kamtsis

Της Άννας Παχή

Ο βραβευμένος σκηνοθέτης, θεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός μιλά στο iART για την παράσταση «Νίτσε – Βάγκνερ, Ένα Θέαμα για το Φασισμό» που ανεβαίνει στις 20 Μαρτίου στο Θέατρο «Τόπος Αλλού».

Πείτε μας λίγα λόγια για το έργο.

Πρόκειται για φανταστική συνάντηση μεταξύ Νίτσε – Βάγκνερ και όχι μόνο. Οι δυό τους ήταν φίλοι για χρόνια, μέχρι που ο Βάγκνερ ανέβασε την όπερα «Πάρσιφαλ» στο θέατρο που έχτισε στο Μπαϊρόιτ. Ο Νίτσε θεώρησε την παράσταση υποκριτική και τον τρόπο που ανέβηκε, διεστραμμένο. Από τότε άρχισε να γράφει λίβελους εναντίον του Βάγκνερ και της τέχνης του. Ο συνθέτης συνέχισε τη λαμπρή πορεία του κάνοντας τους απαραίτητους συμβιβασμούς, ιδεολογικούς και άλλους, έτσι όπως γίνεται στην καθημερινή ζωή.

Στο έργο, ο Νίτσε, έγκλειστος στο σανατόριο της Ιένας στέλνει προσκλητήριες επιστολές σε όσους θέλει να δει πριν πεθάνει κι εκείνοι αποδέχονται την ιδιότυπη πρόσκληση.

Σαν αποτίμηση της ζωής του;

Όπως είπε ο Σαββόπουλος για τον Κοεμτζή «σαν ένα φιλμ ιλιγγιώδες, η ζωή του έσπασε τα φρένα». Με τον ίδιο ιλιγγιώδη τρόπο, έρχονται τα πρόσωπα της ζωής του Νίτσε, φαντάσματα πια. Συνομιλούν και – όπως λέει ο ίδιος – «πληρώνει τα διαμαρτυρημένα γραμμάτια».

Τον επισκέπτονται η μητέρα και η αδελφή του με τις οποίες συγκρούεται. Ειδικά με την αδελφή του, Ελίζαμπεθ, που παραποίησε το έργο του και το παρέδωσε στους ναζί όπου ανήκε η ίδια και ο σύζυγός της. Έφτασε σε σημείο να χαρίσει το μπαστούνι του Νίτσε στο Μουσολίνι, κολακεύοντάς τον πως ήταν ο καλύτερος «μαθητής» του αδερφού της.

Εμφανίζεται η Λου Αντρέα Σαλομέ, από τα πιο φωτεινά πνεύματα της εποχής, εξαιρετική ποιήτρια, που έμεινε στην ιστορία ως η φαμ φατάλ που ήθελαν ο Φρόυντ, ο Νίτσε, ο Ρίλκε και άλλοι. Η Λου μιλά περί ελευθερίας και κατηγορεί το Νίτσε: του χάρισε τον ανθό του εαυτού της κι εκείνος τον αρνήθηκε. Ο Νίτσε διαφωνεί λέγοντας πως «χρειαζόμουν και τον κήπο». Η Λου όμως δεν ήθελε να δώσει «τα ζιζάνια του κήπου» και δηλώνει «είμαι προσβεβλημένη από ελευθερία. Δε θα μπορούσα να είμαι το ήμισυ κανενός».

Ακολουθεί ο Φρόυντ που προσπαθεί να εξηγήσει στο Νίτσε τι ακριβώς του συμβαίνει, χρησιμοποιώντας ψυχαναλυτικούς όρους. Είναι δύσκολο γιατί τότε η κλασική ιατρική δεν παραδεχόταν την ψυχανάλυση.

Στο τέλος έρχεται ο Βάγκνερ. Αφού μαλώσουν, εκθέσουν τα επιχειρήματά τους και υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, κάνουν ένα ταξίδι.

