vogli

Της Άννας Παχή

Η Έλενα Βόγλη, σκηνοθετεί την ομάδα ActUBǓστες, στην παράσταση «Υμπύ Τύραννος» που ανεβαίνει στο θέατρο «Σταθμός». Μιλά στο iART για το έργο, την ομάδα και την ανάγκη για συλλογικότητα και αλληλεγγύη.

Ποιοι είναι οι ActUBǓστες;  

Πρόκειται για μια συλλογικότητα ηθοποιών που δημιουργήθηκε από την ανάγκη να κάνουμε θέατρο. Ξεκίνησε πριν λίγα χρόνια, όταν πολλοί από εμάς δε δουλεύαμε λόγω της  κρίσης. Οι επτά από τους εννέα ηθοποιούς της ομάδας ήταν μαθητές μου στη Δραματική Σχολή και με κάλεσαν να κάνουμε κάτι. Είχα ήδη το έργο στο μυαλό μου κι όταν ήρθε η σωστή χρονική στιγμή πίστεψα πως ήταν το κατάλληλο, ειδικά με το έμψυχο υλικό της ομάδας. Η ομάδα, ως ακτιβιστές, είναι ενεργή πάντα. Θέλουμε να ταξιδεύουμε το κοινό με έργα που έχουν στόχο την επανασύνδεση εννοιών που πραγματικά στοιχειώνουν όλους μας, όχι μόνο σε μια κλίμακα που να αφορά μόνο την Ελλάδα. Με το «Υμπύ Τύραννος» ξεκινήσαμε με το θέμα της εξουσίας, που αγγίζει όλους μας, με τον τρόπο που απαιτεί το κείμενο, αυτόν της φάρσας.

Μιλήστε μας για το έργο «Υμπύ Τύραννος»

