Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Αρχές Απριλίου 1941. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνεται. Οι Έλληνες ήδη από τα τέλη του περασμένου Δεκεμβρίου προελαύνουν βαθιά μέσα στα αλβανικά εδάφη (έχοντας απελευθερώσει τη Βόρειο Ήπειρο) και συντρίβουν την «εαρινή επίθεση» της Ιταλίας, την οποία παρακολουθούσε σαν άλλος Ξέρξης ο ίδιος ο Μουσολίνι. Δεκαέξι ελληνικές μεραρχίες έχουν κατορθώσει να κατατροπώσουν εικοσιεπτά ιταλικές, με εξοπλισμό κατά πολύ ανώτερο από αυτόν των ελληνικών. Το κύρος των δυνάμεων του Άξονα έχει υποστεί ανεπανόρθωτο πλήγμα. Ο Χίτλερ αποφασίζει να επέμβει με τις δικές του δυνάμεις. Βιάζεται να εξουδετερώσει την ελληνική αντίσταση, επειδή σκοπεύει να επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση. Χαράματα της 6ης Απριλίου 1941 (5:15΄ π.μ.) γερμανικά στρατεύματα ξεκινούν να προσβάλλουν την ελληνοβουλγαρική μεθόριο στην περίφημη οχυρωματική «Γραμμή Μεταξά». Μια από τις επικότερες και συγκλονιστικότερες σελίδες του ελληνογερμανικού πολέμου γράφτηκε στο οχυρό Ρούπελ.

Ο Χίτλερ, που δεν έχει παραδειγματιστεί από το πάθημα του Μουσολίνι, πιστεύει ότι θα καταλάβει την Ελλάδα διά περιπάτου. Την επίθεση εναντίον της Ελλάδας έχει αναλάβει η 12η Γερμανική Στρατιά με διοικητή τον Φον Λιστ. Περιλαμβάνει 6 στρατηγεία σωμάτων στρατού, 5 μεραρχίες πεζικού, 3 ορεινές μεραρχίες, 5 τεθωρακισμένες μεραρχίες, 2 ανεξάρτητα ενισχυμένα συντάγματα, 1 μηχανοκίνητη ταξιαρχία και 1 αεροπορικό σώμα με πάνω από 1000 αεροπλάνα πρώτης γραμμής. Η Ελλάδα έχει να αντιτάξει 3 μεραρχίες πεζικού, 1 ταξιαρχία πεζικού και 1 μηχανοκίνητη μεραρχία, επειδή το 35% των δυνάμεών της πολεμούσε στο ελληνοαλβανικό μέτωπο.

Οι Γερμανοί πρέπει να καταλάβουν τα περίφημα οχυρά της «Γραμμής Μεταξά», που ήταν και το μεγαλύτερο κατασκευαστικό έργο που είχε γίνει στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα. Εκτεινόταν από τις Σέρρες μέχρι την Κομοτηνή, είχε μήκος περίπου 155 χλμ και αποτελούνταν από 21 οχυρά, που συνδέονταν με υπόγειες στοές. Τη σφοδρότερη επίθεση αναμένεται να δεχτεί το οχυρό Ρούπελ (κοντά στο Σιδηρόκαστρο Σερρών), καθώς η στενωπός του είναι η κύρια δίοδος εισβολής στην Ελλάδα από τη Βουλγαρία, λόγω της μορφολογίας του εδάφους. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι ήδη από τον Μάρτιο του 1941 η Βουλγαρία έχει προσχωρήσει στις δυνάμεις του Άξονα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι Γερμανοί έχουν επιχειρήσει από αέρος να φωτογραφίσουν τα ελληνικά οχυρά, πλην όμως αυτά είναι με τόση τέχνη καμουφλαρισμένα, ώστε ο εχθρός να μην καταφέρει να πάρει τις πληροφορίες που ήθελε για την κατασκευή τους.

