beach22

Της Άννας Παχή

Με το που σκάει ο Μάιος, ένας διακόπτης γυρίζει στα κεφάλια όλων μας και η σκέψη που κυριαρχεί είναι: διακοπές. Τώρα με την κρίση, οι παλιές καλές εποχές των εικοσαήμερων διακοπών σε πολυτελή (ή και μη) καταλύματα αποτελούν περασμένα μεγαλεία για τους περισσότερους τουλάχιστον, αλλά λίγο – πολύ, πάντα βρίσκουμε ευκαιρίες απόδρασης. Μια τέτοια, είναι τα μπάνια στις παραλίες της Αττικής. Η Αττική έχει πολύ ωραίες παραλίες και σχετικά καθαρές. Άλλωστε, όταν τρως στη μάπα το καυσαέριο όλο το χρόνο, αναπτύσσεις αντισώματα όσο να’ναι. Βρίσκεις την παρέα σου και ξεκινάς.

Εν αρχή ην η προετοιμασία: Αντηλιακό προσώπου και σώματος. Πετσέτα. Καπέλο. Λεφτά, κλειδιά, κινητό. Νερό. Ψάθα.  Αν είσαι γυναίκα, μια χτένα για τα μαλλιά, γαλάκτωμα after sun, κοκκαλάκια, δεύτερο μαγιό, δεύτερη πετσέτα. Πάρε μια τσάντα στο μέγεθος τσουβαλιού, για να τα τσουβαλιάσεις όλα αυτά. Αν έχεις οικογένεια, δηλαδή παιδιά, ο αριθμός των αποσκευών αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Κουβαδάκια, φτυαράκια, τσουγκράνες, σωσίβια, μπρατσάκια, τοστάκια κι ένα σωρό τζατζαλομάντζαλα, τη στιγμή που ξέρεις πως το πιτσιρίκι ή που θα μπει στη θάλασσα και δε θα βγαίνει ούτε με ρυμουλκό, ή θα βουτήξει το κινητό σου για να παίξει. Είπαμε όμως: απόδραση.

Τα στοιβάζεις όλα ωραία και καλά στο αυτοκίνητο και ξεχύνεσαι για παραλία. Ξεχύνεσαι, τρόπος του λέγειν, διότι, ειδικά το σαββατοκύριακο, όσοι βρίσκονται στην πολύπαθη Αθήνα έχουν την ίδια ιδέα με σένα. Να αποδράσουν. Συναντιέστε όλοι μαζί στην παραλιακή κι ενώ έχετε ξεκινήσει για να περάσετε ωραία, αρχίζετε τα βρισίδια ο ένας στον άλλον για την οδήγηση, το παράνομο προσπέρασμα, το «προλάβαινες το φανάρι, ηλίθιε» κι άλλα ευχάριστα και αλληλέγγυα. Όλοι θέλουν να φτάσουν πρώτοι, γνωστό.

Φτάνεις στην παραλία όπου γίνεται το έλα να δεις. Ειδικά αν είναι «οργανωμένη» που σημαίνει «σου πιάνω τον κώλο για μια ξαπλώστρα και μια ομπρέλα», να μην πω για τις τιμές των καφέδων και του νερού. Τέλος πάντων κάθεσαι. Απλώνεις τα συμπράγκαλά σου, παραγγέλνεις και καφέ για να τον ευχαριστηθείς δίπλα στη θάλασσα κι ετοιμάζεσαι να «απολαύσεις». Αν έχεις τύχη, η φυλή των ρακετόβιων δε θα σε ενοχλήσει πολύ. Θα τους ακούς βέβαια, αλλά μπορεί να γλυτώσεις το ενδεχόμενο να σου έρθει κανα μπαλάκι στο δόξα πατρί. Ή στον ώμο. Ή όπου σε πετύχει τέλος πάντων ο εκκολαπτόμενος Φέντερερ της παραλίας. Αν είσαι άτυχος, το ζευγάρι των αθλητών θα παίζει πάνω από τη μούρη σου, λέγοντας ξερά «σόρυ» κάθε φορά που το μπαλάκι τους θα προσγειώνεται στα πράγματά σου. Ή επάνω σου, τα είπαμε αυτά.

Αν είσαι επίσης τυχερός, το κακομαθημένο που γκαρίζει γιατί θέλει παγωτό, τοστ, ή απλά να πλατσουρίσει, θα βρίσκεται αρκετές ξαπλώστρες παραπέρα, μαζί με την υστερική μάνα του που θα γκαρίζει επίσης τη σουρεαλιστική κραυγή «Κωνσταντίνε, αν πνιγείς θα σε δείρω». Ναι, μας έπεισε η Ελληνίδα μάνα… Γεγονός είναι πως το μπάνιο στη θάλασσα με ότι το συνοδεύει, είναι καθαρά θέμα τύχης. Είναι τύχη να μην κάθεται δίπλα σου η γκόμενα που φωνάζει στο κινητό, περιγράφοντας πως, πέρασε το προηγούμενο βράδυ φτύνοντας τον τύπο που της την έπεσε στο μπαρ. Είναι τύχη να βρίσκονται μακριά σου τα λιγούρια που κοιτάνε τις γυναίκες λες και δεν έχουν ξαναδεί το είδος. Είναι τύχη να μην παίζουν τάβλι δίπλα στο αυτί σου. Είναι τύχη, όχι καλοί τρόποι και σωστή συμπεριφορά εν τη αγέλη..

Αφού έχεις ζαβλακωθεί από τον ήλιο κι έχει περάσει η ώρα, ετοιμάζεσαι να φύγεις. Να μαζέψεις την προίκα σου, να βεβαιωθείς πως δεν ξέχασες τίποτα και να επιστρέψεις στο αυτοκίνητο που σου δείχνει ακριβώς πως είναι η κόλαση. Καυτή. Ανοίγεις την πόρτα κι έρχεται η λάβα από το εσωτερικό, σα να σε τιμωρεί που εσύ πήγες και δροσίστηκες κι άφησες το φτωχό, ταλαιπωρημένο σου όχημα στο έλεος του ήλιου. Καλά να πάθεις.

Περνάς το ψυχολογικό δράμα της επιστροφής, καθώς η απόδρασή σου έλαβε τέλος και τώρα θα γυρίσεις στο καμίνι του τσιμέντου. Παρέα με άλλους, το ίδιο θυμωμένους που και η δική τους απόδραση τελείωσε. Φτάνεις στο σπίτι, κάνεις ντους να φύγει το αλάτι, και την αράζεις στον καναπέ για να ολοκληρώσεις την τεμπελιά της Κυριακής.

Τίθεται το ερώτημα; Γιατί να περάσεις όλην αυτήν την ταλαιπωρία; Γιατί να μην κάτσεις απλά στο σπιτάκι σου να ρίξεις έναν ωραιότατο ύπνο; Η απάντηση είναι απλή:

Διότι, τη στιγμή που βυθίζεσαι στο νερό, όλα τα άλλα φεύγουν. Η θάλασσα σε παίρνει αγκαλίτσα, σου κάνει στοργικά πατ πατ και γλυκά γούτσου γούτσου, λέγοντάς σου να μη στενοχωριέσαι, όλα είναι καλά κι αν δεν είναι, θα φτιάξουν. Επειδή, η δροσιά της θα μείνει στο κορμί σου όλη τη νύχτα και θα κοιμηθείς όμορφα. Επειδή, είμαστε κατά 70% φτιαγμένοι από νερό. Επειδή, έτσι γουστάρεις. Αυτό.