Της Άννας Παχή
Στον απόηχο του 34ου Κλασικού Μαραθώνιου της Αθήνας, ο Γιάννης Καραντώνης μιλά στο iART για το δύσκολο αυτό άθλημα, καθώς μετρά είκοσι συνεχείς συμμετοχές και τερματισμούς.
Πότε ξεκίνησες να τρέχεις Μαραθώνιο;
Το 1997 έτρεξα πρώτη φορά. Η απόφαση ήρθε εύκολα, ασχολιόμουν πάντα με τον αθλητισμό. Ένα καλοκαίρι καθόμουν στην παραλία και βαρέθηκα να λιάζομαι. Σκέφτηκα να τρέξω λίγο. Ξεκίνησα κάπως σαν το Φόρεστ Γκαμπ. Πήγαινα, πήγαινα, ώσπου συνειδητοποίησα πως είχα κάνει δέκα χιλιόμετρα. Άρχισε να μου αρέσει. Ήταν άλλες εποχές. Στο Μαραθώνιο του 1997 ήμασταν περίπου χίλιοι αθλητές, μισοί Έλληνες, μισοί ξένοι. Οι δρόμοι δεν έκλειναν τελείως και περνώντας ακούγαμε ερωτήσεις του στυλ «τι θέλετε και τρέχετε», «πηγαίνετε σπίτι σας», τέτοια. Φέτος, στο Μαραθώνιο συμμετείχαν δεκαέξι χιλιάδες αθλητές.
Πόσο δύσκολη ήταν η πρώτη φορά;
Ήταν εξαιρετική εμπειρία. Πήγαινες στο άγνωστο. Προχωρούσες συνέχεια και έτρεχες. Γνώριζα τη διαδρομή, αλλά άλλο να την κάνεις με το αυτοκίνητο, άλλο να την τρέχεις. Θυμάμαι πως έτρεχε δίπλα μου ένας ελληνοαμερικανός που με ενθάρρυνε στα σημεία που κουραζόμουν πολύ. Τελικά τερματίσαμε και σε καλό χρόνο, γύρω στις τέσσερις ώρες και είκοσι λεπτά. Δεν ξεχνιούνται αυτά. Ο Μαραθώνιος είναι όπως οι πρεμιέρες στο θέατρο. Κάθε φορά, είναι σαν την πρώτη φορά. Θυμάμαι σχεδόν όλους τους χρόνους μου, όμως, ο χρόνος δεν έχει μεγάλη σημασία, σημασία έχει να τελειώσεις αυτό το ταξίδι. Να μπεις μέσα στο στάδιο, να νιώσεις πράγματα που δεν μπορώ να περιγράψω. Σε πιάνουν τα κλάματα, θες να σκύψεις να φιλήσεις τα ιερά χώματα, νιώθεις περήφανος, ευτυχισμένος, ότι έχεις πετύχει κάτι πολύ μεγάλο. Τρέχεις για τους αγαπημένους σου, για αυτούς που έχεις χάσει, χίλια δυο συναισθήματα μπερδεύονται μέσα σου εκείνη την ώρα. Και φυσικά, κάθε φορά που τερματίζεις, παρόλη την κούραση των προπονήσεων, λες, «εδώ θα είμαι και του χρόνου». Και η ιστορία συνεχίζεται έτσι, εδώ και είκοσι χρόνια.
Τι προπόνηση απαιτείται από κάποιον που δεν είναι επαγγελματίας αθλητής;
Καταρχάς πρέπει να κάνεις κάποιες εξετάσεις. Ύστερα, υπάρχουν διάφορα προγράμματα που μπορείς να βρεις στο διαδίκτυο και να τα εκτελέσεις. Θέλει το χρόνο του. Αν δεν έχεις ξανασχοληθεί με τρέξιμο, δε μπορείς από την πρώτη μέρα να τρέξεις σαρανταδύο χιλιόμετρα. Στην αρχή θα κάνεις τρία, ύστερα πέντε, μετά, δέκα. Θα αρχίσουν να χτίζονται οι μύες, τα πόδια θα δυναμώσουν και κάποια στιγμή θα βρεθείς στο Μαραθώνιο. Προσωπικά προπονούμαι γύρω στους τέσσερις μήνες εντατικά. Κάθε μέρα επί τρεις μέρες με μια μέρα ξεκούραση. Τα χιλιόμετρα αλλάζουν, όπως και οι εντάσεις. Ακόμα και μετά τον αγώνα συνεχίζω, απλά μειώνω την απόσταση. Από εβδομήντα χιλιόμετρα τη βδομάδα τώρα τρέχω τριάντα, σαράντα. Είναι κάτι που μπορεί να κάνει ο καθένας. Από τη στιγμή που το κάνω εγώ, μπορούν να το κάνουν όλοι. Αρκεί να το θέλεις και να το βάλεις στόχο.
