Της Άννας Παχή

Η Αλεξάνδρα Ζούμη, μιλά στο iart.gr για τις μεγάλες της αγάπες, το τραγούδι και το ραδιόφωνο, τα μέχρι τώρα βήματά της και τα σχέδια για το μέλλον.

Πότε ξεκίνησες να τραγουδάς και πως.

Ξεκίνησα τις σπουδές μου στο Εθνικό Ωδείο στο τμήμα Ελαφρού και Σύγχρονου Τραγουδιού το 1988. Τελειώνοντας ξεκίνησα να εργάζομαι, ήθελα να είμαι ανεξάρτητη, παράλληλα με τις σπουδές μου στη Δραματική Σχολή. Την πρώτη φορά δούλεψα στη γειτονιά μου, σε ένα από τα πολύ γνωστά μαγαζιά του Πειραιά. Ο εργοδότης ήθελε καλούς και μορφωμένους τραγουδιστές, δεν επιζητούσε τυχαία πράγματα. Είχαμε επίσης μεγάλη συμμετοχή στο πρόγραμμα, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό.

Πως αποφάσισες να ασχοληθείς με το τραγούδι;

Ήταν αυτό που πάντα ήθελα να κάνω. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, τραγουδούσα με μια βούρτσα μπροστά στον καθρέφτη. Ακούω καμιά φορά μερικά τραγούδια που άκουγα και τότε, ειδικά το δίσκο της Μαρινέλλας «Σήμερα». Τον είχα σε κασέτα, τον ήξερα όλον απέξω, είχα φτιάξει μάλιστα και δικές μου, χορευτικές φιγούρες. Κάποια στιγμή διαπίστωσα ότι το μεράκι μου είναι αυτό. Άφησα τη Δραματική Σχολή κι αφοσιώθηκα 100% στο τραγούδι.

Πως δέχτηκε το περιβάλλον σου αυτή την απόφαση;

Όχι ιδιαίτερα αρνητικά. Η μητέρα μου “κλώτσησε” λίγο με το θέμα της νύχτας καθώς θεωρούσε ότι δεν ταιριάζει στη νοοτροπία μου κι επειδή σταμάτησα τη Δραματική Σχολή. Όμως, μου είχε πάρα πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη, ήξερε πως είμαι πολύ προσεκτική στις επιλογές  των χώρων που εμφανιζόμουν κάθε φορά. Ήμουν αρκετά τυχερή βέβαια, στα  εικοσιδύο μου με “παρέλαβε” ο Γιάννης Σπανός κι έμεινα μαζί του για αρκετά χρόνια, οπότε δεν είχα συγκρούσεις στο περιβάλλον μου, ούτε κάποιο πρόβλημα. Δέχτηκαν πως θα κάνω αυτό που επιθυμούσα.

Ασχολείσαι με συγκεκριμένο είδος;

Ευτυχώς η φωνή μου με βοηθά να τραγουδάω διάφορα πράγματα, κινούμαι σε ευρύ φάσμα. Αν με ρωτήσεις τι μου αρέσει περισσότερο, θα σου πω το ελαφρό και το ελαφρολαϊκό.

Πες μας για μερικές από τις συνεργασίες που έχεις κάνει.

Σίγουρα η συνεργασία με το Γιάννη Σπανό, το στιχουργό Γιάννη Δερμιτζάκη… Είχα την τιμή να συνεργαστώ με σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως ο Γιώργος Γερολυμάτος, ο Μάριος Τόκας, ο Δημήτρης Μητροπάνος…

Μετάνιωσες ποτέ για την επιλογή σου;

Όχι και θα το ξανάκανα. Είμαι καλλιτέχνης. Κατ’ αρχάς η δουλειά μας είναι ψυχοθεραπευτική. Μπορεί να είναι δύσκολη, καθώς πρέπει πάντα να βρίσκεσαι σε καλή διάθεση, να χαμογελάς, και καμιά φορά ζορίζεσαι λίγο, αλλά όταν πιάνεις το μικρόφωνο τα ξεχνάς όλα. Ειδικά όταν κάνεις καλά τη δουλειά σου και σε αποδέχεται ο κόσμος, λαμβάνεις τη θετική ενέργεια που σου δίνει κι αυτό σε κάνει να νιώθεις καλά. Δε θα το άλλαζα με τίποτα. Ότι και να γίνει, πάντα θα ασχολούμαι με τη Μουσική, δε θα φύγει ποτέ από πάνω μου.

