Γράφει ο Γιώργος Μπουτζιουβής

“Μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις”… Καμιά φράση δεν μπορεί να περιγράψει τη δύναμη του στιγμιότυπου καλύτερα από αυτήν.

Η στιγμή που παγώνει ο χρόνος. Στο ανοιγοκλείσιμο του ματιού έχει χαθεί. Φως, σκιές, κίνηση, ακινησία, ηρεμία, ένταση, συναίσθημα. Αυτός είναι ο κόσμος της φωτογραφίας δρόμου.

Το 2007, στην περιοχή Northwest side του Chicago των ΗΠΑ γινόταν ένας πλειστηριασμός. Αντικείμενό του ήταν τα περιεχόμενα αποθηκευτικών χώρων τους οποίους ενοικίαζε μια εταιρεία σε ιδιώτες και των οποίων οι ένοικοι είτε είχαν πεθάνει, είτε δεν είχαν (επί μακρόν) πληρώσει τα συμφωνημένα αποθήκευτρα.

Ο John Malloof, που είχε μετακομίσει στη γειτονιά 2 χρόνια νωρίτερα, ερευνητής και πρόεδρος του Historical Society on Chicago’s Northwest Side έψαχνε vintage φωτογραφικό υλικό για να χρησιμοποιήσει στο βιβλίο που έγραφε (‘Portage Park’) με σκοπό την ανάδειξη και διάσωση της ιστορικής κληρονομιάς της γειτονιάς. Στον πλειστηριασμό εντόπισε ένα μεγάλο κιβώτιο γεμάτο αρνητικά που κατάλαβε ότι πρόερχονταν από περασμένες δεκαετίες. Μην μπορώντας να αξιολογήσει το εύρημά του επί τόπου, αποφάσισε να πάρει το ρίσκο, να πληρώσει 380 δολάρια και να αγοράσει το κουτί.

Παρ’ όλο που δεν χρησιμοποίησε φωτογραφίες από το κουτί στο βιβλίο του, τις αποθήκευσε. Λίγο αργότερα η περιέργειά του τον οδήγησε να αρχίσει να σκανάρει τα αρνητικά και να τις εξετάζει. Επρόκειτο, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, για φωτογραφίες δρόμου. Φωτογραφίες που απεικόνιζαν στιγμές από τη ζωή της πόλης και τον καθημερινό παλμό της ζωής μέσα σ’ αυτή.

Χωρίς να το ξέρει, είχε – από καθαρή τύχη- πέσει πάνω στο άγνωστο έργο ζωής μιας εκ των μεγαλύτερων φωτογράφων δρόμου του 20ου αιώνα, της Vivian Maier.

 

Δεν είχε σχέση με τη φωτογραφία μέχρι τότε, αλλά αυτό που έβλεπε άρχισε να τον επηρεάζει. Σιγά σιγά άρχισε να βγαίνει στους δρόμους με τη μηχανή του, κυνηγώντας κι αυτός στιγμές. Η δουλειά της άγνωστης δημιουργού (δεν αναφερόταν πουθενά , ούτε φωτογραφίες της είχαν δημοσιευτεί ποτέ) του έγινε εμμονή και έβαλε στόχο να ανακαλύψει και να αποκαταστήσει ολόκληρο το αρχείο της. Σε διάρκεια ενός έτους κατάφερε να συγκεντρώσει 150.000 αρνητικά, 3000 φωτογραφίες, εκατοντάδες ρολά ανεμφάνιστου φιλμ, ερασιτεχνικές κινηματογραφικές ταινίες και άρθρα.

Το 2008 δημιούργησε ένα blog στο οποίο δημοσίευσε γύρω στις 100 φωτογραφίες, χωρίς να προσελκύσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όταν, όμως, τον Οκτώβριο του 2009 είχε την ιδέα να ξεκινήσει μια συζήτηση στην δημοφιλή –τότε- πλατφόρμα flickr με τα μέλη του group hcsp (hard core street photography), άλλαξαν όλα: Η ανταπόκριση ήταν εκπληκτική και η διάδοση των νέων για την φωτογράφο και τη δουλειά της εκρηκτική. Ο θαυμασμός και η παγκόσμια αναγνώριση του ταλέντου της ήρθαν άμεσα. Κατά τραγική ειρωνεία, λίγο μετά τον θάνατό της (μόλις 5 μήνες πριν – Απρίλιος 2009).

 

A riddle, wrapped in a mystery, inside an enigma.