Ο πρώτος που έκανε τη διαδρομή ήταν κάποιος που έφερε το μήνυμα της νίκης στην πόλη της Αθήνας.
Ήταν Αθηναίος οπλίτης, πιθανόν ο Φειδιππίδης. Οι ιστορικοί αναφέρουν πως πριν κάνει αυτή τη διαδρομή πήγε στη Σπάρτη να ζητήσει βοήθεια, επέστρεψε μέσα σε δυο μέρες, πολέμησε και ξαναγύρισε στην Αθήνα για να πει το «νενικήκαμεν». Η ιστορία αυτή επηρεάζει όλους όσοι τρέχουμε, όπως και οι Ολυμπιακοί του 1896 με τη νίκη του Σπύρου Λούη, το πρώτο μας μετάλλιο. Στην αρχή δεν επιτρεπόταν σε γυναίκες να τρέξουν στο Μαραθώνιο. Δε θυμάμαι πότε ακριβώς ξεκίνησαν, νομίζω πριν τριάντα χρόνια, δεν είναι πολύς καιρός. Τώρα τρέχουν αρκετές, αλλά οι μεγάλες αποστάσεις είναι περισσότερο κατάλληλες για άνδρες. Οι ειδικοί λένε ότι όσο πιο μεγάλος είσαι, τόσο καλύτερα τρέχεις. Η ιδανική ηλικία για Μαραθώνιο είναι μεταξύ εικοσιεφτά και τριάντα ετών. Όσο μεγαλώνεις, μεγαλώνει η καρδιά σου και αντέχει περισσότερο.
Πως είναι το κλίμα στο Μαραθώνιο;
Τα τελευταία χρόνια, γιορτινό. Συνδράμουν μεγάλοι χορηγοί, κι έτσι πρέπει να είναι αν θέλουμε να μοιάσουμε στους μαραθώνιους της Νέας Υόρκης, της Βοστώνης, του Λονδίνου, του Βερολίνου. Από το 2004 και μετά αυξήθηκαν οι συμμετοχές. Μέχρι τότε, τρέχαμε δυο χιλιάδες άτομα. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 βοήθησαν πολύ στη διάδοση του Μαραθωνίου και στο να θελήσουν όλο και περισσότεροι να τρέξουν. Προσωπικά θεωρώ πως ένας επιπλέον λόγος είναι η κρίση. Σήκωσε τον Έλληνα από τον καναπέ, τον έβγαλε στα γήπεδα, άρχισε να τρέχει στους δρόμους. Το κλίμα, είναι πολύ καλό, ο κόσμος μας ενθαρρύνει, χειροκροτεί σε όλη τη διαδρομή. Το στάδιο γεμίζει. Παλιά τερματίζαμε με μόνη συντροφιά τους δικούς μας ανθρώπους που περίμεναν να μας «μαζέψουν». Τώρα έχει πολύ κόσμο, είναι όμορφα. Μας δίνουν κουράγιο να τρέξουμε και να τερματίσουμε.
Ακούει κανείς για μαραθώνιο και η πρώτη σκέψη είναι να πάει για καφέ.
Απαιτεί κάποιο χρόνο και προπόνηση για να φτάσεις σε αυτό το σημείο, αλλά μπορεί να γίνει. Όποιος δεν έχει πρόβλημα υγείας μπορεί να τερματίσει έναν Μαραθώνιο αρκεί να το θέλει και να προπονηθεί σωστά. Με την τρέχουσα τεχνολογία, αν το ψάξει λιγάκι θα βρει την ιδανική για αυτόν προπόνηση, καθώς ο κάθε οργανισμός έχει τις ιδιαιτερότητές του. Θέληση να υπάρχει. Την άνοιξη εξάλλου, πραγματοποιούνται διάφοροι αγώνες στην Αθήνα, των δέκα χιλιομέτρων, των είκοσι. Μπορεί κάποιος να δοκιμάσει την τύχη του εκεί, σε πρώτο στάδιο. Για τη συμμετοχή.
