Του Ανδρέα Μπαζαίου

Όλοι έχουμε τουλάχιστον από έναν. Όλοι έχουμε μια ιστορία να διηγηθούμε. Είναι οι άνθρωποι που θα σου κάνουν τα νεύρα τσατάλια και θα γίνουν αφορμή να μετακομίσεις μια ώρα αρχύτερα. Και αν το σπίτι είναι δικό σου; Τότε, τον ήπιες…

Είναι ο μαλάκας που μένει στον επάνω όροφο και περπατάει με τακούνια πρωί βράδυ μέσα στο σπίτι. Φόρα παντόφλες, κουκλίτσα μου, καλό σου κάνουν!

Είναι ο άθλιος που θα αφήσει τον ταλαίπωρο σκύλο του ώρες ατελείωτες μόνο του, να κλαίει και να γαβγίζει. Συνήθως στο μπαλκόνι, εκτεθειμένο στα καιρικά φαινόμενα, για να μπορεί να τον ακούει όλη η γειτονιά.

Είναι ο κρετίνος που σέρνει έπιπλα όλη μέρα και σου κάνει τα νεύρα κρόσια. Του έμεινε απωθημένο που δεν έγινε interior designer.

Είναι ο κατεστραμμένος που ακούει μουσική στη διαπασών στις 3 τα ξημερώματα. Και εμείς αγαπήσαμε, αλλά δεν γαμήσ@με τη γειτονιά.

Είναι οι αγαπημένες οικογένειες που δεν βγάζουν το σκασμό καμία ώρα της ημέρας, ουρλιάζοντας ο ένας στον άλλον, ακόμα και όταν συζητάνε. Μπράβο, Τουλίτσα, που έκανες κακάκια σου!

Είναι το @ρχίδι που θα σου κλείνει μόνιμα το γκαράζ και κάθε πρωί θα κορνάρεις για να πας στη δουλειά σου. Και όταν η αστυνομία του κόψει κλήση σου ζητάει τα ρέστα (True story!)

Είναι ο ταβερνιάρης που αποφάσισε να ανοίξει υπαίθριο μαγαζί μέσα σε κατοικημένη περιοχή. Ω, τι χαρά! Μεθυσμένα ουρλιαχτά και χάχανα, πρωί-μεσημέρι-βράδυ μέχρι αργά (πολύ αργά…) και μια αστυνομία που είτε προσπαθεί να επιβάλλει το νόμο, αλλά δεν τα καταφέρνει, είτε… τρώει από το συγκεκριμένο μαγαζί, οπότε… Τώρα για το ποιος εξέδωσε άδεια λειτουργίας και με τι κριτήρια είναι μια άλλη ιστορία.

Και υπάρχει και μια ξεχωριστή κατηγορία, τα λεγόμενα μΟυνι@ της θάλασσας ή και της λάσπης. Είναι οι γείτονες που θεωρούν ότι η γειτονιά τους ανήκει. Θα κάνουν όλα τα παραπάνω συνδυαστικά και δεν θα τους ενοχλήσει και κανείς. Είναι μουλωχτοί και μόλις μυριστούν αστυνομία κρύβονται στην τρύπα τους για να επιστρέψουν αμέσως μετά να σου πουλήσουν τσαμπουκά.

Θα σου κλείσουν το γκαράζ, θα σου καταστρέψουν τον κήπο, θα κάνουν φασαρία όποτε θέλουν και για όση ώρα γουστάρουν. Αγνοούν τις ώρες κοινής ησυχίας. Θα κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους, για να σε κάνουν τρελό. Μόλις “λυγίσεις” και καλέσεις την αστυνομία, θα λουφάξουν στη γωνιά τους και μόλις απομακρυνθεί το περιπολικό, θα αρχίσουν ξανά της ψ@λής τους το χαβά. Είναι θρασύδειλοι, θα σε απειλήσουν μόνο όταν είναι σίγουροι ότι δεν υπάρχουν μάρτυρες και θα κάνουν ότι γουστάρουν για να εξυπηρετήσουν την πάρτη τους.

Και μετά διαβάζουμε τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, συνήθως αφού έχει γίνει το κακό. “Ήταν καλό παιδί και ήσυχος. Δεν πήγαινε το μυαλό μου ότι θα κάνει κάτι τέτοιο”!

Αυτά τα ζούμε όλοι καθημερινά σε μικρό ή μεγάλο βαθμό. Και κινδυνεύουμε, όσοι τουλάχιστον προχωρούμε σε καταγγελίες ή κάποια άλλη δράση, να χαρακτηριστούμε οι γραφικοί του χωριού.