Η Ίρις Κρητικού μας ‘ξεναγεί’ στην έκθεση «Ένα Παραμύθι για την Άλκη» που παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση έως τις 4 Νοεμβρίου.

Πως προέκυψε η έκθεση;

Πρόκειται για επιθυμία μου πολλών ετών. Η γεμάτη εικόνες Άλκη Ζέη είναι για μένα κυρίως «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου» και «Το καπλάνι της βιτρίνας». Με αυτά μεγάλωσα. Βηματίζω στην Αθήνα όπως και ο ‘Πέτρος’. Η ‘παρέα’ που περιγράφεται στο ‘Καπλάνι’ με πηγαίνει πάντα σε άλλες αναμνήσεις.  Mε την ανακήρυξη του ‘Λογοτεχνικού Έτους ‘Άλκη Ζέη’ συνομίλησα σχετικά με τον Νίκο Βατόπουλο, με τον οποίο είχαμε πολύ ωραία στην έκθεση ‘Πολυκατοικία’. Γνωρίζοντας τις σχέσεις του με τις εκδόσεις ‘Μεταίχμιο’ – που διαθέτουν τα βιβλία της Άλκης – αποφασίσαμε να τις προσεγγίσει. Έτσι προέκυψε μια ‘τριμερής’ συνεργασία για την οποία είμαστε όλοι πολύ ευχαριστημένοι. Οι ρόλοι μας ήταν ξεκάθαροι. Εκείνος ασχολήθηκε με τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα ‘περπατήματα’ της Άλκης στην Αθήνα και τους διανοούμενους που συναντά που γίνονται για εκείνην, φίλοι ζωής. Εγώ ασχολήθηκα με την εικονοποίηση των σκηνών που τόσο έξυπνα περιγράφει η συγγραφέας. Ενώθηκα με όλα αυτά. Οι καλλιτέχνες ούτως ή άλλως έχουν μια πολύ στενή σχέση με την λογοτεχνία, πάντα, τους εμπνέει, τους αφορά. Ζητήσαμε συνεργασία με εικαστικούς που ήξεραν ποια είναι η Άλκη Ζέη, θα ήταν άτοπο κάτι άλλο. Οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν μεγάλωσαν με τα βιβλία της κι αυτό είναι πάρα πολύ ωραίο. Υπήρξε επίσης εξαιρετική συνέργεια και βοήθεια συγκινητική από τα παιδιά της. Η Ειρήνη και ο Πέτρος Σεβαστίκογλου ήταν πολύ πρόθυμοι να δώσουν υλικό, να αποσαφηνίσουν πράγματα.. Όλα αυτά δημιούργησαν ένα ψηφιδωτό αλήθειας και μυθοπλασίας που στην περίπτωση της Άλκης είναι εντελώς ενωμένα. Η Ελληνοαμερικανική Ένωση διαθέτει έναν διττό εκθεσιακό χώρο του οποίου αντιλαμβάνεσαι τις δυνάμεις και τις αξιοποιείς ανάλογα. Η ‘Αίθουσα Κένεντι’ είναι ο χώρος που σταδιακά ‘ξετυλίγεται’ η ζωή της και στην ‘Αίθουσα Γκίκα’, παρουσιάζονται τα έργα των καλλιτεχνών.  Κυρίαρχος οδηγός μας για το πρώτο σκέλος είναι το ‘Μολύβι Φάμπερ Νο 2’, η θαυμάσια αυτοβιογραφία της Άλκης, η οποία περιγράφει μια ολόκληρη εποχή. Είναι ζηλευτοί οι φίλοι ζωής που βρίσκονται μαζί της. Ο Νίκος Γκάτσος, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Μάνος Χατζηδάκις, ο Κάρολος Κουν και φυσικά η επιστήθια φίλη της Ζωρζ Σαρρή, ο Γιώργος Σεβαστίκογλου, η Διδώ Σωτηρίου και τόσοι άλλοι.  