Σαν διοργάνωση, κατά πόσον έχει αλλάξει ο Μαραθώνιος της Αθήνας;
Πάρα πολύ. Φέτος καταναλώθηκαν περίπου 360.000 μπουκαλάκια νερού. Τα λεωφορεία που πήγαν τους αθλητές στο Μαραθώνα, αν έμπαιναν το ένα δίπλα στο άλλο, κάλυπταν δέκα χιλιόμετρα. Ήμασταν 16.000 αθλητές. Σκέψου ότι μετά το πέμπτο, κάθε δυόμιση χιλιόμετρα υπάρχει σταθμός ανεφοδιασμού. Η διοργάνωση τώρα είναι πάρα πολύ καλή, επαγγελματική. Τα πρώτα χρόνια υπήρχαν δυσκολίες, όσοι έμεναν πίσω δεν έβρισκαν νερό να πιούν. Τελευταία βρίσκεται δίπλα μας ο Ερυθρός Σταυρός που βοηθά τους αθλητές και φυσικά, οι χιλιάδες εθελοντές που εξυπηρετούν, εμψυχώνουν μαζί με τον κόσμο. Γενικά αυτή η μέρα είναι μια γιορτή. Κι έτσι πρέπει να είναι.
Θεωρείς πως έχει εμπορευματοποιηθεί;
Κακά τα ψέματα αν δεν υπάρξουν χρήματα από μεγάλους χορηγούς δεν πρόκειται να φτάσουμε στο επίπεδο της Νέας Υόρκης ή του Λονδίνου, όπου τρέχουν 50.000 άνθρωποι. Με τόσες συμμετοχές, χρειάζονται χρήματα να στηρίξουν τη διοργάνωση. Υπάρχουν πολλά πόστερ, μπαλόνια, διαφημιστικά, αλλά είπαμε, είναι γιορτή. Τώρα ο κόσμος το ξέρει, βγαίνει έξω, κατεβαίνει σε αγώνες. Εκτός από την Αθήνα, Μαραθώνιοι διεξάγονται στο Ναύπλιο, στους Δελφούς, στην Πάτρα, στην Καλαμάτα… Κι αυτά είναι μόνο τα κοντινά στην Αρχαία Ολυμπία. Πριν δέκα χρόνια ο Έλληνας δεν ήξερε πόσα χιλιόμετρα είναι ο μαραθώνιος. Τώρα είναι έξω στους δρόμους και τρέχει. Είναι πολύ καλό αυτό αλλά για να φτάσει σε αυτό το σημείο έχει βοηθήσει όλη αυτή η γιορτή που γίνεται. Έτσι πιστεύω. Προσωπικά χαίρομαι αν μπορέσω να «τραβήξω» κάποιον να κάνει το ίδιο. Έχω καταφέρει να μεταδώσω το «μικρόβιο» και σε κάποιους άλλους.
Ωραίο μικρόβιο. Γυμνάζεις το κορμί, το μυαλό, ξελαμπικάρεις, δε χρειάζεσαι υπογλώσσια…
Είναι σαφώς προτιμότερο αυτό από το να κάθεσαι σε μια καφετέρια, να καπνίζεις και να πίνεις καφέ επί πέντε ώρες. Θα το κάνεις και αυτό, βέβαια, αλλά να βγεις και στο γήπεδο, να πάρεις λίγο αέρα. Όλα χρειάζονται. Και τα ξενύχτια και τα ποτά και ο αθλητισμός.
Σε ποια θέση τερμάτισες;
Αυτή είναι μια άσχετη ερώτηση. Όπως είπα στην αρχή, δεν έχει σημασία τι χρόνο θα κάνεις. Σημασία έχει το ταξίδι, που λέει κι ο ποιητής, να τερματίσεις. Φέτος ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς Μαραθωνίους για μένα, καθώς μέχρι πριν λίγο καιρό δεν ήξερα αν θα καταφέρω να τρέξω καν. Έκανα πέντε ώρες και δέκα λεπτά. Το θεωρώ πολύ σημαντικό είμαι ευχαριστημένος. Ο καλύτερός μου χρόνος είναι μια ώρα λιγότερο, λίγη σημασία όμως έχει αυτό. Το σημαντικό είναι να τερματίσεις όρθιος. Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι και ακατόρθωτο.