Είναι μια παράσταση που δεν περιγράφει, αλλά δρα περισσότερο κι αυτό το είχε τονίσει ο συγγραφέας, στα θεωρητικά του κείμενα. Ο Jarry  δεν ήταν μόνο θεατρικός συγγραφέας αλλά και θεωρητικός του θεάτρου. Έκανε μια σημαντική τομή στο  προγενέστερο θέατρο του νατουραλισμού. Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, τα ηνία στη θεατρική πράξη είχαν το συναίσθημα, η ψευδαίσθηση. Εκείνος ήθελε να καταλύσει αυτά τα πράγματα, διακηρύττοντας ότι το θέατρο δεν πρέπει να περιγράφει, ούτε να διδάσκει, αλλά να δρα και να ενεργοποιεί τη φαντασία του κοινού. Αυτό γράφτηκε το 1896 κι έγινε αποδεκτό τον 20ο αιώνα. Έδωσε απόψεις και αισθητική πολύ νεωτεριστικές για την εποχή του. Όταν πρωτοανέβηκε το «Υμπύ Τύραννος» το 1896 στο Παρίσι, ο συγγραφέας επέβαλλε κάποια πράγματα που απομακρύνονταν από το ρεαλισμό. Φόρεσε μάσκες στους ηθοποιούς. Σκηνοθέτησε ολόκληρο ιππικό με έναν μόνο ηθοποιό. Ο «λαός» ήταν πάλι ένας ηθοποιός. Όλα αυτά φαίνονται φυσιολογικά και είναι απόλυτα αποδεκτά στο σύγχρονο θέατρο, τότε όμως προκάλεσαν τη θορυβώδη αποτυχία της παράστασης. Το κοινό ξεσηκώθηκε, το έργο  γιουχαρίστηκε. Το επιλέξαμε, επειδή είναι απόλυτα επίκαιρο. Γράφτηκε στο τέλος του 19ου αιώνα στη Γαλλία, όταν υπήρχε μεγάλη αναταραχή. Ο Ναπολέων ο Γ’ σφετερίστηκε την εξουσία, άρχισε να κάνει επεκτατικά σχέδια ερήμην του λαού, είχε ήδη γίνει ο γαλλοπρωσικός πόλεμος, οι Γάλλοι βρίσκονταν σε ένα είδος «ένοπλης ειρήνης», δεν ήξεραν αν είχαν πόλεμο ή όχι. Όλα αυτά μέχρι την Γ’ Δημοκρατία όπου άρχισαν τα πράγματα να εξομαλύνονται. Παγιώθηκε το δικαίωμα του συνδικαλισμού, η ελευθερία του Λόγου, του Τύπου και η δωρεάν εκπαίδευση. Υπήρχαν επίσης πολλά σκάνδαλα. Οι αναρχικοί κατέλαβαν τη Βουλή και την έκαναν γυαλιά καρφιά. Ο Ζακ Αρμπασέ, γνωστός θεατρικό κριτικός της εποχής, έγραφε πως η νεολαία δεν αποδέχτηκε ποτέ εκείνη την μετριοπαθή δημοκρατία, επιθυμώντας πιο ριζοσπαστικές, πιο κοινωνικές, πιο αληθινές λύσεις, όχι μια απλή «ετικέτα» δημοκρατίας. Είμαστε σε παρόμοια χρονική περίοδο, οι παραλληλισμοί είναι άμεσοι. Σε πρώτο επίπεδο ο ήρωας ξεσηκώνει το γέλιο με αυτά που κάνει, οι πράξεις του όμως, είναι κάθε άλλο παρά αστείες. Με τον όρο «τραγική φάρσα» βρήκαμε την ισορροπία του οξύμωρου, που επιδιώκαμε. Το κωμικό συνυπάρχει με το τραγικό για αυτό και οδηγηθήκαμε σε μια γκροτέσκα αισθητική και την αισθητική των κόμικ. Το γκροτέσκο εμπεριέχει και το γέλιο και το κλάμα. Ο κλόουν διασκεδάζει τον κόσμο, μπορεί όμως ο ίδιος να είναι πολύ λυπημένος. Το γέλιο σε αποστασιοποιεί από τα δρώμενα, αλλά ξαφνικά αρχίζεις να το κριτικάρεις,  να το σκέφτεσαι, άρα να κατανοείς περισσότερο αυτό που βλέπεις. Είναι ένα γέλιο που ειρωνεύεται, που θίγει. Το έργο αναπτύσσει πολλά μοτίβα. Βέβαια κάναμε και πρωτογενή πράγματα, δικές μας καινοτομίες. Τηρήσαμε τις πέντε πράξεις του, το οδηγήσαμε ωστόσο στον Αριστοφάνη, καθότι είναι κι αυτό πολιτικό έργο. Δεν το κάναμε αυθαίρετα. Ο Jarry είχε κλασική ελληνική παιδεία, γνώριζε τους Έλληνες τραγωδούς και κωμωδούς, είχε μεταφράσει την «Πάπισσα Ιωάννα» του Ροΐδη, κείμενα του φίλου του Ιωάννη Σάλτα. Έτσι,  φέρνοντάς το στα καθ’ημάς, μας δόθηκε η αφορμή να το «πάμε» στον Αριστοφάνη. Περιέχει καταρχάς βωμολογίες, όπως και τα αριστοφανικά κείμενα. Πήραμε φράσεις από το έργο και δημιουργήσαμε χορικά, που τα ενσωματώσαμε σε κάθε πράξη. Δοκιμάσαμε διάφορες ρυθμολογίες. Το «φοροτράγουδο» που ακούγεται στην παράσταση είναι επίσης προϊόν της ομάδας. Το έργο μιλάει για φόρους κι εκεί κάναμε τη δική μας αριστοφανική παράβαση. Το «Φοροτράγουδο» το έγραψε ο Αλέκος Βασιλάτος, μέλος του συγκροτήματος «Συνήθεις Ύποπτοι». Δική μας προσθήκη είναι και η κρεατομηχανή της παράστασης. Είναι πολύ σοκαριστικό στοιχείο, μπήκε επί τούτου, για να κάνει το θεατή να καταλάβει ότι πρόκειται για μια αλληγορία της πολιτικής, που κάνει τα μυαλά των ανθρώπων «κιμά». Δική μας επίσης είναι η προσθήκη να φοράει ο λαός μπέρτες πότε με το σήμα της μιας παράταξης, πότε με το σήμα της άλλης. Έχουμε δουλέψει πολύ για το έργο και το δουλεύουμε ακόμη. Η παράσταση δε σταματά στην πρεμιέρα, εξελίσσεται διαρκώς. Πάντα υπάρχει κάτι που πρέπει να διορθώσεις, να αποσαφηνίσεις.

