Ο Βαγγέλης Τσιλιβίγκος, μέλος των The Holy Cucumbers συστήνει την μπάντα στο iart.gr

 Βαγγέλη, πότε άρχισες να ασχολείσαι με τη μουσική;  

Όταν ήμουν στο γυμνάσιο. Εκείνες τις εποχές η πρόσβαση στη μουσική ήταν δύσκολη, όχι όπως τώρα που μπορείς να ενημερωθείς εύκολα για όλων των ειδών τα ακούσματα. Είχα την τύχη να βρεθώ με ανθρώπους που με βοήθησαν και βρήκα αυτό που μου άρεσε πολύ γρήγορα. Είχα επίσης πολύ καλούς δασκάλους και όλα ξεκίνησαν σε μια εποχή που θα έλεγα ότι η νύχτα και η μουσική γενικά, όπως και τα live, είχαν μεγάλη άνθηση. Χωρίς καλά – καλά να το καταλάβω, από πολύ νέος άρχισα να παίζω στην αθηναϊκή νύχτα, πολύ ωραίες εποχές.  

Τι σε τράβηξε στην τρομπέτα;  

Μερικοί λένε πως έχει να κάνει με τον χαρακτήρα και μάλλον σε διαλέγει το όργανο. Στην δική μου περίπτωση, ήταν τυχαίο. Όταν βρέθηκα στο Ωδείο και μου έλεγαν τις επιλογές που έχω, αφενός η τρομπέτα μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα, αφετέρου δεν ήθελα να μοιάζω με τους άλλους που συνήθως έπαιζαν κιθάρα, ακορντεόν ή βιολί. Ξεκίνησα φυσικά με κλασικές σπουδές στην τρομπέτα αλλά μέσα σε λίγα χρόνια, λόγω της παρέας και άλλων επιρροών, άρχισα να ακούω soul μουσική. Σιγά – σιγά η κλασική ‘έφυγε’ και ήρθε το μαύρο ηχόχρωμα. Άρχισα να ακούω τζαζ αν και δυσκολεύτηκα αρχικά να την καταλάβω, τι σημαίνει soul, blues.. Κάποιοι στενοί φίλοι με ‘πήρανε’ στην μπάντα του σχολείου, ήταν οι Lazies Gang στην Ηλιούπολη. Παίζαμε covers αλλά και δικά μας κομμάτια, κι αυτό ήταν πολύ ωραίο, η σύνθεση εννοώ. Το ρεπερτόριο μας ήταν το αναμενόμενο: Blues Brothers, BB King, Santana και άλλα. Σιγά – σιγά, το ένα έφερε το άλλο. Όσο παίζεις σε γνωρίζει ο κόσμος, σε γνωρίζουν και οι άλλοι μουσικοί και εμφανίζονται νέα πεδία για να εκφραστείς. Είχα την τύχη – μετά το σχολείο πια – να βρεθούμε με μια παρέα και να συμμετάσχουμε σε μια προσπάθεια που έκανε τότε ο Ανδρέας Μουζακίτης, αρχικός ντράμερ των ‘Σπυριδούλα’. Έφτιαχνε δική του μουσική, πολύ ποιητικά κομμάτια. Πολλή νύχτα, πολλά live, μάλιστα λάβαμε μέρος και σε έναν δίσκο που έκανε τότε, μια εξαιρετικά ωραία δουλειά, ακόμη τη θυμάμαι. Κατόπιν, μέσω του Ανδρέα γνωριστήκαμε με τους ‘Απροσάρμοστους’ – ήταν λίγο μετά τον θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου – όπου το γκρουπ ξεκινούσε κάτι καινούριο. Εκεί συμμετείχα ως τρομπετίστας, session μουσικός. Lead singers ήταν οι Δημήτρης Πουλικάκος και Γιώργος Δημητριάδης. Ήταν τα πιο ωραία μετεφηβικά χρόνια, δεν νομίζω πως θα μπορούσα να είχα ζήσει κάτι καλύτερο.  

