεις τύποι μαζί με τη Λίζα που είναι φτυστή η κόρη του. Είναι προφανές πως την παρουσιάζουν για Μίτση, προκειμένου να τσεπώσουν την αμοιβή. Εκείνος, αντί να φωνάξει την αστυνομία ή τουλάχιστον να τους διαολοστείλει, τους καλοδέχεται, βάζοντας και τη Λίζα σπίτι του, στη θέση της κόρης του. Για να μην αναφέρω το γεγονός πως η Λίζα, έχει προηγουμένως δεχτεί να μείνει στο σπίτι του παντελώς άγνωστου σε αυτήν δικηγόρου Θάνου, που την υπερασπίστηκε στο δικαστήριο όταν κατηγορήθηκε για κλοπή και αλητεία.

«Χωρίς ταυτότητα» – 1962
Ο Γιάννης, loser μούτρο, με τη βοήθεια της καιροσκόπου Ζανέτ, προσπαθεί να ξεγελάσει την πάμπλουτη γηραιά κυρία Μαυρολέοντος πως είναι ο χαμένος της γιος. Εκείνη όμως, παρά το γεγονός πως ξέρει την αλήθεια αναπτύσσει μητρικά συναισθήματα για αυτόν και στο τέλος τον παντρεύει με την κόρη της, Λιάνα.

«Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» – 1963
Επί δυο χρόνια ο Θοδωράκης δουλεύει ψιλό γαζί τη γυναίκα του Φωφώ, σχετικά με την ύπαρξη ενός φίλου του που μένει στην Πάτρα. Ο φίλος αυτός είναι ανύπαρκτος και χρησιμεύει μόνο για να καλύπτει τις μπερμπαντιές του Θόδωρου. Η Φωφώ ανακαλύπτει την αλήθεια και τον φτάνει ένα βήμα πριν την τρέλα, παρουσιάζοντάς του έναν άσχετο για Λευτεράκη. Παρά την εξωσυζυγική σχέση, τα ψέματα και την κοροϊδία, η Φωφώ αντί να τον πετάξει έξω με τις κλωτσιές και να του πάρει ότι έχει και δεν έχει (να δω αν θα έμενε η γκόμενα μετά) συγχωρεί το Θοδωράκη, κυρίως λόγω του παιδιού που περιμένει το ζεύγος.

«Η Παριζιάνα» – 1969
Η μοδίστρα Πελαγία, προκειμένου να πιάσει την καλή, παρουσιάζεται στη Μύκονο ως σχεδιάστρια μόδας εκ Παρισίων. Εκεί γνωρίζεται με τον πολυεκατομμυριούχο ελληνοαμερικανό Τζίμη, τον οποίον προσπαθεί να πείσει να τη χρηματοδοτήσει. Εκείνος την ερωτεύεται, κι όταν μαθαίνει την αλήθεια για το ποιόν της, της αγοράζει μια βιλάρα και την παντρεύεται. Τζίμη, είμαι κι εγώ εδώ…

«Ο κατεργάρης» – 1971
Ο Χρόνης γίνεται διευθυντής όταν ο γιος του προέδρου της εταιρείας που εργάζεται παντρεύεται την αδερφή του. Κλασικό οικογενειοκρατικό ρουσφέτι. Καθώς είναι πολύ έξυπνος, στήνει ένα σχέδιο που ωφελεί την εταιρεία του τα μέγιστα. Ο Πρόεδρος καπηλεύεται την ιδέα με το σκεπτικό «όσο είμαι εγώ πρόεδρος θα είσαι εσύ διευθυντής». Ο Χρόνης το κάνει γαργάρα, αντί να ξεσκεπάσει την αλήθεια και να γίνει αυτός πρόεδρος στη θέση του προέδρου.

Μετά απορούμε που στην Ελλάδα ανθίζουν τα λαμόγια…