yby2

Υπάρχει πολύ έξυπνη χρήση των σκηνικών μέσων. Η σκάλα, η μισή σκηνή..

Όλα εξυπηρετούν τις παράλληλες δράσεις του έργου. Ο «Υμπύ Τύραννος» ανέβηκε στη χώρα μας μόνο το 1974 στο Εθνικό Θέατρο, με τον Παντελή Ζερβό. Νομίζω πως υπήρξε κι άλλη μια παράσταση, πριν πολλά χρόνια στο ΚΘΒΕ, αλλά κατέβηκε πολύ γρήγορα. Διαθέτει τριαντατέσσερις ρόλους, δεν είναι εύκολη η παραγωγή του. Εμείς τα καταφέραμε χρησιμοποιώντας τα αξεσουάρ που βλέπετε στην παράσταση και το απόλυτο δόσιμο των ηθοποιών. Μεταμορφώνονται φωνητικά, κινησιολογικά, «μπαινοβγαίνουν» με απίστευτες ταχύτητες σε πάνω από έναν ρόλο ο καθένας. Αυτό συμβαίνει λόγω της δουλειάς που έχουμε κάνει, αλλά κυρίως, της αγάπης προς το θέατρο. Πρόκειται για επαγγελματίες ηθοποιούς, νέους, που έδωσαν τον εαυτό τους, δεδομένου πως δεν υπήρχε η υποδομή, προϋπολογισμός, παραγωγός. Τροφοδοτούσαμε έναν κουμπαρά και τελικά κάναμε την παραγωγή οι ίδιοι. Ελπίζουμε να συνεχιστεί το ταξίδι του Κυρ – Υμπύ και μετά τις προγραμματισμένες παραστάσεις.

Έχει ανταπόκριση στον κόσμο.

Πολύ μεγάλη κι αυτό  μας εμψυχώνει. Οι δυο επόμενες παραστάσεις έχουν κλείσει κι ο κόσμος έρχεται, η παράσταση μαθαίνεται από στόμα σε στόμα. Μας δείχνει έμπρακτα τη συμπαράστασή του, με το χειροκρότημα και τα ενθαρρυντικά σχόλια που δεχόμαστε.

Θα ήθελα να σταθώ λίγο στα εξαιρετικά κι ευφάνταστα κοστούμια και αξεσουάρ.