“Ένας γρίφος, τυλιγμένος σ’ ένα μυστήριο, μέσα σ’ ένα αίνιγμα”… Αυτός είναι ο υπέρτιτλος με τον οποίο ξεκινά το τμήμα του site www.vivianmaier.com που περιγράφει την ζωή της.

Γεννημένη στη Νέα Υόρκη το 1929 από μητέρα Αμερικανίδα και πατέρα Αυστριακό, η Meier πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νιότης της στην Γαλλία, από την οποία επέστρεψε το 1951 και εγκαταστάθηκε στην Νέα Υόρκη και ξεκίνησε να εργάζεται ως νταντά, επάγγελμα που θα εξασκούσε για όλη της την ζωή. Με την φωτογραφία άρχισε να ασχολείται το 1949 όταν και αγόρασε την πρώτη της απλή φωτογραφική μηχανή (Kodak Brownie). Το 1952 αναβάθμισε τον εξοπλισμό της, αγοράζοντας μια διοπτική Rolleiflex, και βγήκε στους δρόμους.

Το 1956 μετακόμισε στο Σικάγο, όπου και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής της. Σε κάθε ευκαιρία που παρουσιαζόταν στα διαλείμματα της δουλειάς της ως νταντά, έβγαινε στους δρόμους και φωτογράφιζε ασταμάτητα. Σε πολλές περιπτώσεις έπαιρνε και τα παιδιά που είχε στη φροντίδα της για ημερήσιες φωτογραφικές εξορμήσεις. Κατέγραψε σε διάστημα σχεδόν 4 δεκαετιών τις καθημερινές στιγμές των ανθρώπων αλλά και την αλλαγή στο αστικό τοπίο του Σικάγο. Για πολλά χρόνια εμφάνιζε μόνη της της φωτογραφίες της σε ένα αυτοσχέδιο χώρο που που είχε δημιουργήσει στο διαμέρισμά της. Με σχολαστικότητα κατέγραφε και αρχειοθετούσε τον τεράστιο όγκο των αρνητικών, τις φωτογραφίες της αλλά και οτιδήποτε της φαινόταν ενδιαφέρον από την δημοσιότητα της εποχής που ζούσε. Ήταν μια γυναίκα εσωστρεφής και απρόσιτη, σχεδόν αντικοινωνική.

Παρ’ όλο που δεν δίσταζε να βγει από την σιωπή της και να μιλήσει με πάθος για κοινωνικά θέματα όταν οι συνθήκες το απαιτούσαν, ποτέ δεν ένιωσε την ανάγκη να μοιραστεί και να δημοσιοποιήσει τα δημιουργήματα της τέχνης της. Έτσι, όλος αυτός ο θησαυρός έμεινε κλεισμένος σε κιβώτια και αποθήκες μέχρι που η τύχη τον έφερε στα χέρια του John Malloof και 2-3 άλλων συλλεκτών, οι οποίοι φρόντισαν να φτάσει στα μάτια μας.

Η δουλειά της Vivian Maier δίκαια βρήκε την αναγνώριση που της έπρεπε και τα τελευταία 13 χρόνια είναι προσβάσιμη σε όλους μέσω του φυσικού κόσμου (γκαλερί, μουσεία, εκθέσεις) αλλά και του ψηφιακού (sites, blogs, photography groups, social media). Ένα καλό μέρος για να ξεκινήσει κανείς να εξερευνά τον κόσμο της είναι το site που είναι αφιερωμένο σε αυτήν (www.vivianmaier.com) και το βραβευμένο ντοκιμαντέρ Finding Vivian Meier των John Maloof και Charlie Siskel.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να παρουσιάσει και να ερμηνεύσει κανείς τη ζωή στην μεγαλούπολη. Για τους περισσότερους είναι ένα αχανές, θορυβώδες δάσος από μπετόν μέσα στο οποίο κινείται συνεχώς μια μάζα, το τεράστιο και ανώνυμο πλήθος. Στην πραγματικότητα, η ψυχή της πόλης είναι οι δεκάδες ή εκατοντάδες στιγμές που απαρτίζουν την καθημερινότητα των ατόμων που κινούνται και ζουν σ’ αυτήν.

Η ικανότητα να αναγνωρίσει κανείς, να συλλάβει αυτές τις στιγμές και να τις βάλει στο κάδρο του μ’ έναν τρόπο που που να εκπέμπει ένταση και συναίσθημα και να διεγείρει τις αισθήσεις όποιου τις παρακολουθήσει είναι η βασική ποιότητα ενός μεγάλου φωτογράφου δρόμου.

Η Vivian Maier σίγουρα την είχε.