Ο Βάγκνερ είναι ο τελικός καταλύτης;

Ο Βάγκνερ υπήρξε επίσης αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους Ναζί. Δεν καταλύει κάτι, είναι συμπρωταγωνιστής. Μαζί με το Νίτσε γίνονται το όχημα με το οποίο η παράσταση θέλει να μιλήσει για το φασισμό.

Με ποιόν τρόπο γίνεται αυτό;

Πηγαίνουμε πίσω, στο 1933 όταν αρχίζει να αναπτύσσεται ο Ναζισμός. Υπήρχε μια βασική επιδίωξη: να νιώσει υπερηφάνεια το γερμανικό έθνος. Αυτό στηρίχθηκε στο γεγονός πως ο Γερμανός, που κατάγεται από τους Τεύτονες, είναι «κάτι άλλο». Σε αυτήν την επιδίωξη ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε «βόλεψε» πάρα πολύ. Η Ελίζαμπεθ Νίτσε δημιούργησε με αποσπάσματα της φιλοσοφίας του αδερφού της το βιβλίο «Θέληση και Δύναμη» το οποίο εναπόθεσε στα πόδια του Χίτλερ. Με συνεχείς παραποιήσεις, το βιβλίο και η φιλοσοφία του Νίτσε έγιναν ιδεολογία. Ο Υπεράνθρωπος, όπως τον διδάσκει ο Ζαρατούστρα, είναι ό,τι πιο αγαθό και λαμπερό μπορεί να επιδείξει το ανθρώπινο πνεύμα. Οι Ναζί τον έκαναν κάποιον που στις φλέβες του τρέχει «καθαρό» αίμα και για αυτό βρίσκεται απέναντι σε όποιον δεν έχει το ίδιο «καθαρό» αίμα. Αυτοί κατά τον Χίτλερ, ήταν οι Εβραίοι, οι Ρομά, οι ομοφυλόφιλοι, τα άτομα με αναπηρία. Με αυτήν την άποψη γαλουχήθηκαν ολόκληρες γενιές, φτάσαμε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις γνωστές γενοκτονίες.

Τι συνέβη με το Βάγκνερ;

Κάθε ιδεολογία χρειάζεται την τέχνη της για να ενθουσιαστούν οι μάζες και να πραγματοποιηθούν οι παρελάσεις που βλέπουμε στα ντοκιμαντέρ, οι «ρωμαϊκού τύπου» θρίαμβοι. Τα αγάλματα απέκτησαν καταπληκτική ρώμη και γιγάντιες διαστάσεις. Τα μαλλιά έγιναν ξανθά, τα μάτια γαλάζια. Ως υπόκρουση χρησιμοποιήθηκε η ρομαντική, πομπώδης μουσική από τις όπερες του Βάγκνερ. Ο συνθέτης γεννήθηκε την εποχή που αναπτύσσονταν το Β’ Ράιχ υπό τον Μπίσμαρκ. Ήταν επαναστάτης, πολέμησε στα οδοφράγματα της Δρέσδης, γνώρισε τον Μπακούνιν και άλλους. Αυτή ήταν η αφετηρία του για να μεταπλάσει πληβείους όπως ο Ζίγκφριντ και ο Πάρσιφαλ σε μεγάλους, καθαρούς ήρωες. Δεν είχε ιδέα πως το έργο του θα κατέληγε στον ολοκληρωτισμό των Ναζί.

Και οι δυο ταξιδεύουν στο σήμερα θέλοντας να δουν τι ακριβώς συνοδεύει το έργο τους σε έναν καινούριο κόσμο. Γνωρίζοντας πως η δουλειά τους παραποιήθηκε και χρησιμοποιήθηκε, «μαντεύουν» ότι συμβαίνει τώρα. Αυτά θα τα βλέπει και ο θεατής για να καταλαβαίνει τι ακριβώς εννοούν και που θέλουν να καταλήξουν.