Η αρχική μου σκέψη ήταν να γίνουν όλα από ανακυκλώσιμα υλικά, έτσι ξεκινήσαμε να φτιάξουμε κοστούμια από χαρτί, κάτι που θα έδινε μια παιδικότητα στην παράσταση και μας αρέσει πολύ. Θεωρώ ότι όλοι κρύβουμε ένα παιδί μέσα μας, απλώς οι περιστάσεις δεν επιτρέπουν να το βγάλουμε προς τα έξω, συνήθως είμαστε στην άμυνα και το κρύβουμε. Ξεκινήσαμε χρησιμοποιώντας το χαρτί που φτιάχνουν τα πατρόν αλλά στη δεύτερη πρόβα όλα διαλύθηκαν. Σκέφτηκα λοιπόν την ουδέτερη σκελέα με το μπλουζάκι για τον πρωταγωνιστή, σε αυτό, ότι και να προσθέταμε θα μπορούσε να αναδειχθεί. Είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε με το Γιώργο Κοντομηνά και τον Γιάννη Σκόδρα, που ήρθαν σε μια πρόβα και πρότειναν να χρησιμοποιήσουμε το dow  από το οποίο φτιάχτηκαν τα άλογα και το υλικό περιτυλίγματος που χρησιμοποιείται στο Ταχυδρομείο. Έδωσαν στην παράσταση ακόμα περισσότερους «πόντους». Το υλικό αυτό λαμπυρίζει στο φως, δίνει μεγαλοπρέπεια και λάμψη ειδικά στο κοστούμι της βασίλισσας, παρόλο που σαν πρώτη ύλη είναι ευτελές. Είναι μια απόδειξη πως μπορείς να βρεις τα μέσα, όταν θέλεις να φτιάξεις κάτι. Αρκεί να έχεις τη δημιουργική φαντασία.

Ας μιλήσουμε λίγο για το πρωταγωνιστικό ζευγάρι.

Την κυρά Υμπύ παίζει η Χρυσάνθη Κουτρούμπα, τη θεωρώ εκπληκτική ηθοποιό. Πέρα από τη φυσιογνωμία είναι και η φωνή της, διαθέτει τεράστια γκάμα. Αυτή τη γκάμα την έχουν όλοι οι ηθοποιοί της ομάδας, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Ο Γιώργος Δρίβας είναι πολύ καλός κυρ Υμπύ, στην ουσία «κρατάει» όλο το έργο καθώς εμφανίζεται στις 37 από τις 45 σκηνές και δίνει επίσης τον έντονο ρυθμό της παράστασης, είναι ανά πάσα στιγμή σε εγρήγορση. Όμως, αυτό που έμεινε σε όλους μας, είναι το συλλογικό παιχνίδι. Το θέατρο είναι συλλογικό άθλημα. Ακόμη και στο μονόλογο υπάρχει συλλογικότητα, ο ηθοποιός έχει μαζί του το σκηνοθέτη, το φωτιστή, τον αμπιγέρ, τη μουσική, είναι πάντα συλλογική δουλειά κι αυτό αγαπώ στο θέατρο, είναι δουλειά της ομάδας, όχι ενός ανθρώπου. Αυτή είναι η ηδονή αλλά και η οδύνη του. Είναι δύσκολο για μια ομάδα να είναι συμπαγής και να δουλεύει ακούραστα για το στόχο της, όπως συνέβη με τους ActUBǓστες. Υπήρξαν  διαφορές, ήταν όμως δημιουργικές. Η δουλειά της ομάδας είναι πάνω από όλα, το θεατρικό παιχνίδι είναι σκηνική συνενοχή και την υποστηρίζω από την αρχή ως το τέλος.

Για αυτό το λόγο ίσως βγαίνει τόσο πολύ η δουλειά της προς τα έξω. Όλοι οι ηθοποιοί γίνονται πρωταγωνιστές στη σκηνή, ο καθένας στο ρόλο του, χωρίς να προσπαθεί κάποιος να υπερισχύσει του άλλου.

Συνήθως στο θέατρο υπάρχει ένα είδος ναρκισσισμού, βεντετισμού. Στην ομάδα δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ κάτι τέτοιο, είμαι πολύ ευτυχισμένη για αυτό. Είμαστε σαν τους σωματοφύλακες, όλοι για έναν και ένας για όλους. Είναι το μότο μας, κάνουμε και τελετουργικό πριν την παράσταση!  Ακόμη κι αν συμβεί κάτι στη σκηνή, είμαι σίγουρη πως κάποιος θα το καλύψει. Άλλωστε τα παιδιά δεν το βλέπουν αυστηρά σα μια παράσταση γεμάτη «πρέπει», έχουν τη χαρά του παιχνιδιού.

yby3

Οι ήχοι της παράστασης βγαίνουν από το στόμα και το σώμα των ηθοποιών.