Ήταν διαφορετική η διασκέδαση τότε;  

Σίγουρα. Ο τρόπος διασκέδασης άλλαξε στα μέσα του ’90. Μέχρι τότε δεν υπήρχαν τα λεγόμενα ‘Ελληνάδικα’ ή σκυλάδικα. Ο κόσμος άκουγε πάρα πολλή ξένη μουσική, και άρεσαν πολύ τα live. Με όλες τις μπάντες που δημιουργήσαμε – το θέμα είναι πως προσεγγίζεις τον κόσμο και πως επικοινωνείς μαζί του – περνούσαμε φανταστικά, το ίδιο και το κοινό. Θυμάμαι να παίζουμε Δευτέρες σε μαγαζί με διακόσια άτομα, για να φέρω ένα παράδειγμα, παρά το γεγονός ότι δεν ήμασταν διάσημοι. Ναι, η νύχτα τότε ήταν πάρα πολύ διαφορετική σε σχέση με σήμερα και ο κόσμος έβγαινε για να διασκεδάσει. Βέβαια, θα έλεγα ότι ήταν και πιο προσιτή η διασκέδαση για τον κόσμο.  

 Πωςεισήλθεςστους The Holy Cucumbers; 

Πάνω σε μια συζήτηση με καλούς φίλους, έπεσε η ιδέα να κάνουμε μια μπάντα ή, για να ακριβολογήσω, να κάνουμε μια παρέα για να τζαμάρουμε. Είχαμε τον χώρο, είχαμε τα μηχανήματα κι έτσι ξεκινήσαμε. Θέλαμε να περάσουμε καλά και να βρούμε έναν τρόπο να εκφραστούμε γιατί όλοι μας νιώθουμε την πίεση καθημερινά και πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να την εκτονώνουμε με κάτι που μας αρέσει. Το όλο πράγμα εξελίχθηκε τόσο γρήγορα που δεν το καταλάβαμε ούτε οι ίδιοι. Από το τζαμάρισμα άρχισαν να γεννιούνται ιδέες, που στη συνέχεια έγιναν κομμάτια, τα οποία έπρεπε να ολοκληρωθούν. Όλα αυτά δημιούργησαν την ανάγκη να βρούμε κι άλλους συντελεστές. Πρώτα ήρθαν τα τύμπανα και η τρομπέτα. Συνεχίσαμε και τα άλλα είναι ιστορία… Είμαστε μαζί οχτώ χρόνια και αφού καταφέραμε και βγάλαμε τον πρώτο δίσκο σχετικά σύντομα, το 2018, συνεχίσαμε να δουλεύουμε πάνω σε ιδέες που είχαν ήδη καταγραφεί. Θέλαμε επίσης να πάμε ένα βήμα παραπέρα, οπότε ξεκινήσαμε τον δεύτερο. Τότε εμφανίστηκε ο κορονοϊός. Όλα μπήκαν στον πάγο. Συμπληρώναμε εκείνες τις ειδικές άδειες για να μπορούμε να μετακινούμαστε και να δουλεύουμε. Κάναμε πρόβες και γράφαμε μέσα στον covid, με διαλείμματα βέβαια, μέχρι που τον ολοκληρώσαμε. Μετά έπρεπε να βρεθεί ο τρόπος αυτή η δουλειά να φτάσει στον κόσμο. Είναι διαφορετικό πράγμα να γραφτούν τα κομμάτια, κι άλλο να γίνει η παραγωγή για να βγει στο κοινό.  