Τι θα πρέπει να γνωρίζει ο θεατής που θα έρθει να δει το έργο;

Η παράσταση στοχεύει στον προβληματισμό. Ο θεατής δεν είναι απαραίτητο να γνωρίζει τη βιογραφία των ηρώων ή το πλήρες έργο τους. Χρειάζεται να έχει ευαισθησία, πολιτική και ανθρώπινη που θα την επικοινωνήσει, θα την καταθέσει. Για αυτό το λόγο, βάλαμε θέσεις πάνω στη σκηνή. Οι ηθοποιοί μπερδεύονται με τους θεατές. Χρησιμοποιούμε την τεχνολογία, προβάλλουμε βίντεο προκειμένου να ζωντανέψουμε τα γεγονότα, να ρίξουμε φως σε ορισμένα πράγματα.

Το έργο είναι δικό σας. Τι σας ώθησε στη συγγραφή του;

Η οργή. Βλέποντας πως ο φασισμός ανεβαίνει σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο έκανα διαδρομές και έρευνες. Με απασχολούσε το γιατί και το πώς συνέβη αυτό σε μια χώρα που έχει υποφέρει από το φασισμό, τον πολέμησε κι έχει κλάψει νεκρούς, όχι τόσο πολλά χρόνια πριν. Πως είναι δυνατόν το Δίστομο να βγάζει στις εκλογές τη Χρυσή Αυγή; Τι είναι αυτό που μπορεί να «παγώσει» τη μνήμη ενός λαού;

Καταλήξατε σε κάποιο συμπέρασμα;

Θεωρώ πως αυτό που έχει θιγεί από το σύνολο του πολιτικού συστήματος είναι η υπερηφάνεια. Όταν κάποιος περνά έναν παππού στο απέναντι πεζοδρόμιο, μοιράζει πατάτες και διαλαλεί πως αυτός ο τόπος είναι των Ελλήνων νομίζεις πως αυτός ο κάποιος σε νοιάζεται, σου δίνει πίσω τη χαμένη σου αξιοπρέπεια, άρα αξίζει να σε εκπροσωπεί.

Έστω κι αν ακυρώνεται η συλλογική μνήμη;

Ακριβώς. Αυτό το μόρφωμα δεν είναι απλά το νταηλίκι μιας δολοφονίας όπως του Παύλου Φύσσα, δεν είναι μόνο το να αναποδογυρίσεις πάγκους στη λαϊκή επειδή τους δουλεύουν «ξένοι», ούτε να μοιράσεις τρόφιμα σε Έλληνες. Υπάρχει μια ιδεολογία από πίσω, κάπου στηρίζεται, κάτι επιδιώκει.

Υπάρχει και η προσωπική επιλογή. Κατά πόσον είναι ο καθένας μας υπεύθυνος;

Πολύ, ακριβώς αυτό λέει το έργο. Πρέπει να προσέξεις τι απόφαση και θέση παίρνεις για να κάνεις κάτι. Αν έχω να διαλέξω ανάμεσα σε δυο αλήτες, η επιλογή του ενός δεν είναι καλή, πρέπει να βρω κάποιον άλλον, σωστό. Αν το ισχύον πολιτικό σύστημα σε προσβάλλει, σε ταπεινώνει, αυτό δε σημαίνει πως πρέπει να το αντικαταστήσεις με κάτι ανάλογο.

Που ίσως να είναι λιγότερο χειρότερο;

Θα είναι ακόμα χειρότερο, αυτό είναι σίγουρο. Προσωπικά δε με κολακεύει ένας πολιτισμός που θα φορτώσει τους δυστυχισμένους της Ειδομένης σε κάποιο πούλμαν και θα τους αδειάσει στη θάλασσα διώχνοντάς τους με την απειλή όπλων. Δεν αντέχω αυτή την ενοχή, το γεγονός πως ψήφισα αυτούς τους ανθρώπους.

