Της Σοφίας Βαρβιτσιώτη

Σε μία αμμώδη ακρογιαλιά της Νότιας Κρήτης, περίπου 12 χλμ ανατολικά της Χώρας Σφακίων, που λούζεται από το Λιβυκό Πέλαγος, βρίσκεται ένα μεσαιωνικό φρούριο, γνωστό ως Φραγκοκάστελλο. Αποτελεί σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο, ενώ και η παραλία μπροστά του είναι πολύ γραφική και δημοφιλής. Σχετικός με το φρούριο αυτό είναι και ο περίφημος θρύλος των Δροσουλιτών.

Το Φραγκοκάστελλο χτίστηκε την εποχή της Ενετοκρατίας, συγκεκριμένα την περίοδο 1371-74, με σκοπό την προστασία της περιοχής από τις επιδρομές των πειρατών (η πειρατεία αποτελούσε ανέκαθεν μεγάλη μάστιγα για τη Μεσόγειο) αλλά και από τις εξεγέρσεις των ανυπότακτων Σφακιανών, οι οποίοι δημιουργούσαν μεγάλα προβλήματα στους Ενετούς κατακτητές. Η τοπική παράδοση αναφέρει ότι την ημέρα οι Ενετοί το έκτιζαν και τη νύχτα οι Σφακιανοί, με επικεφαλής τους αδελφούς Πατσούς, το γκρέμιζαν.

Τελικά οι Ενετοί συνέλαβαν και εκτέλεσαν τους Πατσούς και κατάφεραν να ολοκληρώσουν την κατασκευή του φρουρίου. Το αρχικό όνομά του ήταν Άγιος Νικήτας, αλλά οι ντόπιοι το ονόμαζαν Φραγκοκάστελλο (δηλαδή το κάστρο των Φράγκων). Επί Τουρκοκρατίας, το φρούριο πέρασε στην κυριότητα των Οθωμανών. Το 1770 ο οπλαρχηγός Ιωάννης Βλάχος ή αλλιώς Δασκαλογιάννης κυρίεψε το Φραγκοκάστελλο, δυστυχώς όμως συνελήφθη από τους Οθωμανούς, υπέστη βασανιστήρια και εκτελέστηκε στο Ηράκλειο.

Και ερχόμαστε στο 1827, έτος που υπογράφηκε η Ιουλιανή Συνθήκη του Λονδίνου και συνέβη η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, γεγονότα που διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ελληνικού κράτους. Τότε λοιπόν ο Ηπειρώτης οπλαρχηγός Χατζημιχάλης Νταλιάνης προσκλήθηκε από τον Εμμανουήλ Αντωνιάδη, εκπρόσωπο των επαναστατημένων Κρητικών, για να αναζωπυρώσει την επανάσταση στην Κρήτη και να θέσει έτσι τις βάσεις ώστε να ενταχθεί και αυτή στο ελληνικό κράτος. Ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης ήταν μυημένος στη Φιλική Εταιρεία και είχε πολεμήσει στο πλευρό του Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου. Ιδιαίτερη μνεία στην ανδρεία του κάνει και ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του: «Κι’ αρχίσαμεν τον πόλεμον και πήραμεν την πλάτη των Τούρκων και πισουδρόμησαν οι Τούρκοι και βήκαν οι αθάνατοι Έλληνες από το Μετόχι κι’ ο αντρείος Χατζημιχάλης με την καβαλλαρίαν του και δίνουν έναν χαλασμόν των Τούρκων κ’ έναν σκοτωμόν τρομερόν…»

Ο Νταλιάνης αποβιβάστηκε στο νησάκι Γραμβούσα στις 5 Ιανουαρίου 1828 με 500 πεζούς και 100 ιππείς. Αντιμετώπιζε όμως προβλήματα με τους Κρητικούς, οι οποίοι διαρκώς διαφωνούσαν για το ποια τοποθεσία ήταν καταλληλότερη ως ορμητήριο. Ύστερα από δύο περίπου μήνες διαβουλεύσεων, ο Νταλιάνης μετέβη στα Σφακιά, για να κάνει μάχη σε πεδιάδα, επειδή το θεωρούσε πιο αντρίκειο, ενώ οι Κρητικοί ήταν υπέρ της μάχης με ενέδρες στα ορεινά περάσματα. Αλλά στο μεταξύ ο γενικός διοικητής της Κρήτης, Μουσταφά πασάς (που και αυτός ήταν Ηπειρώτης και συντοπίτης με τον Νταλιάνη) συγκέντρωσε δύναμη περίπου 8000 ανδρών, δήθεν για να προστατέψει την περιοχή από τους ληστές, αλλά στην πραγματικότητα για να συγκρουστεί με τις δυνάμεις του Νταλιάνη. Σύμφωνα μάλιστα με μια λαϊκή παράδοση, ο Νταλιάνης επιθυμούσε να χτυπηθεί με τον Μουσταφά, για να φανεί ποιος ήταν ο καλύτερος.