Ποιά είναι η αίσθησή σου σε αυτό το βάθος χρόνων;
Έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος. Ο αθλητισμός βοηθά πολύ, ειδικά το τρέξιμο. Η προπόνηση, οι ώρες της διαδρομής.. Σε βοηθά, σε πολλά προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζεις. Καθαρίζει το μυαλό, βλέπεις τα πράγματα πιο αισιόδοξα, και φυσικά, είναι και τα άλλα οφέλη που προσφέρει ο αθλητισμός. Ότι έλεγαν οι παλιοί, «νους υγιής εν σώματι υγιή». Και η ζωή μας, ένας Μαραθώνιος είναι. Ανηφόρα. Η διαδρομή γενικά, είναι σαν τη ζωή. Τα πρώτα χιλιόμετρα είναι επίπεδα. Κατόπιν αρχίζουν οι μεγάλες, οι δύσκολες ανηφόρες, κάπου στο Πικέρμι, μέχρι να φτάσεις στο Σταυρό της Αγίας Παρασκευής. Ύστερα πάλι αρχίζει ο κατήφορος. Αν το σκεφτείς και ηλικιακά, τα πρώτα χρόνια είναι εύκολα για τον άνθρωπο, μετά έρχονται τα σκαμπανεβάσματα της εφηβείας, της ενηλικίωσης, τα προβλήματα και οι υποχρεώσεις της μέσης ηλικίας. Στο τέλος, έχεις μεγαλώσει και υποτίθεται ότι απολαμβάνεις το υπόλοιπο του βίου σου. Κάπως έτσι είναι και ο κλασικός Μαραθώνιος. Η αυθεντική διαδρομή που πάνω σε αυτήν, πατούν οι υπόλοιπες χώρες και κάνουν τους δικούς τους. Όμως της Αθήνας είναι ο πιο δύσκολος του κόσμου. Όλοι οι άλλοι, είναι επίπεδοι, ο δικός μας όχι. Για αυτό κάθε μαραθώνιος έχει το δικό του χρόνο. Άλλος ο χρόνος της Αθήνας, άλλος του Λονδίνου. Κάθε πόλη έχει το δικό της χρόνο, το δικό της ρεκόρ και κάθε αθλητής αγωνίζεται σε αυτόν. Το ρεκόρ της Αθήνας είναι δύο ώρες και δέκα λεπτά.
Έχει τύχει να συναντήσεις συναθλητές πάνω από μια – δύο φορές;
Στην αρχή ήμασταν οι ίδιοι και οι ίδιοι ρομαντικοί. Μετά το 2004 που ο κόσμος αυξήθηκε, χαθήκαμε μέσα στο πλήθος. Δε μπορώ να είμαι σίγουρος, όμως δεν πρέπει να είναι πολλοί όσοι έχουν τρέξει είκοσι συνεχόμενους Μαραθωνίους κι έχουν τερματίσει κιόλας. Έχω χάσει δεκατέσσερις, ίσως επειδή δεν το ήξερα. Το ωραίο είναι ότι το 1983 που ξεκίνησε, έγιναν δυο αγώνες από δυο ξεχωριστές Ομοσπονδίες που διοργάνωσαν έναν το πρωί κι έναν το απόγευμα. Έχει γραφτεί στο βιβλίο Γκίνες αυτό.
Έχεις τρέξει σε μαραθώνιο άλλης πόλης;
Στης πόλης μου, της Αρχαίας Ολυμπίας. Ξεκίνησε πριν τρία χρόνια κι αποτελούσε όνειρο ένας μαραθώνιος εκεί. Μετά από πολλές προσπάθειες ανέλαβε τη διοργάνωση ο έμπειρος, αθλητής και μαραθωνοδρόμος ο ίδιος, Νίκος Πολιάς. Είναι ο αθλητής με τα περισσότερα χρυσά μετάλλια σε Μαραθωνίους, έχει κερδίσει εφτά ενώ κατέχει το ρεκόρ στους Έλληνες άνδρες στο άθλημα. Τώρα, σε συνεργασία με το Δήμο, την Περιφέρεια και την Αρχαιολογική Υπηρεσία τα καταφέραμε. Φέτος θα διοργανωθεί ο τρίτος. Ξεκινάμε από την Αμαλιάδα, τερματίζουμε στην Αρχαία Ολυμπία. Δεν είναι δύσκολη διαδρομή και μόνο που ακούς το όνομα της Ολυμπίας έρχονται στο μυαλό σου τα αρχαία χρόνια, οι θεοί που περπάτησαν αυτόν το δρόμο, άλλωστε, λίγο πιο πέρα βρίσκεται η Ήλιδα. Μέχρι πέρσι ο τερματισμός ήταν μπροστά στο Δημαρχείο. Επιδιώκουμε να μεταφέρουμε το τέρμα στο αρχαίο στάδιο και πιστεύω ότι παρά τα κάποια προβλήματα, θα τα καταφέρουμε.