Η παράσταση είναι ένας τρόπος αντίδρασης;

Σα λαός διαθέτουμε «κοντή» μνήμη. Πρέπει λοιπόν να υπενθυμίζουμε τα γεγονότα συνέχεια. Ως καλλιτέχνες είμαστε σχετικά ατάλαντοι στη διοργάνωση μιας καλής διαδήλωσης. Το ταλέντο μας το δείχνουμε στο πεδίο που επιλέξαμε, το Θέατρο, την Τέχνη, την Ιδεολογία, τη Φιλοσοφία, το Πνεύμα.

Πόσο δύσκολο είναι αυτό;

Εξαιρετικά δύσκολο, διότι το Κράτος απομακρύνει τον κόσμο από το Πνεύμα. Όταν οι πολιτικοί είναι ακαλλιέργητοι, δεν έχουν ευχαριστηθεί ποτέ ένα έργο τέχνης, δε μπορούν βεβαίως να το καταλάβουν κι έτσι το θεωρούν επικίνδυνο, το εμποδίζουν να αναπτυχθεί. Για παράδειγμα, κάποιο «ξυράφι» απέκλεισε από το ΕΣΠΑ τις μη κερδοσκοπικές εταιρείες που αυτή τη στιγμή είναι το 80% των θεάτρων. Επίσης, πρόγραμμα μπορούν να κάνουν μόνον όσοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες έχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τη στιγμή που οι σχολές μας είναι Ανωτέρας, δεν υπάρχει πανεπιστημιακή σχολή τέτοιου τύπου στην Ελλάδα. Παραλογισμός.

Υπάρχει βέβαια και η κρίση. Όταν κόβεις έξοδα από την επιβίωσή σου, όπως το σούπερ μάρκετ, πως θα πας να δεις θέατρο; Όταν ο άνθρωπος δεν εισπράττει ποσότητες ανθρωπισμού, τέχνης, ευαισθησίας και έμπνευσης, πολιτισμό δηλαδή, εκφασίζεται. Αναπτύσσεται ο χουλιγκανισμός, η ενδοοικογενειακή και ενδοσχολική βία διότι δεν υπάρχουν τα αντισώματα.

Τα οποία προσφέρει η Τέχνη και η Εκπαίδευση.

Ακριβώς. Έχω πειστεί πως δε γίνεται τίποτα με φωνές, για αυτό βρίσκομαι στο «Τόπος Αλλού», κάνω αυτό που νομίζω πως έχω ταλέντο να κάνω. Αν η παράσταση είναι καλή, αυτό λέει κάτι. Αν δεν είναι, πάλι κάτι λέει. Η δουλειά μας είναι πολύ ρευστή κι έχει αντίκτυπο στους θεατές, οι οποίοι έχουν τα δικά τους κριτήρια, που τα αντλούν από τον κόσμο γύρω τους. Σαν καλλιτέχνης δεν προσφέρω «σκάνδαλο», λέω «έλα να κουβεντιάσουμε».

NITSE3

INFO

«Νίτσε – Βάγκνερ Ένα θέαμα για το φασισμό»

Θέατρο: «Τόπος Αλλού» Κεφαλληνίας 17 και Κυκλάδων, Κυψέλη

Κείμενο – Σκηνοθεσία Νίκος Καμτσής

Σκηνικά – Κοστούμια Μίκα Πανάγου

Μουσική Χρήστος Ξενάκης

Βίντεο     Γιώργος Αλεξίου

Νίτσε: Νίκος Καραστέργιος

Βάγκνερ: Ανδρέας Παπαγιαννάκης

Συμμετέχουν:

Αλεξάνδρα Χαραλαμπίδου

Μαρκέλα Στάμου

Έμμυ Μαυρίκα

Ηλίας Μενάγερ

Βίκυ Αθανασίου

Πρεμιέρα 20 Μαρτίου και για 12 παραστάσεις.

Ώρες & μέρες παραστάσεων:

Κυριακή στις 19.30

Δευτέρα-Τρίτη στις 21.00

Τηλέφωνο: 210 8656004 – 210 8624392