Πως και δεν πήγες σε talent show;

Όταν ξεκίνησαν, μετρούσα ήδη δέκα χρόνια επαγγελματικής παρουσίας. Ντρεπόμουν κιόλας, δεν τα πάω πολύ καλά με τους διαγωνισμούς. Θα μπορούσα ίσως να το κάνω για να γίνω περισσότερο γνωστή αλλά δεν ήταν αυτή η προτεραιότητά μου. Μάλλον δε μου πήγαινε όλο αυτό, η δημοσιοποίηση της προσωπικής μου ζωής. Στα πρώτα τέτοια shows, οι διαγωνιζόμενοι έμεναν όλοι μαζί σε ένα σπίτι, κάτι που δε θα άντεχα με τίποτα. Γενικά δε θεώρησα πως είχε να μου προσφέρει κάτι μια τέτοια συμμετοχή, ήμουν ήδη στη δουλειά, συναναστρεφόμουν με συναδέλφους, με γνώριζαν οι επιχειρηματίες. Δε χρειαζόμουν το show για να εργαστώ.

Όλο αυτό το θέμα ‘νύχτας’ πως το βιώνεις;

Δε δυσκολεύτηκα. Κι αυτό  που λένε, ότι είναι βρώμικο κύκλωμα κλπ, θεωρώ ότι υπάρχει σε όλες τις δουλειές. Το θέμα είναι να είσαι συγκροτημένος σα χαρακτήρας, να έχεις αξιοπρέπεια, να προσέχεις που θα μιλήσεις, τι θα πεις, πως θα το πεις. Προσωπικά δεν αντιμετώπισα προβλήματα και χαίρομαι ιδιαίτερα καθώς απολαμβάνω το σεβασμό των συναδέλφων και των εργοδοτών μου. Έχω κάνει πολύ καλές δουλειές εντός κι εκτός Αθηνών, τις θυμάμαι όλες με πολλή αγάπη. Ήταν όμως και θέμα επιλογών. Όπως προείπα, κακοτοπιές υπάρχουν παντού, όχι μόνο στη νύχτα. Το σημαντικό είναι να είσαι ισορροπημένος. Προσωπικά είχα την τύχη να πάρω αρχές από το σπίτι που με βοήθησαν να ανταπεξέρχομαι σε οποιαδήποτε αντιξοότητα μπορεί να συναντούσα.

Πως σε έχει αντιμετωπίσει ο κόσμος;

Πάρα πολύ καλά. Μέχρι στιγμής δε μπορώ να πω ότι έχω ακούσει αρνητικές κριτικές, αλλά κι αν έχει ειπωθεί κάτι, είναι γεγονός πως δε γίνεται να αρέσουμε σε όλους. Γενικά, υπάρχει απήχηση αυτού που κάνω στο κοινό, παρόλο που βγαίνουν διαρκώς νέοι συνάδελφοι. Υποθέτω πως έχει να κάνει με την εμπειρία και την αμεσότητα που έχω. Πάντα «βάζω στο παιχνίδι» το κοινό, δε μπορώ να βρίσκομαι πίσω από ένα μικρόφωνο και απλώς να τους κοιτώ. Αγαπώ πολύ και τις συναυλίες και προσπαθώ να κάνω «συνένοχο» τον κόσμο και εκεί καθώς πάντα, ο κόσμος θέλει να νιώθει πως είσαι δικός του. Ο φίλος του. Αυτό προσπαθώ να πετύχω σε κάθε δουλειά μου.

Αναφέρθηκες στα νέα παιδιά. Εμφανίζονται τόσα πολλά κι ο κόσμος δε μπορεί να τα θυμάται όλα. Είναι λίγοι αυτοί που ‘μένουν’.

