Markos_Vamvakaris

Γράφει ο Σπύρος Πλουμίδης

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο άνθρωπος που με τα τραγούδια του σηματοδότησε την πορεία του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού. Ο Μάρκος γεννήθηκε στη Σύρο και σε ηλικία 12 χρόνων έφυγε για τον Πειραιά, όπου έκανε πολλές δουλειές μέχρι να ανακαλύψει το μπουζούκι και τους τεκέδες. Το ταλέντο του δεν άργησε να φανεί και μαζί με τους Γιώργο Μπάτη, Στράτο Παγιουμτζή και Ανέστη Δέλιά έφτιαξαν την “Τετράς την ξακουστή του Πειραιώς».

Άνθρωπος ντόμπρος, σκληρός και “μάγκας” ήταν ίσως ο πιο ταλαντούχος από την γενιά των ρεμπετών της δεκαετίας του ’30 με εκατοντάδες τραγούδια στο ενεργητικό του, είτε ως συνθέτης, είτε ως τραγουδιστής.

Αναμφίβολα το κομμάτι που τον σημάδεψε είναι η “Φραγκοσυριανή” που ηχογραφήθηκε το 1935 αλλά έγινε πανελλήνια γνωστή το 1960 όταν την επανεκτέλεσε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.

Ο ίδιος αφηγήθηκε το πως εμπνεύστηκε ένα από τα πλέον διαχρονικά ελληνικά τραγούδια…

«Όλος ο κόσμος της Σύρου μ’ αγαπούσε πολύ, διότι κι εγώ ήμουν Συριανός και το είχαν καμάρι οι Συριανοί. Κάθε καλοκαιράκι με περίμεναν να πάω στη Σύρα να παίξω και να γλεντήσει όλη η Σύρα μαζί μου. Το 1935 πήρα μαζί μου τον Μπάτη, τον αδερφό μου τον μικρό και τον πιανίστα Ροβερτάκη και πήγα για πρώτη φορά στη Σύρο, σχεδόν είκοσι χρόνια αφ’ ότου έφυγα από το νησί. Πρωτόπαιξα, λοιπόν, σ’ ένα μαγαζί στην παραλία, μαζεύτηκε όλος ο κόσμος. Κάθε βράδυ γέμιζε ο κόσμος το μαγαζί κι έκατσα περίπου δύο μήνες. Εγώ, όταν έπαιζα και τραγουδούσα, κοίταζα πάντα κάτω, αδύνατο να κοιτάξω τον κόσμο, τα έχανα. Εκεί όμως που έπαιζα, σηκώνω μια στιγμή το κεφάλι και βλέπω μια ωραία κοπέλα. Τα μάτια της ήταν μαύρα. Δεν ξανασήκωσα το κεφάλι, μόνο το βράδυ την σκεφτόμουν, την σκεφτόμουν… Πήρα, λοιπόν, μολύβι κι έγραψα πρόχειρα:

Μία φούντωση, μια φλόγα

έχω μέσα στην καρδιά

Λες και μάγια μου ‘χεις κάνει

Φραγκοσυριανή γλυκιά…

Ούτε και ξέρω πώς την λέγανε ούτε κι εκείνη ξέρει πως γι’ αυτήν μιλάει το τραγούδι. Όταν γύρισα στον Πειραιά, έγραψα τη Φραγκοσυριανή.»

Όπως όλοι οι ρεμπέτες παραμερίστηκε τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 οπότε το μπουζούκι βγήκε από τους τεκέδες και έφτασε στα κοσμικά κέντρα. Τα τραγούδια του πάντως γνώρισαν και πάλι άνθιση καθώς οι γνωστοί τραγουδιστές της εποχής τα έβγαλαν με τις δικές τους φωνές σε δίσκους και τα έκαναν μεγάλες επιτυχίες.

Το 1972 έφυγε από τη ζωή αφήνοντας μια τεράστια μουσική παρακαταθήκη.

“Τα ματόκλαδά σου λάμπουν”, “Το μινόρε της αυγής”, “Μαύρα μάτια μαύρα φρύδια”, “Όσοι γενούν πρωθυπουργοί”, “Νόστιμο τρελό μικρό μου”, “Όσοι έχουνε πολλά λεφτά”, “Χρόνια στον Περαία” και εκατοντάδες άλλα τραγούδια που σημάδεψαν την ρεμπέτικη και λαϊκή μουσική.