Με τη βοήθεια των θαυμάσιων εικαστικών που συμμετέχουν, το αφήγημα ξεκινά με τη ζωή στη Σάμο.  Εκτίθεται το γραφείο της, υπάρχει βιτρίνα με το Μολύβι φάμπερ νο 2 και τα έργα που φτιάχτηκαν για αυτό. Επίσης, παρουσιάζονται πολλές σκηνές από την Κατοχή και την Απελευθέρωση που περιγράφονται γλαφυρότατα στην αυτοβιογραφία της. Βλέπουμε ότι εξυφαίνεται πάρα πολύ έντονα το παράλογο δυο διαφορετικών πραγμάτων. Από τη μια ο φόβος και η πείνα, από την άλλη η δίψα για χαρά και δημιουργία. Βέβαια, αυτός είναι και ο μόνος τρόπος να επιβιώσεις. Για παράδειγμα, μου αρέσει πολύ ένα έργο της Αρτέμιδος Αλκαλάη, ένα τρίπτυχο υφαντό με τις λέξεις ‘Φοβούμαι’, ‘Κρυώνω’, ‘Πεινάω’. Λέξεις που είχε γράψει σε ένα τετραδιάκι η μητέρα της, όταν τότε, μικρή εβραιοπούλα κρυβόταν στο Πήλιο. Η καλλιτέχνις αντέγραψε στην ύφανση του έργου τον γραφικό χαρακτήρα της μητέρας της, αυτές τις λέξεις που αντικατοπτρίζουν τα τότε αισθήματα της. Το έργο δεν αφορά μόνο τη μητέρα της Αρτέμιδος, αφορά επίσης την Άλκη, την παρέα της και όσους έζησαν τότε. Όλοι φοβούνται, πεινάνε και κρυώνουν, κι όμως φλερτάρουν, ερωτεύονται. Η μεγάλη της αδελφή, Λενούλα είναι – μαζί με την επιστήθια φίλη της Ζωρζ Σαρρή – το alter ego της Άλκης. Σκιαγραφείται άλλοτε ως ‘Μυρτώ’ στο ‘Καπλάνι της Βιτρίνας’, άλλοτε ως ‘Αντιγόνη’ στον ‘Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου’. Είναι πιο ‘καλομαθημένη’ πιο κομψευόμενη, πιο όμορφη. Λατρεύει η μια την άλλη. Η Λενούλα ερωτεύεται τον πολύ γοητευτικό Νίκο Γκάτσο. Για αυτήν θα γράψει ο ποιητής την ‘Αμοργό’. Εκείνη ερωτευμένη, μαθήτρια ακόμη, απαγγέλει τους σουρεαλιστικούς στίχους της πολύ κολακευμένη. Αν και δεν καταλαβαίνει τίποτα, λέει, ‘τι ωραίο που είναι!’ Μαθήτριες στη Σχολή Αηδονοπούλου στην Κατοχή, μπαίνουν στην παρέα της Περάκη και κάνουν όλοι μαζί κουκλοθέατρο. Η Άλκη δεν τα πάει καλά με τη χειροτεχνία κι έτσι της λένε να γράφει. Όπως έχει πει η ίδια πολλές φορές, ‘το επάγγελμα μου της συγγραφέως, ξεκίνησε επειδή έγραφα καλές εκθέσεις κι επειδή όλες οι οικιακές βοηθοί της γειτονιάς μου ζητούσαν να γράψω τα ερωτικά τους γράμματα’. Πάντα με μολυβάκι φάμπερ νο 2 έγραφε αυτά τα  γράμματα με την ίδια ζέση και τον ίδιο ζήλο που άρχισε να γράφει τις ιστορίες για το κουκλοθέατρο του σχολείου. Έτσι γεννήθηκαν ο Κλούβιος και οι ‘Κλαψωδίες’ (παράφραση των ραψωδιών), με την δημοκρατική Αθηνά και τον φασίστα Ποσειδώνα οι οποίοι περνούν πολλά μηνύματα που κανονικά θα λογοκρίνονταν εκείνη την εποχή. Τις παραστάσεις παρακολουθούν θρυλικοί άνθρωποι. Ο Κώστας Αξελλός, ο Νίκος Γκάτσος, ο  Εμπειρίκος  και βεβαίως ο Γιώργος Σεβαστίκογλου, μελλοντικός σύντροφος της Άλκης. Τον συναντά στα δεκάξι της χρόνια και μένει μαζί του για πάντα. Όλα αυτά τα περιγράφει με έναν ‘άλλον’ τρόπο και στην ‘Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα’ που είναι και δεν είναι η Άλκη, η ηρωίδα της έχει μια τραγικότητα που δεν την διαθέτει η ίδια. Η Δάφνη-Ελένη νιώθει μια ακύρωση που δεν ένιωθε η συγγραφέας, καθώς ακολουθεί έναν ‘μύθο’ που όμως δεν την καταλάβαινε καθόλου ως γυναίκα. Ενώνονται όλα αυτά τόσο πολύ μέσα στη ζωή της…  