 Πόσο δύσκολο ήταν αυτό;  

Αρκετά. Όσοι γνωρίζουν τις διαδικασίες ξέρουν ότι μουσική σαν τη δική μας δεν θεωρείται τόσο εμπορική, έτσι ώστε να ασχοληθεί μια εταιρεία. Είμαστε μια ομάδα μεσόκοπων τύπων που έχουν ωραίες ιδέες – ή νομίζουν πως έχουν ωραίες ιδέες – και πρέπει να πείσουμε ότι αυτές οι ιδέες θα αρέσουν και στον κόσμο. Δεν απευθυνόμαστε στα πολύ νέα παιδιά που ούτως ή άλλως δεν ακούν αυτήν την μουσική. (Δεν λέω ευτυχώς ή δυστυχώς καθώς κι εμείς, όταν ήμασταν παιδιά και ακούγαμε heavy metal ας πούμε, μας κοιτούσαν λίγο περίεργα οι γονείς μας). Δεν ξέρω αν έχει πέσει το επίπεδο της παραγόμενης μουσικής στη χώρα, αλλά εμείς απευθυνόμαστε σε ένα κοινό από σαράντα ετών και πάνω, χωρίς αυτό να σημαίνει πως κάποια από τα κομμάτια μας δεν θα αρέσουν και σε λίγο νεότερους. Το ύφος με το οποίο γράφουμε ήταν αρκετά δύσκολο να βρει το δρόμο του προς το δισκοπωλείο. Το εμπόδιο αυτό ξεπεράστηκε με πολύ κόπο και πολλή προσπάθεια από όλους μας. Τελικά καταφέραμε να βρούμε τους κατάλληλους ανθρώπους, που μας βοήθησαν να φτάσουμε στα δισκάδικα.  

Ας μιλήσουμε για τον νέο σας δίσκο.  

Κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα κι έχει τίτλο ‘OMG’. Είναι η δεύτερη δισκογραφική προσπάθεια για την μπάντα μας, σε ένα δύσκολο για την Ελλάδα είδος. Έχουμε όμως πίστη σε αυτό που κάνουμε, μας αρέσει πάρα πολύ, έχουμε πολύ ωραίες ιδέες και προσπαθούμε να τις περάσουμε και στον κόσμο, για να μας αγαπήσει περισσότερο.  Το ομώνυμο τραγούδι Oh My God είναι πολύ ωραίο και σατυρικό. Ψάχναμε να βρούμε έναν τίτλο που λόγω της πρόσβασης στα social media και τις ψηφιακές πλατφόρμες, θα εξίταρε το κοινό να τον ακούσει. Στο εξωτερικό που έκαναν download την πρώτη μας δουλειά, τους κίνησε το ενδιαφέρον ο τίτλος, κάτι που λάβαμε σοβαρά υπόψη μας και τώρα. Υπάρχουν λέξεις-κλειδιά όπως το Oh My God που είναι ιδιαίτερα της ‘μόδας’ τελευταία. Θεωρήσαμε πως είναι πιο εύκολο όταν δει κάποιος στο εξώφυλλο κάτι τέτοιο, να θελήσει να το ακούσει.  

