Louis

Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Φέτος συμπληρώθηκαν 120 χρόνια από τη διοργάνωση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα. Βέβαια, η Αθήνα του 1896 δεν είχε καμία σχέση με την ωραιοποιημένη αντίληψη περί «διαμαντόπετρας, της Γης το δαχτυλίδι». Επρόκειτο για μια πόλη με μόλις 130.000 κατοίκους, με σοβαρές ελλείψεις σε θέματα υποδομής (λόγου χάρη ανεπαρκέστατη ηλεκτροδότηση και άθλιους δρόμους γεμάτους λακκούβες με βρώμικα νερά), με εμφανή προβλήματα καθαριότητας και με φαινόμενα παραβατικότητας και αυθαιρεσίας, τα οποία η Πολιτεία αδυνατούσε (ή μήπως δεν ήθελε;) να λύσει.

Η εικόνα της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους ταίριαζε περισσότερο σε χωριό παρά σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.

Και όμως, παρά την οικονομική στενότητα (είχε προηγηθεί η χρεοκοπία του 1893) και παρά την απειρία σε θέματα διοργάνωσης, η Αθήνα κατάφερε να βγει ασπροπρόσωπη και να διεξάγει με μεγάλη επιτυχία τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της σύγχρονης εποχής.

Η τελετή έναρξης έγινε στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 25 Μαρτίου/6 Απριλίου 1896, Δευτέρα του Πάσχα (με το παλαιό και το νέο ημερολόγιο). 80.000 θεατές πλημμύρισαν το Στάδιο, δημιουργώντας πανηγυρική ατμόσφαιρα. Παρούσα ήταν η βασιλική οικογένεια, το υπουργικό συμβούλιο, εκπρόσωποι της Εκκλησίας, ξένοι αντιπρόσωποι και άλλοι επίσημοι. Τότε ήταν που ακούστηκε για πρώτη φορά ο Ολυμπιακός Ύμνος, σε στίχους Κωστή Παλαμά και μουσική Σπύρου Σαμάρα. Τον ερμήνευσαν εννέα μπάντες και χορωδία 150 ατόμων.

Συμμετείχαν 14 χώρες (Ελλάδα, Αυστραλία, Αυστρία, Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία,

Δανία, Ελβετία, ΗΠΑ, Ιταλία, Μ. Βρετανία, Ουγγαρία, Σουηδία, Χιλή), ενώ η ΔΟΕ κάνει λόγο για συμμετοχή 241 αθλητών. Οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να συμμετάσχουν, σύμφωνα όμως με κάποιες μαρτυρίες η Σταμάτα Ρεβίθη αψήφησε την απαγόρευση, έτρεξε στη διαδρομή του Μαραθωνίου στις 11 Απριλίου και κατάφερε να τερματίσει σε 5 ώρες και 30΄.

Η Ελλάδα κέρδισε 10 πρώτες θέσεις, 17 δεύτερες και 19 τρίτες, ενώ οι ΗΠΑ 11 πρώτες, 7 δεύτερες και 2 τρίτες. Ο νικητής έπαιρνε ασημένιο μετάλλιο, ένα κλαδί ελιάς και ένα δίπλωμα. Ο δεύτερος, χάλκινο μετάλλιο, κλαδί ελιάς και δίπλωμα, ενώ ο τρίτος δεν έπαιρνε τίποτα. Η καθιέρωση του χρυσού, του ασημένιου και του χάλκινου μεταλλίου έγινε από τη ΔΟΕ το 1904.

Μεγάλη μορφή των Αγώνων υπήρξε ο Αυστραλός Έντγουιν Φλακ, που κέρδισε τους αγώνες και των 800 και των 1500 μέτρων, ένα επίτευγμα που ελάχιστοι αθλητές έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα, όπως ο Νεοζηλανδός Πίτερ Σνελ στο Τόκιο το 1964. Ο Φλακ συμμετείχε και στο Μαραθώνιο. Ο Αμερικανός Τόμας Μπερκ ήταν ο νικητής στα 100 (χρόνος 12΄΄) και στα 400 μέτρα (54,2΄΄).