Ξεκινήσαμε τις πρόβες, το περασμένο καλοκαίρι, στη Φολέγανδρο, όπου δούλευαν δυο από τους ηθοποιούς της ομάδας. Ο Δήμος Φολεγάνδρου μας παραχώρησε το Σχολείο κι αρχίσαμε να δουλεύουμε τα ρυθμολογικά μέρη. Αυτά οδήγησαν στα χορικά μας. Πρότεινα στην ομάδα να μην υπάρχει μουσική, να μην έχουμε τίποτα σε «κονσέρβα», σε σι ντι ας πούμε, αλλά να τα παράγουμε εμείς όλα. Ενθουσιάστηκαν με την ιδέα. Τρεις από αυτούς παίζουν κρουστά,  έχουν τη ρυθμολογία. Ξεκινήσαμε να ντύσουμε τις σκηνές με φυσικό ήχο,  χρειάστηκαν πολλές πρόβες. Είναι κάτι που προκύπτει από το σώμα των ηθοποιών, κάτι οργανικό, που εντάσσεται απόλυτα στην παράσταση. Υπάρχουν επίσης τα ενσταντανέ των μαχών, το έργο έχει πολλές και αυτή η επανάληψη μπορεί να γίνει κουραστική. Είμαι λάτρης του Αστερίξ, του Λούκυ Λουκ και των καρτούν γενικά, έτσι έκανα το συνειρμό για την απόδοσή τους, καρέ – καρέ. Χρησιμοποιήσαμε πάλι ατάκες και ήχους του έργου, ανάλογα στήσαμε και τις εικόνες που βλέπετε. Σε κάθε πράξη υπάρχει  ένα «κόμικ», όπως και χορικό.  Όλα αυτά είναι πυλώνες που δίνουν μια καινούρια αισθητική. Στις σημειώσεις του συγγραφέα υπήρχε αναφορά στην ορχήστρα, σκεφτόταν να χρησιμοποιήσει χάλκινα όργανα, κάτι που δε συνέβη ποτέ. Ήταν άλλη μια ένδειξη της συλλογικότητας, κάθε παράσταση πρέπει να είναι σαν καλοκουρδισμένη ορχήστρα. Όταν έρχεται κάποιος, σε τέτοιες εποχές και πληρώνει για να δει κάτι, πρέπει να δει δουλειά. Μπορεί να του αρέσει, μπορεί και όχι, όμως η δουλειά υπάρχει, πρέπει να φαίνεται. Για αυτό και δε μπορώ να ανεβάσω μια παράσταση σε ένα ή δυο μήνες. Θεωρώ πως ο χρόνος αυτός δεν αρκεί ούτε καν για την ανάγνωση και ανάλυση του έργου, πόσω μάλλον σε ένα τέτοιο κείμενο, που έχει πολλά κλειδιά και πόρτες. Όσο αρχετυπικό κι αν είναι το νόημά του, η γραφή του είναι πολύ δύσκολη. Πηγαίνει από χώρο σε χώρο, δεν έχει χωροχρονική εξέλιξη. Έχει επίσης ξεκάθαρη δομή. Ο θεατής μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, ερμηνείες και εκδοχές.

Μου θύμισε Μάκβεθ.