Στην έκθεση βλέπουμε το σπίτι όπου συναντά τον Κάρολο Κουν, το Πατάρι του Λουμίδη.. Το ‘Οδόραμα’ που έχει φτιάξει εξαιρετικά ο Νίκος Βατόπουλος, με τους διάφορους σταθμούς που συναντάμε στην εργογραφία της, όπως το Zonars, τον ‘Κρίνο’ στην Ομόνοια, το σπίτι του Αξελλού, του Σεβαστίκογλου, το σπίτι της Άλκης στη Λευκωσία. Οι δυο τους ανακαλύπτουν πως μένουν πολύ κοντά, φεύγουν μαζί και δεν χωρίζουν ποτέ. Όλα αυτά σε μια αστική τότε Κυψέλη και Πλατεία Αμερικής, που μέσα στον τρόμο του πολέμου παραμένουν φωτεινά στίγματα, κατοικίες φωτεινών ανθρώπων.  

Η έκθεση έχει πάρα πολλά εικαστικά έργα, αυτό είναι το κυρίως σώμα της, έχει όμως memorabilia από το Πατάρι, αντικείμενα από την Τασκένδη, παιχνίδια της Άλκης όπως η χελωνίτσα Θόδωρος και το Καπλάνι. Το παλιό καροτσάκι της, μερικά πολύτιμα οικογενειακά κειμήλια από ένα σπίτι δίπλα στο δικό της, στο νησί.. Όλα βρέθηκαν και συνενώθηκαν με πολύ τρυφερό και αβίαστο τρόπο.  

Η αίσθηση μου βλέποντας την έκθεση ήταν ότι ήρθα ‘πιο κοντά’ στην Άλκη Ζέη σαν άνθρωπο. Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια πολύ ταραγμένη εποχή που όμως στα μάτια ενός σημερινού εφήβου φαντάζει λίγο μακρινή. Τι πιστεύετε πως έχει να πει στους νέους του σήμερα;  