Φυσικά, η πιο εμβληματική μορφή των Αγώνων ήταν ο εικοσιτριάχρονος Σπύρος Λούης από το Μαρούσι. Ο Λούης δεν ήταν αθλητής, αλλά… νερουλάς. Έλαβε μέρος στο Μαραθώνιο ύστερα από προτροπή του συνταγματάρχη Γ. Παπαδιαμαντόπουλου, ο οποίος ήταν υπεύθυνος του αγωνίσματος. Ο Παπαδιαμαντοπουλος υπήρξε διοικητής του Λούη την εποχή που εκείνος υπηρετούσε στο στρατό και γνώριζε την τεράστια αντοχή του στο τρέξιμο.

Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Λούης έτρεξε στο Μαραθώνιο για τα μάτια μιας ωραίας κοπέλας από το Μαρούσι. Η οικογένειά της, λένε, δεν τον ήθελε για γαμπρό, επειδή ήταν φτωχός και αμόρφωτος.

Ο Μαραθώνιος διεξήχθη στις 29 Μαρτίου/10 Απριλίου με συμμετοχή 13 Ελλήνων και 4 ξένων αθλητών. Στο 32ο χιλιόμετρο (μεταξύ Σταυρού και ΕΡΤ) ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό, που προηγούνταν εγκατέλειψε. Το προβάδισμα πήρε ο Αυστραλός Φλακ, αλλά κατέρρευσε και αυτός στους Αμπελοκήπους, με αποτέλεσμα να προηγηθεί ο Λούης, που είχε ακόμα δυνάμεις. Η ανακοίνωση (από τον ίδιο τον Παπαδιαμαντόπουλο) ότι προηγείται Έλληνας, έκανε τους θεατές στο Στάδιο να ξεσπάσουν σε έξαλλους πανηγυρισμούς.

Ο Σπύρος Λούης τερμάτισε σε 2 ώρες, 58΄ και 52΄΄. Πλήθος κόσμου ξεχύθηκε στο στίβο για να τον αποθεώσει, ενώ οι πρίγκιπες Κωνσταντίνος και Γεώργιος τον σήκωσαν στα χέρια και τον οδήγησαν στη βασιλική εξέδρα. Για τη νίκη του αυτή ο Σπύρος Λούης έγινε λαϊκός ήρωας και γι’ αυτό το Ολυμπιακό Στάδιο στο Μαρούσι, όπως και ο δρόμος που οδηγεί σε αυτό, πήραν το όνομά του. Από εκείνον βγήκε και η έκφραση «αυτός έγινε Λούης». Ο ίδιος δεν ξαναέτρεξε ποτέ σε αγώνα και πέθανε φτωχός το 1940. (Τουλάχιστον, παντρεύτηκε την αγαπημένη του.)

Για την ιστορία, και ο δεύτερος νικητής στο Μαραθώνιο ήταν Έλληνας, ο Χαρίλαος Βασιλάκος, ταλαντούχος αθλητής του Πανελληνίου Γ. Σ., με χρόνο 3 ώρες, 6΄ και 3΄΄

Κατά την τελετή λήξης (15 Απριλίου) ο Λούης οδήγησε όλους τους υπόλοιπους αθλητές που κέρδισαν μετάλλιο να κάνουν το γύρο του θριάμβου, τη στιγμή που ακουγόταν ο Ολυμπιακός Ύμνος. Το ίδιο βράδυ, η Ακρόπολη φωταγωγήθηκε με πυρσούς, ενώ τα καράβια που ήταν αγκυροβολημένα στον Πειραιά φώτισαν με τους προβολείς τους τον αττικό ουρανό. Έτσι, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896 πέρασαν στην Ιστορία.