Είναι λογικό, κανείς δε μπορεί να αφομοιώσει τόσα νέα πρόσωπα. Συνήθως, μετά από λίγο επιστρέφει σε αυτά που ξέρει. Από τότε που εμφανίστηκε το youtube, ο καθένας μπορεί να ανεβάσει οτιδήποτε και πολύ καλά κάνει. Είναι πολύ καλός τρόπος να προβληθεί ο κάθε καλλιτέχνης,  συμφωνώ απόλυτα. Όμως αυτό, σε συνδυασμό με τα talent show, – που φέτος είχαμε τρία – σε κάνει να αναρωτιέσαι, που θα πάνε όλα αυτά τα παιδιά. Υπάρχουν  σπουδαίοι τραγουδιστές, πολύ μεγάλα ταλέντα αλλά θεωρώ ότι η Ελλάδα δε χωράει τόσους τραγουδιστές. Δεν υπάρχουν οι αντίστοιχοι χώροι. Προσωπικά ήμουν τυχερή, όταν ξεκίνησα, τα μαγαζιά δούλευαν σχεδόν κάθε βράδυ. Τώρα δουλεύουν δυο μέρες με το ζόρι, πολλά ανοίγουν μια φορά μόνο. Είναι λίγο «σούπερ μάρκετ» το πράγμα, ακόμα και μουσικά. Φυσικά, γίνονται σπουδαίες δουλειές, βγαίνουν εξαιρετικά νέα συγκροτήματα, με τζαζ ήχο, που διασκευάζουν με εξαιρετικό τρόπο παλιά τραγούδια κάτι που μου αρέσει πολύ.  Στη ραδιοφωνική εκπομπή που διατηρούσα έπαιζα αυτές τις διασκευές. Τα νέα παιδιά μαθαίνουν τους μεγάλους συνθέτες με διαφορετικό τρόπο. Σαφέστατα βγαίνουν πολύ ωραία νέα τραγούδια, από καινούριους στιχουργούς και συνθέτες, υπάρχει όμως και το μη καλό τραγούδι, αυτό που διαρκεί έξι μήνες για παράδειγμα, για να γίνει ένα ‘μπαμ’ σε ένα κέντρο. Η πρακτική αυτή δε μου άρεσε ποτέ, κι ήταν ένας λόγος που δεν έκανα δισκογραφία.

Το ραδιόφωνο είναι η δεύτερη μεγάλη σου αγάπη.

Τεράστια αγάπη, έρωτας. Μεγάλωσα με το ραδιόφωνο, σχεδόν έζησα για πολλά χρόνια στο Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ. Διάβαζα, έτρωγα, κοιμόμουν. Αν και άκουγα πάντα, η μητέρα μου που εργαζόταν στην ΕΡΤ με μύησε ακόμη περισσότερο. Θυμάμαι ότι κοιμόμουν με το τρανζιστοράκι κι η μεγαλύτερη τιμωρία ήταν να μου πάρουν τις μπαταρίες. Το σχολείο ξεκινούσε στις οχτώ και ξυπνούσα από τις έξι για να ακούσω την αγαπημένη μου εκπομπή. Θεωρώ τον εαυτό μου παιδί της ΕΡΤ, είχα την τύχη να γνωρίσω όλους τους μεγάλους εκφωνητές, παρακολουθούσα τις εκπομπές, τη μαγνητοφώνησή τους.. Ήταν φυσικό για μένα να ασχοληθώ κάποια στιγμή με αυτό και το κάνω τα τελευταία χρόνια. Η δουλειά μου μου έδωσε τα εφόδια να κάνω μουσικές παραγωγές και να διαχειρίζομαι σωστά τη φωνή μου στον αέρα.

Πως βλέπεις την έκρηξη των ιντερνετικών ραδιοφώνων;

Πολύ θετικά. Με τη διάδοση του wi fi ίσως κάποια στιγμή να υπάρχουν μόνον ιντερνετικοί σταθμοί. Φτάνει να είναι οργανωμένοι. Το ραδιόφωνο έχει ένα μυστήριο που η τηλεόραση ας πούμε, δεν το έχει. Εκεί δεν έχει σημασία το πώς είσαι. Αν έχεις ωραία φωνή θα κερδίσεις το κοινό σου. Αν θυμάσαι, πριν την ελεύθερη ραδιοφωνία, πόσα κορίτσια ερωτευόντουσαν τους ραδιοπειρατές, μόνο από τη φωνή;

Τι σχεδιάζεις για το χειμώνα;

Βρίσκομαι σε συζητήσεις για πολλές κι ενδιαφέρουσες συνεργασίες, σε όμορφους χώρους όπου θα μπορώ να γίνω ένα με τον κόσμο. Προσπαθώ επίσης να βρω ραδιοφωνική στέγη, ακούω μουσικές, γίνομαι πάλι μαθήτρια. Με γεμίζει πολύ αυτή η διαδικασία της αναζήτησης, της ανακάλυψης.

Που θα ήθελες να βρίσκεσαι σε δέκα χρόνια.

Χωροταξικά, εδώ. Λατρεύω την Ελλάδα κι ελπίζω πως τα πράγματα θα έχουν καλυτερεύσει. Θα προσπαθήσω να έχω κάνει πράγματα που θα έχουν ποιότητα, δημιουργικότητα και διάρκεια. Άλλωστε ο καλλιτέχνης δε σταματά ποτέ να δημιουργεί.