Παρόλο που η ίδια αποτελεί μια συγκλονιστική πρωτογενή πηγή της εποχής της, παραμένει ωσεί νέα. Όταν κάνει χιούμορ και αυτοσαρκασμό με το πόσο θα ζήσει ακόμη ως γιαγιά, – πως μπορείς αλήθεια να ‘πάρεις’ αυτόν τον τίτλο, είσαι υπεράνω όλων – δείχνει συγκινητική αυτογνωσία και συμφιλίωση με τη ζωή. Στο όψιμο έργο της μιλά για μετανάστες, ναρκωτικά, για παιδιά παρατημένα και ακυρωμένα. Είναι κοντά στον ψυχισμό των παιδιών κάθε στιγμή, εξάλλου η ίδια έχει πει πολλές φορές ‘μα ότι λέω και γράφω στις αφηγήσεις μου δεν είναι μυθοπλασία, είναι η αλήθεια’.  Πιστεύω ότι έχει να πει πάρα πολλά. Αν μιλήσουμε για κάτι σύγχρονο, όπως ‘Το αγόρι από το πουθενά’ ή ‘Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της’ θα δούμε ότι πιάνει τον παλμό της εποχής, εδώ και τώρα. Στο ‘Καπλάνι’ ή στον ‘Πέτρο’ θα μάθουμε άλλα πράγματα. Στον ‘Πέτρο’ έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε στα παιδιά για την ιστορία της Ελλάδας. Είναι ένας πολύ καλός τρόπος να δείξουμε στο παιδί πως όλα αυτά δεν είναι απλά Εθνικές Εορτές, αλλά κάτι το οποίο ζήσαμε. Οι άνθρωποι τότε αληθινά πείνασαν, αληθινά φοβήθηκαν, αληθινά αγωνίστηκαν, για να μπορούμε να έχουμε εμείς σήμερα, ελευθερία. Και είναι ένας πολύ καλός τρόπος να φύγεις από το ‘βαρετό’ της ιστορίας και να μπεις στο απτό. Στο ‘Καπλάνι’ δε χρειάζεται να σταθούμε στην πρώιμη Σάμο – που περιγράφεται χωρίς να κατονομάζεται –  ούτε να σταθούμε σε πράγματα αφηγηματικά όπως ας πούμε τα παθήματα της Πιπίτσας, η βαρέλα, τα παιδιά των ψαράδων που περπατούν ξυπόλητα. Πρόκειται για αναμνήσεις της Άλκης και ίσως δεν είναι εύκολο να εξηγήσουμε σε ένα παιδί από την Αθήνα τι σημαίνει να έχεις παπουτσάκια από εφημερίδες, τι σημαίνει να διώκεται κάποιος και να καίνε τα βιβλία του, όμως μπορούμε να μιλήσουμε για πάρα πολλά σοβαρά, διαχρονικά πράγματα. Η ηθική είναι πιο πάνω από το χρήμα. Η αλήθεια της γνώμης είναι πιο σημαντική, όπως και η ελευθερία, το να μην είσαι καταδότης. Να σέβεσαι τους ανθρώπους που τα έχουν χάσει όλα, όπως η Σταματίνα, η οικιακή βοηθός. Θίγει τόσα πολλά που αν τα απογυμνώσεις από το ίσως πιο απόμακρο ιστορικό τους πλαίσιο μπορείς να μιλήσεις για αυτά. Για τις σχέσεις των παιδιών, τις φιλίες και τα ιδανικά, για την περηφάνια που δεν είναι υλική, και την ελευθερία.  

Ποιο είναι το feedback που έχετε από τα σχολεία που επισκέπτονται την έκθεση;  