 Ποιοί απαρτίζουν τους The Holy Cucumbers 

Η αρχική τετράδα αποτελείται από τους Θανάση Αρχανιώτη στα τύμπανα, πολύ καλός και παλιός φίλος με πολλές συνεργασίες, Νίκο Τερζάκη, lead guitarist, που έχει συνθέσει τα περισσότερα κομμάτια, ενώ φέρνει και μια καινούρια ιδέα σε κάθε πρόβα, ο Captain G, είναι η επόμενη κιθάρα μας, ο ιθύνων νους και επίσης συνθέτει. Χάρη σε αυτόν, την οργάνωση και τον τρόπο που σκέφτεται, μπορέσαμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια βάση και να προχωρήσουμε. Είναι εκείνος που βοήθησε την μπάντα να πάρει αποφάσεις. Το βασικό σχήμα συμπληρώνει η Ζωή Ζιώγα στο μπάσο. Την γνωρίσαμε τυχαία σε ένα τζαμ κάποια Χριστούγεννα. Μας άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος που έπαιζε και της προτείναμε συνεργασία. Ήρθε σε μια πρόβα και δεν έφυγε ποτέ. Τη θεωρούμε σπλάχνο μας. Στο σαξόφωνο είναι ο Μπάμπης Τσιλιβίγκος, ή Saxy B, που τυγχάνει να είναι αδερφός μου! Είχαμε να συναντηθούμε ‘μουσικά’ περίπου 20 χρόνια αλλά τώρα το καταφέραμε. Είναι πολυπράγμων, εξαιρετικός σολίστας και μουσικός εγκέφαλος. Κι εγώ στην τρομπέτα και τα γενικά καθήκοντα. Είμαι ο οργανωτής και ο ‘λογιστής’ της μπάντας. Είμαι εκείνος που θυμάται τα μουσικά μέρη, πότε ‘μπαίνουμε’ και πότε ‘βγαίνουμε’, τι έχουμε παίξει, πως, και τι πρέπει να διορθώσουμε. Τους στίχους των κομματιών μας έχουν γράψει η Γίτσα Φιλιπποπολίτου. ο Dr. Pips και ο Βαγγέλης Παπάζογλου, που συμμετείχε και στον πρώτο μας δίσκο, τον ‘One Life’.  

 Αναφέρεσαι συνέχεια σε ομαδική δουλειά. Είναι πολύ ωραίο όταν καλλιτέχνες συνυπάρχουν και φτιάχνουν πράγματα μαζί.  

 Μετά από τόσα χρόνια πια, οι ιδέες γίνονται κομμάτια πολύ γρήγορα. Δηλαδή μπορεί να ξεκινήσουμε ένα απλό τζαμάρισμα, το οποίο σχεδόν αμέσως γίνεται τραγούδι. Τα ηχογραφούμε όλα και παίρνουμε ιδέες τις οποίες ‘χτίζουμε’. Είναι ομαδική δουλειά και πως θα μπορούσε να είναι διαφορετικά όταν υπάρχει τόσο μεγάλο εύρος οργάνων. Να πω εδώ ότι έχουμε κομμάτια και για τρίτο δίσκο!  

Ο δίσκος είναι πολυδιάστατος. Δεν ακολουθεί ένα μόνο ύφος ή ένα μόνο είδος αλλά ο ήχος εναλλάσσεται.  

Έπρεπε να πάρουμε μια απόφαση. Ή θα το κάναμε έτσι, να συμπεριλάβουμε δηλαδή όλα όσα γράφουμε στις συναντήσεις μας, καθώς δεν γράφουμε μόνο ένα είδος, ή να ‘αυτοχαρακτηριστούμε’ κάπως. Νίκησε η πολυσυλλεκτικότητα κι έτσι ο δίσκος είναι αυτό που είμαστε, δηλαδή, τα πάντα. Με την ίδια ευκολία συνθέτουμε ένα μπλουζ κομμάτι, ή ένα λυρικό. Για αυτό και δημιουργήσαμε ετερόκλητες συνεργασίες. Είναι έτσι φτιαγμένα που ψάχναμε ως The Holy Cucumbers να βρούμε την κατάλληλη φωνή για το καθένα, τη φωνή που θα κατάφερνε να κάνει πραγματικότητα το όραμα μας για αυτά. Οι εκτελέσεις του δίσκου δεν είναι οι αρχικές, έχουν γίνει διάφορες αλλαγές, ανάλογα με το ποιος ταιριάζει που και καλύτερα. Πιστεύω πως κάναμε καλή δουλειά. Ο δίσκος γράφτηκε στο Soundflakes Studio του Νίκου Παπαδόπουλου, ο οποίος παίρνει κάποιες ιδέες και μας βοηθά να τα φτιάχνουμε όπως πρέπει. Είναι και ο ίδιος μουσικός κι έχει άποψη για το πως πρέπει να είναι ο ήχος, κι έτσι το θέλαμε και εμείς να είναι. Είναι εξαιρετικός μηχανικός και ‘έχτισε’ τα κομμάτια αλλά και τις ιδέες μέσα στα κομμάτια. Χωρίς τη συνδρομή του, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο. Γενικά θεωρώ πως αυτή η δουλειά είναι από τις καλύτερες που θα μπορούσαν να γίνουν, κι αυτό οφείλεται στους ανθρώπους που συνέβαλλαν στη δημιουργία του, έμμεσα και άμεσα. Καταφέραμε να ενώσουμε τις διαφορετικότητες μας, άλλος είναι blues, άλλος rock, άλλος soul αλλά συμφωνήσαμε τελικά, κάτι που δεν έγινε ούτε γρήγορα, ούτε εύκολα.  