Ξεκινά λοιπόν η γερμανική επίθεση στα ελληνικά οχυρά με βομβαρδισμούς από το γερμανικό πυροβολικό και τα αεροπλάνα στούκας. Ταυτόχρονα ένας λόχος με 18 φουσκωτές λέμβους κάνει επίθεση από τον ποταμό Στρυμόνα, πλην όμως οι λέμβοι παγιδεύονται σε συρματοπλέγματα που είχαν τοποθετήσει οι Έλληνες και τα γερμανικά πληρώματα αποδεκατίζονται από τα πυρά των Ελλήνων. Γενικά οι Έλληνες αμύνονται με ηρωισμό και αυτοθυσία και προξενούν τρομακτικές απώλειες στον εχθρό. (Η δύναμη του Ρούπελ ήταν 27 αξιωματικοί και 950 οπλίτες.) Η μάχη συνεχίζεται μέχρι και τις 8 Απριλίου, με τα οχυρά Ρούπελ και Παλιουριώνες να έχουν μείνει άθικτα. Για πρώτη φορά οι Γερμανοί βομβαρδίζουν αντιπάλους που όχι μόνο δεν τρέπονται σε φυγή, αλλά ανταποδίδουν τα πυρά. Το απόγευμα της 8ης Απριλίου οι Γερμανοί ζητούν εκεχειρία έξι ωρών για να περισυλλέξουν τους νεκρούς τους… Η διοίκηση του γερμανικού τάγματος ΙΙ/125 αναφέρει ότι το τάγμα είναι μειωμένης μαχητικής ικανότητας…

Το απόγευμα της 9ης Απριλίου έχουν πλέον σταματήσει οι βομβαρδισμοί και ένα γερμανικό αυτοκίνητο που φέρει λευκή σημαία πλησιάζει το οχυρό Ρούπελ, οι επιβαίνοντες κατεβαίνουν από αυτό και ο Διοικητής του Οχυρού, ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος (Συριανός στην καταγωγή), αποστέλλει τον ανθυπολοχαγό Ιωάννη Δαμιανό με τρεις στρατιώτες για να πληροφορηθεί τι ζητούν οι Γερμανοί που επιβαίνουν στο αυτοκίνητο. Ο Γερμανός επικεφαλής του ζητά να παραδώσει το οχυρό, επειδή η ελληνική κυβέρνηση έχει υπογράψει ανακωχή. Ο Έλληνας αξιωματικός απαντά ως εξής:

«1) Τα οχυρά παραδίδονται ΜΟΝΟΝ όταν κυριευθώσιν παρά του αντιπάλου. 2) Τοιούτων διαταγών περί ανακωχής κλπ. στερούμεθα παρά των ιεραρχικώς προϊσταμένων μας αρχών. 3) Διαταγάς λαμβάνομεν και εκτελούμεν μόνον τας προερχομένας εκ των προϊσταμένων μας Αρχών. 4) Ο αγών θα συνεχιστεί, πάσα δε απόπειρα προσεγγίσεως του οχυρού θα συντριβεί.»

«Μολών λαβέ» με άλλα λόγια δηλαδή. Διότι ο Έλληνας μέσα στους αιώνες ποτέ δεν άλλαξε τον τρόπο που σκέπτεται.

Ο Δουράτσος καταστρέφει όλα τα απόρρητα έγγραφα και τους χάρτες, για να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών, ενώ οι στρατιώτες του τον παρακαλούν να μην παραδώσει το οχυρό. Είναι αποφασισμένοι να πολεμήσουν μέχρις εσχάτων. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα όμως έρχεται και τηλεφωνικά και εγγράφως η επιβεβαίωση της συνθηκολόγησης από το επιτελείο. Ο Δουράτσος αντιλαμβάνεται ότι είναι μάταιο να συνεχίσει τον αγώνα. Οι στρατιώτες του με δάκρυα στα μάτια πετούν τα όπλα τους στον Στρυμώνα, για να μην τα παραδώσουν στους Γερμανούς.

Το πρωί της 10ης Απριλίου πραγματοποιήθηκε η παράδοση του οχυρού στους Γερμανούς. Και τότε συνέβη ένα γεγονός πρωτοφανές στα χρονικά. Οι Γερμανοί όχι μόνο δεν κατέβασαν την ελληνική σημαία, αλλά ο συνταγματάρχης τους συνεχάρη τον Δουράτσο, παρέταξε τιμητικό άγημα και του ζήτησε να το επιθεωρήσει! Δήλωσε επίσης ότι ήταν τιμή για εκείνους που είχαν αντίπαλό τους έναν τόσο ηρωικό στρατό.

Το οχυρό Ρούπελ δεν κυριεύτηκε ποτέ λοιπόν από τον εχθρό, αλλά αναγκάστηκε να παραδοθεί, πειθαρχώντας στις άνωθεν εντολές.

Ο Γεώργιος Δουράτσος έλαβε πολλά παράσημα για την προσφορά του στην Πατρίδα και αποστρατεύτηκε το 1950 με το βαθμό του υποστράτηγου. Η προτομή του κοσμεί σήμερα μια κεντρική πλατεία στην Ερμούπολη.