Όντως θυμίζει πολύ το Μάκβεθ. Η κυρά Υμπύ είναι η αντίστοιχη Λαίδη Μάκβεθ που παροτρύνει το σύζυγο της να πάρει την εξουσία. Ο Jarry διαθέτει τη δομή των ιστορικών δραμάτων του Σέξπιρ, έχει την ίδια λογική.  Ο σφετεριστής σκοτώνει το βασιλιά και αναρριχάται στη «σκάλα» της εξουσίας. Κάποια στιγμή ο νόμιμος διάδοχος έρχεται και διώχνει το σφετεριστή. Ο Jarry κάνει το ίδιο, αλλά παρωδώντας το σφετεριστή. Ο κυρ-Υμπύ είναι τριλογία, βασισμένη στις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες. Ο «Υμπύ Τύραννος» είναι το πρώτο, ακολουθούν ο «Υμπύ κερασφόρος ή αρχαιοπτέρυξ» και ο «Υμπύ Δεσμώτης». Ο Jarry έγραψε το πρώτο έργο στα δεκαπέντε του χρόνια, μαζί με τους συμμαθητές του, πάλι συλλογικότητα. Στην εποχή μας η έννοια του συλλογικού είναι πολύ σοβαρή. Μπορεί να την προσπερνάμε σα λέξη εύκολα αλλά δεν είναι κάτι που συμβαίνει. Οι ActUBǓστες είναι  συλλογική ομάδα με οδηγό το αισθητικό γκροτέσκο και πυξίδα την αλληλεγγύη. Αυτό δεν είναι λέξη για τη λέξη. Αν δεν υπήρχε πραγματική αλληλεγγύη δε θα είχαμε αυτό το αποτέλεσμα. Όλοι οι συνεργάτες πίστεψαν στο έργο, είδαν τις πρόβες, τους άρεσε αυτό που γίνεται κι έδωσαν τη δουλειά τους, χωρίς αντάλλαγμα. Είναι πολύ σημαντικό αυτό και θέλω να το τονίσω, επειδή η αλληλεγγύη περισσότερο τώρα από ποτέ αποκτά μεγαλύτερο νόημα. Χωρίς αλληλεγγύη η ζωή και η Τέχνη είναι ανέφικτες.

Η συλλογικότητα ακούγεται πολύ τελευταία, συχνά δε, παίρνει και αρνητική χροιά. Όμως, δεν είμαστε μόνοι μας.

Ούτε είμαστε, ούτε ζούμε μόνοι μας. Αν θέλαμε κάτι τέτοιο θα παίρναμε τα βουνά, θα ήμασταν εκτός κοινωνίας και συστήματος. Το θέμα είναι να έχουμε την καρδιά και το κουράγιο να συνεχίζουμε αυτά που θέλουμε να κάνουμε, σε οποιονδήποτε τομέα. Απλά στην Τέχνη τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα, γιατί είμαστε εγκαταλελειμμένοι. Δεν υπάρχει τίποτα για την Τέχνη. Ακόμη και το Φεστιβάλ (Αθηνών) υποστηρίζει μόνο τους θεσμούς. Για τις ομάδες των νέων ηθοποιών δεν υπάρχει καμία βοήθεια, παρόλο που πρόκειται για ένα προϊόν ελληνικό, που θα έπρεπε να είναι εξάγεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Πιστεύω πολύ στο δυναμικό των Ελλήνων ηθοποιών, το αποδίδω ίσως στο dna μας, που περιέχει το θέατρο. Μπορεί να έρχονται έξωθεν στοιχεία που μας νοθεύουν κατά κάποιον τρόπο, αλλά οι ρίζες μας είναι βαθιές. Υπάρχουν καλοί ηθοποιοί, καλοί σκηνοθέτες. Αρκεί κανείς να ψάξει να τους βρει και να έχουν οι ίδιοι το κουράγιο να συνεχίζουν. Υπάρχουν τόσοι χώροι του Δημοσίου που παραμένουν ανεκμετάλλευτοι. Γιατί να είναι κλειστοί,  να σαπίζουν και να μη δίνονται σε νέες ομάδες, με εχέγγυα, για να μπορέσουν αυτές οι ομάδες να κριθούν από τη δουλειά τους. Μας λείπει αυτή η υποδομή, ιδιαίτερα τώρα. Παρά ταύτα, σε εποχές κρίσεις η Τέχνη βγάζει διαμάντια. Το «πενία τέχνας κατεργάζεται» ισχύει για το θέατρο.

yby