Μιλώντας για συνεργασίες, ποιοι καλλιτέχνες συμμετείχαν στον δίσκο;  

Είναι πολλοί και αγαπημένοι. Στο ‘Slow your roll‘, και το ‘Monkey‘, τραγουδά ο πολύ καλός μας φίλος, Δημήτρης Ιωάννου, ιδρυτικό μέλος των Blues Cargo μια μπάντα που μετρά 35 χρόνια στην μουσική σκηνή. Νομίζω ότι έχουμε τον ‘πατριάρχη’.. Είχαμε συνεργαστεί στα πρώτα τους βήματα, κάπου στα 1992, και παρόλο που πέρασαν πολλά χρόνια, διατηρούμε άριστες σχέσεις και τον ευχαριστούμε που συμμετείχε με αυτό και άλλο ένα τραγούδι. Στο ‘Mistress‘, η πολύ καλή Νάγια Δούκα, σε κάτι διαφορετικό από ότι έχουμε φτιάξει μέχρι τώρα. Το ‘Catch me if you can‘ το ακούτε από την απίστευτη φωνή της Vicky Bee. Προσωπικά έχω τη χαρά να έχω συνεργαστεί αρκετές φορές με την μπάντα της, κι έδωσε μια διαφορετική χροιά καθώς είναι μοναδική φωνή, πολύ ξεχωριστή. Επίσης, στο κομμάτι ‘What is music to you‘ τραγουδά με τον Μάρκο Παπασηφάκη. Ο Μάρκος έβαλε αυτήν την φοβερή χροιά φωνής που έχει και συναντάται σπάνια, όπως και το στυλ του. Βοήθησε επίσης στους στίχους. Θεωρώ πως είναι ένα κομμάτι που χρειαζόμασταν. Τέτοιες φωνές, δεν συναντάς συχνά. Το ντουέτο του με τη Βίκυ είναι υπέροχο. Ο Μάρκος κάνει άλλο ένα ντουέτο στο ‘All we have is now‘ και ήταν μεγάλη τύχη για μας που στο τραγούδι αυτό συμμετέχει η Νίνα Λοτσάρη. Με την πολύ ιδιαίτερη φωνή της το είπε μοναδικά, με τρόπο που δεν είχαμε φανταστεί. Μελωδικό, ερωτικό τραγούδι που γράφτηκε παλιότερα για κάποια κοπέλα και τώρα αναφέρεται σε πολλές κοπέλες καθώς ταιριάζει σε πολλές περιπτώσεις. Πρόκειται για ένα αισθαντικό μπλουζ με τον λυρισμό της Νίνας. Η Γίτσα Φιλιπποπολίτου έγραψε και τραγούδησε το μπλουζ ‘Ghetto‘ αλλά και το ‘Desire’. Θεωρώ πως είναι από τις πιο ωραίες μπλουζ φωνές, με την ιδιαίτερη χροιά που διαθέτει. Το ‘On the road‘ έγραψε ο Σπύρος Γουρδούπης, aka Dr. Pips και το τραγουδούν ο ίδιος και η Νάγια Δούκα, όπως και το ομώνυμο τραγούδι του δίσκου, ‘OMG’ ένα ενδιαφέρον κομμάτι και πιο κοντά στη ‘νεολαία’ θα έλεγα. Ίσως σε κάποιους φανεί παράξενο, αλλά πρόκειται για ένα Holy Cucumbers κομμάτι, το οποίο είχαμε το θάρρος και το θράσος να βάλουμε στο δίσκο μας. Πάλι γραμμένο σε διαφορετικό στυλ, για κάποιους από εμάς, το πιο αγαπημένο του δίσκου. Έχει και μια ωραία τρομπέτα στην αρχή….. Τέλος, είχαμε την τιμή να διασκευάσουμε Rolling Stones! ‘You can’t always get what you want‘. Tο στείλαμε στην εταιρεία δικαιωμάτων και μας το επέτρεψαν! Σημαίνει πως κάτι καλό κάναμε, άλλωστε η Vicky Bee που το τραγουδά, έχει μεγάλη εμπειρία στην δισκογραφία τους. Συμμετείχαν επίσης οι Βαγγέλης Παπάζογλου, Γιάννης Σκυλλάς στα πλήκτρα, Νίκος Σκιαδόπουλος στη φυσαρμόνικα και Michele.  