Αν και θα το ήθελα πολύ, δεν είμαι εδώ όταν έρχονται τα σχολεία. Εκείνο που ακούω όμως είναι καταπληκτικό, πάει πάρα πολύ καλά. Κάθε παιδί σταματά σε άλλη εικόνα. Για κάποιον είναι σημαντικά τα πουλοβεράκια, για κάποιον άλλον, το να δει την συγγραφέα με σχολική ποδιά, το Καπλάνι που ζωντανεύει, τη βιβλιοθήκη της, τα βιβλία της… Για τους ενήλικες με τους οποίους συνυπάρχω και έχω τη μεγάλη χαρά να έχω κάνει αρκετές ξεναγήσεις, είναι πάρα πολλά πράγματα. Προσωπικά στέκομαι αρκετά στην ‘Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα’ που έχει μια σπαρακτική εξιστόρηση και εξομολόγηση του τι σημαίνει να είσαι γυναίκα και να πρέπει να βάλεις πάνω από τη γυναικεία σου λαχτάρα και φύση το να ακολουθήσεις ένα ίνδαλμα. Είναι σπαρακτικός ο τρόπος που το περιγράφει αυτό. Επίσης, υπάρχουν οι εκθέσεις της Κατερίνας Αραβαντινού για τις γυναίκες της Αντίστασης που παρουσιάζονται σαν πόστερ. Είναι τρομερό να συνειδητοποιείς πόσο νέες πέθαναν τόσες πολλές από αυτές. Το γυναικείο στοιχείο είναι πολύ έντονο στην Άλκη. Όλες αυτές οι φίλες της μαμάς της η οποία ήταν επίσης αντιστασιακή, που εκτελέστηκαν, που μετέφεραν σημειώματα στα παλτό τους, που μαζεύονταν στην κουζίνα κι έκαναν αντίσταση.. Ένας κόσμος ψιθυριστικός, που πετραδάκι-πετραδάκι έχτισε την Ελευθερία. Η ήττα της Αριστεράς σαν ιδεολόγημα απόλυτης προσήλωσης για ανθρώπους που παραμένουν κριτικά αριστεροί σήμερα. Ο Στάλιν που απομυθοποιείται όταν πεθαίνει και η συνειδητοποίηση της πως οι Ρώσοι που τόσο θαύμαζε, δεν περνούσαν και τόσο καλά τελικά. Οι δοσίλογοι που αναφέρονται με τόσο απλό τρόπο. Είναι τόσα πολλά, σε μια κλίμακα ανθρώπινη, πέραν του βιβλίου. Θα ήθελα να αναφερθώ σε δυο πολύ ωραία δώρα – εκπλήξεις στην έκθεση, μεταξύ πολλών άλλων: Το ένα είναι της Κλειώς Μακρή και το άλλο της Κάτιας Βαρβάκη. Η Κλειώ Μακρή είναι κόρη του μεγάλου γλύπτη Μέμου Μακρή που είχε περάσει εξορία κι ήταν φίλος της Άλκης. Η Κλειώ έφερε ένα γλυπτό με τίτλο ‘Περιμένοντας το Ματαρόα’, (το αρματαγωγό που μετέφερε κόσμο στο Παρίσι) την απεικόνιση της γυναίκας που συνεχώς μετακομίζει και αλλάζει κι εξορίζεται. Διέθεσε επίσης ένα τρίποδο από το ατελιέ του πατέρα της με μερικά γυναικεία κεφάλια επάνω του, που ανασυνθέτουν το ατελιέ της Δροσούλας. Ο Πέτρος διαπιστώνει ότι μέσα στη φρίκη του πολέμου υπάρχει μια γυναίκα που κάνει τέχνη. Ο χρόνος μετρά αλλιώς. Υπάρχει μια παρένθεση όασης ζωής και ομορφιάς που αφήνει έκθαμβους τον Πέτρο και τον Σωτήρη. Είμαι πολύ χαρούμενη με την εγκατάσταση αυτή, πόσω μάλλον που σύμφωνα με την Κλειώ, η περιγραφή της Άλκης στον ‘Περίπατο’ βασίζεται στο ατελιέ του πατέρα της. Αυτό ήξερε, αυτό περιέγραψε. Το θεωρώ πολύ συγκινητικό. Η Κάτια Βαρβάκη, πέρα από ένα έργο αφιερωμένο στην Τασκένδη που απεικονίζει τους κήπους της πόλης και την Άλκη με τον Γιώργο Σεβαστίκογλου και τα παιδιά της, διέθεσε επίσης πράγματα μιας θείας της που έζησε εκεί κι έγινε φίλη με την Άλκη. Πρόκειται για ένα βαλιτσάκι που έχει μέσα λευκώματα και άλλα πράγματα, τα οποία έχουν τοποθετηθεί κάτω από το έργο. Πάλι ενώνεται η αλήθεια με την μυθοπλασία τόσο πολύ που δεν μπορώ παρά να νιώθω ευγνώμων.   

Πληροφορίες για την έκθεση εδώ.