Στις 8 Μαΐου 1828 ένα μικρό τμήμα των στρατιωτών του Νταλιάνη συγκρούστηκε με ένα σώμα Τούρκων που έρχονταν να ενισχύσουν το στρατό του Μουσταφά και τους προκάλεσε σημαντικές απώλειες. Ο Μουσταφά οργίστηκε και έστειλε επιστολή στον Νταλιάνη, απαιτώντας από εκείνον να εγκαταλείψει την Κρήτη μέσα σε δέκα μέρες. Ο Χατζημιχάλης του αποκρίθηκε: «Μουσταφά, ήλθα εις την Κρήτη να πολεμήσω Τούρκους με τα παλικάρια μου και όπου θέλει ο Θεός ας δώσει τη νίκη.»

Ο Νταλιάνης στο μεταξύ κατέλαβε το Φραγκοκάστελλο, ενώ ταυτόχρονα οι Κρητικοί έφτιαχναν χαρακώματα και του πρότειναν να πολεμήσει από την ορεινή θέση Κολοκάσια και όχι στην πεδιάδα, επειδή εκείνοι δεν ήταν μαθημένοι σε πεδινές μάχες. Ενδεχομένως είχαν δίκιο. Εκείνος όμως τους απάντησε: «Λοιπόν φυλάγετέ τους από τα όρη σας για να μη φύγουν και αφέτε ημάς εδώ κάτω και κοιτάζετε να μας βλέπετε πως πολεμούμεν εμείς.» Έτσι, με τους 600 άνδρες του παρέμεινε στο Φραγκοκάστελλο.

Στις 18 Μαΐου 1828 (παλαιό ημερολόγιο) ο Μουσταφά έκανε την επίθεσή του στο φρούριο. Στην αρχή η μάχη ήταν αμφίρροπη. Τότε ο Μουσταφά επιτέθηκε στον δυτικό προμαχώνα με όλες τις δυνάμεις του. Οι υπερασπιστές του προμαχώνα γρήγορα βρέθηκαν σε δυσχερή θέση, γιατί τους τελείωσαν τα πυρομαχικά. Οι Τούρκοι κατέλαβαν τον προμαχώνα και σκότωσαν σχεδόν όλους τους υπερασπιστές του, μεταξύ των οποίων ήταν και ο υπασπιστής του Νταλιάνη, Κυριακούλης Αργυροκαστρίτης. Έπειτα περικύκλωσαν το φρούριο. Ο Νταλιάνης, για να μην σφαγιαστούν και οι υπερασπιστές των άλλων δύο προμαχώνων, έκανε με το ιππικό του έξοδο και αρχικά αιφνιδίασε τους

Τούρκους. Τότε ακολούθησε φονική μάχη. Η κυρίως πύλη του φρουρίου έφραξε από τους νεκρούς και ο Νταλιάνης, μην μπορώντας να ξαναμπεί σε αυτό, περικυκλώθηκε από τους εχθρούς. Το σπαθί του έσπασε και το άλογό του σκοτώθηκε. Οι εχθροί έπεσαν πάνω του και τον κατακρεούργησαν. Του έκοψαν το κεφάλι και το έφεραν ως τρόπαιο στον Μουσταφά, ωστόσο εκείνος τους επέπληξε, επειδή προτιμούσε να του είχαν φέρει τον Νταλιάνη ζωντανό. Τα όπλα του νεκρού ήρωα τα έστειλε ο ίδιος στην οικογένειά του. Οι υπερασπιστές του Φραγκοκάστελλου κατάφεραν να το κρατήσουν έξι ημέρες, παρά την εξάντληση και την έλλειψη πυρομαχικών. Αλλά προβλήματα ανεφοδιασμού αντιμετώπιζαν και οι Τούρκοι, που δέχτηκαν επίθεση από τους Σφακιανούς. Στο τέλος ήρθαν σε συμφωνία με τους Έλληνες και τους άφησαν ελεύθερους, κρατώντας το Φραγκοκάστελλο. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν 338 άνδρες και των Τούρκων 800.

Ένας τοπικός θρύλος λέει ότι κάθε χρόνο, γύρω στα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου, όταν χαράζει και καθώς εξατμίζεται η πρωινή δροσιά, γύρω από το κάστρο εμφανίζονται σκιές που μοιάζουν με οπλισμένους άντρες, οι οποίοι προελαύνουν προς τη θάλασσα. Το φαινόμενο το είχαν δει ακόμα και Γερμανοί στην Κατοχή. Για τους ντόπιους, είναι τα φαντάσματα των νεκρών πολεμιστών του Χατζημιχάλη Νταλιάνη και λέγονται Δροσουλίτες. Όπως και να ’χει, αξίζει να θυμόμαστε τη θυσία του Χατζημιχάλη Νταλιάνη και των παλικαριών του…