 Πρόσφατα επίσης, παρουσιάσατε τον δίσκο στο Holy Wood Stage. Μίλησε μας λίγο για εκείνη τη βραδιά.  

Είναι πολύ ωραίο να βλέπεις τις δημιουργίες σου να κάνουν τον κόσμο να χορεύει, να περνά καλά και να φεύγει με χαμόγελο. Αυτό που δημιούργησες με κόπο και χρόνο, αυτό που δεν είχες μοιραστεί με άλλους μέχρι χτες, ξεκίνησε το ταξίδι του. Με όμορφο τρόπο, σε μια βραδιά γεμάτη ενέργεια και πάθος. Το σίγουρο είναι ότι θα ακολουθήσουν και άλλες τέτοιες βραδιές, για όσους δεν μπόρεσαν να είναι μαζί μας ή είχαν δεύτερες σκέψεις. Τελειώνοντας η βραδιά, ένα πράγμα θα έλεγα σε όσους έχουν οποιοδήποτε ανάλογο πάθος: Φτάσε μέχρι το τέλος, μη σταματάς. Κι αν τα πράγματα δεν έρθουν όπως τα θες, μην τα παρατήσεις. Το ταμείο είναι στο τέλος και θα αποζημιωθείς!  

Τι πορεία θα θέλατε να έχουν οι The Holy Cucumbers 

Προς το διάστημα! Επειδή ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, θέλουμε η δουλειά μας να φτάσει όσο το δυνατόν μακρύτερα. Ελπίζουμε πάντα στην εγχώρια αγορά, έτσι όπως είναι η κατάσταση όμως δεν βοηθά – όχι μόνον εμάς – τα γκρουπ που παίζουν κάτι διαφορετικό. Στόχος μας είναι να φτάσει όσο πιο μακριά στον πλανήτη. Βοηθά το Internet,  τα social media, οι πλατφόρμες που μπορείς να μοιραστείς τη μουσική σου και καμιά φορά είναι και θέμα τύχης. Να ακούσει κάποιος κάτι δικό σου, να του αρέσει και να σε ‘φωνάξει’. Θα θέλαμε να παίξουμε σε κάποια φεστιβάλ της Ευρώπης κι ελπίζω να το καταφέρουμε. Θεωρώ πως αν ξεκινάς κάτι χωρίς να έχεις ελπίδες και στόχους, μην το κάνεις καθόλου. Μην ξεχνάτε επίσης πως τα τραγούδια – όλα τα τραγούδια – είναι για να παίζονται live. Θέλουμε να βγαίνει ο κόσμος, να ακούει μουσική και να περνά όμορφα.