Κι επειδή πίσω από κάθε ανδρικό επίτευγμα κρύβεται μια υποστηρικτική γυναίκα, μιλήσαμε με τη σύζυγο του Γιάννη, Ελίνα Σταυροπούλου.
Πως είναι η ζωή με έναν ερασιτέχνη αθλητή;
Μια χαρά. Το κακό είναι ότι στην αρχή προσπαθούσε να μου μεταδώσει το μικρόβιο με το ζόρι. Του είπα πως ο Μαραθώνιος είναι κάτι δικό του κι ο καθένας μας πρέπει να έχει μερικά δικά του πράγματα. Βέβαια, έχω επηρεαστεί εμμέσως πλην σαφώς, διότι άρχισα να βγαίνω, να περπατάω. Σκέφτομαι και το τρέξιμο. Όχι στο βαθμό που το κάνει ο Γιάννης, κάτι πιο ήπιο. Προτιμώ πάντως το μοντέρνο χορό με τον οποίον ασχολούμαι, πιο πολύ για διασκέδαση. Σε βοηθά να ξεφεύγεις.
Κατά τη διάρκεια της προπόνησης κάνει και διατροφή φαντάζομαι.
Αυτό είναι το εσωτερικό μας αστείο. Ο Γιάννης τρέχει κι εγώ τον υποστηρίζω μαγειρεύοντας μακαρονάδες. Μόνο την τελευταία βδομάδα χρειάζεται ζυμαρικά και κρέας κάποιες συγκεκριμένες ημέρες. Τον υπόλοιπο χρόνο δεν υπάρχει διαφορά.
Έχεις φοβηθεί ποτέ για αυτόν;
Κάθε φορά. Έχω άγχος να τερματίσει καλά, δεν το δείχνω όμως, αντίθετα υποστηρίζω τους γονείς μας που ανησυχούν πολύ περισσότερο. Όμως η αγωνία να είναι εντάξει, υπάρχει σε κάθε Μαραθώνιο. Ευτυχώς, όλα πάνε καλά.
Κι εκεί που τελειώναμε την κουβέντα, ήρθε ο ανιψιός των παιδιών, ο Χρήστος, που έτρεξε για πρώτη φορά φέτος στο Μαραθώνιο. Δε γινόταν να τον αφήσω έτσι!
Φέτος έτρεξες πρώτη φορά. Πως το αποφάσισες;
Είχα ξεκινήσει τρέξιμο, μου άρεσε και είπα να δοκιμάσω. Ήταν απίστευτη εμπειρία και θα ξαναπάω σίγουρα, κάθε χρονιά. Η αίσθηση όταν τερματίζεις είναι κάτι που δεν περιγράφεται, θα ξαναπήγαινα μόνο για αυτό. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που συγκινήθηκα τόσο. Ο διπλανός μου έκλαιγε και παραλίγο να τον μιμηθώ.
Γιατί συγκινήθηκες;
Επειδή το κατάφερα. Είχα φτάσει στα όριά μου στο τριακοστό χιλιόμετρο, δεν ξέρω πως έβγαλα τα τελευταία δώδεκα. Το είχα βάλει πείσμα όμως, είχα πει πως αν δε λιποθυμήσω δεν πρόκειται να σταματήσω. Βοήθησε πολύ ο κόσμος, οι εθελοντές.. Τελικά τα κατάφερα. Θα συνεχίσω. Τις επόμενες εβδομάδες θα κατέβω σε άλλους δυο αγώνες.
Εδώ ο Γιάννης έδωσε τον επίλογο:
Έχω βάλει όλη την οικογένεια στο τριπάκι!